Η μπάλα, λένε, είναι σαν τη γυναίκα, της αρέσουν τα χάδια, μόνο που σε αυτή την περίπτωση ο δυναμισμός διαφέρει. Ο χτύπος συνεχόμενος και ρυθμικός καθώς το μπαλάκι αναπηδά σε ξέφρενους ρυθμούς, διαβάζεται και μετατρέπεται σε νικητήρια μελωδία. Ο υποκινητής γεμάτος ενέργεια, ταχύτητα και ετοιμότητα απολαμβάνει το πάθος του για την επιτραπέζια αντισφαίριση με έναν τρόπο σχεδόν… επιστημονικό.
Ο Παναγιώτης Γκιώνης στεκόταν στην άλλη άκρη του τραπεζιού και το χαμόγελό του ακτινοβολούσε όλα τα λαμπρά μονοπάτια που στο τέλος του διαδρόμου τον οδήγησαν στην επιτυχία, τόσο σε ατομικό, όσο και σε εθνικό επίπεδο. Έτσι, με μια ρακέτα στο δεξί χέρι συνεχίζει γιατί «το έχω βάλει στόχο να φτάσω τις 5 Ολυμπιάδες».
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, περπατήσαμε ανάμεσα στις εμπειρίες αυτού του σπουδαίου αθλητή που αποτελεί πρότυπο του ευ αγωνίζεσθαι για κάθε έναν που τον παρακολουθεί να μεταμορφώνεται στη μάχη.
Έχει παίξει έως τώρα σε αρκετές ομάδες, όμως, όταν ήταν 23 χρονών «σίγουρα με βοήθησε πάρα πολύ η δεκαετία που αγωνίστηκα στο γαλλικό πρωτάθλημα γιατί σε αυτήν την ηλικία μου έδωσε το κίνητρο να καταλάβω τι σημαίνει να παίζεις επαγγελματικά πινγκ πονγκ». Ωστόσο, τα δυο καλύτερά του χρόνια «που έπαιξα σε τρομερά υψηλό επίπεδο ήταν στο Ντίσελντορφ, στη Γερμανία. Ήταν ένα μεγάλο σχολείο για μένα γιατί είχα και συμπαίκτη τον Τίμο Μπολ, ο οποίος είναι από τους καλύτερους στον κόσμο και είδωλο για πολλούς αθλητές». Το παιχνίδι εκεί τον εμπλούτισε εμπειρικά, κυρίως στο πώς έπρεπε να βλέπει το άθλημα, καθώς δεν πρόκειται μόνο για ταχύτητα.
Ωστόσο, αν και έχοντας χτίσει την καριέρα του στο εξωτερικό, πραγματοποιεί τις προπονήσεις του στην Ελλάδα και αυτό γιατί «το Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας είναι πραγματικά ένα γήπεδο πάρα πολύ καλό σε σχέση με εκείνα του εξωτερικού. Είμαστε όλοι πολύ καλοί αθλητές. Βέβαια υπάρχουν και στιγμές που πάμε στο εξωτερικό». Η κόκκινη διαχωριστική γραμμή που αποξενώνει την Ελλάδα είναι ότι σε «επίπεδο πρωταθλήματος οι διαφορές είναι τεράστιες. Εδώ είναι ερασιτεχνικό το άθλημα, στο εξωτερικό είναι τελείως επαγγελματικό». Μα εκείνο που τον θυμώνει είναι «όταν βλέπω ότι εκτός από τη Γερμανία και τη Γαλλία, που είχαν για χρόνια πολύ δυνατά πρωταθλήματα με ολυμπιακά μετάλλια και δεν μπορείς να τις συγκρίνεις άμεσα με εμάς, ακόμα και οι Πολωνοί το προσπαθούνε τόσο πολύ και εμείς δεν μπορούμε». Ενώ, «τώρα πρόσφατα που ήμουν στην Πολωνία και παίξαμε τον τελικό είχε 1000 άτομα και ο κάθε ένας είχε τους οπαδούς του». Τα μεγέθη είναι εντελώς διαφορετικά και οι χορηγοί πολλοί, καθώς δίνεται η κατάλληλη προσοχή στο άθλημα, σε αντίθεση με την Ελλάδα που «δυστυχώς ενώ υπάρχουν πολλές επιτυχίες, πιο πολύ δίνουμε βάση στο ποδόσφαιρο, το μπάσκετ και γενικά νομίζω τα μικρά αθλήματα είναι πολύ παραμελημένα. Ένα από αυτά τυχαίνει να είναι και το πινγκ πονγκ». Εκείνος θα φανταζόταν πολύ καλύτερα τον εαυτό του σε ένα δυνατό ελληνικό πρωτάθλημα χωρίς να «χρειαζόταν να πηγαίνω στο εξωτερικό. Από την άλλη, βέβαια, νιώθω και πολύ τυχερός που υπάρχουν αυτά τα πρωταθλήματα στο εξωτερικό και μπορούμε εγώ και κάποια άλλα παιδιά να ανεβάσουμε επίπεδο αλλά και επίσης το οικονομικό κομμάτι».
Ο μοντέρνος δεξιόχειρας αμυντικός, όμως, με το καλό σέρβις και την πολύ αποτελεσματική επίθεση πιστεύει πως «είναι πολύ βασικό να έχεις χημεία με τον προπονητή σου, να επικοινωνείς με τα μάτια, γιατί αλλιώς δεν είναι εύκολο να πορευτείς όπως πρέπει». Με τον Κώστα Βατσακλή συνεργάζονται σχεδόν 10 χρόνια και είναι ο άνθρωπος που τον στηρίζει και τον εμψυχώνει στο ψυχολογικό κομμάτι.
Το νέο αίμα του ελληνικού πινγκ πονγκ σίγουρα κρύβει και πολλά ταλέντα, σύμφωνα με εκείνον. Αρκετοί από αυτούς έχουν χαθεί στην ιδέα ότι η Ελλάδα δεν προσφέρει την απαιτούμενη στήριξη στους νέους και εκείνοι με τη σειρά τους καταφεύγουν στις σπουδές. Όμως, ο Γιάννης Σγουρόπουλος αποτελεί την εξαίρεση στον κανόνα, αφού ρισκάρει αποφασίζοντας από μικρός ότι αυτό θέλει να κάνει. «Έχει δίπλα του εμένα και τον προπονητή. Ξέρει ότι είναι από τα μεγαλύτερα ταλέντα, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και παγκοσμίως». Επίσης είναι πολύ ευχάριστο νέοι άνθρωποι να συμμετέχουν στους Ευρωπαϊκούς Αγώνες. «Ο Γιάννης έχει αποδείξει ότι το αξίζει με το παραπάνω μετά τις κατακτήσεις του στα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα στην κατηγορία του. Νομίζω ότι είναι μια καλή διάκριση για αυτόν και μόνο η συμμετοχή. Είναι ένας αθλητής, ο οποίος μπορεί να κερδίσει τον οποιονδήποτε». Μαζί τους στο Μινσκ θα ταξιδέψει και η Κατερίνα Τόλιου, η οποία «έχει δείξει τα τελευταία χρόνια ότι κάνει πολλές επιτυχίες. Είναι πολύ σταθερή και πάμε να κυνηγήσουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε όλοι».
Το πινγκ πονγκ πέρα από τα οφέλη του αθλητισμού, που τον έχουν απομακρύνει από «κακοτοπιές, όπως είναι οι κακές καθημερινές συνήθειες» του έχουν ενισχύσει τα αντανακλαστικά και στην οδήγηση, πράγμα το οποίο «αν συμβεί κάτι απότομο μπορεί τα αναπτυγμένα αντανακλαστικά να αποδειχθούν σωτήρια», αλλά το σημαντικότερο όλων είναι ότι τον δίδαξε πώς να διαχειρίζεται μια κακή στιγμή όπως εκείνη της ήττας που «πρέπει να ξεπεράσεις όταν μετά από λίγο έχεις άλλο παιχνίδι», αφού στη ζωή «δεν έρχονται όλα όπως τα θέλεις».
Μικρός ήθελε να γίνει ποδοσφαιριστής, μα ο πατέρας του δεν τον άφησε. Σήμερα υποστηρίζει το τριφύλλι, αγαπημένος του ποδοσφαιριστής είναι ο Μέσι, παρακολουθεί ποδόσφαιρο, τένις, αλλά εκείνο που τον ευχαριστεί περισσότερο είναι το μπάσκετ. Ίσως γιατί είναι «κάτι αντίστοιχο με το πινγκ πονγκ. Έχει συνέχεια εναλλαγές στο σκορ. Το ποδόσφαιρο, αν και θεαματικό, είναι λίγο πιο μονότονο. Σίγουρα είναι ο βασιλιάς των σπορ διότι η ατμόσφαιρα με 50 και 60 χιλιάδες κόσμο να φωνάζει είναι κάτι μαγικό. Προσωπικά ελληνικό πρωτάθλημα τα τελευταία 5 χρόνια δεν βλέπω. Το θεωρώ πολύ κακό σαν θέαμα να το παρακολουθήσω». Από την άλλη, παρατηρεί μεγάλη άνοδο του τένις στις προτιμήσεις του κόσμου και σε αυτό σίγουρα έχει βάλει το χεράκι του ο Στέφανος Τσιτσιπάς, αφού αποτελεί «κίνητρο για τα νέα παιδιά αλλά και τους μεγάλους που βλέπω ότι ασχολούνται με το άθλημα στα τένις κλαμπ. Είναι κάτι πολύ ευχάριστο, του εύχομαι τα καλύτερα και να φτάσει 1ος παγκοσμίως». Στην ερώτηση εάν θα μπορούσε να συμβεί κάτι παρόμοιο με την επιτραπέζια αντισφαίριση πρόσθεσε πως «υπάρχει αρκετός κόσμος που ασχολείται, όπως πολλοί βετεράνοι που μπορεί να είναι πιο παθιασμένοι και από τους μικρούς. Βλέπουν όλα τα παιχνίδια στο διαδίκτυο. Γενικά σαν μέλη υπάρχουν πάρα πολλά. Όμως, δεν είναι τόσο γνωστό στη Ελλάδα. Εάν έδειχνε περισσότερο πινγκ πονγκ στην τηλεόραση, περισσότερα παιδιά θα ασχολούνταν. Το ίδιο θα συνέβαινε και με το τένις εάν δεν υπήρχε ο Τσιτσιπάς».
Κάπου εκεί, σταματήσαμε στην καλύτερη στιγμή της καριέρας του, που ήταν στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 2013 στην Αυστρία, το οποίο του χάρισε την τρίτη θέση στο ατομικό και τη δεύτερη στο ομαδικό. Αυτή η τελευταία ήταν σπουδαιότερη για εκείνον, γεμίζοντάς τον με έντονα συναισθήματα, αφού «πολλά χρόνια φτάναμε στην 8άδα ή αλλιώς στην πηγή και δεν πίναμε νερό. Ήταν πολύ σημαντικό και για εμάς και για την Ομοσπονδία. Θεωρώ πως ίσως έπαιξα το καλύτερο πινγκ πονγκ που έχω παίξει ποτέ». Στην δική του ιστορία, όμως, η ανάμνηση που έχει γραφτεί με μελανά χρώματα είναι «το 2012 στους Ολυμπιακούς στο Λονδίνο που ήταν να μπω στους 16 και έχασα από έναν Ιάπωνα σε ένα παιχνίδι που στο τέλος πήγαινε πόντο-πόντο αλλά τελικά έχασα μια εύκολη μπάλα και για αυτό δεν κοιμήθηκα τρεις μέρες». Όλο αυτό γιατί οι Ολυμπιακοί Αγώνες αποτελούν το σημαντικότερο επίτευγμα για έναν αθλητή και μόνο ως συμμετοχή. «Το άγχος που έχω βιώσει στους Ολυμπιακούς Αγώνες δεν το έχω βιώσει σε καμία διοργάνωση. Το έχεις παλέψει πολύ για να προκριθείς και όλα κρίνονται σε μια μέρα». Βέβαια τα παιχνίδια με το εθνόσημο «είναι καθαρά συναισθηματικά, ενώ εκείνα των πρωταθλημάτων είναι περισσότερο επαγγελματικά».
Παρά το ταλέντο του στο άθλημα, προτίμησε να φορέσει πάνω του μια ακόμη ιδιότητα, αυτή του επιστήμονα, καθώς «στον αθλητισμό δεν ξέρεις ποτέ τι μπορεί να συμβεί». Σε αυτό σημαντικό ρόλο έπαιξαν και οι συμβουλές του πατέρα του, ο οποίος όντας γιατρός ο ίδιος τον παρακίνησε, όμως τον στήριξε όλα αυτά τα χρόνια του εκρηκτικού συνδυασμού σπουδές-πρωταθλητισμός. Τελείωσε την οδοντιατρική ως αντίδοτο στην ημερομηνία λήξης, όπως πίστευε, του πινγκ πονγκ, όμως η μοίρα τα έφερε διαφορετικά. «Από τη στιγμή που μου βγήκε, τώρα είναι δύσκολο να το αφήσω. Εντάξει σίγουρα κάποια στιγμή θα το σταματήσω, δεν θα μπορώ να παίζω σε τόσο υψηλό επίπεδο, αλλά νομίζω ότι είναι πια δύσκολο να ασχοληθώ με την οδοντιατρική, αφού το δοκίμασα και δεν είναι κάτι που με γέμιζε. Είναι δύο τελείως διαφορετικά πράγματα η οδοντιατρική με τον αθλητισμό. Δεν ένιωσα να μου έκανε αυτό το κλικ, οπότε δεν νομίζω να μπω στη διαδικασία μετά το πινγκ πονγκ να κάτσω πάλι να ασχοληθώ με αυτό». Τα σχέδιά του για το μέλλον είναι ακόμη αβέβαια. Μπορεί η προπονητική, η οποία αυτήν την στιγμή δεν είναι κάτι που τον ενδιαφέρει, στο μέλλον να γίνει.
Τη Δευτέρα ο Παναγιώτης Γκιώνης ταξίδεψε στην Ιαπωνία. «Ξεκινάνε τα τουρνουά, στα οποία μετράει το ranking list για την πρόκριση στους Ολυμπιακούς. Επόμενος στόχος είναι σίγουρα το Μινσκ, όμως αυτό που σκέφτομαι πιο πολύ από όλα είναι η πρόκρισή μου στους Ολυμπιακούς αγώνες. Εάν τα καταφέρω θα είναι μια τεράστια ικανοποίηση για μένα. Αν όχι, δεν νομίζω ότι θα με πειράξει τόσο πολύ γιατί είμαι γεμάτος από τα πράγματα που ήθελα να κάνω. Οπότε χωρίς άγχος προχωράμε και βλέπουμε».
Ένα πράγμα είναι όμως σίγουρο. Ο Παναγιώτης Γκιώνης έχει χαράξει το όνομά του με καλλιγραφικά γράμματα στην ιστορία της ελληνικής επιτραπέζιας αντισφαίρισης και θα συνεχίσει να διδάσκει πως το παιχνίδι αποκτά ψυχή μέσα από την αγάπη για τον αθλητισμό. Και η μελωδία που προκαλεί με τη ρακέτα του συνεχίζει να μας εγείρει έντονα συναισθήματα που μπορούν να σε απογειώσουν!
Επιμέλεια: Τζίλα Ζυλυφτάρι
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.