Αυτή δεν ήταν νίκη, ήταν παράσταση μετ'… αιχμαλωσίας αντιπάλου. Η Εθνική ομάδα πρόσφερε μια από τις πιο χορταστικές εμφανίσεις της εδώ και πάρα πολλά χρόνια ισοπεδώνοντας την Σλοβενία που θύμισε ομάδα της σειράς. Η ελληνική ομάδα «επένδυσε» στη… μοναξιά του εμφανώς καταβεβλημένου αλλά πάντα πιστού στρατιώτη και ικανού να κερδίζει μόνος του Λούκα Ντόντσιτς, έπιασε από τον λαιμό τον αντίπαλο και δεν σταμάτησε να τον σφυροκοπάει μέχρι το τέλος.
Bullying στον αντίπαλο, τρέξιμο και σουτ
Η ένταση στην άμυνα ήταν η αρχή όλων για την «επίσημη αγαπημένη». Ο Σπανούλης έκλεισε τα αυτιά στους «ειδήμονες» που έκαναν λόγο για… άσουτη ομάδα με τη συνύπαρξη Καλάθη, Γουόκαπ και Αντετοκούνμπο ποντάροντας στο μέγεθος και την αθλητικότητα των σχημάτων του. Ο Ντόντσιτς πέρα από τον αρχικό «φρουρό» του, είχε να τα βάλει με τις βοήθειες και τις εξαιρετικές περιστροφές της ελληνικής οπισθοφυλακής, που τον οδήγησαν σε 10 από τα 17 λάθη της ομάδας του και τον περιόρισαν σε μόνο 5 από τις 16 ασίστ των Σλοβένων. Ποντάροντας μόνο στην ατομική του κλάση έβαλε μεν 21 πόντους με καλά ποσοστά, ωστόσο δεν είχε την επίδραση που συνηθίζει. Οι λοιποί ετερόφωτοι ή ανεπαρκείς παίκτες πολύ απλώς δεν έφταναν για να γίνει ανταγωνιστικός ο αντίπαλος που γρήγορα παραδόθηκε στη μοίρα του.
Στην επίθεση, η Εθνική έδειξε πως δεν ζει ή πεθαίνει μόνο με το τρίποντο. Το κοντέρ είχε ξεπεράσει το +21 από το πρώτο ημίχρονο, όταν ακόμη το ελληνικό ποσοστό πίσω από τα 6,75μ. ήταν «φτωχό». Κι αυτό γιατί ελέγχοντας απόλυτα τα ριμπάουντ και πατώντας το γκάζι με το καλάθι βρήκε σκορ στο ανοιχτό γήπεδο (13 πόντους στα δύο πρώτα δεκάλεπτα). Παρά τη δυστοκία από μακριά, ο Kill Bill συνέχιζε να παροτρύνει, όπως έκανε από τα φιλικά, τους παίκτες του να σουτάρουν και η πίστη που τους μετέδωσε μετουσιώθηκε στα 9/16 τρίποντα του δευτέρου ημιχρόνου. Είπαμε, όταν τα σουτ είναι… προπόνησης, προέρχονται από εξαιρετική δημιουργία και είναι ελεύθερα αφού δημιουργούνται οι κατάλληλες αποστάσεις, ακόμη και παίκτες όπως ο Γουόκαπ μπορούν να γίνουν πολύ πιο αποτελεσματικοί. Κι αυτό συνέβη, με την Εθνική να κλείνει το ματς έχοντας το πολύ καλό 41% και μάλιστα σε μεγάλο όγκο προσπαθειών, 34 έναντι 36 διπόντων.
Ο Γιάννης δείχνει τον δρόμο
Η μεγαλύτερη αρετή αυτής της Εθνικής, πάντως, δεν είναι ούτε η άμυνα, ούτε η δημιουργία, ούτε τα τρίποντα. Είναι η διάθεση ΟΛΩΝ να κάνουν ό,τι χρειαστεί για να κερδίσει η ομάδα. Μηδενός εξαιρουμένου. Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο, ο mega star όχι αυτής της ομάδας αλλά του ΝΒΑ και ο ίσως καλύτερος παίκτης του κόσμου, δίνει πρώτος το παράδειγμα. Ξεχάστε τον Greek Freak που έπρεπε να κάνει τον… Χουλκ και να τρυπάει τοίχους με τους συμπαίκτες του σε συμπληρωματική ή και… διακοσμητικό ρόλο. Σε αυτή τη βερσιόν της Εθνικής, ακόμη και ο ηγέτης των Μπακς είναι ένα κομμάτι του συνόλου. Δεν αποτελεί την αφετηρία και την κατάληξη κάθε επίθεσης, αλλά λειτουργεί συχνά απλώς ως σκρίνερ, δημιουργός (απέναντι σε νταμπλ ή τριπλ τιμ) ή ακόμη και σαν αντιπερισπασμός.
Μπορεί να σκόραρε μόλις 13 πόντους και να μην «έγραψε» τα συνήθη εντυπωσιακά του νούμερα, ωστόσο στα ούτε καν 21 λεπτά που βρέθηκε στο παρκέ είχε τον μεγαλύτερο δείκτη +/- από κάθε συμπαίκτη του, +31. Θυσιάζοντας τον εντυπωσιασμό και τα highlights για την ουσία, η Εθνική του Βασίλη Σπανούλη απολαμβάνει τον Γιάννη στην πιο ωφέλιμη μορφή του. Όχι στην πιο χορταστική για τους fans και τους θιασώτες των highlights, αλλά σε αυτή που έχει ανάγκη η ομάδα του κάθε φορά. Κι όταν ένας σταρ αυτού του διαμετρήματος δεν έχει κανένα πρόβλημα να κάνει τον… εργάτη βάζοντας τον εγωισμό, τα στατιστικά του και την προβολή του κάτω από το σύνολο, τότε θα το κάνει και ο δωδέκατος παίκτης του ρόστερ.
Η Κροατία δεν έχει Λούκα, αλλά έχει… περισσότερους
Και τώρα… Κροατία. Η ομάδα που στο παρελθόν έχει κόψει το δρόμο στην Ελλάδα δύο φορές για τους Ολυμπιακούς Αγώνες είναι το τελευταίο εμπόδιο. Πρόκειται για άλλο «φρούτο» από την Σλοβενία, καθώς μπορεί να μην διαθέτει τον υπερ-παίκτη τύπου Ντόντσιτς, αλλά έχει τρεις ή και τέσσερις πολύ υψηλού επιπέδου παίκτες στο ρόστερ της. Όμως δεν διαθέτει καθόλου βάθος και υστερεί πολύ στα γκαρντ.
Οι Ζούμπατς, Σάριτς, Χεζόνια και Σμιθ πετυχαίνουν το 72% των πόντων της ομάδας και το 73% των σουτ της ομάδας, με τους υπόλοιπους παίκτες να απέχουν πολύ σε ποιότητα από τους τέσσερις προαναφερθέντες. Ζούμπατς και Σάριτς είναι ικανότατοι στο ποστ και αρκετά επικίνδυνοι, ειδικά από τη στιγμή που θα λείψουν και τα 5-10 λεπτά που θα μπορούσε να προσφέρει ο Κώστας Αντετοκούνμπο, ενώ ο Χεζόνια είναι απρόβλεπτος και ικανός για το καλύτερο και το χειρότερο.
Οι τρεις Έλληνες ψηλοί θα έχουν αρκετή δουλειά στο ποστ και στο ριμπάουντ, αλλά το κλειδί θα είναι και πάλι η ένταση στην άμυνα, ειδικά πάνω στους ανεπαρκείς για αυτό το επίπεδο περιφερειακούς των Κροατών. Με σωστή πίεση στην μπάλα θα αποκοπεί η τροφοδότηση των ψηλών και θα γίνει η μισή δουλειά, ενώ στην επίθεση η Εθνική έχει το ταλέντο να πληγώσει ποικιλοτρόπως τους Κροάτες που έχουν αρκετά αμυντικά προβλήματα, καθώς οι ψηλοί τους δεν διακρίνονται σε αυτό το κομμάτι, ενώ οι περιφερειακοί τους δεν έχουν μέγεθος.
Κοινώς, το εισιτήριο για την Εθνική ομάδα είναι στο χέρι της για να το τσεκάρει ή όχι. Από τη δική της απόδοση και μόνο θα κριθεί ο τελικός, εκείνη ορίζει τη μοίρα του αγώνα και μια απόδοση πλησίον, ούτε καν σε τόσο υψηλό επίπεδο, με τον ημιτελικό θα είναι αρκετή για να πούμε… «a tout a l'heure».
ΥΓ: Πώς να μην γουστάρεις να παίζεις για την Εθνική ομάδα, σε ένα κατάμεστο γήπεδο, με οικογένειες, παιδιά, «κανονικό» κόσμο και τους θρύλους του ελληνικού μπάσκετ να σε κοιτάζουν;
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.