Ουκ ολίγες φορές έχει θεωρηθεί ένας εκ των κορυφαίων προπονητών όλων των εποχών από μέσα παγκόσμιας φήμης αλλά και από καταξιωμένους συναδέλφους του. Κάτι που μόνο τυχαίο δεν είναι, καθώς ο Ρίνους Μίχελς άσκησε όσο ελάχιστοι επιρροή στο ποδόσφαιρο, αφήνοντας στις επόμενες γενιές μια κληρονομιά, σημαντικότερη από το ίδιο το άθλημα. Το ποδόσφαιρο τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια είναι κατά τι φτωχότερο, καθώς η ιστορία του γράφεται χωρίς τον «στρατηγό», όπως τον αποκαλούσαν, ο οποίος «έφυγε» σε ηλικία 77 ετών, σαν σήμερα το 2005.
Αν υπάρχουν έως σήμερα άνθρωποι που γεννήθηκαν για το ποδόσφαιρο, ένας από αυτούς είναι σίγουρα ο Μίχελς. Αγαπούσε το ποδόσφαιρο, τόσο που εστίαζε μονάχα στην ομορφιά του και θέτοντας ως στόχο να περάσει την δική του ματιά στους φίλους του αθλήματος. Σιχαινόταν τις κλωτσιές και τις λεγόμενες «γιόμες». Το μόνο που τον ενδιέφερε είναι να βλέπει τους παίκτες του να παίζουν όμορφο ποδόσφαιρο, τουλάχιστον όπως το θεωρούσε ο ίδιος, παροτρύνοντας τους συνεχώς να απολαμβάνουν το παιχνίδι και όχι να ενδιαφέρονται μόνο για τις νίκες.
Πολύ σπάνιο φαινόμενο ένας τέτοιος προπονητής, ιδίως εκείνη την εποχή. Το ποδόσφαιρο της αλάνας ήταν η καλύτερη εκπαίδευση για εκείνον, κάτι που υποστήριξε έμπρακτα βάζοντας τους ποδοσφαιριστές τους να παίζουν ελεύθερα χωρίς περιορισμούς. Ο σκοπός ήταν να βάλουν γκολ και να ευχαριστηθούν το παιχνίδι, γιατί πάνω απ’ όλα το ποδόσφαιρο αυτό είναι. Ειδικά για εκείνον, το αγαπημένο του, καθώς αφιέρωσε όλη του τη ζωή σε αυτό. Η ανταμοιβή του, σπουδαιότερη από τους τίτλους και την αναγνώριση.
Η αφετηρία
Ο Ρίνους Μίχελς γεννήθηκε στις 9 Φεβρουαρίου του 1928 στο Άμστερνταμ. Η πρώτη του ομάδα ήταν η τοπική, ο Άγιαξ, με τον οποίο αγωνίστηκε από το 1946 έως το 1958. Η αγάπη του για τον σύλλογο βέβαια είχε αρχίσει αρκετά νωρίτερα, στα 9 του χρόνια, όταν ο πατέρας του, του έκανε δώρο για τα γενέθλια του ένα ζευγάρι ποδοσφαιρικά παπούτσια αλλά και την ερυθρόλευκη ριγωτή φανέλα της ομάδας. Με αυτή τη φανέλα έπαιξε 264 φορές και πέτυχε 122 γκολ. Στο ντεμπούτο του μάλιστα σκόραρε πέντε φορές στο 8-3 της ομάδας του εναντίον της ADO. Η ποδοσφαιρική του καριέρα στον αγαπημένο του Άγιαξ σταμάτησε πρόωρα, στα 30 του χρόνια. Ο Ρίνους αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το παιχνίδι που λάτρευε όσο τίποτα, εξαιτίας ενός χρόνιου προβλήματος στη μέση που αποκόμισε κατά τη διάρκεια της οκταετής παρουσίας του στον «Αίαντα».
Προφανώς, κάτι τέτοιο δεν ήταν ικανό να εμποδίσει τον Μίχελς να ασχοληθεί με αυτό που αγαπούσε πιο πολύ από οτιδήποτε άλλο. Σε άλλο πόστο αυτή τη φορά, σε αυτό που έγραψε ιστορία. Αφού λοιπόν δεν μπορούσε να παίζει το ομορφότερο παιχνίδι, αποφάσισε να το διδάξει. Αρχής γενομένης στους παίκτες της “Jos”, δύο μόλις χρόνια μετά το τέλος της καριέρας του ως παίκτης. Στην ολλανδική ομάδα έκατσε τέσσερα χρόνια και έπειτα ανέλαβε την “Dws”.
Η προπονητική και η συμβολή του στη χρυσή εποχή του Άγιαξ
Το 1965 επέστρεψε στην μεγάλη του αγάπη, τον Άγιαξ, για να τον μετατρέψει από τον περίγελο της χώρας σε ένα ευρωπαϊκό μεγαθήριο, διαγράφοντας την «χρυσή» εποχή του συλλόγου έως το 1971. Με τον αείμνηστο Γιόχαν Κρόιφ και τον Νέεσκενς στο σχήμα της ομάδας του, σάρωσαν την Eredivisie κατακτώντας τέσσερα σερί πρωταθλήματα, τρία κύπελλα Ολλανδίας και ένα κύπελλο Πρωταθλητριών (στον γνωστό τελικό του Γούεμπλει εναντίον του Παναθηναϊκού). Αυτό ήταν το αποτέλεσμα της εξαετής αφοσίωσης και δουλειάς του Ρίνους.
Η επόμενη ομάδα που ανέλαβε ήταν η Μπαρτσελόνα, η μοναδική μετά τον Άγιαξ που «έδεσε» με τη φιλοσοφία του Ολλανδού μύθου του ποδοσφαίρου. Με τους «Μπλαουγκράνα» κατάφερε να κατακτήσει ένα πρωτάθλημα τη σεζόν 1973-1974. Έκτοτε δεν κατάφερε να βρει την ομάδα που θα εφάρμοζε το ποδόσφαιρο που ονειρευόταν ο ίδιος.
Στον πάγκο των Οράνιε
Στη συνέχεια οδηγήθηκε στην Εθνική Ολλανδίας, με την οποία δεν θα γινόταν να μην είχε συνεργαστεί. Με τους «Οράνιε» έφτασε στα τελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1974, οδηγώντας τους στον τελικό της διοργάνωσης αήττητους. Το εκπληκτικό ποδόσφαιρο της Ολλανδίας δεν κατάφερε να υπερισχύσει της πιο έμπειρης αλλά και «οικοδέσποινας» Δυτικής Γερμανίας η οποία επικράτησε 2-1 στον μεγάλο τελικό. Ο τίτλος με την εθνική ομάδα της πατρίδας του ήρθε το 1988 στο Euro της Δ.Γερμανίας. Βαν Μπάστεν, Ράικαρντ, αδέρφια Κούμαν – Γκούλιτ συνόδευσαν άρτια τον «μαέστρο» Μίχελς, στέφοντας την Ολλανδία πρωταθλήτρια Ευρώπης για πρώτη και μοναδική φορά έως σήμερα.
Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, ο Μίχελς κατόρθωσε να αφήσει για τα καλά το στίγμα του στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο, εφαρμόζοντας το πλέον διάσημο «Total Football». Πίεση ψηλά, κοντά οι γραμμές, γρήγορες και κοντινές μεταβιβάσεις χαρακτηρίζουν το μοντέλο παιχνιδιού, το οποίο υιοθέτησε στη συνέχεια ο Γιόχαν Κρόιφ και ο Πεπ Γκουαρδιόλα αργότερα.
Στις 03/03/2005 ο θρύλος του Ρίνους Μίχελς «έσβησε» σε ηλικία 77 ετών. Ο λόγος, μια ανεπιτυχής εγχείρηση ανοιχτής καρδιάς. Ο Γιόχαν Κρόιφ για τον άλλοτε προπονητή του είχε πει: «Κανείς δε μου έμαθε τόσα για το ποδόσφαιρο όσο ο Μίχελς» ενώ ο Βαν Μπάστεν δήλωσε: «Πρόκειται για μια από τις μεγαλύτερες απώλειες στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο. Ο Μίχελς ήταν ο πατέρας του ολλανδικού ποδοσφαίρου».
Οκτώ χρόνια αργότερα, το 2013, ψηφίστηκε ο δεύτερος καλύτερος προπονητής όλων των εποχών από το περιοδικό “World Soccer” και το 1999 ο καλύτερος Ολλανδός προπονητής αλλά και ο προπονητής του αιώνα από την FIFA.
Όσο άλλοι είχαν απλά ιδέες, ο Ρίνους Μίχελς τις έκανε πράξεις. Αυτή ήταν και είναι η διαφορά του με άλλους προπονητές. Δημιούργησε ένα στυλ παιχνιδιού και ενέπνευσε τις επόμενες ποδοσφαιρικές γενιές. Χρόνια αργότερα, το έργο του μας υπενθυμίζει ότι το ίδιο το άθλημα είναι σπουδαιότερο από τίτλους, ρεκόρ, προκρίσεις. Μας υπενθυμίζει ποια είναι η ουσία του ποδοσφαίρου.
Επιμέλεια: Διονύσης Αργυρός
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.