Έφυγε παλεύοντας μέχρι το τέλος, απέναντι στην καρκίνο! Μόλις 64 ετών, ο πιο διάσημος Ιταλός ποδοσφαιριστής της γενιάς του, που τα γκολ του χάρισαν κάποτε ένα παγκόσμιο κύπελλο στους ατζούρι, αφήνει παρακαταθήκη εκείνο το καλοκαίρι του 82.
Ο ίδιος βγήκε από έναν εφιάλτη και χάρισε με τα τέρματα του το τρόπαιο στην Ιταλία. Και αντί για οτιδήποτε άλλο ως αντίο στον Παμπλίτο, σας μεταφέρω εδώ μία συνάντηση που είχαμε, την επόμενη μέρα του τελικού της Πόλης το 2005...
Είναι από το βιβλίο μου που κυκλοφόρησε πέρυσι τέτοιες μέρες, με τίτλο #FootballTalk (εκδόσεις ΤΟΠΟΣ)....
Όπως ο ήρωας του Κάφκα στη «Μεταμόρφωση» που μετατρέπεται σε κατσαρίδα και από αυτό τον εφιάλτη πιστεύει πως αργά ή γρήγορα θα ξυπνήσει αλλά αυτό δεν συμβαίνει, ο Πάολο Ρόσι έζησε μια ολόκληρη διετία της ζωής του. Μόνο που ο διασημότερος Ιταλός παίκτης των τελών της δεκαετίας του 70 απλά είχε μεταμορφωθεί σε έναν ποδοσφαιριστή χωρίς... ποδόσφαιρο που στη δική του περίπτωση ήταν σχεδόν φρικιαστικό!
Ήταν είδωλο είχε γίνει κατηγορούμενος και είχε χάσει τα πάντα αλλά η ζωή όπως συμβαίνει πολύ καλύτερα και από τις ταινίες του χρωστούσε κάτι και έτσι επέστρεψε και έγινε ο ήρωας της πιο επικής επικράτησης σε Μουντιάλ από ομάδα που μεταμορφώνεται από κομπάρσος σε απόλυτη πρωταγωνίστρια.
Με τον Πάολο Ρόσι κάτσαμε και συζητήσαμε για πολλά το επόμενο πρωινό της μεγαλύτερης ανατροπής που έγινε ποτέ σε τελικούς του UEFA Champions League. Ήταν ο Μάιος του 2005 και το προηγούμενο βράδυ οι θέσεις μας στους σχολιαστές του αγώνα στο «Κεμάλ Ατατούρκ» ήταν σχεδόν δίπλα δίπλα. Η Λίβερπουλ είχε καταφέρει να επιστρέψει από τρία γκολ πίσω στο σκορ κόντρα σε μία απ’ τις πληρέστερες ομάδες όλων των εποχών, την Μίλαν στον τελικό της Κωσταντινούπολης σε μια βραδιά που θα μνημονεύεται και μετά από 50 ή 100 χρόνια. Έβλεπα το πόσο ζούσε το παιχνίδι και οι αντιδράσεις του παρά το ελάχιστο διάστημα που πέρασε με τη φανέλα της Μίλαν στα 80s σε έκανε να καταλαβαίνεις πως δεν μπορούσε βα χωνέψει αυτό που είχε συμβεί.
Με τον Ιταλό πρώην διεθνή φορ και νικητή της ''Χρυσής Μπάλας'' το 1982 είχαμε γνωριστεί στο παγκόσμιο κύπελλο των ΗΠΑ εκεί όπου η Ιταλία μετά από ένα κακό ξεκίνημα, και ήττα από την Ιρλανδία, έφτασε να διεκδικεί τρόπαιο στα πέναλτι εναντίον της Βραζιλίας. Μέναμε στο ίδιο ξενοδοχείο, στο ''Holiday inn'' στο Χόλιγουντ και τα πρωινά πιάναμε (τι άλλο;) ποδοσφαιροκουβέντα! Την πίστευε πολύ εκείνη την ομάδα. Είχε μόνο καλά λόγια να πει για /τον παίκτη που είχε κουβαλήσει την ομάδα στους ώμους σε όλους τους αγώνες αλλά η μοίρα του επεφύλαξε να μείνει περισσότερο στα κιτάπια της ιστορίας ως εκείνος που έχασε το τελευταίο πέναλτι: τον Ρομπέρτο Μπάτζιο. Αν και ουσιαστικά δεν ήταν εκείνο το μοιραίο πέναλτι αφού νωρίτερα είχαν αστοχήσει ο Μασάρο και ο Μπαρέζι, ο κόσμος πιθανώς λόγω της διαφήμισης του ουίσκι έχει τον «μικρό Βούδα» ως μοιραίο στη μνήμη του.
Εντεκα χρόνια αργότερα με δεδομένο πως είχαμε περάσει ένα ολόκληρο διήμερο πάλι στο ίδιο ξενοδοχείο στην Κωσταντινούπολη δόθηκε η ευκαιρία όλο το πρωινό που περιμέναμε να φύγουμε για τις πτήσεις μας, να πιούμε καφέ και η συνέντευξη προέκυψε εντελώς αβίαστα ίσως και για αυτό τον λόγο να εξελίχτηκε υπέροχα.
«Ξέρεις κάτι; Δεν δίνω συνεντεύξεις γιατί ουσιαστικά δεν με αφήνουν να φύγω από το παρελθόν...». Ήταν οι πρώτες κουβέντες παραγγέλνοντάς τους καφέδες. Του είπα πως στη δική μου την περίπτωση θα κάνει μία εξαίρεση και γέλασε λέγοντας πως και μόνο που δεν είμαι Ιταλός έχει κάποιο νόημα να μιλήσει. «Όχι, θα σου πω κάτι άλλο» του τόνισα και του έδειξα μια φωτογραφία που είχα μαζί τυπωμένη από ένα τετράδιο που κρατούσα ως μαθητής Λυκείου με αποκόμματα εφημερίδων το 1978 στη διάρκεια του Μουντιάλ της Αργεντινής.
«Να κοίταξε εδώ, θα προτιμήσεις εμένα γιατί σε είχα φωτογραφία στο σχολείο κολλημένη σε τετράδιο από τα ματς στην Αργεντινή...» Τώρα γέλασε με τη καρδιά του...
«Beh, allora si va» είπε και πρόσθεσε λίγη ζάχαρη στο διπλό espresso που μόλις είχε σερβιριστεί...
Λένε πως καλύτερα να ξεκινήσεις με ήρεμες ερωτήσεις ώστε να κάνεις κάποιον να λυθεί. Ωστόσο προτίμησα να πάω πολύ πιο επιθετικά στην αρχή Ώστε να βγάλουμε από τη μέση κατευθείαν το μεγαλύτερο αγκάθι, τα στοιχήματα και το σκάνδαλο του 1980. Απλά επέλεξα διαφορετικό τρόπο για την ερώτηση: «Τελικά τιμωρήθηκες για κάτι το οποίο δεν έκανες ή για κάτι το οποίο δεν ήξερες;»...
Για όποιον δεν ξέρει τι είχε συμβεί στο πρώτο και μεγαλύτερο σκάνδαλο στην ιστορία του ιταλικού ποδοσφαίρου διευκρινίζω για εμπλοκή Μίλαν και Λάτσιο που υποβιβάστηκαν και αρκετών άλλων ομάδων που είχαν αφαίρεση βαθμών ενώ περισσότεροι από 30 παίκτες τιμωρήθηκαν με διάφορες ποινές λίγες μόλις εβδομάδες πριν αρχίσει το ευρωπαϊκό πρωτάθλημα του 1980 το οποίο διοργάνωναν οι Ιταλοί και ήταν το μεγάλο φαβορί. Ήταν ένα σκάνδαλο που συγκλόνισε το ιταλικό και όλο το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο και ο Παολο Ρόσι είχε τιμωρηθεί για ένα ματς της Αβελίνο με την ομάδα στην οποία έπαιζε τότε εκείνος, της Περούτζια. Ο αγώνας είχε τελειώσει ισοπαλία 2-2 που βόλευε και τις δυο ομάδες αλλά έπρεπε να σκοράρει ο ίδιος δύο φορές για να βγει πρώτος σκόρερ, σύμφωνα με αυτούς που το είχαν στήσει.
Με κοιτάει στα μάτια και μου λέει: «Δεν είχα ιδέα, το είπα και τότε στο δικαστήριο. Ένα ματς που βόλευε αυτούς να μη χάσουν και εμάς να συνεχίσω να είμαι πρώτος σκόρερ αλλά όχι δεν το συζητούσαμε στα αποδυτήρια ή οτιδήποτε άλλο. Όταν πια έγινε το 2-2 ο αρχηγός της Αβελίνο μας ζήτησε να μην πιέζουμε, ωστόσο θα το κάναμε έτσι κι αλλιώς, πιστεύω». Στη δίκη είχε παραδεχτεί πως μέσω ενός συμπαίκτη του οποίος τιμωρήθηκε από το δικαστήριο του Ντελα Μάρτιρα είχε συναντήσει τον ένα από τους δυο εγκεφάλους του κυκλώματος, ο οποίος του είχε πει να φέρουν το ματς ισοπαλία που βόλευε όλους και ο ίδιος θα σκόραρε αλλά επιμένει μέχρι και σήμερα πως απάντησε πως δεν ενδιαφέρεται.
Ήταν μία ιστορία που σημάδεψε το ιταλικό ποδόσφαιρο για χρόνια και κατέστρεψε την προετοιμασία της Σκουάντρα Ατζούρα για το Euro του 1980. Αν και διοργανώτρια, δεν κατάφερε να παίξει τελικό αποκλειόμενη από το Βέλγιο, τερματίζοντας τέταρτη χάνοντας και στο ματς της παρηγοριάς για την τρίτη θέση από την Τσεχοσλοβακία στα πέναλτι.
Ο Πάολο Ρόσι τιμωρήθηκε με τρία χρόνια αρχικά και μετά μειώθηκε στα δύο, πραγματικά πολύ μεγάλη ποινή για κάτι που δεν ήταν η αρχή και το τέλος του σκανδάλου. «Θέλησαν με τη δική μου ποινή να δώσουν ένα μήνυμα και πιθανώς το κατάφεραν αλλά εμένα με έβαλαν μέσα σε έναν εφιάλτη για τον οποίο δεν μπορούσα να βγω, είτε είμαι ξύπνιος είτε κοιμόμουν».
Το χειρότερο είναι ότι στο ενδιάμεσο δεν είχε δικαίωμα να προπονείται με κάποια ομάδα στην Ευρώπη. «Από εκεί που ήμουν ο πιο ακριβός παίκτης στον κόσμο, τώρα δεν μπορούσα καν να προπονηθώ. Έκανα ένσταση για την ποινή μειώθηκε από τα τρία σε δύο χρόνια και μου επιτράπηκε από τον Μάρτιο του 1982 να μπαίνω στο γήπεδο αλλά δεν μπορούσα να παίξω μέχρι τον Μάιο».
Η Γιουβέντους κάποτε είχε τα δικαιώματα του αλλά τα πούλησε στην Βιτσέντζα, μετατρέποντας τον στον πιο ακριβό ποδοσφαιριστή στον πλανήτη, το 1978, και το 1981 τον Μάρτιο ενώ ήταν τιμωρημένος αναγκάστηκε να τον χρυσοπληρώσει προκειμένου να τον φέρει πίσω στο Τορίνο και ας είχε 14 μήνες τιμωρίας μπροστά του!
«Αν και τιμωρημένος συνέχιζα να απασχολώ τον Τύπο και να κοστίζω πολύ» χαμογελάει αλλά είναι με πίκρα όχι με ευχαρίστηση...
«Ξέρεις, ο πρόεδρος της Γιουβέντους και παλιός παίκτης ο Μπονιπέρτι ήταν φυσιογνωμία και καταλάβαινε το τι είναι να μην αγωνίζεσαι. Και αυτός είναι που με κράτησε στην Ιταλία. Είχα αποφασίσει να σηκωθώ να φύγω να πάω στον Καναδά στην Αυστραλία να μην ξανασχοληθώ με το ποδόσφαιρο. Αυτός με είχε στηρίξει και ο προπονητής ο Τζιοβάνι Τραπατόνι. Μου είπαν πως με μετράγανε σαν ισότιμο μέλος της Γιουβέντους και θα έπρεπε να προπονούμαι πιο πολύ και από τους υπόλοιπους για να είμαι έτοιμος όταν τελειώσει τιμωρία. Είχα μπροστά μου έναν ολόκληρο χρόνο!».
Τον ρωτάω φοβήθηκε πως είχε χάσει το Μουντιάλ. Ανακατεύεις λίγο ακόμα τον καφέ και σαφέστατα με νοσταλγία στα μάτια: «Ναι, νομίζω πως αν δεν υπήρχε ο Έντζο Μπεάρτζοτ, ένας μεγάλος προπονητής αλλά κυρίως καλός άνθρωπος δεν θα πήγαινα ποτέ στην Ισπανία. Μου τηλεφώνησε και με στήριξε όλο το διάστημα της τιμωρίας. Με έπαιρνε με ρωτούσε για την οικογένειά μου, για τη μητέρα μου για τον πατέρα μου και μου τόνιζε πως πάντα με υπολογίζει».
Αυτή η στήριξη από τον ομοσπονδιακό προπονητή ήταν και το κλειδί για να αντέξει ο Ρόσι το πολύ δύσκολο κομμάτι της τιμωρίας και κυρίως το τελευταίο διάστημα όπου οι μέρες δεν περνούσαν... «Με κάλεσε τον Απρίλιο του 1982 ένα απόγευμα και ξεκάθαρα μου είπε πως αν έπαιζα έστω και λίγο καλά στα ελάχιστα παιχνίδια που προλάβαινα με την Γιουβέντους στο τέλος της σεζόν, θα με είχε στην αποστολή. Σκόραρα εναντίον της Ουντινέζε σε μια νίκη με 5-1 στο πρώτο ματς που ξανάμπαινα σε γήπεδο τον Μάιο. Πατούσα ξανά το χορτάρι και δεν το πίστευα!»... Τα μάτια του λαμπυρίζουν ακόμα και μετά από τόσα χρόνια όταν θυμάται εκείνη την ημέρα που όλα πλέον είχαν τελειώ
σει.
«Ξέρεις αν δε σου στερήσουν κάτι δεν μπορείς να καταλάβεις την αξία του», υπογραμμίζει λέγοντας μια προς μια τις λέξεις.
Ο Ιταλός τεχνικός τον έβαλε στην αποστολή και άκουσε πολλά από τον τύπο, ο οποίος τον κατηγορούσε για νιποτισμό!
Στα παιχνίδια του ομίλου έπαιξε βασικός και στα τρία αλλά δεν σκόραρε με την κούραση ολοφάνερη στο πρόσωπο του από την έλλειψη όχι μόνο αγώνων αλλά ακόμα και προπονήσεων.
«Δεν κρύβομαι πίσω το δάχτυλό μου, δεν ήμουν καλός αντίθετα ήμουν ένα φάντασμα. Ο Μπέαρτζοτ ωστόσο σε κάθε παιχνίδι μου έλεγε να είμαι χαλαρός και πως με στηρίζει».
-Αυτή η εμπιστοσύνη του Μπέαρτζοτ στο πρόσωπό σου δεν σε έκανε να θες όλο και περισσότερο να τον δικαιώσεις;
«Ναι αλλά ένοιωθα πολύ αδύναμος. Είχα χάσει πέντε κα από το άγχος. Κάθε βράδυ μου έκαναν ειδικό μασάζ στα πόδια με ένα μηχάνημα γιατί πάθαινα κράμπες διαρκώς αλλά το κλίμα ήταν υπέροχο με τα αλλά παιδιά. Μου έκαναν πλάκα και με βοηθούσαν με τα λόγια τους να πάρω επάνω μου ψυχολογικά».
Και μετα έρχονται τα νοκ αουτ και με την Αργεντινή σε ένα σύστημα που ήταν όμιλος τότε, σε ένα ματς που η Ιταλία νίκησε την παγκόσμια πρωταθλήτρια με 2-1 ο Μπεαρτζοτ τον έβγαλε!
«Σοκ. Κατέρρευσα ομολογώ στα αποδυτήρια. Ήμουνα χαρούμενος που κερδίσαμε αλλά ταυτόχρονα έλεγα πως στο επόμενο με τη Βραζιλία δεν θα με ξεκινούσε βασικό και θα άρχιζε ο Άλτομπέλι».
Τονίζει όμως πως ο Ιταλός τεχνικός παρά το διαρκή πόλεμο των Μίντια είχε θωρακίσει την ομάδα με το περιβόητο silenzio stampa. το εμπάργκο στις δηλώσεις στον Τύπο λειτούργησε μέσα στα αποδυτήρια πολύ θετικά.
«Μας είχαν πεισμώσει οι κριτικές και κυρίως ένα πρωτοσέλιδο που έγραφε «γυρίστε γρήγορα πίσω γιατί ετοιμάζουμε τις ντομάτες» και αυτό μας είχε κάνει να νοιώθουμε έτοιμοι για πόλεμο με τα ΜΜΕ». Το κείμενο ήταν στην ''Corriere dello Sport'' και ήταν σαφής αναφορά σε αυτό που είχε συμβεί στην εθνική Ιταλίας όταν την περίμεναν οι οπαδοί πετώντας σάπιες ντομάτες το 1966 μετά την ήττα από την Βόρειο Κορέα το παγκόσμιο κύπελλο της Αγγλίας.
Τον ρωτάω τι περνούσε από το μυαλό του πριν το ματς με τη Βραζιλία και η αντίδραση του έχει δώσει την απάντηση πριν μιλήσει: «Να πω ειλικρινά, τίποτα απολύτως.... Ωστόσο θα σου πω κάτι, πες το ένστικτο, πες το όπως θες, δεν ένιωθα απλώς ήξερα πως θα βάλω γκολ»...
Και έγινε εκείνη τη μέρα αυτό που του άλλαξε τη ζωή... η έκρηξη όλων των συναισθημάτων μαζί, της προσμονής, της ανακούφισης, της οργής, της λύτρωσης. Σε ένα μαγικό ενενηντάλεπτο ίδιος σκόραρε τρεις φορές, αποκλείοντας πιθανώς την καλύτερη Βραζιλία (του Ζίκο του Σοκρατες, του Φαλκάο του Έντερ και του Σερεζο) που φάνηκε σε παγκόσμιο κύπελλο μετά από εκείνη του 1970. Και μάλιστα σε ένα παιχνίδι όπου η ισοπαλία απέκλειε την Ιταλία και θα έδινε την πρόκριση στους Βραζιλιάνους. «Το πρώτο γκολ έπαιξε το καθοριστικότερο ρόλο. Ξαφνικά ούτε νοητικά μπλοκαρίσματα ούτε κούραση ούτε τίποτα. Όλα τα υπόλοιπα άρχισαν να έρχονται και πάλι φυσιολογικά. Μία αίσθηση που δεν μπορώ καν να στην περιγράψω».
Το τελικό 3-2 με τρία γκολ δικά του αποτέλεσε το εφαλτήριο για τη συνέχεια. «Μου ξαναέδωσε πίσω τη ζωή μου. Ζούσα σε ένα διαρκεί εφιάλτη είτε κοιμόμουν είτε μόλις ξυπνούσα, ένιωθα να έχω αλυσίδες τα πόδια. Είναι το ματς που τις πέταξε και έγινα ξανά κανονικός άνθρωπος» λέει και δεν μπορείς να μην συγκινηθείς από την εξιστόρηση. Είναι δύο άνθρωποι που συζητάνε δεν είναι συνέντευξη! Και αυτό τον έχει κάνει να μιλάει κανονικά, χαλαρά, αντιλαμβάνεσαι σε κάθε κουβέντα τι σημαίνει για εκείνον αυτός ο Ιούλιος του 1982. «Δεν προλαβαίναμε όμως να βιώσουμε τις στιγμές γιατί ο Μπέαρτζοτ μας έλεγε αμέσως πως ακόμα δεν κερδίσαμε κάτι, πως ακολουθεί η Πολωνία και μετά τη νίκη και μετά, πως έρχεται ο τελικός!» είναι τα λόγια του.
-Συνεπώς ποια στιγμή θυμάσαι περισσότερο, ποια είναι εκείνη που θες να κρατήσεις για πάντα...
«Το σφύριγμα της λήξης στον αγώνα με τη Γερμανία. Τότε πια μου βγήκαν όλα τα συναισθήματα μαζεμένα, αισθάνομαι ότι θέλω να φωνάξω, κρατήστε το χρόνο μη κυλήσει ας μείνουμε εδώ. Είχα χάσει δύο χρόνια από τη ζωή μου και ήξερα ότι αυτό που ζούσα εκείνη τη στιγμή ήταν μοναδικό και ανεπανάληπτο. Ναι αν κάτι θα ήθελα να ξαναζήσω θα ήταν εκείνες οι στιγμές και το πρώτο γκολ με τη Βραζιλία, η αίσθηση του να σκοράρεις και πάλι».
Μέσα σε επτά μέρες ο αποδιοπομπαίος τράγος έπειτα από τα γεγονότα του 1980, ήταν ένας εθνικός ήρωας...
«Αισθανόμουν σαν να ζω τη ζωή κάποιου άλλου και ένοιωθα ευχαρίστηση αλλά και πίκρα για αυτά που είχα βιώσει. Όλοι πια ήθελαν να μου σφίξουν το χέρι. Μόνο που οι μέρες της μοναξιάς ήταν πολύ δύσκολες και μου σημάδεψαν ανεξίτηλα τη καρδιά και τη ψυχή, με καταλαβαίνεις;»... Πίνει λίγο νερό και μου λέει κάτι που έχει μεγάλη αξία: «Τελικά οι στιγμές που αξίζει να θυμόμαστε είναι λίγες κρατάνε ελάχιστα, αλλά είναι πολύ έντονες και δεν μπορούν να σβήσουν από την μνήμη ποτέ»...
Τα δύο δικά του γκολ με την Πολωνία έφεραν την Ιταλία σε ένα τελικό και πάλι έπειτα από δώδεκα χρόνια. Και το πρώτο τέρμα στον τελικό με τη Γερμανία ήταν αυτό που άλλαξε το ματς δίνοντάς στους Ιταλούς την ευκαιρία σε ανοιχτούς χώρους να διαλύσουν την πρωταθλήτρια Ευρώπης. Το τελικό 3-1 όπως είχε περιγράψει παραστατικά ο Γιάννης Διακογιάννης για την τηλεόραση της ΕΡΤ. εκείνο το βράδυ τις 11 της Ιουλίου του 1982, ήταν «ο θρίαμβος του ποδοσφαίρου του μπρίο της φαντασίας απέναντι στο ποδόσφαιρο των ρομπότ»...
Δεν έχει αμφιβολία πως η Ιταλία το άξιζε το τρόπαιο αλλά στέκεται στο ματς με τη Βραζιλία: «Αυτός ήταν ο τελικός. Η καλύτερη ομάδα ίσως που έπαιξα εναντίον της στην καριέρα μου»... Φυσιολογικά το τέλος της χρονιάς τον βρήκε να έχει πάρει το χρυσό παπούτσι αλλά και τη χρυσή μπάλα ως καλύτερος παίκτης του 1982 από ψήφους των δημοσιογράφων σε όλο τον κόσμο του France Football στο οποίο ανήκε ο θεσμός.
«Λένε πως κάτι τέτοια πράγματα συμβαίνουν στις ταινίες. Εμένα μου συνέβησαν μέσα σε 26 μήνες στη ζωή μου. Από τη μία στιγμή ήρωας, μετά ένοχος, γιατί καταδικάστηκα για κάτι που δεν έκανα και γύρισα ώστε να γίνω πάλι ήρωας. Κάτι τέτοιες στιγμές αντί να σε ανεβάσουν μπορεί να σε διαλύσουν. Ευτυχώς για μένα, τα πράγματα ήρθαν πολύ όμορφα. Και σήμερα απολαμβάνω το ποδόσφαιρο αλλά δε μου λείπει».
Πριν μιλήσω με κοιτάει και λέει «Και όχι την ερώτηση σου την προλαβαίνω, δεν θα ήθελα να παίζω τώρα. Γιατί έζησα κάτι που δεν θα άλλαζα ούτε με ολα τα λεφτά του κόσμου!».
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.