Ελλάδα

Δεν είναι ο πρώτος, δεν θα’ ναι ο τελευταίος

Όπως και να το κάνουμε, είναι μεγάλη απόφαση να αλλάξει κάποιος στρατόπεδο κι από αυτό του Παναθηναϊκού να περνά σε αυτό του Ολυμπιακού ή το αντίστροφο. Ο Βασίλης Σπανούλης, που το τόλμησε το καλοκαίρι, είναι το 14ο μέλος αυτής της λίστας των παικτών που έκλεισαν τα αυτιά τους σε απλές αποδοκιμασίες μέχρι κατηγορίες για προδοσία ή ακόμη και απειλές κάνοντας αυτό που πρόσταζε η καρδιά τους, το επαγγελματικό συμφέρον ή τα χρήματα.

Όπως και να το κάνουμε, είναι μεγάλη απόφαση να αλλάξει κάποιος στρατόπεδο κι από αυτό του Παναθηναϊκού να περνά σε αυτό του Ολυμπιακού ή το αντίστροφο. Ο Βασίλης Σπανούλης, που το τόλμησε το καλοκαίρι, είναι το 14ο μέλος αυτής της λίστας των παικτών που έκλεισαν τα αυτιά τους σε απλές αποδοκιμασίες μέχρι κατηγορίες για προδοσία ή ακόμη και απειλές κάνοντας αυτό που πρόσταζε η καρδιά τους, το επαγγελματικό συμφέρον ή τα χρήματα.

Το www.sport-fm.gr σάς θυμίζει τις άλλες 13 περιπτώσεις παικτών σε επίπεδο επαγγελματικού πρωταθλήματος που πήραν τη μεγάλη απόφαση. Άλλες μετακινήσεις πέρασαν απαρατήρητες, άλλες προκάλεσαν αντιδράσεις, άλλες δικαιώθηκαν εκ του αποτελέσματος κι άλλες πάλι… καθόλου.

Τα ξένα «όπλα»

Ο σημαιοφόρος της αναγέννησης του μπασκετικού Ολυμπιακού στις αρχές της δεκαετίας του 1990, Ζάρκο Πάσπαλι, αποφάσισε να αλλάξει φανέλα το καλοκαίρι του 1994. Έχοντας οδηγήσει τους «ερυθρόλευκους» σε δύο συνεχή πρωταθλήματα (1993, 1994), αλλά με τις ευθύνες της ήττας από την Μπανταλόνα στον τελικό του Final Four του Τελ Αβίβ να τον βαραίνουν, ο Μαυροβούνιος φόργουορντ ντύθηκε στα πράσινα. Γνώρισε τις… απαιτούμενες αποδοκιμασίες από αυτούς που μέχρι τότε τον αποθέωναν, αλλά ο Παναθηναϊκός έχασε από τον «αιώνιο» αντίπαλο τόσο στη μάχη του πρωταθλήματος, όσο και στον ημιτελικό του φάιναλ φορ του 1995.

Το καλοκαίρι που ο Πάσπαλι μετακόμιζε στον Παναθηναϊκό, ο Σάσα Βολκόφ ακολουθούσε την αντίθετη κατεύθυνση και κατέληγε στους «ερυθρόλευκους», με τους οποίους πανηγύρισε το πρωτάθλημα (1995), αλλά και την πρόκριση στον τελικό της Ευρωλίγκας, όπου όμως οι Πειραιώτες υποτάχθηκαν στην ανωτερότητα της Ρεάλ Μαδρίτης.

Ο Άριαν Κόμαζετς, που άφησε το στίγμα του περισσότερο για τον «περίεργο» χαρακτήρα του και λιγότερο για το φαρμακερό του σουτ, κατέκτησε ένα Κύπελλο με τον Παναθηναϊκό το 1992, ενώ έξι χρόνια μετά φόρεσε τη φανέλα του Ολυμπιακού φτάνοντας-υπό τις οδηγίες του Ντούσαν Ίβκοβιτς-στο φάιναλ φορ, όπου τερμάτισε στην τρίτη θέση.

Ο Ντίνο Ράτζα άφησε το στίγμα του στον Παναθηναϊκό, κατακτώντας δύο συνεχή πρωταθλήματα (1998, 1999) μετά από δεκατέσσερα χρόνια μακριά από τον ελληνικό θρόνο. Μετά από ένα διάλειμμα στην πατρίδα του με τη Ζαντάρ, απέτυχε στην προσπάθειά του να πανηγυρίσει και με τον Ολυμπιακό, χάνοντας στους τελικούς από τους «πράσινους».

Οι Έλληνες που «δίχασαν»

Ο Βασίλης Σπανούλης δεν ήταν ο πρώτος Έλληνας παίκτης που πήρε τη μεγάλη απόφαση μετατρέποντας τους θαυμαστές του σε ορκισμένους εχθρούς και το αντίστροφο. Είχε προηγηθεί ο Νίκος Οικονόμου, που από το 1991 μέχρι το 1999 κατέκτησε δύο πρωταθλήματα και ισάριθμα Κύπελλα, ενώ μετά από έναν «ήσυχο» χρόνο στην Μπολόνια, μετακόμισε στον Ολυμπιακό δίχως όμως να έχει ανάλογη επιτυχία.

Ο Δημήτρης Παπανικολάου αποδείχτηκε πως έχει το κοκαλάκι της νυχτερίδας, καθώς η παρουσία τους συνδέθηκε με μεγάλες επιτυχίες και με τους δύο «αιώνιους». Πανηγύρισε το τριπλ κράουν τόσο με τον Ολυμπιακό (1997), όσο και με τον Παναθηναϊκό (2007), ενώ με τους «ερυθρόλευκους» από το 1995 μέχρι το 2002 είχε ακόμη δύο πρωταθλήματα και ισάριθμα Κύπελλα, την ώρα που με τους «πράσινους» από το 2003 μέχρι το 2007 κατέκτησε τέσσερα πρωταθλήματα και τρία Κύπελλα.

Οι «απαρατήρητοι»

Υπήρξαν περιπτώσεις μετακινήσεων παικτών μεταξύ των «αιωνίων», που άφησαν μάλλον αδιάφορο το κοινό των δύο ομάδων.

Ο Νίκος Μπουντούρης πρόσφερε αθόρυβα στον Παναθηναϊκό (1998-2000) με τον οποίο πήρε δύο μετάλλια πρωταθλητή Ελλάδος κι ένα πρωταθλητή Ευρώπης, αλλά και στον Ολυμπιακό (2000-2003) κατακτώντας ένα Κύπελλο, προτού περάσει σε πόστο τζένεραλ μάνατζερ.

Ο Τζόνι Ρότζερς ομοίως, ο οποίος με τα κόκκινα (1997-1999) είχε μία συμμετοχή σε φάιναλ φορ, ενώ αμέσως μετά με τα πράσινα (1999-2002) πήρε δύο πρωταθλήματα και ισάριθμα τρόπαια στην Ευρωλίγκα.

Ο Νταμίρ Μουλαομέροβιτς δεν έκανε ιδιαίτερα αισθητή την παρουσία του, τόσο με τον Παναθηναϊκό (2001-2002) που κατέκτησε την Ευρωλίγκα στην Μπολόνια, όσο και πέντε χρόνια μετά με τον Ολυμπιακό (2006/07) που με τον Πίνι Γκέρσον στον πάγκο τελείωσε με άδεια χέρια τη χρονιά.

Ο Άντρια Ζίζιτς έκανε καλές εμφανίσεις με τον Ολυμπιακό (2005-2007), αλλά έμεινε με τις διακρίσεις σε προσωπικό επίπεδο, ενώ σε περισσότερο διακοσμητικό ρόλο με τον Παναθηναϊκό κατέκτησε αμέσως μετά το νταμπλ.

Ο Πάτρικ Φέμερλινγκ κατέκτησε ένα Κύπελλο με τον Ολυμπιακό (2000-2002) προτού στεφθεί νταμπλούχος δύο φορές στις ισάριθμες σεζόν που υπερασπίστηκε το «τριφύλλι» (2004-2006).

Τη λίστα κλείνουν δύο Έλληνες. Ο Ανδρέας Γλυνιαδάκης εντάχθηκε στα 16 του στον Παναθηναϊκό (1997-2001), αλλά δεν κατάφερε να καθιερωθεί, όπως συνέβη και την περασμένη σεζόν όταν βρισκόταν τις περισσότερες φορές εκτός δωδεκάδας του Ολυμπιακού από τον Παναγιώτη Γιαννάκη. Ίδια τύχη στο λιμάνι είχε και ο Ίαν Βουγιούκας (2008-2009), ο οποίος όμως μετά την περσινή εξαιρετική παρουσία στον Πανελλήνιο έχει κερδίσει το δικό του χώρο στον φετινό Παναθηναϊκό.

Ο Βασίλης Σπανούλης δεν είναι ο πρώτος και σίγουρα δεν θα είναι ο τελευταίος…

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

Σχετικά βίντεο

close menu
x