Τον αποκάλεσαν θαύμα της φύσης και όχι τυχαία. Πολύ απλά γιατί ο Άρβιντας Σαμπόνις, που σήμερα κλείνει τα 50 του χρόνια, πιθανότατα υπήρξε ο παίκτης με το μεγαλύτερο ποσοστό ταλέντου σε σώμα γίγαντα στην ιστορία του μπάσκετ.
Δεν ήταν τα 221 του εκατοστά αυτά που τον έκαναν ξεχωριστό. Τέτοια κορμιά, αν και σπανίζουν, βγήκαν αρκετά και θα ξαναβγούν. Αλλά τόσο πηγαίο μπασκετικό ταλέντο και μυαλό σε αυτή τη «συσκευασία», πολύ αμφιβάλουμε αν θα ξαναδούμε.
Άρχισε την ενασχόλησή του με το άθλημα στα 13 του, στα 15 του ήταν ήδη διεθνής, αλλά ακόμη κι αυτοί που ανέλαβαν να τον «κατεργαστούν» στην μπασκετομάνα πόλη του Κάουνας δεν είχαν αντιληφθεί τι διαμάντι είχαν στα χέρια τους. Η Ζαλγκίρις τον απορρόφησε (1981), εκείνος φρόντιζε σε κάθε ευκαιρία να παρουσιάζει πλουσιοπάροχα το ταλέντο του, αλλά παρότι ήταν πασιφανές πως αυτό ήταν πολύ μεγάλο για να «χωρέσει» όχι στα στενά όρια του Κάουνας, αλλά ακόμη και σε αυτά του ευρωπαϊκού μπάσκετ, η εκτόξευση στο ΝΒΑ καθυστέρησε.
Τα ανυπέρβλητα εμπόδια του σοβιετικού καθεστώτος δεν επέτρεψαν την έξοδό του από τη χώρα μέχρι το 1989 (άσχετα με όσα έλεγε ο… Μάκης Ψωμιάδης, τότε ισχυρός άνδρας της ΑΕΚ), παρότι το 1986 οι Μπλέιζερς τον είχαν επιλέξει στο νούμερο 24 του ντραφτ, θέση που θα μπορούσε να ήταν πολύ ψηλότερη αν δεν είχε προηγηθεί ένας σοβαρός τραυματισμός στον αχίλλειο.
Ο «Σάμπας», πάντως, φρόντισε να δείξει στους Αμερικανούς τι έχαναν. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1988, οδήγησε τη Σοβιετική Ένωση στην κατάκτηση του χρυσού μεταλλίου νικώντας στον ημιτελικό τις ΗΠΑ με 82-74 έχοντας 13 πόντους και ισάριθμα ριμπάουντ.
Το 1989 και παρότι τα προβλήματα τραυματισμών είχαν ήδη αρχίσει να τον επιβαρύνουν, βγήκε για πρώτη φορά από τα σύνορα και μετακόμισε στην Ισπανία. Η Βαγιαδολίδ πρόσφερε το σκαλοπάτι, από το οποίο μετά από τρεις σεζόν μεταπήδησε στη Ρεάλ, με την οποία κατέκτησε δύο πρωταθλήματα και την τελευταία Ευρωλίγκα του συλλόγου, το 1995 στον τελικό της Σαραγόσα απέναντι στον Ολυμπιακό.
Ακόμη και στα 31 του, έστω κι αν όχι πλέον στην ακμή της καριέρας του, ο Σαμπόνις μεταπήδησε στο ΝΒΑ. Οι Μπλέιζερς πήραν το ρίσκο να ποντάρουν στο ταλέντο του, αν και οι ιατρικές εξετάσεις του ήταν απογοητευτικές. «Θα μπορούσε να πάρει ακόμη και θέση πάρκινγκ για ανάπηρο, βάσει των αποτελεσμάτων», σύμφωνα με τον τότε γιατρό της ομάδας.
Κι όμως, η επιλογή αποδείχτηκε απόλυτα πετυχημένη. Απέναντι στους υπεραθλητές αντιπάλους του, ο Σαμπόνις αντιπαρέταξε ταλέντο και μυαλό ενθουσιάζοντας τους πάντες με την απόδοσή του. Το βαρύ και ταλαιπωρημένο από τραυματισμούς κορμί του δεν άντεχε για περισσότερα από 24 λεπτά στο παρκέ, αλλά εκείνος προλάβαινε να έχει 14,5 πόντους με 8,1 ριμπάουντ κατά μέσο όρο στην κανονική περίοδο και 23,6 πόντους με 10,8 ριμπάουντ στα play offs στη ρούκι σεζόν του, κερδίζοντας τη δεύτερη θέση στην ψηφοφορία του πρωτάρη και του έκτου παίκτη της σεζόν. Στις επτά περιόδους που έπαιξε στο καλύτερο πρωτάθλημα του κόσμου, βοήθησε την ομάδα του να φτάσει ισάριθμες στα play offs και ολοκλήρωσε την παρουσία του εκεί έχοντας 12 πόντους, 7,3 ριμπάουντ και 2,1 ασίστ κατά μέσο όρο σε 521 εμφανίσεις.
Παρά την πρόθεση των Μπλέιζερς να τον διατηρήσουν στο ρόστερ τους προσφέροντάς του το 2001 νέο συμβόλαιο, εκείνος επέλεξε-κουρασμένος ψυχολογικά και σωματικά-να επιστρέψει για να ολοκληρώσει την καριέρα του στην αγαπημένη του Ζαλγκίρις. Στην τελευταία του σεζόν ήταν MVP της κανονικής περιόδου και του Top 16, ενώ το 2005 αποσύρθηκε και πέντε χρόνια μετά εισήχθη στο Hall of Fame της FIBA και το 2011 σε αυτό του Νέισμιθ.
Μετά τη συνταξιοδότηση, ανέλαβε θέσεις προέδρου στο σύλλογο, αλλά και στην ομοσπονδία μπάσκετ της χώρας. Πλέον, έχοντας «σωθεί» από έμφραγμα το 20111, έχει αφοσιωθεί στην οικογένειά του, τη σύζυγό του Ίνγκριντα, πρώην Μις Λιθουανία και ηθοποιό, και στα τέσσερα παιδιά τους. Τα τρία του αγόρια έχουν ασχοληθεί με το μπάσκετ, με τον νεότερο, Ντομάντας, να έχει τις μεγαλύτερες προοπτικές (έπαιξε πέρσι στη Μάλαγα και τώρα είναι στο κολέγιο Γκονσάγκα των ΗΠΑ), δίχως όμως να πλησιάζει καν το ταλέντο του πατέρα του. Αλλά και ποιος μπορεί να καυχηθεί πως το έχει καταφέρει αυτό;
Χρόνια Πολλά, Σάμπας, κι ευχαριστούμε για τις αναμνήσεις…