Η εργατικότητα, το πείσμα, το ταλέντο και μία καλή δόση τύχης είναι τα στοιχεία που χρειάζεται κάποιος ποδοσφαιριστής προκειμένου να εξελιχθεί. Στην περίπτωση του Ομπαμεγιάνγκ τα παραπάνω δεν ήταν πάντα δεδομένα και μόχθησε πολύ για να καταφέρει να γίνει αυτός που είναι σήμερα.
«Στην οικογένειά μου έχουμε το ποδόσφαιρο στο αίμα μας. Μου άρεσε πολύ που καθόμασταν με τα αδέρφια μου και τους φίλους μου, για να δούμε τον πατέρα μου να παίζει», έχει δηλώσει για τα παιδικά του χρόνια ο Γκαμπονέζος φορ.
Ο πατέρας του -Πιερ-Φρανσίς- έχει αγωνισθεί στις γαλλικές Νις, Τουλούζ και Χάβρη ενώ πλέον είναι σκάουτερ στη Μίλαν μέσω της οποίας ο Ομπαμεγιάνγκ μπήκε στον ποδοσφαιρικό χάρτη.
«Στην ηλικία των πέντε ετών ο Έμερικ έπαιζε ποδόσφαιρο σπίτι, ενώ ταυτόχρονα έκανε τον σχολιαστή και τους οπαδούς», ανέφερε ο πατέρας του που ήταν αυτός που του άνοιξε το δρόμο για τη Μίλαν. Στην Ιταλία ο Ομπαμεγιάνγκ δεν είχε την εξέλιξη που θα ήθελε. Οι άνθρωποι της ομάδας, του έλεγαν πως έχει τετράγωνα πόδια και πως δύσκολα θα πάει στην πρώτη ομάδα.
Ο νεαρός τότε Ομπαμεγιάνγκ δόθηκε δανεικός στις Ντιζόν, Λιλ και Μονακό από το 2008-2011. Στα μέσα της σεζόν 2010-2011, ήρθε η στιγμή που κάποιος πίστεψε στο ταλέντο και στα «τετράγωνα» πόδια του. Επόμενος σταθμός ήταν η Σεντ Ετιέν, εκεί που γνώρισε τον Κρίστοφερ Γκαλτιέ που του έδωσε το έναυσμα για την επιθετική του άνοιξη.
«Όταν πήγα στην Σεντ Ετιέν ο προπονητής μου είπε ένα πράγμα. Να πιστεύω στα πόδια μου και να σουτάρω προς το τέρμα. Μου έβαλε ουσιαστικά στο μυαλό πως γκολ μπορεί να μπει με μία απλή κόντρα και με ένα αδύναμο σουτ. Από τότε άρχισα να σουτάρω και να δοκιμάζω την τύχη μου», είπε ο Ομπαμεγιάνγκ.
Ουσιαστικά ο Γκαλτιέ έδωσε μία συνταγή στον νεαρό τότε επιθετικό. Μία συνταγή που ο Πιερ-Έμερικ ακολούθησε πιστά στη συνέχεια της καριέρας του. Μετά από τόσες αποτυχίες σε προσωπικό επίπεδο κατάφερε να βάλει 16 γκολ σε 36 παιχνίδια στο γαλλικό πρωτάθλημα, γεγονός που ανάγκασε τους ανθρώπους της ομάδας να αγοράσουν εξολοκλήρου τον παίκτη, έξι μήνες πριν λήξει ο δανεισμός του από τους «ροσονέρι».
«Μπορεί τα πράγματα να μην είχαν πάει τόσο καλά για εκείνον, όμως στην πρώτη προπόνηση είδα κάτι μοναδικό. Μπορούσε να νικήσει τους πάντες με τη μπάλα στα πόδια, σε μία κούρσα εξήντα μέτρων. Αν τον είχα για ακόμα έναν χρόνο θα τον έβαζα κεντρικό επιθετικό γιατί είχε κάνει πράξη τη συμβουλή που του είχα δώσει. Όσα έχει καταφέρει έχουν προέλθει μέσω σκληρής δουλειάς. Όταν έκανε λάθος σε ένα παιχνίδι, ζητούσε να του κάνουμε ιδιαίτερα στην προπόνηση πάνω στην ίδια φάση», είπε στην ιστοσελίδα της Bundesliga ο Γκαλτιέ.
Η Ντόρτμουντ ήταν ουσιαστικά η ομάδα που θα τον καθιέρωνε στο ποδοσφαιρικό στερέωμα, όταν τον αγόραζε το καλοκαίρι του 2013. Ο Ομπαμεγιάνγκ λάτρεψε τις συνθήκες στη Βεστφαλία και δέθηκε αμέσως με τον κόσμο της ομάδας. Την πρώτη του χρονιά πέτυχε 16 τέρματα, τη δεύτερη 25, την τρίτη 39 και φέτος μέχρι στιγμής 31. Πως να μην έχει γίνει το αγαπημένο παιδί των φίλων της ομάδας μετά τη φυγή, του Ρόμπερτ Λεβαντόφσκι.
Σε πρόσφατες δηλώσεις του είπε: «Πάντα ονειρευόμουν να γίνω διάσημος, οπότε κάνω ότι μπορώ να το ζήσω τώρα. Με ρωτάει πολύς κόσμος αν βαριέμαι να υπογράφω αυτόγραφα και να βγάζω φωτογραφίες με φιλάθλους. Η αλήθεια είναι πως πάντα το ήθελα όποτε δε μπορώ να πω πως με κουράζουν όλα αυτά. Μπαίνω στη θέση των οπαδών. Και εγώ μικρός έτρεχα για να βγω φωτογραφία με κάποιο αστέρι».
Ο Προπονητής του στη Μπορούσια, Τόμας Τούχελ έχει δηλώσει στο παρελθόν: «Είμαι πολύ χαρούμενος που είμαι προπονητής του. Πέρυσι είχα στοιχηματίσει πως δε θα έβαζε πάνω από 20 γκολ στη Bundesliga και έβαλε 25. Είναι τρομερός παίκτης και αγαπάει πολύ ομάδα και συμπαίκτες. Μακάρι να κάτσει για χρόνια ακόμα εδώ».
Πρόκειται για παίκτη που αν και άργησε, σε σύγκριση με άλλους, να κάνει το ξεπέταγμά του, έχει καταφέρει να θεωρείται επιθετικός κλάσης. Έχει τρομερό διασκελισμό με τη μπάλα στα πόδια, ενώ σκοράρει συνεχώς με οποιοδήποτε μέσο. Τα σενάρια που τον θέλουν εκτός Γερμανίας πληθαίνουν χρόνο με το χρόνο και δεν αποκλείεται ομάδες όπως η Ρεάλ Μαδρίτης να κινηθούν για την απόκτησή του Γκαμπονέζου εναλλακτικού φορ.