Το ημερολόγιο έδειχνε 6 Φεβρουαρίου 1958. Ο καιρός στη Γερμανία ήταν πολύ άσχημος. Πολικό ψύχος, χιονοθύελλες και η προσγείωση στον αεροδιάδρομο του Μονάχου έγινε μετά βίας, καθώς η ορατότητα από την ομίχλη ήταν εξαιρετικά περιορισμένη.
Οι παράγοντες της Μαν. Γιουνάιτεντ επικοινώνησαν με τους παράγοντες της Αγγλικής ομοσπονδίας ζητώντας να μην ταξιδέψει η αποστολή λόγω του άσχημου καιρού και να αναβληθεί το Σαββατιάτικο, εντός έδρας, ματς πρωταθλήματος με την Γούλβς. Όμως οι ιθύνοντες της ομοσπονδίας (που δεν «συμπαθούσαν» τη Γιουνάιτεντ και τον Μπάσμπι λόγω της επιλογής να παίξουν το κύπελλο πρωταθλητριών παρά τις αντιρρήσεις της ομοσπονδίας) βρήκαν ευκαιρία να «στριμώξουν» τη Γιουνάιτεντ.
Τόνισαν λοιπόν ότι σε περίπτωση που δεν επιστρέψει εγκαίρως η ομάδα θα μηδενιστεί στο ματς με τη Γουλβς. Ετσι δόθηκε η εντολή και τα μέλη του πληρώματος κατέβηκαν για να διευθετήσουν τις λεπτομέρειες, ο μοναδικός εξειδικευμένος τεχνικός για τον πλήρη ανεφοδιασμό του αεροσκάφους επέβλεπε την διαδικασία και οι υπόλοιποι επιβαίνοντες κατέβηκαν για να ξεκουραστούν και να γευματίσουν, αφού πρώτα επιδόθηκαν και σε έναν ανελέητο χιονοπόλεμο.
Λίγο αργότερα, το αεροπλάνο ήταν έτοιμο για απογείωση. Τα απαραίτητα τεστ είχαν γίνει, τα καύσιμα ήταν εντάξει, οι μηχανές άναψαν και το αεροσκάφος έτρεχε στον διάδρομο , όταν ο κυβερνήτης ζήτησε άδεια από τον πύργο ελέγχου για να αναβάλει την απογείωση. Οι καιρικές συνθήκες δεν επέτρεψαν στο σκάφος να φτάσει στην απαιτούμενη ταχύτητα απογείωσης. Δεύτερη προσπάθεια, δεύτερη αποτυχία. Τρίτη προσπάθεια…
Το αεροπλάνο απογειώθηκε στιγμιαία, αλλά μία χιονοθύελλα στάθηκε πιο δυνατή. Το σκάφος είχε βγει ήδη εκτός πορείας από την απογείωση, προσέκρουσε με σπίτια της περιοχής, κατέπεσε και μερικά δευτερόλεπτα αργότερα εξερράγη. Οσοι δεν σκοτώθηκαν από την πτώση, έτρεχαν να απομακρυνθούν. Αλλοι τα κατάφεραν, άλλοι όχι. Επτά από τους παίκτες της Γιουνάιτεντ δεν τα κατάφεραν και άφησαν εκεί την τελευταία τους πνοή.
Ακόμα ένας, απεβίωσε δύο εβδομάδες μετά, καθώς οι πληγές του αποδείχθηκαν πιο ισχυρές. «Βρισκόμασταν στο αεροπλάνο περιμένοντας την απογείωση για τρίτη φορά και ανησύχησα λίγο. Κοίταξα τον Ρότζερ Μπιρν και το πρόσωπό του ήταν τρομαγμένο. Γέλασα. Κάποιος με είδε. Ηταν ο Τζον Μπέρι που μου είπε: «δεν ξέρω γιατί γελάς, αλλά θα σκοτωθούμε εδώ πέρα».
Ο Λίαμ Γουίλαμ συνέχισε: «εάν αυτό συμβεί, είμαι έτοιμος. Το αεροπλάνο ξεκίνησε. Δεν υπήρχε σταματημός αυτή τη φορά. Ειδα τους τροχούς να απομακρύνονται από το έδαφος. «Ανεβήκαμε», σκέφτηκα. Ξαφνικά, μέσα σε ένα δέκατο του δευτερολέπτου, άκουσα έναν δυνατό κρότο και ύστερα μόνο φως. Δεν υπήρχαν κλάματα ή φωνές. Μόνο ένας φοβερός ήχος από ένα σκάφος που πέφτει».
Ο Χάρι Γκρεγκ, τερματοφύλακας της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ από το 1957 μέχρι το 1967, περιγράφει τη τραγωδία του Μονάχου. Πριν από ένα χρόνο, ο Γκρέγκ, έφυγε από τη ζωή αλλά πάντα θυμόταν: «Ο πραγματικός ήρωας είναι ο πιλότος Τέιν. Εγώ ήμουν μόνο ένας ποδοσφαιριστής, ένας χαζός τερματοφύλακας. Εκείνος ήταν εκεί, ανάμεσα στα συντρίμμια. Ήξερε τι συνέβαινε. Βγήκα από μία τρύπα από την άτρακτο και τον άκουσα να φωνάζει: «Τρέξτε, ηλίθιοι, θα εκραγεί».
Αυτός προσπαθούσε να σώσει τον συγκυβερνήτη του, Κεν Ρέιμεντ, που βρισκόταν στο κόκπιτ. Πέντε άνθρωποι που βρισκόταν ξαπλωμένοι στο χιόνι και μακριά μου φώναζαν να τρέξω. Άκουσα ένα παιδί (ο γιος της ταξιδιωτικής πράκτορος) να κλαίει. Τους φώναξα: «Γυρίστε πίσω, υπάρχουν ζωντανοί άνθρωποι εδώ…».
Στον παγωμένο αεροδιάδρομο του Μονάχου άφησαν την τελευταία τους πνοή, οι ποδοσφαιριστές: Τζοφ Μπεντ, Εντι Κόλμαν, Ντάνκαν Εντουαρντς, Μαρκ Τζόουνς, Ντέιβιντ Πεγκ, Τόμι Τέιλορ, Λίαμ Γουίλαν, Ρότζερ Μπιρν, οι άνθρωποι του συλλόγου: Γουόλτερ Κρίκμερ (γραμματέας), Μπερτ Γουόλεϊ (αρχιγυμναστής), Τόμ Κάρι (γυμναστής), οι δημοσιογράφοι: Αλφ Κλαρκ, Τζορτζ Φόλουζ, Ντον Ντέιβις, Τομ Τζάκσον, Χένρι Ρόου, Αρτσι Λέντμπρουκ, Ερικ Τόμπσον, Φρανκ Σουίφτ και από το πλήρωμα/επιβάτες: Κένεθ Ρέιμεντ (πιλότος), Μπέλα Μίκος (ταξιδιωτική πράκτορας), Βίλι Σατίμοφ (φίλαθλος), Τομ Κέιμπλ (αεροσυνοδός).