Ξεχωρίζει για την αντοχή και τη δύναμή του. Μπορεί να μη ξεχωρίζει για το ύψος του (1.80), αλλά ο Σεΐκ Τιοτέ έχει την ικανότητα να κερδίζει τις μονομαχίες και να μαρκάρει αποτελεσματικά οποιονδήποτε αντίπαλο.
Έκανε τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα στις αλάνες του Γιαμουσούκρο, μια υποβαθμισμένη πόλη στην Ακτή Ελεφαντοστού, σε ηλικία 10 ετών. Μέχρι τα 15 του, ο Σεΐκ Τιοτέ δεν είχε ούτε παπούτσια.
Τις πρώτες του «κανονικές» συμμετοχές, τις έκανε με την Μπίμπο, την ομάδα της πόλης στην οποία μεγάλωσε.
Γρήγορα έγινε αντιληπτό το ταλέντο του και σκάουτερ από αρκετές ομάδες άρχισαν να τον παρακολουθούν. Το 2005, άνθρωποι της Άντερλεχτ εντυπωσιάστηκαν από τον Τιοτέ και εισηγήθηκαν αμέσως την απόκτησή του. Στις πρώτες του δύο σεζόν, ο 30χρονος αμυντικός μέσος δεν πήρε τις ευκαιρίες που ήθελε και στην τρίτη του χρονιά δόθηκε δανεικός από τους Βέλγους στην ολλανδική Ρόντα, στην οποία ουσιαστικά «αναγεννήθηκε».
Αμέσως πήρε μεταγραφή στην Τβέντε, η οποία έδωσε 750.000 ευρώ για να τον κάνει δικό της. Στα δύο χρόνια που έμεινε στην ομάδα, μέτρησε 58 συμμετοχές και ένα γκολ, ενώ στέφθηκε και πρωταθλητής Ολλανδίας τη σεζόν 2009/10.
Η «έκπληξη» της Τβέντε και η καλή απόδοση του Τιοτέ, «ανάγκασαν» τη Νιούκαστλ να ξοδέψει 4 εκατ. ευρώ για να τον φέρει στο «St. James Park». Με τις «καρακάξες» ο Ιβοριανός έκανε γεμάτες σεζόν, μετρώντας 138 συμμετοχές στα έξι χρόνια που βρίσκεται στην ομάδα.
Το 2009 ο Τιοτέ χρήσθηκε για πρώτη φορά διεθνής με την εθνική της Ακτής Ελεφαντοστού, έχοντας φορέσει 52 φορές τη φανέλα με το εθνόσημο.
Επιμέλεια: Γιάννης Καραγιάννης