«Μη μου μιλάς για προσπάθεια, δείξε μου αποτελέσματα», έλεγε ο Αμερικανός συγγραφέας, Τιμ Φάργκο.
Και ο Θοδωρής Βλάχος συμφωνεί: «στον Ολυμπιακό πρέπει να αποδεικνύεις κάθε μέρα πράγματα».
Ο προπονητής των «ερυθρολεύκων» και της Εθνικής ομάδας, είναι η προσωποποίηση των επιτυχιών που έχει γνωρίσει η υδατοσφαίριση στην χώρα μας την τελευταία δεκαετία.
Παρακολουθώντας κάποιος το άθλημα αυτό, αντιλαμβάνεται ότι ο Βολιώτης τεχνικός είναι υπέρ το δέον μετριόφρων, καθώς ο μόνος λόγος που φαντάζει ικανός να τον κάνει να αλλάξει στέγη, είναι το να μετακομίσει σε κάποια μεγάλη ομάδα του εξωτερικού.
Αναλυτικά η συνέντευξη του Θοδωρή Βλάχου στον Νίκο Μπιντέλα
Από ποιον προπονητή με τον οποίο συνεργαστήκατε πήρατε τα περισσότερα πράγματα;
«Δεν είναι εύκολο να πω, γιατί συνεργάστηκα με τρεις κορυφαίους προπονητές. Τον Ντάγκαν Ματουτίνοβιτς, τον Ζόλταν Κάσας και τον Βέσελιν Τζούχο. Δύο Κροάτες και έναν Ούγγρο. Διαφορετικής φιλοσοφίας και οι τρεις. Οι Κροάτες ήταν λίγο πιο κοντά. Πολύ πετυχημένοι όλοι τους. Προσπάθησα να πάρω τα καλά τους και να δω τον τρόπο δουλειάς τους και να βάλω μετά τα δικά μου στοιχεία, ανάλογα σε ποια ομάδα ήμουνα. Προσπάθησα ότι εικόνες είχα και ότι γνώσεις πήρα από αυτούς, σιγά-σιγά να τα αναδείξω και να τα βελτιώσω».
Ήρθατε στον Ολυμπιακό σε μία δύσκολη εποχή, πόση ικανοποίηση υπάρχει για τις μεγάλες επιτυχίες των τελευταίων ετών;
«Είμαι στον Ολυμπιακό από το 2011. Την πρώτη χρονιά χάθηκαν και οι δύο τίτλοι. Δεν είχαμε το μυαλό μας στην Ευρώπη. Μετά από χρόνια, καταφέραμε να φτάσουμε στην κορυφή του Champions League. Η ομάδα είχε μία τρομερή εξέλιξη, μία ανοδική πορεία, μέχρι και τώρα είναι στο ψηλότερο επίπεδο. Δεν ξέρουμε τι θα συμβεί φέτος, αλλά την τελευταία πενταετία ο Ολυμπιακός έχει παίξει σε τρεις τελικούς στο κορυφαίο επίπεδο, έχει κερδίσει τον έναν και έχει κατακτήσει σχεδόν όλους τους εγχώριους τίτλους. Νομίζω ότι είναι μία δεκαετία πάρα πολύ καλή για την ομάδα πόλο του συλλόγου».
Ποιο είναι το μυστικό απέναντι στην Προ Ρέκο;
«Πάντα απέναντι στην Προ Ρέκο είμαστε το αουτσάιντερ. Καλώς ή κακώς είναι κάθε χρόνο το φαβορί στην Ευρώπη, όπως είναι ο Ολυμπιακός στην Ελλάδα. Η δυναμική που έχει και το ρόστερ είναι τρομερό. Πιστεύω, όταν είσαι αουτσάιντερ δεν έχεις να χάσεις κάτι και έχεις μεγάλο κίνητρο κόντρα σε μεγάλους αθλητές και σε ένα μεγάλο κλαμπ. Ωστόσο, έχουμε και εμείς πολλή ποιότητα. Μερικές φορές αυτό που λένε ότι μετράει ποιος το θέλει πιο πολύ, χρειάζεται να έχεις την ποιότητα να το καταφέρεις. Τις δύο φορές που κερδίσαμε, το θέλαμε περισσότερο αλλά είχαμε και το υλικό για να το κάνουμε».
Ήθελαν να αποδυναμώσουν τον Ολυμπιακό το καλοκαίρι που πέρασε οι άλλες μεγάλες ομάδες της Ευρώπης;
«Νομίζω, ότι η Ρέκο το έκανε εμμέσως πλην σαφώς. Γνώριζαν όλοι ότι ο Πάβιτς θα σταματούσε και αυτό ήταν ένα μείον για την ομάδα μας, διότι αποτελούσε έναν ακρογωνιαίο λίθο. Η ιταλική ομάδα, μας πήρε την επόμενη μέρα του τελικού τον Μπούσλιε, ο οποίος μαζί με τον Ίβοβιτς είναι οι δύο καλύτεροι αμυντικοί στον κόσμο. Η Φερεντσβάρος είχε κλείσει τον Φουντούλη. Τρεις παίκτες που ήταν πρωταγωνιστές στην πορεία της ομάδας μας να φτάσει στην κορυφή. Είναι ένας τρόπος να ρίξεις μία ομάδα από την κορυφή, το να της πάρεις τα εργαλεία της».
Πόσο εύκολο είναι συγκριτικά με το παρελθόν να έρθουν σημαντικοί ξένοι παίκτες στον Ολυμπιακό;
«Πλέον έρχονται, το ζητάνε. Εκτός από αυτούς που έρχονται, κάθε χρόνο μιλάμε με παίκτες που θέλουν πραγματικά να έρθουν. Ο Ολυμπιακός είναι πια μία ομάδα που έχει καλή φήμη και όνομα στο ευρωπαϊκό πόλο. Μπορεί οι συνθήκες δουλειάς να μην είναι εξίσου καλές με τις άλλες ομάδες, αλλά υπάρχει εξαιρετικό κλίμα. Ο κορμός του συλλόγου, οι Έλληνες εκτός από καλοί αθλητές, έχουν ωραίο χαρακτήρα. Όσοι έρχονται ενσωματώνονται πολύ εύκολα. Σε αυτό βοηθάει το ότι η Αθήνα έχει καλό κλίμα, καλή ζωή και μπορεί να προσφέρει τα πάντα. Οι περισσότεροι ξένοι θέλουν πλέον να έρθουν στον Ολυμπιακό».
Ήταν απαραίτητη η απόκτηση ενός αριστερόχειρα;
«Η αλήθεια είναι πως ότι κάναμε ως τώρα, ήταν χωρίς αριστερόχειρα. Αυτό πάει να πει ότι υπάρχει ο τρόπος. Αλλά ένας αριστερόχειρας σου δίνει πάντα το κάτι παραπάνω και ειδικά ένας τόσο ποιοτικός παίκτης, όπως είναι ο Γιόκοβιτς. Από την στιγμή που ήθελε να έρθει μετά την κρούση που του κάναμε, δεν διστάσαμε να τον φέρουμε. Θα θέλαμε αυτά τα έξτρα στο παιχνίδι μας που δίνει ένας αριστερόχειρας».
Ο Πάβιτς αποφάσισε να αποσυρθεί. Μείνατε με σταυρωμένα τα χέρια;
«Η αλήθεια είναι ότι δεν κινηθήκαμε σε αυτό το κομμάτι, να βρούμε έναν ξένο τερματοφύλακα. Πάβιτς δεν θα ξαναβρίσκαμε. Δεν υπάρχουν πολλοί παίκτες σε αυτή τη θέση που να είναι διαθέσιμοι και καλοί. Κάποιοι που θα μπορούσαν να κάνουν τη διαφορά, δεν μπορούν να φύγουν από εκεί που είναι. Επιλέξαμε να δώσουμε χρόνο σε μία θέση δύσκολη στον Ζερδεβά, ο οποίος μπορεί να προσφέρει και στην Εθνική ομάδα. Ένα παιδί 22 ετών. Είναι αρκετά νέος για τερματοφύλακας. Ξέρουμε τι ρίσκο έχουμε πάρει σε αυτό το κομμάτι, δίνοντάς του όμως την ευκαιρία να καθιερωθεί, να προχωρήσει με τον Ολυμπιακό και να πετύχει ότι κατάφερε και ο Πάβιτς».
Θα βοηθούσε τον Ολυμπιακό στην Ευρώπη αν το ελληνικό πρωτάθλημα ήταν πιο ανταγωνιστικό;
«Θα ξαναπώ το εξής: Από την στιγμή που είμαστε στην κορυφή της Ευρώπης τα τελευταία χρόνια με αυτό το πρωτάθλημα, αν πω το αντίθετο θα διαψευστώ. Όμως, ένα δυνατό πρωτάθλημα βελτιώνει τους αθλητές. Μένουν συγκεντρωμένοι πιο πολλές φορές στον στόχο τους, δεν διατηρούνται μόνο με δυνατές προπονήσεις. Οπότε θα ωφελούσε. Από την άλλη, ένα ανταγωνιστικό πρωτάθλημα δεν δίνει την ευκαιρία κάποια παιχνίδια να περάσουν πιο ξεκούραστα. Όπως φέτος που το πρόγραμμα είναι πολύ βαρύ και αγώνες που είναι φανερό ότι θα τους κερδίσουμε πριν ξεκινήσουν, επιτρέπει στους αθλητές να αποσυμφορούνται».
Πώς είναι να χάνεις μετά από έξι χρόνια στο πρωτάθλημα;
«Νομίζω, ότι ο Ολυμπιακός τα τελευταία τέσσερα-πέντε χρόνια καθ’ όλη τη διάρκεια της σεζόν, προετοιμάζεται μόνο για τα ευρωπαϊκά παιχνίδια. Είναι μία αλήθεια, την οποία πρέπει να επιλέξεις και να στοχεύσεις σε λιγότερους αγώνες. Θεωρούμε και εμείς ότι εύκολα ή δύσκολα ένα παιχνίδι με την Βουλιαγμένη θα το κερδίσουμε, λόγω της μεγάλης διαφοράς δυναμικότητας. Πιστεύω ότι αυτό που συνέβη, έγινε γιατί εμείς οι ίδιοι δεν ήμασταν προσεκτικοί και γιατί η Βουλιαγμένη παίζει, όπως αγωνιζόμαστε εμείς απέναντι στην Ρέκο. Παίζει στα «κόκκινα» θέλει να μας κερδίσει, θέλει να αποδείξει πράγματα. Αν προετοιμαζόμασταν γι’ αυτό το παιχνίδι και θέλαμε οπωσδήποτε να μην το χάσουμε, θα το καταφέρναμε. Το πρόγραμμά μας είναι τόσο βαρύ, που ο ίδιος το θέλω και το προκαλώ να προετοιμαζόμαστε πιο πολύ για ματς του Champions League».
Βαριά λέξη η ντροπή, ωστόσο επικρατεί στις τάξεις σας για τις εγκαταστάσεις;
«Έχουμε τις χειρότερες συνθήκες προπόνησης και αγώνων, απ’ όλους τους αντιπάλους μας. Είναι κάτι που το ξέρουν όλοι, το ξέρουμε και εμείς. Δεν ντρεπόμαστε που είμαστε σε αυτό το κολυμβητήριο, γιατί είναι το σπίτι μας. Κάποιες φορές λέμε πάλι καλά που έχουμε και αυτό, γιατί διαφορετικά δεν θα μπορούσαμε να κάνουμε, όλα αυτά που έχουμε κάνει. Ντροπή δεν υπάρχει, αλλά ζηλεύουμε τις άλλες ομάδες. Όταν πηγαίνουμε στο εξωτερικό και μας φιλοξενούν για τους αγώνες, νιώθουμε μειονεκτικά. Σαν ελληνική ομάδα έχουμε καταφέρει να ξεπερνάμε τα εμπόδια και κάτω από άσχημες συνθήκες να μένουμε στην ουσία, η οποία για εμάς, είναι το να κερδίζουμε».
Πώς σας φαίνεται ο τρόπος διεξαγωγής της τελικής φάσης του Champions League;
«Είναι πάρα πολύ βαρύς. Βέβαια με αυτή τη διαδικασία, εμείς φτάσαμε στην κορυφή του Champions League. Είναι επί ίσοις όροις και για τις οκτώ ομάδες, γιατί όλοι παίζουν τρία παιχνίδια σε λιγότερο από 72 ώρες. Όμως αν συμβεί ένας τραυματισμός ή μία αρρώστια σε έναν ή περισσότερους αθλητές, τότε δεν προλαβαίνουν να επανέλθουν και χάνεις την σεζόν για κάτι μικρό. Πιστεύω θα ήταν καλύτερο να γυρίσει ξανά σε φάιναλ φορ. Να υπάρχει μία μέρα ξεκούρασης, να γίνονται προημιτελικοί εντός και εκτός έδρας. Νομίζω πολύ γρήγορα θα ξαναγίνει έτσι».
Υπήρξε ποτέ το ενδεχόμενο να αποχωρήσετε από τον Ολυμπιακό;
«Κάθε χρόνο. Στον Ολυμπιακό δεν είναι εύκολο να δουλεύεις. Πρέπει να αποδεικνύεις πράγματα κάθε μέρα και σε κάθε παιχνίδι. Αυτή είναι η ιδιοσυγκρασία και η ζωή στον Ολυμπιακό. Εκτός από την πρώτη χρονιά που ανέλαβα, επειδή υπήρχαν πολλά προβλήματα, αν και χάθηκε το πρωτάθλημα, είχα μία δεύτερη ευκαιρία. Από την δεύτερη σεζόν και μετά, αν δεν πετυχαίναμε ήταν πολύ πιθανό να αποχωρούσα. Στον Ολυμπιακό καταξιωμένοι ξένοι προπονητές δεν έμεναν παραπάνω από δύο χρόνια. Ήμουν κάθε χρόνο έτοιμος για το καλό και το κακό σενάριο. Γι’ αυτό έχω μάθει να παλεύω πολύ σκληρά με την ομάδα μου, ώστε να παραμένουμε πάντα ψηλά και να συνεχίζουμε να προσφέρουμε σ’ αυτό τον μεγάλο σύλλογο και να απολαμβάνουμε αυτά που μας δίνει».
Μεταξύ σοβαρού και αστείου, θα σκοράρει η Εθνική στον παίκτη παραπάνω;
«Είναι ένα καλό ερώτημα αυτό. Υπάρχουν δύο λόγοι που δεν σκοράρει η Εθνική. Η καλή άμυνα που σε αναγκάζει να μην είσαι αποτελεσματικός και η, όχι καλή, περίοδος της ομάδας. Το καλοκαίρι που πέρασε αλλά και τον Ιανουάριο δεν ήμασταν σε καλό φεγγάρι. Αυτό γιατί σημαντικοί παίκτες δεν ήταν σε θέση να προσφέρουν το 100% των δυνατοτήτων τους, λόγω τραυματισμών. Η υγεία είναι το παν και ειδικά στο τέλος. Αν οι παίκτες δεν είναι υγιείς τον τελευταίο καιρό για να δουλέψουν σωστά, τότε δεν μπορούν να βγουν ασφαλή συμπεράσματα. Το θέμα με τον παίκτη παραπάνω είναι κάτι που μπορεί να συμβεί και σε άλλες ομάδες. Είναι κάτι το οποίο θα το δουλέψουμε και ελπίζουμε να μην η αχίλλειος πτέρνα μας στην συνέχεια».
Το Προολυμπιακό Τουρνουά του Ρότερνταμ είναι η τελευταία ευκαιρία της Εθνικής για να βρεθεί το καλοκαίρι στο Τόκιο. Εκτός από τα αποτελέσματα, σας ενδιαφέρει και η εικόνα της ομάδας;
«Πιστεύω ότι άμα είναι καλή η εικόνα θα πάρουμε και την πρόκριση. Βασικά, όλους μας ενδιαφέρει να προκριθούμε. Θα είναι ένα δύσκολο του τουρνουά, επί ίσοις όροις, για όλες τις ομάδες που θα βρίσκονται εκεί. Οκτώ παιχνίδια σε ισάριθμες ημέρες. Αν είμαστε υγιείς μέχρι το τέλος, γιατί και στο Ευρωπαϊκό σε κάθε παιχνίδι βελτιωνόμασταν, έχουμε τις δυνατότητες να πάμε στους Ολυμπιακούς».