26 Ιανουαρίου 1905.

Δεκατρείς μέρες μετά τον απόπλου του από το Ρότερνταμ, το ομώνυμο, ιστορικό πλοίο, που διένυσε αμέτρητα ναυτικά μίλια από τα ολλανδικά λιμάνια ως τη Νέα Υόρκη, δένει στο νησί των δακρύων και του φόβου: Στο Έλις, ανοιχτά του Μανχάταν. Εκατοντάδες άνθρωποι αποβιβάζονται στις ΗΠΑ και προστίθενται στους εκατομμύρια μετανάστες, που αναζητούσαν τη δική τους «γη της Επαγγελίας», όπως φάνταζε τότε η Αμερική -αν και πολλές φορές κατέληγε σε σκέτη κόλαση.

Μεταξύ των ταλαιπωρημένων και φοβισμένων επιβατών είναι ο Πίτερ Βαϊσμίλερ και η σύζυγος του, Ελίζαμπεθ. Μόλις 29 και 24 χρονών αντίστοιχα. Σε όλο το ταξίδι ήταν στοιβαγμένοι με δεκάδες ανθρώπους στην τρίτη -και τελευταία- θέση. Κρατούν στα χέρια τους μερικά μπαγκάζια. Ό,τι μπορούσαν να μεταφέρουν από τη σημερινή Τιμισοάρα της Ρουμανίας, περιοχή που, τότε, ανήκε στην Αυστροουγγαρία, αλλά οι κάτοικοί της, εθνολογικά, ήταν, κυρίως, Γερμανοί.

Το σημαντικότερο… πραγματάκι, όμως, βρίσκεται στην αγκαλιά της Ελίζαμπεθ. Είναι ο επτά μηνών Γιόχαν. Ο μετέπειτα Τζόνι, ο οποίος μερικά χρόνια αργότερα θα βγάλει μια κραυγή που όμοιά της δεν είχε ξανακούσει ο κόσμος. Αφού πρώτα γίνει ο «Πρίγκιπας των κυμάτων», «Το ανθρώπινο υδροπλάνο», «Ο ανεμοστρόβιλος του Σικάγο»…

Γράφει ο Νίκος Ράλλης


«Κολύμπα…»


«Κα. Βαϊσμίλερ, ο Γιόχαν είναι πολύ πιθανό να παραλύσει ολόκληρος», ήταν τα λόγια του γιατρού, που μόλις είχε εξετάσει το εννιάχρονο αγόρι. «Έχει χτυπηθεί από πολιομυελίτιδα και η κατάστασή του είναι σοβαρή», πρόσθεσε. Τα μάτια της Ελίζαμπεθ βούρκωσαν. Όταν λίγα χρόνια νωρίτερα έπαιρναν την απόφαση με τον άντρα της να διασχίσουν τον Ατλαντικό, δεν περίμενε πως τα πράγματα θα εξελίσσονταν έτσι. Έβλεπε, ήδη, άλλωστε, τον σύζυγό της να καταστρέφεται. Ο μικρός Γιόχαν, όμως, που στις ΗΠΑ ήταν Τζόνι πια, είχε μία ελπίδα. Αφού τα οικονομικά της οικογένειας ήταν σε τραγική κατάσταση και χρήματα για καλύτερη διατροφή δεν υπήρχαν, η μόνη λύση ήταν το κολύμπι. Μόνο έτσι ο φιλάσθενος και αδύνατος πιτσιρικάς θα δυνάμωνε και θα είχε κάποιες πιθανότητες να αποφύγει την παράλυση. Του άρεσε, όμως, η ιδέα. Τις ελεύθερες ώρες του, άλλωστε, τις περνούσε κολυμπώντας.



Ο Τζόνι, λοιπόν, έπεσε στα βαθιά. Κυριολεκτικά και μεταφορικά. Ο πατέρας του, που βρήκε αρχικά δουλειά ως μεταλλωρύχος και, παρά τις κακουχίες, «έπιασε την καλή», αποφάσισε να ασχοληθεί με τις επιχειρήσεις. Το αποτέλεσμα ήταν πλήρης αποτυχία. Μία αποτυχία που ρήμαξε την οικογενειακή γαλήνη. Ο Πίτερ το έριξε στο ποτό και αργότερα πέθανε από φυματίωση. Τα μοναδικά χρήματα που έμπαιναν στο σπίτι προέρχονταν από τη λαντζέρισσα μητέρα. Η κατάσταση ήταν πραγματικά ανυπόφορη. Τόσο, που ο Τζόνι αναγκάστηκε να παρατήσει το σχολείο 12 χρονών για να συμβάλει στο πενιχρό εισόδημα. Έκανε τα πάντα. Από συντηρητής ανελκυστήρων μέχρι γκρουμ σε ξενοδοχείο. Να κουβαλάει βαλίτσες για ένα πουρμπουάρ. Μέχρι που μπήκε στη ζωή του ο Μπιλ Μπάτσρατς.

Ο αγαπητός τύραννος


Ο Μπάτσρατς ήταν ένας εξαιρετικός προπονητής κολύμβησης, ενώ υπήρξε και σπουδαίος κολυμβητής ο ίδιος, στα τέλη του 19ου αιώνα. Ήταν, όμως και ένας σκληρός άνθρωπος. Αγαπητός, αλλά σκληρός. Γι' αυτό και του «κόλλησε» το παρατσούκλι «αγαπητός τύραννος». Όταν ο Τζόνι γράφτηκε στο κολυμβητήριό του και τον είδε να κολυμπά, κατάλαβε αμέσως πως αυτό το παιδί μπορεί να κάνει απίστευτα πράγματα. Του είπε λοιπόν: «Ορκίσου ότι θα δουλέψεις μαζί μου χωρίς ερωτήσεις και θα σε αναλάβω. Δεν θα κολυμπήσεις εναντίον κανενός. Θα είσαι, απλά, ένας σκλάβος. Θα με μισήσεις θανάσιμα. Στο τέλος, όμως, θα καταρρίψεις κάθε ρεκόρ που υπάρχει». Και αυτό ακριβώς έγινε! Με τρόπο, μάλιστα, εμφατικό.



Ο Τζόνι δούλεψε σαν να μην υπάρχει αύριο. Σαν αυτό που έκανε να ήταν η σωτηρία του. Από τις αρρώστιες, τα προβλήματα στο σπίτι, τα πάντα. Και τον Αύγουστο του 1921 «συστήθηκε» στον κόσμο. Στα 17 του, ο Μπάτσρατς τον έκρινε έτοιμο για να αγωνιστεί στο παναμερικανικό πρωτάθλημα. Τα σάρωσε όλα. Κέρδισε όλους τους αγώνες εκτός από έναν, που ήταν η πρώτη και η μοναδική ήττα ολόκληρης της καριέρας του. Ο μικρός, στον οποίο οι γιατροί δεν έδιναν καμία ελπίδα λίγα χρόνια πριν, ήταν έτοιμος να κατακτήσει τον κόσμο.

58,6 δευτερόλεπτα…


Πριν καν μπει στα 18, ο Τζόνι είχε δικαιώσει απόλυτα τον προπονητή του. Πετυχαίνοντας κάτι ανεπανάληπτο, σόκαρε τον κόσμο και έγραψε με χρυσά γράμματα το όνομά του στην ιστορία, όχι μόνο της κολύμβησης, αλλά, γενικά, του αθλητισμού. Στις 9 Ιουλίου 1922, λοιπόν, στο εθνικό πρωτάθλημα της Χαβάης, δεν νίκησε απλά τον θρυλικό κολυμβητή Ντιουκ Καχαναμόκου μέσα στην έδρα του, αλλά έγινε ο πρώτος άνθρωπος στον κόσμο που κολύμπησε τα 100 μέτρα σε λιγότερο από 1 λεπτό, κάνοντας την απόσταση σε 58,6 δευτερόλεπτα! Ταυτόχρονα, «έσπασε» το φράγμα των 5 λεπτών στο ελεύθερο των 440 γιαρδών. Οι δημοσιογράφοι τρελάθηκαν! Άρχισαν να τον αποκαλούν «Πρίγκιπα των κυμάτων», «Ανθρώπινο υδροπλάνο», «Ανεμοστρόβιλο του Σικάγο». Ο Μπάτσρατς δεν είχε απλά δίκιο, αλλά… και κάτι παραπάνω! Ο μικρός Βαϊσμίλερ ήταν πραγματικά ανίκητος.



Δύο χρόνια μετά, στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Παρισιού, το 1924, η φήμη του ξεπέρασε τις ΗΠΑ, καθώς όλος ο κόσμος πια μιλούσε για το φαινόμενο «Τζόνι Βαϊσμίλερ». Δεν ήταν μόνο τα χρυσά μετάλλια στα 400 και 100 μέτρα ελεύθερο και το παγκόσμιο και ολυμπιακό ρεκόρ αντίστοιχα. Ούτε και το γεγονός πως βοήθησε την αμερικανική ομάδα να κερδίσει το χρυσό στα 4x200 μέτρα ελεύθερο, αλλά και εκείνη του πόλο(!) να πάρει το χάλκινο. Ήταν πως ο Τζόνι είχε άλλο ένα καταπληκτικό -και κρυφό- ταλέντο, στην υποκριτική! Στα διαλείμματα των αγώνων του έκανε κωμικά σκετς και εντυπωσιακές βουτιές στην πισίνα, με περισσότερους από 10.000 θεατές να τον αποθεώνουν και να ζητούν να τον δουν ακόμη και όταν δεν αγωνιζόταν! Έπρεπε, όμως, να κερδίσει άλλους 15 εθνικούς τίτλους και ακόμη δύο χρυσά στους Ολυμπιακούς του Άμστερνταμ, το 1928, για να σκεφτεί σοβαρά μια δεύτερη καριέρα.

Μοίρα


Όπως όλα τα ωραία πράγματα, έτσι και η ιστορία του πώς ο Τζόνι Βαϊσμίλερ βγήκε από το νερό και… σκαρφάλωσε στα δέντρα, οφείλεται σε μία σειρά τυχαίων και απίστευτων γεγονότων. Το 1932, το πασίγνωστο στούντιο MGM έβγαλε την ταινία Trader Horn, που έκανε εισπρακτικό πάταγο. Η υπόθεση εξελισσόταν στη ζούγκλα. Το υλικό που υπήρχε, όμως, έφτανε και για δεύτερη ταινία. Στο πλαίσιο αυτό, λοιπόν, το MGM αποφάσισε να κάνει ένα νέο φιλμ, που θα βασιζόταν στο θρυλικό βιβλίο του Έντγκαρ Ράις Μπάροουζ, «Ταρζάν». Για τον ρόλο, ωστόσο, απαραίτητος ήταν ένας ηθοποιός με κορμοστασιά, ρωμαλέος, όμορφος και… χτιστός. Δεν πρέπει να έχουν περάσει περισσότεροι από κάστινγκ στην ιστορία του κινηματογράφου. Πραγματικά, εκατοντάδες ηθοποιοί «παρέλασαν» για τον ρόλο και απορρίφθηκαν όλοι! Μέχρι που η ριμάδα η μοίρα έβαλε το χεράκι της…



Ο Τζόνι έμενε σε ένα ξενοδοχείο. Ένα ξενοδοχείο, που είχε, φυσικά, πισίνα. Στο ίδιο ξενοδοχείο που έμενε και ο σεναριογράφος του Ταρζάν! Κατέβηκε στη ρεσεψιόν και κοίταξε έξω, τον Τζόνι, να κάνει τα… δικά του στο νερό. Αυτό ήταν. Το MGM μόλις είχε βρει τον τέλειο άνθρωπο για τον ρόλο του παιδικού ήρωα, που μεγάλωσε γενιές και γενιές. Και το φανταστικό της υπόθεσης είναι ότι οι άνθρωποι του MGM, όχι μόνο δεν ήξεραν ποιος είναι ο Βαϊσμίλερ, αλλά δεν μπορούσαν ούτε το επίθετό του να προφέρουν, ζητώντας του ακόμη και να το αλλάξει, ενώ και ο ίδιος ο Τζόνι δεν «ψήθηκε» από την αρχή, καθώς είχε υπογράψει συμβόλαιο με εταιρεία μαγιό, για 500 δολάρια την εβδομάδα, για πέντε χρόνια, και θα έχανε σίγουρα λεφτά. Η δόξα, όμως, ήταν πιο γλυκιά από τα χρήματα.



Η ταινία Τarzan, the Ape Man του 1932 ήταν η πρώτη από τις 11 ακόμα με ήρωα τον Τζόνι. Έχοντας στο πλάι του, στον ρόλο της Τζέιν, την όμορφη Ιρλανδή, Μορίν Ο’ Σάλιβαν, το φιλμ σάρωσε τα ταμεία και αποθεώθηκε από τους κριτικούς και τον κόσμο. Η δεύτερη ταινία, δε, του 1934, με τίτλο Tarzan and His Mate, θεωρείται η καλύτερη δουλειά της σειράς και ενθρόνισε τον Τζόνι μια για πάντα στις καρδιές μικρών και μεγάλων. Όσο για την κραυγή του, παραμένει ό,τι πιο χαρακτηριστικό έχει ακουστεί ποτέ στη μεγάλη οθόνη. Ακόμη και παιδιά που γεννήθηκαν… χθες, έχουν ταυτίσει τον Ταρζάν με αυτή την κραυγή και ας έχουν γίνει δεκάδες διαφορετικές μεταφορές του βιβλίου στη μεγάλη οθόνη.



Ο ίδιος, πάντως, παρότι συνεχώς… κρεμασμένος από ένα κλαδί, πατούσε στη γη. «Ο ρόλος ήταν στα μέτρα μου. Υπήρχε κολύμπι και δεν είχα και πολλά να πω», δήλωσε στο ξεκίνημα της δεύτερης μεγάλης καριέρας του, ενώ όταν μπήκε οριστικό τέλος στις περιπέτειες του Ταρζάν, είπε: «Το μόνο που είχα να κάνω ήταν να κολυμπάω, να μένω σιωπηλός, να σκαρφαλώνω σε δέντρα, να λέω "Me Tarzan, You Jane" και να βγάζω εκατομμύρια»!

«O Ταρζάν, o Ταρζάν! Kαλωσόρισες στην Κούβα»


Αφού κουράστηκε να… τριγυρνάει ημίγυμνος, ο Τζόνι αποφάσισε να κάνει τη δική του σειρά, το Jungle Jim, ο βασικός χαρακτήρας της οποίας έμοιαζε με τον Ταρζάν, φορούσε, ωστόσο, ρούχα. Ο ρόλος του Ταρζάν, όμως, θα τον «στοίχειωνε» για πάντα, αλλά και θα του έσωζε τη ζωή. Το 1959, ο Βαϊσμίλερ ταξίδεψε στην Κούβα, για να λάβει μέρος σε ένα τουρνουά γκολφ. Ήταν η εποχή, όμως, όπου στο νησί οι μάχες μεταξύ των κυβερνητικών δυνάμεων του Μπατίστα και των ανταρτών του Φιντέλ Κάστρο βρίσκονταν στην κορύφωσή τους.



Στη διαδρομή, λοιπόν, λίγο έξω από το γήπεδο, αντάρτες παρατάχθηκαν στον δρόμο και με τα όπλα προτεταμένα, σταμάτησαν το αυτοκίνητο του Βαϊσμίλερ και της συνοδείας του. Ο Τζόνι έμεινε ατάραχος. Σηκώθηκε αργά αργά από το κάθισμά του. Ήταν θεόρατος. Αφού έδειξε στους Κουβανούς ότι είναι άοπλος, έφερε τα χέρια στο στήθος του, «τύλιξε» το στόμα του και έβγαλε την καλύτερη κραυγή του Ταρζάν που μπορούσε. Ο μύθος λέει πως την άκουσαν οι κάτοικοι όλης της Καραϊβικής… Οι αντάρτες τα έχασαν. Όταν συνήλθαν, άρχισαν να φωνάζουν: «Είναι ο Ταρζάν, είναι ο Ταρζάν, καλωσόρισες στην Κούβα». Φυσικά, κατέβασαν αμέσως τα όπλα και όχι μόνο αυτό, αλλά έσπευσαν να τον αγκαλιάσουν και να του σφίξουν το χέρι, ενώ τον οδήγησαν με ασφάλεια στον προορισμό του!



Όσο πολυτάραχη ήταν η καριέρα του, αλλά τόσο ήταν και η προσωπική ζωή του Τζόνι. Παντρεύτηκε πέντε φορές, έκανε τρία παιδιά (όλα με την τρίτη σύζυγό του), ενώ άρχισε να πίνει, θυμίζοντας τον πατέρα του. Οι σπατάλες, δε, τού κόστισαν και αναγκάστηκε να δουλέψει ακόμη και σε καζίνο του Λας Βέγκας. Θα μπορούσε να πει κάποιος πως έκανε τον κύκλο του και γύρισε στην παιδική του ηλικία, όταν εργαζόταν ως γκρουμ. Στο σινεμά εμφανιζόταν πια μόνο σε ρόλους-φόρο τιμής στον Ταρζάν, σε ταινίες δεύτερης διαλογής. Όχι, ο Τζόνι Βαϊσμίλερ δεν είχε το τέλος που άξιζε σε έναν άρχοντα της ζούγκλας, σε έναν πρίγκιπα των κυμάτων. Η κραυγή του, ωστόσο, θα υπάρχει πάντα, για να μας θυμίζει πως ακόμη και ένα φιλάσθενο, αδύνατο και ταλαιπωρημένο παιδί μπορεί να αναρριχηθεί στο πιο ψηλό δέντρο…

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube