Τα συν και τα πλην του φετινού Ολυμπιακού με την… υπογραφή του Πέδρο Μαρτίνς.
Το sport-fm.gr περνάει από ακτίνες X την παρουσία του Πορτογάλου τεχνικού στην πρώτη του σεζόν (και παρθενική μακριά από την πατρίδα του) στον «ερυθρόλευκο» πάγκο, απαριθμώντας τα θετικά και τα αρνητικά από τα πεπραγμένα του 49χρονου προπονητή στο λιμάνι.
Πού πήρε καλό βαθμό και σε ποια σημεία υστέρησε το έργο του προπονητή των Πειραιωτών, που βρέθηκαν σε μια ομολογουμένως μεταβατική περίοδο ή μάλλον σε μια σεζόν που ήταν πιο πολύ «χτισίματος», χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν στόχευσαν στην κατάκτηση τίτλων και διακρίσεων.
Το ωραίο, αλλά όχι πάντα αποδοτικό ποδόσφαιρο, η προβληματική άμυνα και γενικότερα η ελαττωματική αμυντική λειτουργία, οι κερδισμένοι και οι χαμένοι «τελικοί», αλλά και η επιβράβευση από τον κόσμο.
Οι βασικοί άξονες της δουλειάς του Πέδρο Μαρτίνς στο τιμόνι του Ολυμπιακού, που το βράδυ της Κυριακής ολοκλήρωσε τις υποχρεώσεις του για το 2018-19, κάνοντας, πλέον, focus στο πλάνο της επόμενης αγωνιστικής περιόδου, η οποία θα είναι μεγαλύτερων προσδοκιών και… απαιτήσεων.
Μια εντελώς καινούργια ομάδα
Στην Ελλάδα όπου η πίστωση χρόνου αποτελεί άγνωστη φράση για τις περισσότερες ομάδες, μπροστά στην ανάγκη και τη δίψα για πολύ γρήγορα αποτελέσματα, επέλεξε να εργαστεί πρώτη φορά εκτός Πορτογαλίας ο Πέδρο Μαρτίνς. Αναλαμβάνοντας να «πλάσει» ένα σύνολο, που είχε 20 νέα πρόσωπα, αλλά δίχως να… παραιτείται η ομάδα από τους στόχους που θέτει κάθε χρονιά, έπρεπε να συνδυάσει το «χτίσιμο» με τα αποτελέσματα. Τα… καμπανάκια της καλοκαιρινής προετοιμασίας με τις δύο κολλητές τεσσάρες (από Γκενκ και Αϊντχόφεν κατά σειρά) υπενθύμισαν ότι ο έμπειρος τεχνικός είχε μπροστά του μια δύσκολη αποστολή που απαιτούσε πολλές ώρες δουλειάς και αρκετή υπομονή.
Τηρουμένων των συνθηκών, δεν άργησε να «δέσει» το… γλυκό. Για να υπάρξει μια ομαλή μετάβαση, στηρίχθηκε κατά βάση στους πιο έμπειρους παίκτες του (υπήρξαν και εξαιρέσεις τύπου Καμαρά) και σε αυτούς που είχαν γνώση της ελληνικής και… ολυμπιακής πραγματικότητας στο ξεκίνημα της σεζόν, διότι με τα συγκεκριμένα «εργαλεία» (τύπου Φορτούνη, Χριστοδουλόπουλου, Ελαμπντελαουί, Μπουχαλάκη, Γιαννιώτη) θα χρειαζόταν πιο λίγος χρόνος προσαρμογής. Παρέταξε ακριβώς την ίδια ενδεκάδα στα πρώτα επίσημα ματς στις ευρωπαϊκές υποχρεώσεις του καλοκαιριού και έβαλε σιγά-σιγά κι άλλους παίκτες στο κάδρο και όχι όλους μαζί.
Αυτό βοήθησε ώστε να ξεκινήσει καλά τη σεζόν η ομάδα του, αλλά λειτούργησε και προς όφελος του ίδιου του προπονητή που κέρδισε επιπλέον χρόνο, περνώντας τα πρώτα τεστ που έδωσε. Έκανε οκτώ νίκες στα πρώτα επίσημα (Λουκέρνη, Μπέρνλι, Λεβαδειακός, ΠΑΣ Γιάννινα, Αστέρας, Πανιώνιος, Λεβαδειακός Κύπελλο) και δύο ισοπαλίες σε ευρωπαϊκά ματς (Μπέρνλι, Μπέτις), με τη μια να σφραγίζει πρόκριση. Αυτά τα αποτελέσματα του έδωσαν μαξιλαράκι ασφαλείας, το οποίο τον βοήθησε ώστε να απορροφήσει στη συνέχεια τους κραδασμούς με τις τρεις ήττες (ΠΑΟΚ, Μίλαν, ΟΦΗ) σε τέσσερα ματς που ακολούθησαν, συν την ισοπαλία με ΑΕΚ, αν και κράταγε τη νίκη στο ΟΑΚΑ μέχρι τις καθυστερήσεις.
Από τους στόχους που είχε θέσει, λοιπόν, ο Ολυμπιακός στο ξεκίνημα της σεζόν, κατάφερε μόνο να εξασφαλίσει… εισιτήριο για την τελική φάση του Europa League και να πετύχει ιστορική πρόκριση αφήνοντας εκτός νοκ-άουτ τη Μίλαν. Στις εγχώριες διοργανώσεις δεν πήρε καμία από τις δύο κούπες και το θετικό που κρατάει πέραν του ελκυστικού ποδοσφαίρου, είναι όχι έχτισε μια ομάδα, η οποία δείχνει να έχει βάλει γερές και σωστές βάσεις ενόψει της νέας σεζόν. Ασφαλώς και πρέπει να μπουν κάποιες… πινελιές στο οικοδόμημα, αλλά όχι πολλές όπως το περυσινό καλοκαίρι.
Μπροστά «κούκλα», αλλά πίσω…
Παίρνοντας υπόψιν τα παραπάνω δεδομένα, η αποστολή του Μαρτίνς για δημιουργία μιας ομάδας που θα λειτουργούσε συνολικά καλά, μόνο εύκολη δεν ήταν και απαιτούσε χρόνο. Ο Πορτογάλος παρουσίασε καλό έργο επιθετικά, χωρίς να λησμονείται το γεγονός ότι δεν ήταν αποτελεσματικός και αμυντικά είχε προβληματική εικόνα σε πολλούς αγώνες. Σταδιακά, εμφανίστηκε με καλή συνοχή στο παιχνίδι του ο Ολυμπιακός, με καλύτερη από αυτή που είχε προηγούμενες χρονιές, όπου παρουσιάστηκε με αρκετές αλλαγές στο ρόστερ, που ήταν, ωστόσο, λιγότερες συγκριτικά με το καλοκαίρι του 2018. Έβγαλε επιθετικά αυτοματισμούς, δίχως βέβαια να του λείψουν -όπως είναι λογικό για μια ολοκαίνουργια ομάδα- τα σκαμπανεβάσματα. Γνωρίζοντας οι «ερυθρόλευκοι» ότι στον συγκεκριμένο τομέα υστερούσαν κατά πολύ με τους βασικούς τους συνδιεκδικητές του τίτλου, τον ΠΑΟΚ και την ΑΕΚ που προέβησαν σε αισθητά λιγότερες προσθαφαιρέσεις και με τον «δικέφαλο του Βορρά» να έχει μάλιστα και τον προπονητή της περασμένης σεζόν. Συνολικά, παρουσίασε ωραίο ποδόσφαιρο στον αγωνιστικό χώρο και αισθητά πιο θελκτικό με των πρόσφατων ετών.
Και για να μιλήσουμε με αριθμούς (με την υποσημείωση ότι δεν λένε πάντα την αλήθεια), είχε την καλύτερη επίθεση στο πρωτάθλημα με 69 γκολ (με το ντέρμπι «αιωνίων» να υπολογίζεται στο 0-1) και ίδια διαφορά τερμάτων (69-17 έναντι 66-14), παρά το γεγονός ότι δεν συνδύασε αρκετές φορές την καλή απόδοση με την ουσία, έχοντας στο πρωτάθλημα ένα γκολ ανά 6.3 τελικές, την ώρα που ο πρωταθλητής ΠΑΟΚ πετύχαινε ένα γκολ ανά 5.3 προσπάθειες, ο Παναιτωλικός ανά 5.9 και ο Ατρόμητος ανά 6.6, το οποίο ήταν 6.3 μια αγωνιστική πριν το φινάλε. Επιπλέον, πέτυχε 105 γκολ συνολικά στη σεζόν σε όλες τις διοργανώσεις που πήρε μέρος έναντι 103 του ΠΑΟΚ. Σε ασίστ πρώτος με 44, δείγμα του ότι δημιουργικά πήγε καλά.
Στο αμυντικό κομμάτι, η εικόνα δεν ήταν σίγουρα η επιθυμητή, έχοντας κατά νου βέβαια ότι κι εκεί απαιτείται χρόνος για να «δέσει» μια ομάδα με αρκετές αλλαγές. Στη Super League, οι «ερυθρόλευκοι» είχαν τη δεύτερη καλύτερη άμυνα, αλλά πολλοί θα συμφωνήσετε ότι δεν αποτυπώνεται η αλήθεια για τον συγκεκριμένο τομέα. Σταθερά… ασταθής ήταν ο Ολυμπιακός, δεν ενέπνεε εμπιστοσύνη και στα δύσκολα που χρειάστηκε να «καθαρίσει» ματς και βαθμούς, δεν τον έβγαλε ασπροπρόσωπο η άμυνά του. Δύσκολα μπορεί να βρει κάποιος παιχνίδι που να το έκρινε και να το έγειρε υπέρ του η άμυνά του. Σε 49 αναμετρήσεις που έδωσε στη σεζόν, κράτησε το «μηδέν» σε λιγότερες από τις μισές και συγκεκριμένα σε 21, δέχθηκε 35 τέρματα συνολικά. Κοντολογίς, περίπου 0.7 ανά αγώνα. Συνυπολογίζοντας ότι είχε τρία αυτογκόλ (από ένα με ΠΑΟΚ, Ξάνθη και ΠΑΣ) του Βούκοβιτς στο πρωτάθλημα και ένα στο Κύπελλο (Μπουχαλάκης με Λαμία) που του στοίχισαν και για την ακρίβεια αποδείχθηκαν καταδικαστικά.
Ξεπέρασε τον εαυτό του
Δεν τα κατάφερε μεν, αλλά… Ο Ολυμπιακός έμεινε με άδεια τα χέρια στο φινάλε της σεζόν που έφυγε σε ό,τι αφορά τους στόχους που είχε θέσει εντός των συνόρων. Τερμάτισε στη δεύτερη θέση και αφού δεν επέστρεψε στον θρόνο του, χρονιά δεν μπορεί να χαρακτηριστεί πετυχημένη. Ωστόσο, η παρουσία του μόνο αρνητική δεν ήταν. Οι Πειραιώτες είχαν βαθμολογικές απώλειες που αποδείχθηκαν καθοριστικές, αλλά η συγκομιδή τους μόνο άσχημη δεν ήταν. Με το σερί 10 νικηφόρων αγώνων (το καλύτερο ομάδας της Super League για φέτος) που έκαναν στην τελική ευθεία, τελείωσαν το πρωτάθλημα με 75 βαθμούς και στο -5 (ή 7 αν προτιμάτε λόγω της τιμωρίας του «δικεφάλου») από τον πρωταθλητή ΠΑΟΚ.
Τι σημαίνει αυτό; Πρακτικά τίποτα, αφού δεν πήρε τον τίτλο. Σε μια δεύτερη ανάγνωση βλέπει κάποιος ότι πρόκειται για μια από τις καλύτερες συγκομιδές στα τελευταία πρωταθλήματα. Χωρίς καμία διάθεση να μειωθεί η επιτυχία του ΠΑΟΚ. Αρκεί να θυμηθεί κανείς ότι στο τελευταίο του πρωτάθλημα (2016-17), ο Ολυμπιακός μάζεψε 67 βαθμούς και η ΑΕΚ που το κατέκτησε πέρυσι είχε 70 βαθμούς. Το 2010-11 αποδείχθηκαν αρκετοί οι 73 βαθμοί, όπως και το 2011-12, όπου οι «ερυθρόλευκοι» είχαν πιθανότατα την καλύτερη ομάδα της νεότερης εποχής τους, με τον Ερνέστο Βαλβέρδε στο τιμόνι τους και το 2014-15 τερμάτισε με 78 βαθμούς, αλλά με 18 ομάδες και δηλαδή με 34 αγωνιστικές. Στο τελευταίο πρωτάθλημα που κατέκτησε ο Παναθηναϊκός είχε 70 βαθμούς τη σεζόν 2009-10. Στις μόνες σεζόν όπου είχε περισσότερους βαθμούς από το 2010-11 και μετά, που επέστρεψε στην κορυφή, ο Ολυμπιακός, ήταν το 2012-13 με 77, το 2013-14 με 86 σε 34 αγώνες. Το 2014-15 που προαναφέραμε και το 2015-16 με 85.
Οι κερδισμένοι «τελικοί» και οι αρκετοί χαμένοι
Στην πρώτη του σεζόν στον «ερυθρόλευκο» πάγκο ο Πέδρο Μαρτίνς κλήθηκε να διαχειριστεί και να βγάλει εις πέρας (όπως συμβαίνει σε ομάδες με μεγάλους στόχους) αρκετά do or die παιχνίδια. Κάποια τα κέρδισε, αλλά σε αρκετά ξέμεινε από… ζωές. Αρχικά, ο Πορτογάλος μπόρεσε να κυκλώσει τον πρώτο του μεγάλο στόχο στη νέα του ομάδα: την είσοδο στους ομίλους του Europa League. Αφού έκανε την… υποχρέωσή του και ξεπέρασε σχετικά εύκολα (4-0, 1-3) το εμπόδιο της Λουκέρνης, έδωσε σημαντικό τεστ κόντρα στην Μπέρνλι. Με κάβα το υπέρ του 3-1 από το Καραϊσκάκη, πήγε στην Αγγλία και φεύγοντας με το 1-1 σφράγισε την πρόκριση στους ομίλους της διοργάνωσης.
Το πρώτο ουσιαστικά ματς δίχως… αύριο μετά το καλοκαίρι, δόθηκε τον Δεκέμβριο για τους Πειραιώτες. Υποδεχόμενοι τη Μίλαν στο Φάληρο ήθελαν νίκη και μάλιστα με δύο γκολ διαφορά (2-0 ή 3-1) ώστε να περάσουν στη νοκ-άουτ φάση, πράγμα το οποίο κατάφεραν με καλή εμφάνιση, πετυχαίνοντας ιστορική πρόκριση. Μέχρι εδώ καλά! Το επόμενο παιχνίδι… επιβίωσης ήταν στις 10 Φεβρουαρίου με τον ΠΑΟΚ στην Τούμπα. Ο Ολυμπιακός ήθελε νίκη για να μπει γερά στο κόλπο για τον τίτλο ή στη χειρότερη ισοπαλία ώστε να διατηρηθεί σε επαφή με την κορυφή. Δεν συνέβη τίποτε από τα δύο αφού εμφανίστηκε… καθυστερημένα στο ντέρμπι και μοιραία ήρθε η ήττα με 3-1 που ψαλίδισε αισθητά τις πιθανότητές τους για την Κούπα. Για την ακρίβεια τελείωσε την υπόθεση τίτλος.
Όσο κι αν ακούγεται παράδοξο, εξαιρετικά κρίσιμη ήταν και η ρεβάνς με τη Λαμία. Ώστε να προκριθεί στα ημιτελικά του Κυπέλλου. Το 3-3 της Φθιώτιδας δεν ήταν, δα, τόσο κακό, αλλά επιβεβαιώθηκε ότι ήταν… ύπουλο. Αφού σπατάλησε ένα κάρο ευκαιρίες και έχασε πέναλτι με τον Φορτούνη στο 86’ (με το παιχνίδι στο 0-1) ηττήθηκε από την ομάδα του Μάκη Χάβου και υπέστη ένα από τα πιο μεγάλα κάζο της ιστορίας του.
Χρειάζεται καλύτερη διαχείριση
Ένα από τα βασικά ζητούμενα για κάθε σύλλογο που προσλαμβάνει έναν προπονητή (κυρίως) στην τωρινή εποχή είναι οι δυνατότητές του στο κοουτσάρισμα. Το πώς καταφέρνει να κινήσει τα πιόνιά του και να επικρατήσει στο «σκάκι». Πώς τα πήγε άραγε ο Πέδρο Μαρτίνς στον συγκεκριμένο τομέα; Στην ικανότητά του τόσο στο να ανατρέψει ένα εις βάρος του σκορ, αλλά επιπλέον και στο να προστατέψει ένα υπέρ του σκορ. Στην πρώτη περίπτωση, ο Πορτογάλος πήρε σε βάθος χρόνου κάποια πράγματα από τις κινήσεις που έκανε. Προφανώς μπορούσε και έπρεπε να πάρει περισσότερα.
Σε τρεις αναμετρήσεις (με Αστέρα εντός, με Πανιώνιο εκτός, με Απόλλωνα εντός), οι παίκτες που ήρθαν από τον πάγκο αποδείχθηκαν «χρυσές αλλαγές», γέρνοντας την πλάστιγγα προς την πλευρά των Πειραιωτών, που δεν είχε εκείνη τη στιγμή τη νίκη στο τσεπάκι τους. Όπως έγινε με τον Νάτχο, που έκανε το 2-1 στο 90+2’ του ματς με τον Αστέρα, έχοντας μπει στο 84’ με το παιχνίδι στο 1-1, αλλά και με τον Χασάν να κάνει το 1-0 (90+2’) με τον Πανιώνιο στη Νέα Σμύρνη, έχοντας μπει στο 75’. Επιπλέον, ο Δημήτρης Μάνος μπήκε στο 75’ με τον Απόλλωνα Σμύρνης στο Φάληρο και στο 90’ σκόραρε για το 1-0. Ακόμη τέσσερις αλλαγές έδωσαν γκολ στον Ολυμπιακό, αλλά δεν το έκριναν, αφού είχε υπέρ του σκορ. Σε όλα αυτά συνυπολογίζουμε ότι οι Πειραιώτες έκαναν τρεις ανατροπές στο σκορ φέτος. Στους δύο αγώνες με τον Ατρόμητο, που πήγε στην ανάπαυλα με το εις βάρος του 1-0 και τούμπαρε την κατάσταση στο δεύτερο μέρος (2-1). Όπως και με την ΑΕΚ στο «Γ. Καραϊσκάκης» που βρέθηκε με 0-1 στην πλάτη από το 3’ και στο δεύτερο μέρος έκανε την ολική επαναφορά (4-1). Συν τον αγώνα με τη Λαμία, που θα αναφέρουμε στη συνέχεια. Συνεπώς δεν κέρδισε πάρα πολλά μέσω της… σκακιέρας, θα μπορούσε να πάρει και αρκετά περισσότερα.
Σε ό,τι αφορά την έτερη συνθήκη, δεν έδειξε ο 49χρονος προπονητής να πρόκειται για το δυνατό σημείο του. Δηλαδή, το να παρουσιάσει μια ομάδα που να μπορεί πάρει… επαγγελματικές νίκες (όπως έχουμε συνηθίσει να λέμε στην Ελλάδα), έχοντας «κάβα» ένα θετικό σκορ. Ίσως κι επειδή όπως φάνηκε δεν είναι τόσο στη φιλοσοφία του. Ίσως να παρενέβη καθυστερημένα στα παιχνίδια σε κάποιες περιπτώσεις. Και κόντρα στην Ντιναμό Κιέβου που χρειάστηκε να παρουσιαστεί κυνικός, δεν υπήρξε… happy end.
Στο εκτός έδρας ματς με την ΑΕΚ, «έχτισε» σε ολόκληρο το δεύτερο μέρος σε μια νίκη ουσίας και γοήτρου, άνοιξε το σκορ στο 59’ με ωραίο τέρμα του Φορτούνη και χρειάστηκε να αντέξει λίγα λεπτά παραπάνω για να «αποδράσει» από το ΟΑΚΑ. Δέχθηκε στις καθυστερήσεις το τέρμα της ισοφάρισης από τον Μπακασέτα και έφυγε με το 1-1, αφού σπατάλησε ανεπανάληπτη ευκαιρία ο Φετφατζίδης. Ένα καθοριστικό ματς που δεν πήρε ο Ολυμπιακός λόγω της συγκεκριμένης αδυναμίας του ήταν το 3-3 με τη Λαμία. Οι Πειραιώτες βρέθηκαν δις να… κυνηγάνε, κατάφεραν να κάνουν την ανατροπή με 3-2, αλλά παρότι σε τέτοιες περιπτώσεις οι μεγάλες ομάδες αποκτούν άλλον αέρα με τέτοιες… επαναφορές, δεν το προστάτεψαν και το θετικό -με την πρώτη ματιά- ισόπαλο αποτέλεσμα, δεν αποδείχθηκε αρκετό στη ρεβάνς.
Παρόμοιο σκηνικό, δίχως τόσες ανατροπές, σημειώθηκε μια εβδομάδα μετά. Οι «ερυθρόλευκοι» υποδέχθηκαν την Ντιναμό Κιέβου στο Καραϊσκάκη, προηγήθηκαν δις, δεν κατάφεραν να «χτίσουν» πάνω στο υπέρ τους σκορ και με το 2-2 που διαμορφώθηκε με γκολ στο 89’ έκανε πολύ δύσκολη την αποστολή τους για τη ρεβάνς. Κάτι που επιβεβαιώθηκε στην Ουκρανία (1-0). Ακόμη και στο εντός έδρας ματς με Μπέρνλι στην Αγγλία (1-1) και με τη Μίλαν στην Ελλάδα, που του έδωσαν πήρε πολύ σημαντικές προκρίσεις, δεν μπόρεσε να κρατήσει το «μηδέν», έχοντας ανοίξει το σκορ και κρατώντας την τύχη στα χέριά του (αφού το σκορ του έκανε), για να «κλειδώσει» με αυτόν τον τρόπο τη νίκη και να πετύχει τον στόχο του.
Στημένες φάσεις: Δεν ήταν και «όπλο» του
Θα μπορούσε και καλύτερα… Προσπαθώντας να βάλουμε στο… ζύγι τα πράγματα που πήρε ο Ολυμπιακός από τις στημένες στον δημιουργικό τομέα, παρατηρεί ότι δεν βαραίνει ξεκάθαρα προς κάπου η πλάστιγγα. Αμυντικά εκτέθηκε αρκετές φορές, αλλά αποτελεί κομμάτι από την «ανοιχτή πληγή» που είχαν οι Πειραιώτες στην οπισθοφυλακή και στην αστάθεια που παρουσίασαν οι αμυντικοί του και η λειτουργία του στα μετόπισθεν.
Επιστρέφοντας… μπροστά, το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι αφενός «έφτιαξε» κάποια γκολ με αυτόν τον τρόπο, αλλά σίγουρα ήταν εφικτό να πάρει πολλά παραπάνω. Και σίγουρα ένα τέτοιο «όπλο» θα βοηθούσε μια ομάδα που δεδομένα έχει πρόβλημα στην αξιοποίηση των φάσεων ώστε να «ξελασπώσει». Ο απολογισμός είναι τρία τέρματα με απευθείας εκτελέσεις, που οφείλονται φυσικά στις ικανότητες των ποδοσφαιριστών που τα σημείωσαν και συγκεκριμένα στον Κώστα Φορτούνη που «χτύπησε» στο πρώτο ματς με την Μπέρνλι στο Καραϊσκάκη για τα play offs του Europa League, κάνοντας το 1-0 και το 2-1 κόντρα στη Λαμία στη Φθιώτιδα, ενώ ο Λάζαρος Χριστοδουλόπουλος χάρισε «τρίποντο» στο ματς με τον Λεβαδειακό στο Φάληρο στην πρεμιέρα της Super League.
Από κόρνερ (είτε με απευθείας εκτέλεση ή με κομπίνα όπως κόντρα στη Μίλαν) ο Ολυμπιακός «γέννησε» πέντε γκολ, με τον Κώστα Φορτούνη να είναι μέσα στις τέσσερις φάσεις, σερβίροντας σε πρώτο ή σε δεύτερο χρόνο και ο Τσιμίκας, με τον Ποντένσε και τον Ναουέλ είχαν κι αυτοί συμμετοχή σε άλλα τέρματα. Οι τρεις εκτελέσεις φάουλ που «έχτισαν» γκολ των Πειραιωτών ήταν του διεθνή μεσοεπιθετικού και πάλι.
Ο Φορτούνης από τη μια, ο Τουρέ από την άλλη
Το… ζενίθ και το ναδίρ του Ολυμπιακού. Αναμφίβολα, ο κορυφαίος παίκτης του Ολυμπιακού στη σεζόν που ολοκληρώθηκε, όπως σωστά αποτυπώνεται και μέσω των αριθμών, ήταν ο Κώστας Φορτούνης. Είχε συμμετοχή σε πολλά γκολ της ομάδας του και δήλωσε πολλές «παρών» στις δύσκολες στιγμές, τραβώντας το… κάρο από τη λάσπη. Τέτοιος θα μπορούσε να είναι (και) φέτος στους «ερυθρόλευκους» ο Γιάγια Τουρέ ή τέλος πάντων αποκτήθηκε για να το κάνει. Δίχως σε ΚΑΜΙΑ περίπτωση να γίνεται σύγκριση ανάμεσα στους παίκτες σε ό,τι αφορά το επίπεδό τους ή την ποιότητά τους.
*Η αναγέννηση του Φορτούνη
Έπειτα από μια πολύ παράξενη σεζόν (2017-18), στην οποία ολόκληρη η ομάδα δεν λειτούργησε καλά και όχι μόνο οι προσωπικές του επιδόσεις, ο Κώστας Φορτούνης, κλήθηκε να δείξει πράγματα και να αποδείξει ότι μπορεί να αποτελέσει και πάλι σημείο αναφοράς για την ομάδα του. Αμφισβητήθηκε έντονα πέρυσι και κλήθηκε (κακά τα ψέματα) να κερδίσει και πάλι την εμπιστοσύνη του κόσμου, αφού είχε θεωρητικά του συλλόγου που έδειξε να χτίζει μια ομάδα πάνω του.
Το αποτέλεσμα; Πραγματοποίησε μια εξαιρετική χρονιά (δεν είναι υπερβολή να ειπωθεί ότι έκανε την καλύτερή του) υπό τις οδηγίες του Πέδρο Μαρτίνς που κατάφερε να του βγάλει ένα πολύ καλό πρόσωπο, «κουβάλησε» τους Πειραιώτες σε πολλά παιχνίδια και αυτό δεν το λένε μόνο οι αριθμοί, διότι στο σύστημα αξιολόγησης της Super League τα… έσπασε, όντας κορυφαίος με 0.321. Το καλύτερο μακράν από συμπαίκτες και αντιπάλους. Το δείχνει η γενικότερη εικόνα του και το γεγονός ότι στις αναμετρήσεις που δεν αγωνίστηκε ή που δεν «τράβηξε», συνήθως δεν ήταν καλά και ο Ολυμπιακός.
Αλλά επειδή μας αρέσουν κι οι αριθμοί… Ο Τρικαλινός άσος έχει φέτος σε 39 αναμετρήσεις 15 γκολ και 9 ασίστ, ενώ… σέρβιρε ακόμη επτά που δεν έγιναν γκολ (assists without goal όπως λένε οι στατιστικές υπηρεσίες), κάνοντας σεζόν ανάλογη με το 2015-16, όπου με έναν άλλο Πορτογάλο (Μάρκο Σίλβα) στον πάγκο, αγωνίστηκε σε 39 ματς, πέτυχε 21 γκολ και έβγαλε 12 ασίστ συν 4 assists without goal. Σίγουρα, αυτή η μεταμόρφωση του Φορτούνη φέρει και την υπογραφή Πέδρο Μαρτίνς, που μπόρεσε να πάρει πολλά πράγματα από τον Έλληνα άσο.
*Απογοήτευση με Τουρέ
Η μεγαλύτερη καλοκαιρινή οικονομική επένδυση (συμβόλαιο που προέβλεπε περίπου 2,2 εκατ. ευρώ ετησίως) του Ολυμπιακού σε ό,τι αφορά μόνο τις απολαβές του ποδοσφαιριστή (και όχι το κόστος για αγορά ή δανεισμό από άλλο σύλλογο) ήταν ξεκάθαρα ο Γιάγια Τουρέ. Η επιστροφή του Ιβοριανού μέσου έπειτα από μια εξαιρετικά πετυχημένη… περιπλάνηση σε Premier League, Primera Division και Championnat, συνοδεύτηκε με διθυράμβους και όπως είναι λογικό με πολύ μεγαλύτερο ενθουσιασμό για τους φίλους των «ερυθρόλευκων» σε σχέση με το καλοκαίρι του 2005. Ωστόσο, η συνέχεια δεν ήταν αυτή που προσδοκούσε η ομάδα του Πειραιά και ο κόσμος της (και όχι ανάλογη της πρώτης του θητείας στην Ελλάδα) και η συνεργασία των δύο πλευρών λύθηκε μετά από περίπου τρεις μήνες με τον παίκτη να εισπράττει μέρος των χρημάτων της πρώτης χρονιάς του συμβολαίου του και να αποχωρεί φιλικά.
Φυσικά και η απόκτηση του Τουρέ, που πιθανόν βάσει έμψυχου δυναμικού να ήταν υπερβολική, είχε ρίσκο. Ήταν παίκτης που για ένα ολόκληρο καλοκαίρι πορεύτηκε χωρίς ομάδα, καθώς είχε ολοκληρωθεί δύο μήνες πριν το συμβόλαιό του με τη Σίτι, ήρθε με αρκετά παραπανίσια κιλά και σε ηλικία 35 ετών. Ποιος όμως μπορεί να ξεγράψει έναν παίκτη που μόλις την περασμένη σεζόν βρήκε χώρο σε 17 αναμετρήσεις (10 Premier League, 3 Champions League, 4 Λιγκ Καπ) στο φανταχτερό και πανάκριβο ρόστερ των «Πολιτών» σε άξονα με παίκτες -μεταξύ άλλων- όπως οι Φερναντίνιο, Γκιντογκάν, Νταβίντ Σίλβα, που βρίσκονται σε πολύ πιο παραγωγική φάση της καριέρας τους και σε ένα πρωτάθλημα πολύ πιο δύσκολο και πιο απαιτητικό από το ελληνικό.
Ο Τουρέ πρόλαβε να κάνει 2 συμμετοχές στο Europa League, άλλες τόσες στο πρωτάθλημα και μια στο Κύπελλο. Ουσιαστικά ξεχώρισε με την εμφάνισή του στο πρώτο μέρος με τη Μίλαν στην Ιταλία και από εκεί και πέρα στα λίγα παιχνίδια που χρησιμοποιήθηκε, δεν μπόρεσε να πιάσει ρυθμό, ενώ σε αρκετά βρέθηκε στην… εξέδρα. Μοιραία, όταν μια τέτοια προσθήκη και με το συγκεκριμένο background δεν «πιάνει» και δεν «βγάζει» τα λεφτά που ξοδεύτηκαν γι’ αυτήν, η ευθύνη πέφτει και στον προπονητή. Βεβαίως, δεν είναι παράλογο να πει κάποιος ότι στη συνέχεια δικαιώθηκε ο Πορτογάλος, διότι ο Τουρέ δεν βρήκε ομάδα στη χειμερινή μεταγραφική περίοδο, που, ωστόσο, πάντα είναι πιο περίπλοκη από την καλοκαιρινή.
«Πρόκειται για έναν πολύ ποιοτικό ποδοσφαιριστή που έρχεται με διάθεση να βοηθήσει την ομάδα. Θέλω να συγχαρώ τον πρόεδρο, τη διοίκηση, το τμήμα σκάουτινγκ για τη δουλειά που έχουν κάνει αυτούς τους μήνες για να γεμίσουμε με παίκτες που ταιριάζουν με τα χαρακτηριστικά που ταιριάζουν στην ομάδα. Ένας από αυτούς είναι και ο Τουρέ και ήρθε μετά από 12 χρόνια με πολλή διάθεση να βοηθήσει και να συνεισφέρει», είχε δηλώσει ο Πέδρο Μαρτίνς όταν αποκτήθηκε ο Τουρέ. «Θέλω να του ευχηθώ ό,τι καλύτερο. Είναι ένας εξαιρετικός επαγγελματίας, όποιος έχει συνεργαστεί μαζί του ξέρει πως είναι υποδειγματική η συμπεριφορά του. Ήταν πολύ τυχερός ο Ολυμπιακός που τον είχε εδώ, και την πρώτη φορά και τη δεύτερη. Είναι ένας τεράστιος ποδοσφαιριστής και θέλω να του ευχηθώ τα καλύτερα από εδώ και πέρα», τόνισε μετά το «διαζύγιο» ο προπονητής του Ολυμπιακού.
Ο κόσμος… μίλησε
Ένα ακόμη παράσημο για τη δουλειά του Πέδρο Μαρτίνς είναι η αναγνώριση του κόσμου για την προσπάθεια που έγινε (όχι μόνο από τον Πορτογάλο βέβαια). Σε μια χρονιά, στην οποία ο Ολυμπιακός έμεινε με… άδεια τα χέρια σε ό,τι αφορά τους τίτλους, οι φίλοι του εξέφρασαν ικανοποίηση για αυτό που είδαν στον αγωνιστικό χώρο. Στήριξαν τον 49χρονο τεχνικό (και την υπόλοιπη ομάδα εννοείται), προσέφεραν «ζεστό» χειροκρότημα πολλές φορές και αισθητά λιγότερη γκρίνια (υπήρξε στο ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό) αμφισβήτηση σε σχέση με το 2017-18 και έδωσαν δυναμικό «παρών» στο «Γ. Καραϊσκάκης».
Έχοντας τον καλύτερο μέσο όρο (21.073) εισιτηρίων, κερδίζοντας ακόμη και τον πιο διψασμένο κόσμο του ΠΑΟΚ (18.639) και με βελτιωμένο περίπου κατά 2 χιλιάδες τον μέσο όρο του συγκριτικά με πέρυσι και κατά 3 χιλιάδες συγκριτικά με πρόπερσι που ο Ολυμπιακός πήρε το πρωτάθλημα, ενώ άγγιξε προσέλευση κατά μέσο όρο (21.529) ανάλογη με της τελευταίας σεζόν Βαλβέρδε, που όσο να’ ναι πρόκειται ούτως ή άλλως για τον προπονητή με το μεγαλύτερο έρεισμα στην «ερυθρόλευκη» εξέδρα.
Το ταμείο δείχνει…
Συνεπώς, ο Πέδρο Μαρτίνς, βάσει όλων των συνθηκών κάτω από τις οποίες ανέλαβε το περασμένο καλοκαίρι το συγκεκριμένο project, παρουσίασε ένα καλό έργο συνολικά και δικαίωσε όσους αρχικά τον επέλεξαν και στη συνέχεια τον στήριξαν και στις στραβές στιγμές. Στην πρώτη του αποστολή (είτε ως ποδοσφαιριστής ή ως προπονητής) μακριά από την πατρίδα του, δεν αρίστευσε φυσικά, αλλά πήρε αρκετά καλό βαθμό και σίγουρα πάνω από τη βάση, που θα του επιτρέψει όπως όλα δείχνουν να περάσει στην επόμενη… πίστα. Μπορεί η ομάδα του να μην πέτυχε τους περισσότερους στόχους της, αλλά σίγουρα το αποτέλεσμα που παρουσίασε ο Πορτογάλος τεχνικός είχε αρκετά θετικά, με την πλάστιγγα να γέρνει προς αυτήν την πλευρά, απαριθμώντας τα συν και τα πλην του Ολυμπιακού που έφτιαξε και… σέρβιρε ο 49χρονος τεχνικός. Ελκυστικό ποδόσφαιρο, που είχε λείψει στις τελευταίες σεζόν, που θα μπορούσε να φέρει περισσότερες επιτυχίες αν οι «ερυθρόλευκοι» (για τους λόγους που αναλύθηκαν πιο πάνω) εμφανιζόντουσαν πιο αποτελεσματικοί, με τον ίδιο τον Μαρτίνς να έχει ευθύνη κι αυτός στο συγκεκριμένο κομμάτι.
Καλή χημεία για μια ομάδα που προέβη σε 20 αλλαγές στο ρόστερ της στο ξεκίνημα της σεζόν, συν την καλή παρακαταθήκη που υπάρχει ενόψει της νέας σεζόν και δημιουργεί την εντύπωση ότι με τις κατάλληλες… πινελιές μπορεί να παρουσιαστεί καθαρά αγωνιστικά πιο έτοιμη και ικανότερη για να συνδυάσει όλα αυτά και με την επίτευξη των στόχων της η ομάδα του Πειραιά. Φυσικά, δεν μπορεί κάποιος να… προσπεράσει το γεγονός ότι οι Πειραιώτες εμφανίστηκαν με ελαττωματική (για να μην πούμε πολύ κατώτερη των προσδοκιών) άμυνα σε πολλά ματς και αρκετά από αυτά ήταν ιδιαιτέρως σημαντικά, με τον Μαρτίνς να παίρνει κακό βαθμό (ναι, προφανώς δεν είχε και τα κατάλληλα… υλικά) σε αυτόν τον τομέα. Συν του ότι, όπως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, αυτήν τη φορά τα ελαφρυντικά θα είναι λιγότερα (διότι πλέον ο Πορτογάλος δεν θα είναι νέος στην ομάδα) και η πίστωση χρόνου αισθητά μικρότερη.
Μεγάλη προσφορά από το Pamestoixima.gr: Αγγλικοί εμφύλιοι στους τελικούς Τσάμπιονς Λιγκ και Γιουρόπα Λιγκ σε σούπερ απόδοση*! *Όροι και προϋποθέσεις