Καπνοί από τσιγάρα, κούπες κρασί και ζεϊμπέκικο. Στο πάλκο αντίκρυ η Μπέλλου. Δίπλα της πότε ο Τσιτσάνης και πότε ο Παπαϊωάννου. Μπουζούκια της Ελλάδας του ’50, με φτώχεια στην τσέπη, αλλά πλούτο στην καρδιά.
Είναι η περίοδος που γράφονται και μερικά από τα σημαντικότερα τραγούδια, φυσικά ρεμπέτικα και λαϊκά. «Συννεφιασμένη Κυριακή», «Μην μου ξαναφύγεις πια, μάγκα μου», «Σαν απόκληρος γυρίζω», «Άνοιξε, άνοιξε» κ.ά.
Και ποια τα ερμηνεύει ; Μα, ποια άλλη, εκτός από την Σωτηρία Μπέλλου. Σκληρή και μπάσα η φωνή της, όπως και η ζωή της.
Τα πρώτα της χρόνια τα περνάει στο χωριό Δροσιά έξω από τη Χαλκίδα. Ερωτεύεται και παντρεύεται αν και ανήλικη, κόντρα στις επιθυμίες των γονιών της.
Ο άντρας της μέθυσος και βάναυσος. Σε έναν ξυλοδαρμό της, η Σωτηρία του ρίχνει βιτριόλι στο πρόσωπό του. Συλλαμβάνεται και καταδικάζεται να μείνει τρία χρόνια στη φυλακή.
Τελικώς κάθεται πίσω από τα κάγκελα μόνο τέσσερις μήνες. Μετά την αποφυλάκισή της αποφασίζει να πάει στην Αθήνα.
Είμαστε στα 1940, πόλεμος, κατοχή, αντίσταση. Πιάνεται από τους Γερμανούς, βασανίζεται και φυλακίζεται.
Μετά την απελευθέρωση το 1944, έρχεται ο εμφύλιος. Και εκεί παίρνει τα βουνά με τους αντάρτες. Ακολουθεί η ήττα και οι διώξεις. Τότε είναι που η Μπέλλου γνωρίζεται με τον Βασίλη Τσιτσάνη.
Εκείνος γράφει το «Κάποια μάνα αναστενάζει» και το λέει η Σωτηρία.
Με την «Συννεφιασμένη Κυριακή», όμως, καθιερώνεται η Μπέλλου ως κορυφαία λαϊκή τραγουδίστρια.
Ήδη έχει ανοίξει ο δρόμος και για άλλες συνεργασίες, όπως με τον Γιάννη Παπαϊωάννου («Πριν το χάραμα»), και τον Απόστολο Καλδάρα («Είπα να σβήσω τα παλιά»).
Ύστερα από μία κάμψη 1960-1965, η επόμενη χρονιά είναι αφετηρία μίας δεύτερης μεγάλης καριέρας.
Η Μπέλλου κερδίζει ξανά τη θέση της κορυφαίας λαϊκής ερμηνεύτριας, χάρις σε συνεργασίες της με σύγχρονους έντεχνους συνθέτες όπως ο Διονύσης Σαββόπουλος («Ζεϊμππέκικο»), ο Ηλίας Ανδριόπουλος («Μην κλαις»), ο Δήμος Μούτσης («Δεν λες κουβέντα»).
Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’80, εξακολουθεί να συνεργάζεται με τους σημαντικότερους Έλληνες δημιουργούς, εμφανίζεται σε συναυλίες και συνεχίζει τις ηχογραφήσεις.
Τον Μάρτιο του 1993 αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα υγείας. Γίνεται γνωστό ότι πάσχει από καρκίνο του φάρυγγα. Χάνει τη φωνή της, και στις 27 Αυγούστου 1997 αφήνει την τελευταία της πνοή στο νοσοκομείο Μεταξά.
Παρακαταθήκη της Μπέλλου τα τραγούδια της. Ερμηνευμένα με το «αίμα της καρδιάς» μίας γνήσια περήφανης και μάγκικης ψυχής, όπως ήταν η Σωτηρία Μπέλλου.
«Νταλίκα»
Ζόρικος κρεμανταλάς ο καιρός που κουβαλάς,
η ζωή σου μια νταλίκα με μπαγάζια και με ΙΚΑ.
Τώρα απόχτησες καβούκι και αμάξι σπορ μοντέλο
τώρα σκάλωσες στο λούκι κι είσ' αλλιώτικο καπέλο.
Η ζωή σου ντούμπλε-φας, μέσα κι έξω τη φοράς,
η καρδούλα σου γκαζιέρα δίχως γκάζι και αγέρα.
Μες στο κόλπο είσαι χωμένος και γλυτώνεις παρά τρίχα,
τώρα είσαι βολεμένος και σου κόψανε το βήχα.
Κι αν θυμάσαι τα παλιά, ψέματα και μπλα μπλα μπλα,
η μαγκιά σου ναφθαλίνη με κασμίρι και λουστρίνι.
Τώρα κάνεις μαύρη πλάκα κι όλο τρως απ' την κουτάλα,
τώρα μάγκωσε η φάκα και σε κλείσανε στη γυάλα.
Μουσική / Στίχοι: Δ.Μούτσης / Κ.Τριπολίτης
Από τον δίσκο "Φράγμα" - 1981
Ανδρέας Μορφόπουλος