Ενώπιον της 18ης ανακρίτριας απολογείται σήμερα ο ποινικολόγος που κατηγορείται για βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη σε βάρος της συζύγου του, κατηγορία που αποδόθηκε αυτεπάγγελτα από τον Εισαγγελέα μετά τη σύλληψή του για ενδοοικογενειακή βία.
Ο δικηγόρος συνελήφθη, μετά τη γνωστοποίηση του περιστατικού στις αρχές από γιατρό ιδιωτικής κλινικής που κλήθηκε να περιθάλψει τη σοβαρά τραυματισμένη γυναίκα, όταν μαζί με τον σύζυγό της πήγαν στα επείγοντα τα ξημερώματα της Κυριακής.
Το ζευγάρι φέρεται να ισχυρίστηκε πως τα τραύματα της γυναίκας προήλθαν από πτώση της στη σκάλα του σπιτιού τους, εκδοχή ωστόσο που φαίνεται να μην προέκυπτε από τα τραύματα που έφερε η γυναίκα, τα οποία υποδείκνυαν ανθρώπινη ενέργεια.
Ο δικηγόρος παρέμεινε υπό κράτηση το βράδυ και λίγο πριν τις οκτώ το πρωί οδηγήθηκε στα δικαστήρια της πρώην σχολής Ευελπίδων.
Όπως επισήμανε στον ΣΚΑΪ η Ιωάννα Μάνδρου, πρόκειται για μια σοφή διάταξη, δεδομένου ότι το θύμα διστάζει να μιλήσει. Πλέον, κάθε τέτοια υπόθεση δεν στηρίζεται στη μαρτυρία του θύματος, αλλά στην ιατροδικαστική έκθεση, πράγμα που αποδεικνύει ότι ο νόμος έχει αυστηριοποιηθεί, διαφοροποιώντας τον μώλωπα από το κάταγμα. Μάλιστα, δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο προφυλάκισης του γνωστού ποινικολόγου, με τους βαρύτατους περιοριστικούς όρους να συγκεντρώνουν αρκετές πιθανότητες.
Αξίζει να αναφερθεί, ακόμη, ότι η γυναίκα ζήτησε panic button, κατασχέθηκαν τα όπλα του ποινικολόγου, ενώ έχει επιβεβαιωθεί ότι έχει υπάρξει προγενέστερη μήνυση για περιστατικό κακοποίησης εκ μέρους του συγκεκριμένου ποινικολόγου.
Ο νέος νόμος
Η νεοπαγής διάταξη υποχρεώνει του ιατρούς να ειδοποιούν τις αρχές, όταν κατά την εξέταση διαπιστώνουν ευρήματα που παραπέμπουν σε ενδοοικογενειακή βία, ανεξαρτήτως με το τι δηλώνει το θύμα.
Παράλληλα με την θέσπιση υποχρέωσης καταγγελίας ο νόμος θωρακίζει τους ιατρούς και λοιπούς επαγγελματίες (λ.χ παιδαγωγούς, εκπαιδευτικούς, ψυχολόγους) που καταγγέλλουν περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας που υποπίπτουν στην αντίληψή τους, με σχετικό ακαταδίωκτο σε εκδικητικές σε βάρος μηνύσεις των δραστών, αλλά και αποφυγή της ταλαιπωρίας να καταθέσουν ως μάρτυρες στο ακροατήριο κατά την εκδίκαση της υπόθεσης. (εκτός αν το δικαστήριο κρίνει απολύτως αναγκαία τη κατάθεση τους με φυσική παρουσία και δεν αρκεί η ανάγνωση της αναφοράς τους).
Το νέο άρθρο 23 του ν.3500/2006 όπως διαμορφώθηκε με το νόμο Φλωρίδη 5090/2024 και η αντίστοιχη αιτιολογική του έχουν ως εξής:
Άρθρο 130
«Άρθρο 23
Υποχρεώσεις των επαγγελματιών
1. Παιδαγωγός, εκπαιδευτικός, μέλος του ειδικού εκπαιδευτικού προσωπικού ή του ειδικού βοηθητικού προσωπικού της πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, κοινωνικός λειτουργός, ψυχολόγος, επιμελητής, προπονητής ή γιατρός που παρέχει τις υπηρεσίες του σε ανήλικο, ο οποίος κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του πληροφορείται ή διαπιστώνει με οποιονδήποτε τρόπο, ότι έχει διαπραχθεί σε βάρος ανηλίκου έγκλημα ενδο-οικογενειακής βίας, υποχρεούται να το αναφέρει αμελλητί στις αρμόδιες διωκτικές αρχές. Την ίδια υποχρέωση έχει ιατρός που με βάση σοβαρά αντικειμενικά ευρήματα της ιατρικής εξέτασης διαπιστώνει ότι έχει διαπραχθεί σε βάρος ενηλίκου έγκλημα ενδοοικογενειακής βίας.
2. Τα πρόσωπα της παρ. 1, που προβαίνουν σε αναφορά εγκλήματος ενδοοικογενειακής βίας δεν εγκαλούνται, δεν ενάγονται, δεν διώκονται πειθαρχικά, δεν απολύονται, ούτε υφίστανται άλλου είδους κυρώσεις ή δυσμενή μεταχείριση, για το περιστατικό που ανέφεραν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, παρά μόνο εάν προέβη-σαν εν γνώσει τους σε αναληθή αναφορά.
2. Α. Τα πρόσωπα της παρ. 1 καλούνται να εξετασθούν ως μάρτυρες κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο, μόνο αν το έγκλημα ενδοοικογενειακής βίας δεν αποδεικνύεται με οποιοδήποτε άλλο αποδεικτικό μέσο.
Πηγή: skai.gr