Ο Σπύρος Χρυσικόπουλος, ο 27χρονος υπεραθλητής που τον περασμένο Οκτώβριο αποφάσισε να κάνει κάτι εξωφρενικό, σχεδόν τρελό! Να διανύσει απόσταση 140 χιλιομέτρων στη θάλασσα κολυμπώντας από τη Ρόδο μέχρι το Καστελλόριζο. Το ότι εγκατέλειψε -στα 104 χιλιόμετρα-, λόγω κυρίως των αδιανόητων καιρικών συνθηκών, ελάχιστη σημασία έχει. Aλλά δεν σταμάτησε εκεί. Τον Φεβρουάριο του 2019, συντροφιά με την Ινώ Στεφανή, έτρεξαν 150 χιλιόμετρα σε 40 ώρες στο Ροβανιέμι σε θερμοκρασίες που εμείς συναντάμε μόνο στην κατάψυξή μας.
-Πότε αποφάσισες ότι θες να ασχοληθείς με την υπέρ-κολύμβηση;
«Μπήκε στο μυαλό μου από πολύ μικρή ηλικία, περίπου 13 ετών, όταν ήμουν απλά ένας κολυμβητής πισίνας. Όταν τελείωσα τις σπουδές μου στα ΤΕΦΑΑ των Τρικάλων σε ηλικία 22 ετών, επέστρεψα στην Αθήνα και ασχολήθηκα με το τρίαθλο ενώ έπαιρνα μέρος και σε κολυμβητικούς αγώνες 5-10 χιλιομέτρων στο openwater. Γνώριζα, ωστόσο, ότι το τρίαθλο έχει ημερομηνία λήξης, οπότε μετά από τρία χρόνια αποφάσισα να ξεκινήσω το Ultra Swimming, κάνοντας μεγάλες προπονήσεις στην πισίνα και στη θάλασσα. Είχα ήδη μεγάλη εξοικείωση με το νερό, συνεπώς η μετάβαση ήταν εύκολη».
-Τι σκέφτεται το μυαλό τη στιγμή που κολυμπάς τόσες ώρες μόνος στη θάλασσα;
«Το κυριότερο είναι ότι ζεις τη στιγμή και ο χρόνος έχει άλλη υπόσταση, κυλάει σε διαφορετική διάσταση. Επίσης, σκέφτεσαι κι άλλα πράγματα για να ξεφύγει λίγο το μυαλό, όπως μια παλιότερη προπόνηση ή μια ιστορία απ' τα παιδικά σου χρόνια. Τότε πρέπει να μην “χαλάσει” το κολύμπι σου αλλά να συνεχίσεις με τον ίδιο ρυθμό. Ακόμα κι αν φύγει το μυαλό ή σκέφτεσαι κάτι άλλο, το σώμα πρέπει να συνεχίζει να κολυμπάει και επανέρχεσαι».
-Η απόφαση να κάνεις τη συγκεκριμένη διαδρομή Ρόδος-Καστελόριζο πώς προέκυψε;
«Από ηλικία 4-5 χρονών, πριν καν αρχίσω να διαβάζω, μάθαινα γεωγραφία και θυμάμαι να παίρνω χάρτες και. Δεν μου άρεσε που έβλεπα το χάρτη της Ελλάδας και δεν ήταν μέσα το Καστελλόριζο. Κάποιοι χάρτες το έβαζαν σε ένα κουτάκι και το τραβούσαν πιο κοντά προς την υπόλοιπη Ελλάδα ή το έβαζαν απ' την πλευρά του Ιονίου. Δεν μου άρεσε καθόλου, οπότε ήθελα να τονίσω τη σημαντικότητα γενικά των ακριτικών νησιών και συγκεκριμένα του Καστελλόριζου και να γίνει λίγο πιο γνωστό, λόγω της γεωγραφικής του θέσης».
-Ποια ήταν η αντίδραση της οικογένειάς σου όταν της το ανακοίνωσες;
«Η μητέρα μου οδηγούσε την ώρα που της το είπα. Πήγε να της φύγει το τιμόνι απ' τα χέρια (γέλια). Αλλά με έχουν μάθει, ξέρουν ότι κάνω τέτοια πράγματα και της φάνηκε φυσιολογικό μετά. Ξεκίνησε να με στηρίζει, όπως κι ο αδερφός μου. Ο πατέρας μου, παρόλο που ήταν χρόνια στη θάλασσα και ασχολιόταν με φουσκωτά, μου έλεγε για τους κινδύνους. Ωστόσο, του απαντούσα ότι δε με σταματάει τίποτα. Είναι σημαντικό να σε στηρίζει η οικογένειά σου, όμως ακόμη και στην αντίθετη περίπτωση που δε συμβαίνει αυτό, σε πεισμώνει».
-Ποιες εικόνες σου έρχονται πιο έντονα στο μυαλό από τη διαδρομή;
«Κάθε φορά που μου γίνεται αυτή η ερώτηση, θυμάμαι και διαφορετικά πράγματα. Τόσο καλές όσο και κακές στιγμές, με τις δεύτερες δυναμώνω. Τη στιγμή που ξεκινούσα, πάνω στο πλήρωμα βρισκόταν ο αδερφός μου και οι κοντινοί μου φίλοι που έφτασαν στο σημείο να μου δίνουν μέχρι και φαγητό στο στόμα. Ακόμη, το σκάφος, το οποίο είχε επάνω μια μεγάλη ελληνική σημαία. Κάποιες φορές, μάλιστα, τυλιγόταν γύρω γύρω και τους έλεγα να την ξετυλίξουν γιατί πρώτον μου άρεσε να την βλέπω να ανεμίζει και δεύτερον για να βλέπω προς τα που φυσάει ο αέρας ώστε να καταλαβαίνω αν τα καυσαέρια του σκάφους έρχονται πάνω μου. Γενικά, έχω συνέχεια μέσα μου μια εικόνα ότι πάλευα, ότι δε μπορούσα να κολυμπήσω με τόσο δύσκολο καιρό...Θυμάμαι την εικόνα ότι με δάγκωνε ένα ψάρι, δεν το είδα ποτέ γιατί ήταν βράδυ αλλά είχα κάποιες δαγκωνιές στο πόδι και στα χέρια...Δυστυχώς, θυμάμαι και τη στιγμή της εγκατάλειψης που ήταν πολύ άσχημη εκείνη την ώρα».
-Σου το έλεγαν από το σκάφος να εγκαταλείψεις ή ήταν προσωπική σου απόφαση;
«Το έβλεπα από το πλήρωμα με τη στάση του σώματος. Είχα πει πως ήθελα να το κάνω με τους κανονισμούς του Open Water που δεν έχεις καμία επαφή με το σκάφος. Απ’ τη στιγμή που κρατήθηκα, ακύρωσα τον εαυτό μου. Έλεγα πως αν συνεχίσω και τερματίσω, παρότι ήξερα ότι αυτό δε γίνεται με τέτοιο καιρό, θα γνώριζα πως έχω “κλέψει”. Ακόμη και τη στιγμή που ανέβηκα στο σκάφος και έκανα εμετούς, τους είπα να βάλω μία δεύτερη στολή από πάνω για να ζεσταθώ λίγο και να ξαναβουτήξω. Τότε σκέφτηκα ότι δεν ήθελα να το κάνω έτσι, ήθελα να κάνω το Ρόδος-Καστελλόριζο χωρίς καμία βοήθεια».
-Το εγχείρημα στο Ροβανιέμι πώς προέκυψε; Το κίνητρο ήταν αποκλειστικά η πρόκληση;
«Όλοι έλεγαν πως απ’ τη στιγμή που το στοιχείο μου είναι το νερό, ήταν πολύ πιο εύκολο να κάνω τέτοιες αποστάσεις στη θάλασσα. Αυτό με εξίταρε και ήθελα να κάνω κάτι που ήταν ακόμη πιο δύσκολο γιατί δεν ξέρω να τρέχω τόσο καλά όσο να κολυμπάω. Μετά το Καστελόριζο, λοιπόν, προέκυψε το Ροβανιέμι. Έμαθα την ιστορία από Έλληνες που είχαν πάει το 2018 και πήγα φέτος. Λόγω ενός τραυματισμού που είχα στο πόδι, πόνεσα πάρα πολύ. Στο Ροβανιέμι, ήμασταν σε θερμοκρασία -20,-25 βαθμών, ό,τι έμενε ακάλυπτο στο σώμα μας, πάγωνε. Είχε άλλη δυσκολία, έφτανες σε σημείο να ζαλίζεσαι και να πέφτεις κάτω».
-Το γεγονός ότι στο Ροβανιέμι ήταν μαζί σου και η Ινώ Στεφανή, είχε θετικό ή αρνητικό αντίκτυπο;
«Θετικό γιατί κάθε φορά που έπεφτα ψυχολογικά ή κουραζόταν ο οργανισμός μου, έβλεπα την Ινώ και ανέβαζα ρυθμό. Αντίστοιχα, όταν η Ινώ δεν ήταν πολύ καλά, έπαιρνα εγώ το ρόλο του εμψυχωτή. Θυμάμαι πως όταν είχαμε διανύσει περίπου 80 χιλιόμετρα, της μιλούσα και καταλάβαινα πως δε με άκουγε. Όταν, εν τέλει, επικοινωνήσαμε, μου είπε πως δεν άκουγε καλά και της είπα πως ήταν φυσιολογικό. Στα τελευταία 30 χιλιόμετρα, ό,τι κίνηση κι αν έκανα, σε όποιο σημείο και να ήμασταν, τα θυμάμαι όλα καρέ-καρέ. Είχε επηρεαστεί η όρασή μου. Ένιωθα σαν να βρίσκομαι μέσα σε όνειρο εκείνη την ώρα. Στο Ροβανιέμι, έζησα μία ακόμη μοναδική εμπειρία που δεν μπορείς να την νιώσεις εάν δεν φτάσεις τον οργανισμό σου στα άκρα. Ήταν σαν παραισθήσεις»!
-Στο ιδιαίτερο αγώνισμα που υπηρετείς, έχεις την οποιαδήποτε στήριξη της Πολιτείας ή νιώθεις παραγκωνισμένος επειδή δεν είναι άθλημα ανταγωνισμού ή Ολυμπιακό;
«Κανείς από την Πολιτεία δε γνώριζε ότι πήγαινα να “ενώσω” την Ελλάδα με το Καστελλόριζο ενώ οι όποιες χορηγίες ήρθαν από προσωπική προσπάθεια. Και πάλι όμως δεν πρέπει να βάλεις τον εαυτό σου να σκέφτεται ότι είσαι παραγκωνισμένος γιατί αν κάτσεις να τα σκεφτείς, αναλώνεσαι εκεί. Στο μυαλό μου ήταν μόνο το Ρόδος-Καστελόριζο, όσες κι αν ήταν οι δυσκολίες. Ωστόσο, ούτε τα Ολυμπιακά αθλήματα έχουν τη στήριξη που χρειάζεται. Είμαι βέβαια άνθρωπος που πιστεύω ότι πολλοί αθλητές αν τα είχαν όλα ρόδινα, μπορεί να μην έφταναν στο σημείο αυτό. Κάποιες φορές μέσα απ' τις δυσκολίες βγαίνουν πρωταθλητές».
-Υπάρχει ένα όνειρο που αν το υλοποιήσεις, θα πεις 'τέλος';
«Δε σου κρύβω ότι το όνειρό μου είναι το παγκόσμιο ρεκόρ στο UltraSwimming. Το τωρινό ανήκει σε έναν Κροάτη αθλητή και είναι 220 χιλιόμετρα., όπως είναι καταγεγραμμένο στα ρεκόρ Γκίνες. Είναι πολύ δύσκολο να πω τέλος. Πάντα θα υπάρχει κάτι διαφορετικό να πραγματοποιήσω, ακόμα και να φτάσω στο Έβερεστ».
-Ποια είναι η άποψή σου για τους Έλληνες δημοσιογράφους; Υπάρχει κάτι που θα άλλαζες στη δημοσιογραφία;
«Σε όλα τα επαγγέλματα υπάρχουν καλοί και κακοί. Είχα εμπειρίες με δημοσιογράφους που απλά ήθελαν να γεμίσουν το θέμα τους και με δημοσιογράφους που μιλούσαμε, ακόμη κι εκτός αέρα και έδειχναν αληθινό ενδιαφέρον. Το παράπονό μου είναι ότι δε προβάλλονται επιτυχίες από πολλά αθλήματα, όπως το κολύμπι ή ο μηχανοκίνητος αθλητισμός. Όταν έκανα προπονήσεις και ήμουν σε σημείο που έκανα εμετό μέσα στη θάλασσα, αυτό που ερχόταν στο μυαλό μου εκείνη την ώρα ήταν η ιστορία του Νίκι Λάουντα. Μετά το άσχημο τρακάρισμα που είχε, ενώ ήταν στο νοσοκομείο και του έβγαζαν υγρό από τον πνεύμονα, προέτρεπε τους γιατρούς να συνεχίσουν τη θεραπεία ώστε να τρέξει στον επόμενο αγώνα. Απ’ αυτό αντλούσα δύναμη. Τέτοιες προσωπικότητες δε βρίσκονται μόνο στο ποδόσφαιρο και τα νέα παιδιά οφείλουν να έρχονται σε επαφή με τέτοιες ιστορίες».
-Εκτός από τον Νίκι Λάουντα, υπήρξε κάποιο άλλο πρότυπο αθλητή στην παιδική σου ηλικία;
«Ο Άιρτον Σένα. Με συγκινούσαν από παλιά αθλητικές ιστορίες ανθρώπων που κατάφερναν πράγματα ενώ στην αρχή δεν τους πίστευε κανείς. Επίσης, o Γιάννης Κούρος. Τον θεωρώ τον μεγαλύτερο δρομέα όλων των εποχών, αυτά που έχει κάνει είναι μοναδικά, έχει κάνει ρεκόρ που δεν θα σπάσουν ποτέ.Τέλος, ένα ακόμη πρότυπο από την παιδική μου ηλικία είναι ο Έντμουντ Χίλαρι, ο πρώτος άνθρωπος που ανέβηκε στην κορυφή του Έβερεστ».
-Κλείνοντας, πώς φαντάζεσαι τον εαυτό σου σε μεγαλύτερη ηλικία; Θα ήθελες να συνεχίσεις να ασχολείσαι με τα Ultra Sports;
«Εννοείται πως δε θα σταματήσω ποτέ να κολυμπάω. Αν είμαι σε κατάσταση, στα 50-55 μου να τρέχω τόσο μεγάλες αποστάσεις ή να κολυμπάω, δεν το γνωρίζω. Έχω σκεφτεί, όμως, πως η καθημερινότητά μου θα εμπεριέχει προπόνηση. Μπορεί να έχω χαμηλότερους στόχους, για παράδειγμα 40 ή 50 χιλιόμετρα, αλλά προπόνηση θα κάνω».
Κωνσταντίνος Ιατρίδης ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube