Ενθουσιασμένος για όσα βιώνει με τη φανέλα του Παναθηναϊκού και αποφασισμένος να πανηγυρίσει κι άλλες επιτυχίες μαζί του εμφανίστηκε ο Μπαρτ Σένκεφελντ.
Σε συνέντευξή του στην ολλανδική εφημερίδα «AD» ο στόπερ των «πράσινων» μίλησε για τα… ακραία συναισθήματα που ζει ο κόσμος το ποδόσφαιρο στην Ελλάδα και την τεράστια αγάπη που εισπράττει από τους φίλους της ομάδας.
Τόνισε λοιπόν ότι δεν θα μπορούσε να υπάρξει μεγαλύτερη ανταμοιβή γι’ αυτούς από την κατάκτηση του πρωταθλήματος (μετά το περσινό Κύπελλο).
Αναλυτικά η συνέντευξη του Σένκεφελντ
«Από τη Φέγενορντ, μέσω Αυστραλίας, στη ζωή σαν Έλληνας θεός: O Μπαρτ Σένκεφελντ είχε προβλήματα τραυματισμών στην Ολλανδία, αλλά τα ξεπέρασε και άκμασε στο εξωτερικό.
Το παρατήρησε αμέσως μετά την κατάκτηση του Κυπέλλου με τον Παναθηναϊκό το περασμένο καλοκαίρι. Φυσικά, ο κόσμος στον δρόμο τον αναγνωρίζει μετά από τέσσερα χρόνια που παίζει ποδόσφαιρο στην κορυφαία ομάδα της Αθήνας. Αλλά τώρα είναι ακόμα πιο ενθουσιασμένοι, με την προοπτική του πρωταθλήματος αμέσως μετά το Κύπελλο μετά από οκτώ χρόνια.
“Όλο το καλοκαίρι οι παίκτες του Παναθηναϊκού ήμασταν σαν ένα είδος θεού για αυτούς τους ανθρώπους”, θυμάται ο Σένκεφελντ.
Μία ζωή σαν Έλληνας θεός, ήταν ίσως το τελευταίο πράγμα που θα μπορούσε να περιμένει όταν έφυγε από την Ολλανδία το 2017. Έπαιξε σε Φέγενορντ, Εξέλσιορ, Χέρακλες και Τσβόλε τα προηγούμενα χρόνια, αλλά ποτέ δεν μπόρεσε να έχει σταθερότητα λόγω τραυματισμών.
Και η μετακόμιση στη Μέλμπουρν Σίτι; Ήταν κυρίως για την περιπέτεια και για την αποκατάσταση του σώματός του απ’ ένα πιο εξειδικευμένο ιατρικό προσωπικό που είχαν εκεί.
Κι όμως, στην πράξη αποδείχθηκε ότι αποτέλεσε τη βάση για την καριέρα που έχει πλέον ο Σένκεφελντ. Ο Ολλανδός κεντρικός αμυντικός τα πήγε πολύ καλά στη Μελβούρνη. Έμεινε χωρίς τραυματισμούς, έκανε δύο σεζόν με την κορυφαία ομάδα στην Αυστραλία και τράβηξε την προσοχή του Παναθηναϊκού.
“Δεν είδα ποτέ ένα τέτοιο βήμα να έρχεται. Αλλά όταν ήρθε σκέφτηκα ότι ήταν ένα ωραίο βήμα προς τα μπροστά. Ήταν μία λογική επιλογή για μένα”.
Ο Σένκεφελντ αγωνίζεται εδώ και τέσσερις σεζόν στον 20 φορές πρωταθλητή Ελλάδας, με τον οποίο κατέκτησε πέρυσι το Κύπελλο. Αυτή τη σεζόν φόρεσε αρκετές φορές ακόμη και το περιβραχιόνιο του αρχηγού.
“Το πιο σημαντικό είναι ότι έχω παραμείνει σε φόρμα όλο αυτό το διάστημα. Ένιωσα ότι μπορούσα να συμβαδίσω γρήγορα με το επίπεδο του πρωταθλήματος. Απλώς κάνω αυτά που ξέρω μέσα στο γήπεδο, αν και το ελληνικό ποδόσφαιρο εμπεριέχει κι αρκετό συναίσθημα”.
Του αρέσει και κρυφά το δεύτερο. Έχει παίξει ήδη αμέτρητα ντέρμπι, στα οποία έζησε τα πιο τρελά πράγματα. “Είναι τρελό αυτό που γίνεται σ’ αυτά τα ματς. Δεν υπάρχουν εκτός έδρας οπαδοί γιατί διαφορετικά θα τραβήξουν ο ένας το κεφάλι του άλλου! Το ποδόσφαιρο είναι διέξοδος για τους ανθρώπους. Η ζωή τους σε μια τσιμεντένια ζούγκλα όπως η Αθήνα δεν είναι πάντα εύκολη”.
Όταν ο Σένκεφελντ σκέφτεται ένα “τρελοκομείο”, στο μυαλό του έρχεται ο τελικός Κυπέλλου της περσινής σεζόν με τον ΠΑΟΚ. “Οι εξέδρες χωρίστηκαν στη μέση, οι δικοί μας στην μία πλευρά, του ΠΑΟΚ στην άλλη. Ακόμη και πριν αρχίσει το ματς, έπεσαν δακρυγόνα και όλοι έπρεπε να τραπούν σε φυγή. Αργότερα κάναμε το 1-0 και ένας συμπαίκτης μου χτυπήθηκε με πέτρα. Ναι, όσον αφορά την ασφάλεια, τα πράγματα είναι ξεκάθαρο ότι μπορούν να βελτιωθούν…”.
Αυτό όμως δεν αλλάζει το γεγονός ότι ο Σένκεφελντ περνάει καλά στην Αθήνα, όπου ζει σε ένα προάστιο.
“Η Αθήνα είναι μία όμορφη πόλη, παρότι επισκέπτομαι την Ακρόπολη ή τον ναό του Ποσειδώνα μόνο όταν υπάρχει εδώ η οικογένεια μου. Ο καιρός είναι πάντα καλός και μπορώ να περπατήσω στην παραλία σε ελάχιστο χρόνο. Η ζωή γίνεται έξω εδώ και τα εστιατόρια είναι ανοιχτά μέχρι αργά. Πρέπει ακόμα να πληρώσω εκεί; Όχι πάντα πια, χαχαχα…”.
Θα βελτιωθεί ακόμα περισσότερο εάν βοηθήσει τον Παναθηναϊκό να κατακτήσει τον τίτλο του πρωταθλητή μετά από δεκατρία χρόνια. Οι πράσινοι είναι πρώτοι, μπροστά από ομάδες όπως η ΑΕΚ και ο Ολυμπιακός, όπου μεταξύ άλλων αγωνίζεται ο πρώην παίκτης της Ρεάλ Μαδρίτης, Χάμες Ροντρίγκες. “Ο δρόμος είναι πραγματικά μακρύς”, λέει ο Σένκεφελντ.
“Ο ανταγωνισμός χωρίζεται πλέον σε ένα top 6 ομάδων, μετά το οποίο παίζουμε άλλους δέκα τελευταίους αγώνες. Αυτό θα είναι βαρύ. Αλλά ο τίτλος θα ήταν κάτι το υπέροχο. Μία μεγάλη ανταπόδοση για τον κόσμο. Πόσο ωραία θα ήταν, αν επιστρέψω εδώ αργότερα, κι ο κόσμος με θυμάται ως πρωταθλητή”».