Ο Ροντινέι ήταν ένας εκ των βασικών συντελεστών στην πορεία του Ολυμπιακού μέχρι την κατάκτηση του Conference League, κάνοντας εξαιρετικές εμφανίσεις στο δεξί άκρο της άμυνας, όπου είχε σχεδόν μόνιμη παρουσία.
O Bραζιλιάνος οπισθοφύλακας μίλησε σε τηλεοπτικό δίκτυο της πατρίδας του εφ' όλης της ύλης, αναφερόμενος στην προσαρμογή στην Ελλάδα, στην παρουσία του με τους Πειραιώτες, στη σχέση αγάπης του με τη Φλαμένγκο αλλά και στις φιλοδοξίες του για το μέλλον.
Παράλληλα, δεν παρέλειψε να μοιραστεί και μερικές αστείες ιστορίες από την παραμονή του στη χώρα μας, κυρίως με θέμα τη δυσκολία της συνεννόησης λόγω της γλωσσικής διαφοράς.
Αναλυτικά όσα είπε:
Για τη σεζόν 2023-24: «Ήταν πολύ ξεχωριστή για μένα. Γράψαμε ιστορία στην Ελλάδα, τώρα ήρθε η ώρα να ξεκουραστούμε λίγο, να απολαύσουμε την οικογένεια και τους φίλους και να επιστρέψουμε. Για μένα είναι πολύ σημαντικό. Έχω ήδη δύο σεζόν στον Ολυμπιακό μετά την καλύτερη σεζόν της καριέρας μου, που ήταν το 2022 με τη Φλαμένγκο. Είναι καλό ένας παίκτης να διατηρεί πάντα υψηλό επίπεδο. Αυτή η σεζόν ήταν πολύ ξεχωριστή».
Για την εμπειρία του στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο: «Έχω την αίσθηση ότι άξιζε τον κόπο. Είχα αποθαρρυνθεί για λίγο, σκεπτόμενος ότι η ευκαιρία μου να παίξω στην Ευρώπη δεν θα έρθει ποτέ. Όταν εμφανίστηκε η πρόταση από τον Ολυμπιακό, δεν είχα δεύτερες σκέψεις να φύγω για την Ευρώπη. Ήξερα ήδη ότι ήμουν έτοιμος να ζήσω αυτή τη στιγμή. 100% προετοιμασμένοι, δεν νομίζω ότι είμαστε ποτέ, αλλά ήμουν πολύ συγκεντρωμένος και γι’ αυτό τα αποτελέσματα ήρθαν και τα πράγματα λειτούργησαν στη ζωή μου.
Ήταν ένα όνειρο που είχα για πολύ καιρό, αλλά αυτό το όνειρο είχε σβήσει από τη μνήμη μου, από το ράφι των ονείρων μου. Ήμουν ήδη αρκετά αποθαρρυμένος, σκεπτόμενος ότι δεν θα συνέβαινε ποτέ να παίξω στην Ευρώπη. Το 2022 προετοιμαζόμουν ήδη, ήμουν πιο συγκεντρωμένος και ενεργοποίησα αυτό το όνειρο στο μυαλό μου. Και είπα 'μπορώ ακόμα να παίξω στην Ευρώπη, θα κάνω ακόμα αυτό το όνειρο πραγματικότητα.
Και, δόξα τω Θεώ, έγινε. Οπότε έφτασα καλά προετοιμασμένος, ξέρω ότι η προσαρμογή στην αρχή δεν ήταν εύκολη, κυρίως λόγω του καιρού και της γλώσσας. Δεν μιλούσα αγγλικά, στα ισπανικά όλοι γνωρίζουν ότι μιλούσα μία μίξη ισπανικών – πορτογαλικών, που έμαθα από τους συμπαίκτες μου όλα αυτά τα χρόνια στη Φλαμένγκο αλλά η προσαρμογή μου ήταν πολύ γρήγορη».
Για την προσαρμογή του στην Ελλάδα: «Με υποδέχτηκαν πολύ καλά την Ελλάδα, ο ελληνικός λαός έχει τη βραζιλιάνικη ενέργεια, είναι τρυφεροί, αγκαλιάζουν τους ανθρώπους. Αγαπούν τους Βραζιλιάνους εκεί, έτσι ένιωσα σαν στο σπίτι μου με τη μεγάλη τους στοργή για μένα, οπότε αυτό έκανε την προσαρμογή μου γρήγορη και μπόρεσα να δείξω το καλύτερο μου ποδόσφαιρο εκεί στην Ευρώπη, ειδικά στον σύλλογο του Ολυμπιακού. Οπότε είμαι πολύ χαρούμενος αυτή τη στιγμή.
Όταν έφτασα στην Ελλάδα, ευχαρίστησα τον Θεό που είχαν αρκετούς ισπανόφωνους, γιατί ήδη μιλούσα πολύ καλά ισπανικά, αλλά δεν μπορούσα να μιλήσω καθόλου αγγλικά και ελληνικά, φίλε. Μου μιλούσαν στο γήπεδο και ήμουν σαν μια ζαλισμένη κατσαρίδα που έτρεχε. Μου έλεγαν 'σταμάτα' για να ξεκουραστώ, και έτρεχα. Τα έκανα όλα αντίστροφα. Έλεγαν 'αύριο' και νόμιζα ότι μου έλεγαν 'σήμερα'.
Δεν ήξερα τίποτα, αλλά όλα εξαρτώνται από την ενέργεια, το σημαντικό είναι να περνάς τα μηνύματα στους ανθρώπους. Και σήμερα, τουλάχιστον μπορώ να περάσω το μήνυμα, παρόλο που δεν με καταλαβαίνουν. Αλλά δεν πειράζει, μπορώ να μεταφέρω το μήνυμα. Το σημαντικό είναι να προέρχεται από την καρδιά. Μερικές φορές είναι ένα χαμόγελο, άλλες φορές είναι ένα βλέμμα, ειδικά στο παιχνίδι. Προσέχω πολύ τα πράγματα, πάντα μελετάω και σήμερα μπορώ να πω ότι έχω προσαρμοστεί στην Ελλάδα».
Για το επίπεδο του ελληνικού ποδοσφαίρου: «Όπως είπατε, δεν είναι ανάμεσα στα top-5 των καλύτερων πρωταθλημάτων, αλλά είναι ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Και στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο, όλοι ξέρουν την ποιότητα, είναι πολύ δύσκολο ποδόσφαιρο, οργανωμένο. Στην Ελλάδα υπάρχουν πολλοί παίκτες που έχουν παίξει σε μεγάλους συλλόγους της Ευρώπης, όπως ο Μαρσέλο, που έπαιξε δεν ξέρω πόσες σεζόν στη Ρεάλ Μαδρίτης και κατέκτησε τόσα πολλά, αλλά δεν στέριωσε στον Ολυμπιακό. Ο Χάμες είναι ένα άλλο παράδειγμα.
Οπότε, δεν είναι τόσο εύκολο πρωτάθλημα για να παίζεις. Δεν είναι στο top-5, αλλά ο Ολυμπιακός παίζει πάντα Champions League, Europa League και στο ίδιο το Conference League, το οποίο καταφέραμε να κερδίσουμε, οπότε η δυσκολία υπάρχει. Δεν είναι τόσο απλό, πολλοί πιστεύουν ότι είναι απλό το ελληνικό πρωτάθλημα, αλλά είμαι εκεί για δύο σεζόν και δεν έχω καταφέρει να το κατακτήσω.
Δεν καταλάβαινα πραγματικά τι ήταν το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Μου αρέσει να χρησιμοποιώ πάντα το παράδειγμα του Νταβίντ Λουίζ, ο οποίος ήταν δάσκαλος για μένα το 2022. Άρχισα να δίνω περισσότερη προσοχή στο τι ήταν το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο, στην ευθύνη που έχεις όταν είσαι στην Ευρώπη.
Ήταν διαφορετικά για μένα γιατί έπαιζα πάντα στη Βραζιλία. Και στη Βραζιλία ξέρουμε: Οι Βραζιλιάνοι έχουν αυτό το χάρισμα, κάνουν πράγματα με χαρά και τόλμη. Στην Ευρώπη δεν είναι έτσι, είναι πιο ψύχραιμο ποδόσφαιρο, όπου πρέπει πάντα να είσαι πιο προσεκτικός. Είμαι σίγουρος ότι βελτιώθηκα πολύ αμυντικά σε σύγκριση με αυτό που έκανα στη Βραζιλία. Η Ευρώπη με βοήθησε πολύ, το περιθώριο λάθους είναι πολύ μικρό, αυτό βοήθησε στην ανάπτυξή μου ως επαγγελματίας».
Για τη σχέση του με τους Έλληνες: «Έφτασα εκεί με ένα χαμόγελο στα χείλη, οι Ευρωπαίοι είναι στην πραγματικότητα πιο ψυχροί άνθρωποι, αλλά οι Έλληνες έχουν ενέργεια παρόμοια με τους Βραζιλιάνους. Ζούμε σε αυτό τον κόσμο μόνο μία φορά, δεν μπορούμε να είμαστε λυπημένοι όλη την ώρα.
Οπότε, όταν καταφέρνουμε να κάνουμε κάποιον να χαμογελάσει, είναι ανταποδοτικό. Και εκεί στην Ελλάδα, ο σύλλογος 100 χρόνια δεν είχε κατακτήσει ποτέ ευρωπαϊκό τρόπαιο. Έτσι, το να μπορέσω να τους βοηθήσω να πετύχουν αυτό το πρωτόγνωρο κατόρθωμα, με την ενέργειά μου σε καθημερινή βάση, με την ικανότητα να κάνω την ατμόσφαιρα πιο ελαφριά, ήταν κάτι ιδιαίτερο. Είμαι λοιπόν πολύ χαρούμενος που ακόμα και στην Ελλάδα κατάφερα να τους φέρω στα μέτρα μου».
Για τον Αράο: «Γνωρίζουμε ότι ο Ολυμπιακός και ο Παναθηναϊκός είναι το πιο μεγάλο ντέρμπι στην Ελλάδα, μοιάζει πολύ με το Φλαμένγκο - Φλουμινένσε. Ανεξάρτητα από την αντιπαλότητα όμως, είμαστε φίλοι. Γνωρίζω τον Αράο από το 2012.
Έχουμε μια όμορφη φιλία, οι νταντάδες συναντιούνται για να κάνουν παρέα τα παιδιά, συναντιόμαστε μερικές φορές. Η αντιπαλότητα υπάρχει στο γήπεδο, αλλά έχουμε μια πολύ όμορφη φιλία εκτός γηπέδου. Νομίζω ότι ο Αράο είχε περισσότερες νίκες παρά ήττες με εμάς φέτος, αλλά το σημαντικό είναι ότι στο τελευταίο παιχνίδι, όταν το χρειαστήκαμε, η ομάδα μας πήρε ισοπαλία στην έδρα του Παναθηναϊκού και τελειώσαμε το πρωτάθλημα πάνω από αυτούς. Στο πιο σημαντικό παιχνίδι, δώσαμε ένα μήνυμα».
Για τους οπαδούς του Ολυμπιακού: «Άφησα τη Φλαμένγκο, που έχει 42-45 εκατομμύρια οπαδούς, χάσαμε το μέτρημα εδώ και πολύ καιρό. Έτσι, όταν έφτασα στην Ελλάδα, περίμενα ότι θα ήταν σοκ να αφήσω το μεγαλύτερο κοινό στη Βραζιλία. Όμως φίλε, από το πρώτο παιχνίδι ήταν τρελό, τραγουδούσαν μέχρι το τέλος. Υπάρχει ένα πράγμα που στη Βραζιλία δεν επιτρέπεται πλέον, να βάζουν λέιζερ στα πρόσωπα των αντιπάλων.
Ή πετάνε ένα καπνογόνο στο γήπεδο και ο διαιτητής λέει: 'συνέχισε το παιχνίδι'. Μια μέρα ένας τύπος πήρε έναν αναπτήρα, πήγα να εκτελέσω πλάγιο και μου τον πέταξε στο κεφάλι. Με τον βραζιλιάνικο τρόπο, είπα, θα πάρω τον αναπτήρα και θα τον δείξω στον διαιτητή. Οι Έλληνες όμως μου έλεγαν: 'Όχι, Ρόντι, πάμε, πάμε, πάμε'! Οπότε η ατμόσφαιρα εκεί είναι εχθρική, αλλά είναι πολύ ευχάριστο να παίζεις με αυτή την ατμόσφαιρα των φιλάθλων στον δρόμο πριν από τους αγώνες».
Για την αγάπη των οπαδών του Ολυμπιακού: «Είναι σουρεαλιστικό, γιατί είμαι στο κλαμπ για μικρό χρονικό διάστημα, οπότε δείχνει πόση αγάπη έχουν οι οπαδοί για μένα. Και ο γιος του προέδρου βάζοντας μια φωτογραφία μου στο προφίλ του στο Instagram έδειξε ότι με εκτιμά, ότι είμαι προσαρμοσμένος στον σύλλογο και ότι ο κόσμος με συμπαθεί. Λαμβάνω αυτή τη στοργή με έναν πολύ ικανοποιητικό τρόπο. Είναι δύσκολο να το πετύχεις και νιώθω μεγάλη τιμή που το πέτυχα τόσο σύντομα».
Για το μέλλον του στον Ολυμπιακό: «Αυτή τη σεζόν ήμασταν πρωταθλητές στο Conference, καταφέραμε να μπούμε απευθείας στη φάση των ομίλων του Europa League, κάτι που βοηθά πολύ τον σύλλογο να προγραμματίσει, να έχει περισσότερο χρόνο για προετοιμασία και περισσότερο χρόνο διακοπών.
Έχω ακόμη ένα χρόνο στο συμβόλαιό μου, έχει διάρκεια μέχρι τα μέσα του 2025. Αυτή την ερώτηση μου την κάνατε από το 2022, όταν τελείωνε το συμβόλαιό μου με τη Φλαμένγκο. Τι θα γίνει, τι θα γίνει; Αλλά ζω μια μέρα τη φορά. Έχω άλλον έναν χρόνο στο συμβόλαιό μου, θα είμαι πάντα ανοιχτός σε άλλους συλλόγους, γιατί έτσι είναι η ζωή του ποδοσφαιριστή. Το μέλλον ανήκει στον Θεό. Ο μάνατζερ μου φροντίζει καλά τα θέματά μου, ξέρει ότι έχω άλλον έναν χρόνο συμβόλαιο, δεν ξέρω αν θα ανανεώσω με τον Ολυμπιακό ή όχι.
Μέχρι στιγμής δεν έχουμε τίποτα, ούτε από τον Ολυμπιακό έχει ακουστεί τίποτα. Πρέπει να συνεχίζω να εργάζομαι μέρα με τη μέρα, να φροντίζω το σώμα μου, να φροντίζω τον εαυτό μου ψυχικά, ώστε να μπορώ να κάνω πάντα το καλύτερό μου στο γήπεδο. Και μετά θα δούμε πώς θα πάνε τα πράγματα από την επόμενη χρονιά, όταν τελειώσει το συμβόλαιό μου».
Για τα χρόνια του στην Φλαμένγκο: «Ναι, νιώθω έτσι, άσχετα αν μου αρέσει ή όχι. Ένας ηγέτης, μπορεί να είναι μία διαφορετική προσωπικότητα, δεν υπάρχει μόνο ο ηγέτης που είναι σοβαρός, αλλά και αυτός που είναι χαρούμενος. Δεν κάνω όμως μόνο πλάκα, υπάρχουν στιγμές που πρέπει να μιλήσεις σοβαρά, όπως κάνω στην οικογένειά μου τη σύζυγό μου, τους φίλους μου. Μιλάμε για δουλειές.
Ειδικά τώρα στην ομάδα που είμαι, όταν έρχονται νέα παιδιά, τους μιλάω και τους δίνω συμβουλές. Λόγω της εμπειρίας μου και των τίτλων που έχω κατακτήσει, σήμερα απολαμβάνω τον σεβασμό στην ομάδα. Οπότε νιώθω ηγέτης, γιατί μπορώ να δίνω συμβουλές στους νεότερους, ή ακόμα και στους συνομήλικους και τους μεγαλύτερος, γιατί πιστεύω ότι στη ζωή, όλοι μαθαίνουμε ο ένας από τον άλλον και αυτή είναι μία καλή ανταλλαγή».