Ανέλαβε τον Αστέρα Τρίπολης όταν βρισκόταν στα πολύ χαμηλά στρώματα της βαθμολογίας και κατάφερε να τον φέρει στην 8η θέση στο φινάλε της κανονικής διάρκειας του πρωταθλήματος, αγγίζοντας την είσοδο στα πλέι οφ.

Νωρίτερα, είχε περάσει από την Ξάνθη, απ' όπου και τον μάθαμε στην Ελλάδα, ενώ προηγουμένως είχε κοουτσάρει αρκετές ομάδες και είχε θητεύσει σε άλλες ως βοηθός προπονητή. Μάλιστα, έχει βάλει και ένα μεγάλο παράσημο στην καριέρα του όντας στον πάγκο της εθνικής Σερβίας στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2018, στιγμή που χαρακτήρισε ως την μεγαλύτερή του επιτυχία μέχρι στιγμής.

Ο Μίλαν Ράσταβατς, περί ου ο λόγος, μίλησε στο sportfm.gr για την καριέρα του. Από τα πρώτα του βήματα και τον "δάσκαλο" Τόντορ Βεσελίνοβιτς, στις μικρές εθνικές ομάδες της Σερβίας και εν τέλει στην ανδρική ομάδα, στην οποία προπονούσε παίκτες όπως ο Μάτιτς, ο Τάντιτς και ο Κολάροφ.

Την ίδια ώρα αναφέρθηκε στον Αστέρα Τρίπολης και στην παραμονή του στην ομάδα, την Super League και τους παθιασμένους Έλληνες οπαδούς. Φυσικά, μίλησε και για το σενάριο της επανέναρξης του πρωταθλήματος, με την ομάδα να προετοιμάζεται για το παραπάνω ενδεχόμενο.

Αναλυτικά η συνέντευξη του Μίλαν Ράσταβατς στην Αναστασία Βοσνάκη και στο sportfm.gr:

Ως ποδοσφαιριστής αγωνιστήκατε για λίγα χρόνια και σταματήσατε στα 26 σας. Γιατί συνέβη αυτό;
«Είχα έναν τραυματισμό στο γόνατο και για αυτό σταμάτησα. Ήταν αρκετά σοβαρός και ο κύριος λόγος ήταν αυτό, αλλά παράλληλα με το ποδόσφαιρο έκανα και μαθήματα προπονητικής για να πάρω το δίπλωμα».

-Ξεκινήσατε την καριέρα σας ως βοηθός του Τόντορ Βεσελίνοβιτς, ο οποίος έχει βρεθεί στον πάγκο τόσο του Ολυμπιακού, όσο και της ΑΕΚ. Πόσο σημαντική ήταν η εμπειρία αυτή δίπλα του;
«Ήταν μια πάρα πολύ καλή εμπειρία. Έμαθα πολλά από εκείνον όσο δούλεψα μαζί του. Το πως να παίζεις σωστό ποδόσφαιρο, αλλά και το πως να έρχεται το αποτέλεσμα. Δεν έρχεται μόνο από τον τρόπο που παίζεις ή μόνο με τη δουλειά στις προπονήσεις, είναι ένα σύνολο πραγμάτων που αφορά τόσο τα αγωνιστικά όσο και τα εξωαγωνιστικά ζητήματα. Με βοήθησε πολύ, μου έδωσε το κίνητρο να γίνω προπονητής και να καταλάβω πώς μπορώ να γίνω προπονητής».

-Ακολούθησε η ομάδα νέων της Νόβι Σαντ και αυτή της Σερβίας. Πώς καταφέρατε να δουλέψετε τόσο γρήγορα στην εθνική ομάδα;
«Δεν νομίζω πως ήταν τόσο γρήγορα, πέρασαν 5 χρόνια στη Νόβι Σαντ. Στην Σερβία δούλευα με τα παιδιά, τους μάθαινα πράγματα για το ποδόσφαιρο, τα συμβούλευα. Ήμουν έτοιμος για αυτή τη δουλειά.

Ήταν προνόμιο να δουλεύω με την εθνική Σερβίας, γιατί η Ομοσπονδία μου πρόσφερε πολύ καλές συνθήκες εργασίας. Επίσης, παίζεις αγώνες κόντρα στις καλύτερες ομάδες, έχεις στα χέρια σου τους καλύτερους παίκτες. Το καλό περιβάλλον και οι συνθήκες σε βοηθάνε να δουλέψεις και να εξελιχθείς. Δούλεψα για αρκετά χρόνια εκεί».




-Μετά ακολούθησε η γυναικεία ομάδα U19 της Σερβίας. Πώς ήταν η εμπειρία σας εκεί;
«Ήταν λίγο περίεργο. Στην Ομοσπονδία είχαν κάποια προγράμματα και κάποια πρότζεκτ στο μυαλό τους που ήθελαν να δουλέψουν και να αναπτύξουν. Είχανε πρόβλημα στη βελτίωση του πρότζεκτ και επέλεξαν εμένα για αυτή τη δουλειά. Ήταν δύσκολη δουλειά, καθώς έπρεπε να βρεις τις καλύτερες παίκτριες και ο αριθμός αυτών που έπαιζαν δεν ήταν τόσος μεγάλος. Ήθελα να βοηθήσω και να βελτιωθούν αυτά τα πρότζεκτ στις νέες ηλικίες».

-Όταν ξεκινήσατε την προπονητική, είχατε κάποιον άλλον προπονητή ως πρότυπο στο μυαλό σας;
«Δεν είχα κάποιον συγκεκριμένο προπονητή. Ο Βεσελίνοβιτς με βοήθησε αρκετά στην καριέρα μου. Μου αρέσουν οι προπονητές που παίζουν με την κατοχή της μπάλας. Ήξερα και πάνω από όλα ήθελα να γίνω προπονητής. Κυρίως όμως, μου αρέσει αυτό που κάνω και προσπαθώ πάντα να το διασκεδάζω».

-Το 2018 στο Παγκόσμιο Κύπελλο ήσασταν βοηθός στην εθνική Σερβίας. Ήταν η πιο σημαντική στιγμή στην καριέρα σας;
«Ήταν ναι η μεγαλύτερη στιγμή στην καριέρα μου, ήταν προνόμιο να δουλέψω με την πρώτη ομάδα της Σερβίας. Το να δουλεύεις για την ανδρική ομάδα και να προπονείς παίκτες όπως, ο Μάτιτς, ο Κολάροφ και ο Τάντιτς, που παίζουν σε κορυφαίες ευρωπαϊκές ομάδες, είναι κάτι ξεχωριστό. Είναι κάτι που κερδίζεις, δεν είναι κάτι που αγοράζεις, ήταν κάτι το απίστευτο. Όλο αυτό είναι δύσκολο γιατί έχεις να κάνεις με σπουδαίους παίκτες, στην εθνική ομάδα προπονείς τους καλύτερους. Είναι ένα προνόμιο που στο προσφέρει μόνο η εθνική ομάδα».



-Από τη στιγμή που αναλάβατε τον Αστέρα Τρίπολης τον Δεκέμβριο, κάνατε μια εξαιρετική δουλειά και σώσατε την ομάδα. Παραλίγο να μπείτε και στα πλέι οφ, αλλά δεν τα καταφέρατε τελικά. Αυτή η πορεία είναι οδηγός για την επόμενη σεζόν;
«Κάναμε πολύ καλή δουλειά και στο τέλος μείναμε ικανοποιημένοι από την πορεία μας. Θέλουμε και συλλέγουμε πράγματα από τις καλές εμφανίσεις μας, τα χρησιμοποιούμε και δουλεύουμε πάνω σε αυτά. Πήραμε αρκετά θετικά αποτελέσματα και μπορέσαμε να δουλέψουμε πάνω σε αυτά με ηρεμία».

-Σχετικά με την παραμονή σας στον Αστέρα, έχετε μιλήσει με τη διοίκηση;
«Έχω έναν ακόμη χρόνο συμβόλαιο με τον Αστέρα, οπότε δεν έχει χρειαστεί. Όταν ήρθα τον Δεκέμβριο αυτό είχαμε συμφωνήσει εξ’αρχής».

-Ποιος παίκτης του Αστέρα Τρίπολης θεωρείται ότι έχει τις ικανότητες να παίξει σε μια μεγάλη ευρωπαϊκή ομάδα;
«Έχουμε έμπειρους παίκτες και σε πιο μεγάλη ηλικία, οι οποίοι θα είναι δύσκολο τώρα να έχουν μια τέτοια ευκαιρία. Έχουμε όμως και νεαρούς παίκτες που μπορούμε να τους προσφέρουμε τη δυνατότητα να εξελιχθούν. Πρέπει όμως να δουλέψουν σκληρά, αν δουλέψουν μπορεί να έχουν την ευκαιρία.. Κάποιο συγκεκριμένο όνομα δεν θελω να πω είναι η αλήθεια».



-Πώς είναι η ζωή στην Τρίπολη; Πως σαν φαίνονται οι άνθρωποι;
«Είμαι Σερβος, οι λαοί μοιάζουν και η ζωή εδώ είναι εύκολη. Η Τρίπολη είναι μια πόλη με ιστορία, υπάρχει το ποδόσφαιρο και τα καλά αποτελέσματα με βοήθησαν ώστε να είναι πιο εύκολη η ζωή και να έχω ακόμα καλύτερες σχέσεις με τους ανθρώπους εδώ».

-Πώς βλέπετε τους Έλληνες φιλάθλους; Σε ποιο γήπεδο της Ελλάδας έχετε ζήσει μέχρι τώρα την πιο ζεστή ατμόσφαιρα;
«Και στις πέντε μεγάλες ομάδες της Ελλάδας η ατμόσφαιρα είναι θερμή. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω κάποια συγκεκριμένη, είναι δύσκολο να το κάνω αυτό. Οι Έλληνες είναι παθιασμένοι και υποστηρίζουν τις ομάδες τους. Το ποδόσφαιρο χρειάζεται τους οπαδούς, το ποδόσφαιρο είναι πάθος και οι Έλληνες το έχουν αυτό».

-Όταν σας ρωτάνε για το ελληνικό ποδόσφαιρο, τι απαντάτε; Ποια σκέψη σας έρχεται στο μυαλό;
«Το ελληνικό πρωτάθλημα πιστεύω πως έχει καλό επίπεδο. Έχει πολλές ομάδες που είναι ισάξιες και στο ίδιο επίπεδο. Υπάρχουν ορισμένες ομάδες που ξεχωρίζουν και πολλές ακόμη που βρσίκονται στο ίδιο επίπεδο. Επίσης, υπάρχουν ομάδες με διαφορετικό στυλ παιχνιδιού. Φυσικά και υπάρχουν περιθώρια εξέλιξης».

-Συμφωνείτε με την επανέναρξη του πρωταθλήματος, μετά την πανδημία του κορωνοϊου;
«Βλέπω και ξέρω ότι δεν μπορούμε να δουλέψουμε όπως πριν. Δεν έχουμε τον απόλυτο έλεγχο και την ίδια επικοινωνία, δεν προπονούμαστε όλοι μαζί. Θα μπορούσε να συνεχιστεί μόλις το ελέγξουμε όλο αυτό. Έτσι δεν αποφεύγουμε τον ρίσκο και δεν ξέρω αν αξίζει να ρισκάρουμε. Φυσικά αν μας πουν να παίξουμε θα το κάνουμε, προετοιμάζουμε την ομάδα για αυτό.

Σίγουρα θα προτιμούσα να αποφύγουμε το ρίσκο να βάλουμε την υγεία των παικτών σε κίνδυνο και να συνεχίσουμε όταν θα υπάρξει και θα μπορούμε και εμείς να έχουμε τον απόλυτο έλεγχο της ομάδας».

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube