Στην παρθενική χρονιά του στο «τριφύλλι», την Εθνική ομάδα και πολλά ακόμα αναφέρθηκε ο διεθνής βολεϊμπολίστας του Παναθηναϊκού αλλά και πρόεδρος του ΠΑΣΑΠ, Παναγιώτης Πελεκούδας, στο sport-fm.gr.

Επίσης μοιράστηκε την «πιο δύσκολη στιγμή της καριέρας του» και το πώς κατάφερε να βγει πιο δυνατός μέσα από αυτή.

Μια ευχάριστη γεύση άφησε στον κεντρικό του Παναθηναϊκό η φετινή χρονιά, που για πρώτη φορά τον βρήκε στα πράσινα. Σειρά έχει το Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα του καλοκαιριού με στόχο το καλύτερο δυνατό πλασάρισμα και την χαρά της συμμετοχής. Τα επόμενα βήματα του ΠΑΣΑΠ είναι προ των πυλών, εκεί όπου υπάρχει διάθεση από τα μέλη του για μια αλλαγή και βοήθεια προς όλους που την έχουν ανάγκη. Τα προβλήματα είναι για να ξεπερνιούνται και έτσι συνέβη και σε αυτή την περίπτωση. Πλέον ο ίδιος ο διεθνής βολεϊμπολίστας είναι πιο δυνατός μετά από την κατάθλιψη που του χτύπησε την πόρτα, ενώ δηλώνει χαρούμενος να συμβουλέψει κάποιον που βρίσκεται στην ίδια κατάσταση.

Για την φετινή χρονιά στον Παναθηναϊκό, την συνύπαρξη με Δημήτρη Ανδρεόπουλο και Αλέξανδρο Ράπτη: «Ήταν μια πολύ όμορφη χρονιά. Πήγαμε καλά στην κανονική περίοδο, στα playoff δεν ήμασταν όσο καλοί έπρεπε, ίσως είχαμε κουραστεί ίσως τα πάντα δεν χρειάζεται να βρούμε δικαιολογία, δεν καταφέραμε να περάσουμε στην τετράδα αλλά κρατάμε την καλή πορεία μέσα στην διάρκεια του πρωταθλήματος. Προσωπικά δεν είχα αγωνιστική σταθερότητα. Αν δεν έλεγα εγώ ότι δεν έπαιξα καλά, οι πιο πολλοί θα πίστευαν ότι ισχύει το αντίθετο.

Ο κόουτς Ανδρεόπουλος με έχει βοηθήσει ειδικά στα πρώτα μου βήματα και νομίζω ότι πλέον έχουμε κάτι παραπάνω από μια σχέση προπονητή παίκτη. Δεν μπορώ να τον κρίνω προπονητικά πια.
Είναι ωραίο να έχεις έναν νεαρό αθλητή στην ομάδα σου που να ξεχωρίζει. Εμείς γενικά είχαμε τον πιο καλό της γενιάς του (Αλέξανδρο Ράπτη) και τον πιο χρήσιμο, γιατί κακά τα ψέματα αυτός μας κρατούσε σε πολλά παιχνίδια. Είναι μαζί με τον Χαράλαμπο (Ανδρεόπουλο), δυο παιδιά που έχουν πάρα πολύ μέλλον στο ελληνικό βόλεϊ».

«Θα προσπαθήσουμε οι αθλητές να προπονούνται σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη όλο το καλοκαίρι»



Για τον την ενασχόληση του με ΠΑΣΑΠ: «Ήταν μια χρονική στιγμή που ο προηγούμενος πρόεδρος ήθελε να αποχωρήσει για δικούς του προσωπικούς λόγους και αποφασίσαμε μια γενιά αθλητών ότι ήρθε η δική μας ώρα να κάνουμε κάτι. Στην αρχή ήταν να προεδρεύσει ο Ανδρέας Φράγκος, αλλά επειδή του έτυχε η μεταγραφή στην Γερμανία, έπρεπε να είναι κάποιος που είναι εδώ στην Ελλάδα. Ο μόνος που ουσιαστικά είχε κάποιο όνομα και ήταν στο διοικητικό συμβούλιο ήδη ήμουν εγώ, οπότε αναγκαστικά εκλέχθηκα. Στην αρχή δεν ήθελα, αλλά μετά κατάλαβα ότι μπορούμε όλοι μαζί να κάνουμε κάποια πράγματα και ο επόμενος που θα τα πάρει να τα εξελίξει και να πετύχουμε κάτι σαν ελληνικό βόλεϊ. Οπότε νομίζω ότι ο ρόλος μου είναι αρκετά διαδικαστικός, προτείνω τις ιδέες μου, κάποιες τις υλοποιούμε κάποιες όχι και προχωράει το σύστημα απλά. Είχα την μούρλια μέσα μου να μπω σε αυτό, αλλά δεν το εξέφραζα πριν μου το προτείνουν».

Για τις επόμενες κινήσεις του στον Σύνδεσμο: «Νομίζω ότι επειδή έχω πολύ καλές σχέσεις με αρκετούς αθλητές που αγωνίζονται σε υψηλό επίπεδο, μπορούμε να καταλάβουμε καλύτερα τα προβλήματα του επαγγελματία αθλητή. Αυτό όμως μας κάνει πιο ανίσχυρους γιατί δεν ξέρουμε τι περνάει ο αθλητής που παίζε για παράδειγμα στην Β’ εθνική και νομίζω επειδή έχουμε πολύ καλές σχέσεις, όποιος και να με πάρει τηλέφωνο έχει την ίδια επιρροή με εμένα που είμαι στο συμβούλιο. Ο σκοπός είναι να έχουμε την οικονομική άνεση να προσλάβουμε κάποιον άνθρωπο να μας βοηθήσει σε όλο αυτό, προς το παρόν το κάνω εγώ ο Φράγκος, ο Λάππας, ο Αχιλλεόπουλος, αυτοί. Θα κάνουμε κάποια βήματα ώστε οι αθλητές να προπονούνται όλο το καλοκαίρι στην Αθήνα, θα προσπαθήσουμε να κάνουμε το ίδιο και στην Θεσσαλονίκη που είναι κάτι δύσκολο, λόγω του ότι ο σύνδεσμος βρίσκεται στην Αθήνα. Ουσιαστικά θα προσπαθήσουμε να φτιάξουμε δυο camp προπονήσεων και πολλά άλλα που μακροπρόθεσμα θέλουμε να εκπληρωθούν».

Για το Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα του καλοκαιριού: «Ο ρεαλιστικός στόχος είναι ότι δεν έχουμε στόχο. Πάμε να παίξουμε ελεύθερα, να το ευχαριστηθούμε χωρίς άγχος γιατί είναι πολλά τα χρόνια που δεν είχαμε πάει. Η τελική θέση που θα πλασαριστούμε είναι καθαρά αγωνιστικό θέμα και έχει να κάνει με το κατά πόσο καλά έχουμε προετοιμαστεί εμείς και οι αντίπαλοι μας. Νομίζω μια τέταρτη θέση θα ήταν μια χαρά, εμάς όμως θα μας ικανοποιούσε η πρώτη θέση. Είναι κάτι που μοιάζει ανέφικτο, αλλά θα παλέψουμε για αυτό».

Για την στιγμή που δεν θα ξεχάσει ποτέ: «Δεν θα ξεχάσω ποτέ όταν παίζαμε ημιτελικό European League και ήμασταν όλοι 23-24. Παίζουμε με την Σλοβενία, μια ομάδα πέντε φορές καλύτερη από εμάς και απλά έχουμε μια τρέλα στο κεφάλι η οποία μας βοήθησε να την κερδίσουμε και να προκριθούμε στο World League. Για κάποιο λόγο μετά την πρόκριση μέσα στην Σλοβενία ήμασταν ένα κουβάρι στο κέντρο του γηπέδου και δεν ξέραμε τι να κάνουμε από την επιτυχία, το πώς να πανηγυρίσουμε, γιατί κανείς δεν περίμενε αυτή την επιτυχία. Την επόμενη χρονιά αυτοί πήγαν και βγήκαν πρώτοι στο ευρωπαϊκό και εμείς δεν είχαμε καν προκριθεί. Αυτό μας έκανε να αμφιβάλλουμε για αυτό που πετύχαμε μέχρι τότε και το τι θέλαμε και μπορούσαμε τελικά να πετύχουμε».

«Μέσα στην κατάθλιψη ένιωθα να χάνω τον εαυτό μου-Προς τιμήν τους οι άνθρωποι του Ολυμπιακού με βοήθησαν στο μέγιστο βαθμό-Πλέον μπορώ να βοηθήσω κάποιον με το ίδιο πρόβλημα»



Για την μοναδική «αποτυχημένη» χρονιά της καριέρας του και την μάχη με την κατάθλιψη: «Θα σου ακουστεί περίεργο αλλά είναι προσωπική στιγμή. Όταν έπαιζα στον Ολυμπιακό, χωρίς να φταίει η ομάδα να το ξεκαθαρίσω, εγώ πέρασα κατάθλιψη. Το γιατί είναι πάρα πολύ μεγάλη ιστορία, πρέπει να κάτσουμε να το συζητάμε ώρες. Πέρασα λοιπόν μια κατάθλιψη, η οποία με οδήγησε να φύγω από την Ελλάδα και να πάω στην Αυστρία όπου δεν έπαιξα ποτέ εκεί, παρόλο που πολλοί νομίζουν ότι αγωνίστηκα εκεί, έφυγα με φιλοξενία ομάδας. Πήγα εκεί γιατί είχα αρχίσει να χάνω το μυαλό μου και θα τρελαινόμουν.

Αυτή είναι η χειρότερη μου χρονιά στην Ελλάδα και είναι αποτυχημένη άσχετα αν ήμουν σε έναν επιτυχημένο σύλλογο με πολύ καλό συμβόλαιο. Η επιτυχία και η αποτυχία είναι μέσα μας. Τότε όλα έδειχναν ότι είναι τέλεια τα πράγματα αλλά κάτι έλειπε μέσα μου. Πάθαινα κρίσεις πανικού κάθε βράδυ, δεν μπορούσα να φάω και να κοιμηθώ. Η ίδια η ομάδα προς τιμήν της μου βρήκε γιατρό, μου έκαναν όλες τις απαραίτητες εξετάσεις, γιατί στην αρχή όταν παθαίνεις κρίσεις πανικού δεν ξέρεις αν είναι παθολογικό ή πνευματικό. Οπότε ο σύλλογος έβγαλε ένα συμπέρασμα μαζί με πολλούς γιατρούς το οποίο δεν ήταν παθολογικό. Οι ίδιοι οι άνθρωποι του κλαμπ με οδήγησαν σε έναν ειδικό και μάλιστα η προσέγγιση των ίδιων των διοικούντων ήταν εξαιρετική καθώς μου είπαν ότι αν σε πόναγε το γόνατο σου θα σε στέλναμε σε ορθοπεδικό, τώρα που πονάει το «κεφάλι» σου θα σε πάμε στον αντίστοιχο γιατρό, δεν είναι ντροπή. Ακόμα και εγώ είχα την προκατάληψη ότι δεν μπορεί να είμαι μηχάνημα μέσα στο γήπεδο και έξω να παθαίνω τέτοια πράγματα.

Αυτό με οδήγησε σε ένα πολύ άσχημο τρίμηνο, όπου σε συνδυασμό με θεραπείες και όταν έγινα καλά, πάλι σε συνεννόηση με την ομάδα, έφυγα ώστε να μπορέσω να γίνω 100% καλά. Όλο αυτό όμως κατέληξε σε μια πολύ όμορφη ιστορία, ότι πλέον μπορώ να το λέω, να είμαι χαρούμενος και να μπορώ όταν κάποιος με παίρνει τηλέφωνο με το ίδιο πρόβλημα, να χαίρομαι να τον βοηθήσω πραγματικά».

Για τις σχέσεις που έχει με τις πρώην ομάδες του: «Η αλήθεια είναι ότι έχω δεθεί με όλες, κάθε μια με τον δικό της ξεχωριστό τρόπο. Εκτός από τον Παναθηναϊκό που αγωνίζομαι τώρα, έχω δεθεί με τον Παμβοχαϊκό ο οποίος ήταν μια ομάδα που πήγα σε μια πολύ δύσκολη κατάσταση για εμένα. Δεν με πίεσε ποτέ κανένας να κάνω κάτι παραπάνω και ίσα ίσα με αγάπησαν για αυτό που είμαι ως άνθρωπος και όχι ως αθλητής. Ήταν κάτι που με συγκίνησε και νομίζω ότι αυτό με έκανε να κάτσω δεύτερη χρονιά γιατί ήθελα να ανταποδώσω μια καλή δική μου σεζόν στους ανθρώπους που με πίστεψαν σε μια δύσκολη προσωπικά κατάσταση που βρισκόμουν. Εκεί έγινε και η βολεϊκή μου αναγέννηση. Λογικά δεν θα ξαναπαίξω εκεί και το ξέρω γιατί δεν θέλω να χαλάσω την τρομερή ανάμνηση που έχω από την θητεία μου εκεί».

Για το ότι επέλεγε, μέχρι πρόσφατα, να μένει για μικρό χρονικό διάστημα στους συλλόγους: «Είναι συνειδητή επιλογή δικιά μου το να κάθομαι μια χρονιά γιατί μου άρεσε να γνωρίζω. Μέσα από τον αθλητισμό ούτε άπειρα λεφτά έβγαλα, ούτε έκανα ένα όνομα βαρύ, ούτε τίποτα. Απλά έχω γνωρίσει όλη την Ελλάδα, έχω φίλους σε Ελλάδα και εξωτερικό, αυτό ήθελα από μικρό παιδί. Αυτό είναι το νόημα γιατί άλλαζα ομάδες, ήθελα να με αγαπάνε ως άνθρωπο και όχι ως παίκτη και αυτό το πέτυχα και εκεί και εδώ(Παναθηναϊκό). Κάποια στιγμή έρχεται μια ηλικία που λες ότι ναι θέλω να καθιερωθώ τώρα γιατί κουράστηκα να ταξιδεύω και να αλλάζω κάθε χρόνο πόλη. Αυτό έχει έρθει τώρα πια, αλλά μέχρι να πάω στον ΠΑΟΚ, ήξερα ότι θα πήγαινα για ένα χρόνο και την επομένη σεζόν θα δούμε».

Για το πώς φαντάζεται τον εαυτό του σε μια δεκαετία: «Με πι και πατερίτσα (γέλια). Θα είμαι 39 χρονών, θα είμαι οριακά στο να σταματήσω, γιατί θα ήθελα να σταματήσω όταν καταλάβω ότι «δεν την βρίσκω» άλλο. Πότε θα έρθει αυτό δεν ξέρω, αλλά σε 10 χρόνια δεν το έχω σκεφτεί πώς θα είναι. Θα ήθελα να μείνω στον χώρο του αθλητισμού και όχι του βόλεϊ γιατί δεν έχω μάθει να κάνω κάτι άλλο στην ζωή μου εκτός από τον αθλητισμό. Στο βόλεϊ προπονητικά δεν πιστεύω ότι θα είμαι καλός προπονητής. Διοικητικά τώρα, υπάρχουν άνθρωποι που μπορούν να το κάνουν καλύτερα από εμένα. Οπότε δεν μένει και κάτι για τον χώρο. Λογικά θα απομακρυνθώ επαγγελματικά, σίγουρα όμως θέλω να ασχοληθώ με τον ίδιο τον αθλητή και την ψυχολογία του γιατί ξέρω πολύ καλά πώς λειτουργεί μέσα από αυτό που πέρασα».

Για τα «αντισυμβατικά» του ενδιαφέροντα: «Τώρα τελευταία με τον ΠΑΣΑΠ έχω χάσει λίγο τον χρόνο και την ενέργεια που είχα. Κάνω πράγματα που γενικά είναι αντισυμβατικά. Δηλαδή πάω στην Αθήνα και βλέπω κάποια αξιοθέατα, βέβαια το τελευταίο που είδα ήταν το Α’ Νεκροταφείο (γέλια). Γενικά πάω στην Ακρόπολη και λοιπά, αλλά τελευταία ασχολούμαι πάρα πολύ με τον σύνδεσμο στο κομμάτι του συντονισμού και της επικοινωνίας με άλλα άτομα που είναι στην ίδια κατάσταση με εμένα (περιορισμένο χρόνο), γιατί ιδέες έχουμε όλοι όμως το θέμα είναι να τις κάνουμε πράξη. Αυτά που θέλουμε να κάνουμε, σε όλους έχουν περάσει από το μυαλό».

Για το παιδικό ίνδαλμα, τον καλύτερο συμπαίκτη και τον δυσκολότερο αντίπαλο: «Πρότυπο ήταν και συνεχίζει να είναι ο Πανταλέων σαν παίκτης. Μου άρεσε ότι δεν ήταν ποτέ τοπ επιπέδου, απλά είχε και έχει θράσος σαν αθλητής. Έλεγε αυτός είμαι, αυτό κάνω, το κάνω καλά και ήταν σημαία για τον κόσμο. Ταυτίζομαι μαζί του. Όσον αφορά στους καλύτερους συμπαίκτες προτιμώ πιο πολύ αυτούς της παλιάς κοπής. Ο Στεφάνου και ο Χριστοφιδέλης μαζί σαν συμπαίκτες ήταν μια κατάσταση εκπληκτική, γιατί σε βοηθούσαν εντός και εκτός γηπέδου μόνο και μόνο με την παρουσία τους. Δυσκολότερος αντίπαλος σαν κεντρικός, φέτος ήταν οι Πετρέας, Τακουρίδης, Όκολιτς και πιο παλιά, όταν ο Τζούριτς έπαιζε ακόμα κεντρικός, δεν είχε νόημα να κάνεις επίθεση με αυτόν μπροστά σου».

Επιμέλεια: Χρήστος Κατριμουστάκης

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube