Μπορεί στον αθλητισμό, όπως συμβαίνει άλλωστε και σε όλες τις πτυχές της ζωής, να είναι η διάρκεια και η σταθερότητα αυτό που σε κάνει να ξεχωρίζεις, πιθανώς όμως να μην ισχύει πάντα αυτό.

Διότι υπάρχουν και οι στιγμές. Εκείνα τα κλάσματα του δευτερολέπτου, που μπορούν από μια κίνηση, είτε να στείλουν στα τάρταρα είτε να κάνουν την καριέρα ενός αθλητή αξιομνημόνευτη. Αν θεωρήσουμε λοιπόν πως ο αθλητισμός είναι αυτές οι ιδιαίτερες στιγμές του, τότε το άλμα των 8,90 μέτρων το 1968 είναι αυτό που χαρακτήριζε και θα χαρακτηρίζει για πάντα το όνομα του Μπομπ Μπίμον.



Ο Μπομπ Μπίμον, βαφτισμένος ως Ρόμπερτ βέβαια, γεννήθηκε στις 29 Αυγούστου του 1946, στις ΗΠΑ και συγκεκριμένα στη Νέα Υόρκη. Λίγο μετά το τέλος του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, η ζωή για έναν φτωχό νεαρό Αφροαμερικάνο, σε μια κοινωνία που μέτραγε ακόμα τις πληγές της, δεν ήταν εύκολη.

Πόσο μάλλον στη δεκαετία του ’60, όταν έκανε την εμφάνιση της στην αμερικάνικη κοινωνία η Κου-Κλουξ Κλαν και ενώ ο ρατσισμός κατά της μαύρης φυλής άρχιζε να παίρνει μεγαλύτερες διαστάσεις. Μεγαλώνοντας με ανάπηρο αδερφό και χωρίς τη μητέρα του από νεαρή ηλικία, ο Μπίμον μπόρεσε να βρει διαφυγή από τις συμμορίες και τις κακές επιρροές στον αθλητισμό.

Ως αθλητής στο άλμα εις μήκος, συμμετείχε στους Ολυμπιακούς Αγώνες της κατηγορίας Τζούνιορ στα 15 του χρόνια, το 1967 κέρδισε το ασημένιο μετάλλιο στους Παναμερικάνικους Αγώνες του Ουίνιπεγκ, ενώ λίγους μήνες πριν τους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Μεξικό μέτραγε το εκπληκτικό ρεκόρ των 22 νικών σε 23 αγώνες.

Όλα αυτά βέβαια δεν λένε τίποτα, μπροστά στο μυθικό - για τον ίδιο - απόγευμα της 18ης Οκτωβρίου 1968.

Σε μια γενικότερα ταραγμένη για την ανθρωπότητα χρονιά, που σημαδεύτηκε από την «Άνοιξη της Πράγας», τις μαζικές εξεγέρσεις των Γάλλων φοιτητών στο Παρίσι, αλλά και σε επίπεδο Αμερικής με τις δολοφονίες των Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και Ρόμπερτ Κένεντι, ήταν η ώρα του Μπίμον να κάνει το δικό του άλμα. Ακόμα και με τον κίνδυνο να ματαιωθούν οι Αγώνες, λόγω των πραξικοπηματικών τακτικών που εφάρμοζε ο κυβερνήτης του Μεξικού, Γκουστάβο Όρντας, δέκα μέρες πριν την έναρξη της μεγάλης αθλητικής γιορτής, με τη βίαια καταστολή επεισοδίων στην Plaza de las Tres Culturas…

Παρότι ανέκαθεν η Ολυμπιακή αποστολή των Αμερικάνων ήταν εκ των πλέον προβεβλημένων, ο άσημος ακόμα Μπίμον δεν έλεγε κάτι για πολύ κόσμο.

Μάλιστα, η παρουσία του στο αγώνισμα του άλματος εις μήκος εξασφαλίστηκε … την τελευταία στιγμή και στην τρίτη του προσπάθεια, αφού οι δυο πρώτες είχαν κριθεί ως άκυρες! Το άγχος του στην πρώτη του Ολυμπιακή διοργάνωση ήταν τέτοιο, που το βράδυ πριν τον μεγάλο τελικό τον βρήκε να χαλαρώνει με μερικά σφηνάκια τεκίλας, όπως δήλωσε σε συνέντευξη του αργότερα στη «Guardian» το 2007, ενώ είχε συνευρεθεί ερωτικά με την συναθλήτρια του, Γκλόρια. «Αυτό ήταν το προπατορικό μου αμάρτημα στον αθλητισμό», θα έγραφε ο ίδιος αργότερα στην αυτοβιογραφία του, θεωρώντας πως είχε χάσει κάθε πιθανότητα διάκρισης.

Η πίεση τον είχε ταράξει. Την καλύτερη ωστόσο απάντηση, την έδωσε ο ίδιος στον εαυτό του. «Σήκω πάνω. Είσαι εδώ για έναν και μόνο σκοπό».

Αν δεν τα κατάφερνε, θα αδικούσε όχι μόνο τον εαυτό του αλλά και θα δικαίωνε τα σχόλια των αμφισβητιών του. Ως ο 4ος κατά σειρά αθλητής που διαγωνιζόταν, έβλεπε τους πρώτους τρεις να υποπίπτουν σε άκυρες προσπάθειες. Ήταν η ευκαιρία του. «Νόμιζα πως δεν αισθανόμουν τα πόδια μου». Ό,τι ακολούθησε, ήταν άνευ προηγουμένου. Βαθιά ανάσα, «γερό» πάτημα, οι ώμοι του να φτάνουν στους ουρανούς και μόλις έξι δευτερόλεπτα μετά τον πρώτο του διασκελισμό, «… πήδηξε σαν ένα καγκουρό που τινάζεται από την άμμο».

Οι κριτές δεν είχαν υπολογίσει καν πως θα μπορούσε κάποιος να φτάσει το άλμα των 8,90 μέτρων. Ούτε ο ίδιος ο Μπίμον φυσικά δεν είχε αντιληφθεί το κατόρθωμα του, ούτε να υπολογίσει σε πόδια (όπως συνηθιζόταν τότε) την επίδοση του.

Η μεζούρα των κριτών άλλωστε ήταν μικρότερη από το δικό του ρεκόρ ενώ η συγκεκριμένη επίδοση κατέρριπτε και το παγκόσμιο ρεκόρ που είχε ήδη από τους προηγούμενους Ολυμπιακούς Αγώνες ο Σοβιετικός Ιγκόρ Οβανεσιάν, με 8,35 μ. Όταν του ανακοινώθηκε το τι ακριβώς είχε πετύχει, ο Μπίμον αδυνατούσε να το πιστέψει.



Ούρλιαζε και κατέρρευσε από τη συγκίνηση στο πάτωμα! Κάτι παρόμοιο βέβαια από άποψη έκπληξης, συνέβη και με τους αντιπάλους του.

«Μπροστά του, μοιάζαμε με παιδάκια…», αποκρίθηκε ο Οβανεσιάν. Ο Ντέιβις τον συνεχάρη, λέγοντας του παράλληλα πως με αυτόν τον τρόπο θα κατέστρεφε το αγώνισμα! Και δεν θα έπεφτε και πολύ έξω, από τη στιγμή που στους επόμενους αγώνες, το 1972, η νικήτρια επίδοση στο άλμα εις μήκος έφτανε μόλις τα 8,24 μέτρα.

Ο θρυλικός Μπίμον δεν θα βρισκόταν τέσσερα χρόνια μετά στο Μόναχο. Για την ακρίβεια, δεν έδωσε ξανά το παρόν στο μεγάλο καλοκαιρινό αθλητικό ραντεβού, ούτε σημείωσε σε κάποια διοργάνωση επίδοση παρόμοια με αυτή του 1968.



Ακόμα και 23 χρόνια μετά, το 1991, που την επίδοση αυτή θα την ξεπερνούσε ο Καρλ Λιουις, στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του Τόκιο (8,91 μ, έστω και αν καταχωρήθηκε ως άκυρη) και αργότερα ο Μάϊκ Πάουελ, με 8,95 μ., η δική του στιγμή στην αιωνιότητα του αθλητισμού, για τα δεδομένα και τις συνθήκες της εποχής εκείνης, δε γίνεται να ξεθωριάσει. Ήταν η δική του στιγμή, που θα έφτανε να τον χαρακτηρίσει ως τον «άνθρωπο που μπορούσε να πετάξει», που πέτυχε το «άλμα του αιώνα».

Eπιμέλεια: Χρήστος Γραβιάς

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube