Λερναία Υδρα. Ετσι μπορεί να περιγραφεί το φαινόμενο του χουλιγκανισμού στην Ελλάδα, για την αντιμετώπιση του οποίου η χώρα μας αναζητά για πολλοστή φορά λύση. Οπως έχει καταδείξει η διεθνής εμπειρία, ο χουλιγκανισμός είναι ένα πολυσύνθετο κοινωνικό φαινόμενο, το οποίο είναι αδύνατο να αντιμετωπιστεί μονοσήμαντα και αποσπασματικά.
Στη σημερινή δύσκολη συγκυρία για τη χώρα, με την παρούσα έρευνα, η «Κ» παρουσιάζει περιπτώσεις ευρωπαϊκών χωρών οι οποίες κατόρθωσαν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τους χούλιγκαν, χρησιμοποιώντας εντελώς ανόμοιες μεταξύ τους πρακτικές. Σίγουρα, ουδείς μπορεί να ισχυριστεί ότι υπάρχει κάποια χώρα όπου ο χουλιγκανισμός εξαλείφθηκε πλήρως, εντούτοις, όπως αποδεικνύεται από τα επίμαχα θετικά παραδείγματα, η πρόληψη, η συνεργασία όλων των αρμόδιων φορέων και ο σωστός σχεδιασμός μπορούν να επιφέρουν σημαντικές λύσεις.
«Η βρετανική ασθένεια»
Η Αγγλία μνημονεύεται ως η χώρα που κατόρθωσε –στον μεγαλύτερο βαθμό από όλες– να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τον χουλιγκανισμό. Κι ας είναι η χώρα όπου ο χουλιγκανισμός συχνά αναφέρεται ως «η βρετανική ασθένεια». Tο αγγλικό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου θεωρείται το καλύτερο και πιο «ακριβό» παγκοσμίως, ενώ τα περιστατικά βίας έχουν μειωθεί σε μεγάλο βαθμό –πλέον συμβαίνουν εκτός γηπέδων–, σε σχέση με όσα συνέβαιναν στη χώρα, ειδικά τη δεκαετία του 1980. Μέχρι και σήμερα αυτό αποδίδεται στα σκληρά μέτρα που είχε λάβει η τότε πρωθυπουργός της Αγγλίας Μάργκαρετ Θάτσερ. Είναι όμως έτσι;
Πώς αντιμετώπισαν την οπαδική βία στην Ευρώπη
Εως τα μέσα της δεκαετίας του 1980, τα επεισόδια από τους οργανωμένους οπαδούς συνέβαιναν σε σχεδόν καθημερινή βάση, σε οποιοδήποτε αγγλικό γήπεδο. Η αντίδραση του βρετανικού κράτους ήταν από χλιαρή έως ανύπαρκτη. Ο μέσος όρος των εισιτηρίων στο πρωτάθλημα βρισκόταν σε ιστορικό χαμηλό. Η Βρετανία θεωρούνταν ο μεγαλύτερος «εξαγωγέας» χούλιγκαν. Παράλληλα, η ανεργία κάλπαζε, γεγονός το οποίο πυροδότησε το φαινόμενο του χουλιγκανισμού: το ποδόσφαιρο ήταν το παιχνίδι των λαϊκών στρωμάτων. Για πολλούς από αυτούς τους ανθρώπους, η «στρατολόγησή τους» στους κόλπους των χούλιγκαν ήταν η αντίδρασή τους στη ραγδαία, την εποχή εκείνη, κοινωνική περιθωριοποίησή τους.
Τα μέτρα της Θάτσερ
Στις 13 Μαρτίου 1985, στον αγώνα Λούτον – Μίλγουολ είχαν σημειώθεί επεισόδια μεταξύ εκατοντάδων οπαδών τόσο εντός του γηπέδου αλλά και στους γύρω δρόμους ενώ δύο μήνες αργότερα, στις 29 Μαΐου 1985 το παγκόσμιο ποδόσφαιρο συγκλονιζόταν από την τραγωδία του Χέιζελ. Στο γήπεδο της ομώνυμης ομάδας των Βρυξελλών, στον τελικό του Ευρωπαϊκού Κυπέλλου μεταξύ Λίβερπουλ και Γιουβέντους 39 άτομα καταπλακώθηκαν από τοίχο έχασαν τη ζωή τους. Οι αγγλικές ομάδες –με απόφαση της UEFA– τιμωρήθηκαν με ποινή πέντε ετών αποκλεισμού, ενώ η Λίβερπουλ με έξι έτη.
H Θάτσερ ανακοίνωσε στους εκπροσώπους της Ομοσπονδίας και της Λίγκας ένα σχέδιο έξι μέτρων, το οποίο μεταξύ άλλων περιελάμβανε την κάρτα μέλους, την τοποθέτηση καλύτερων κιγκλιδωμάτων και φραχτών, όπως και τα κλειστά κυκλώματα παρακολούθησης με κάμερες εντός των γηπέδων. Κι όμως, τα φαινόμενα βίας όχι μόνο δεν μειώθηκαν, αλλά αντιθέτως ενισχύθηκαν με τη συνεχιζόμενη παραγωγή βίαιων επεισοδίων στα γήπεδα. Σαν να χρησιμοποιείς βαριοπούλα για να ανοίξεις ένα καρύδι.
Το μέτρο για την κάρτα φιλάθλου εγκαταλείφθηκε το 1990, έπειτα από αναφορά του δικαστή Πίτερ Τέιλορ με την οποία δημοσιεύθηκαν οι προτάσεις του για να περιοριστεί η βία στα γήπεδα, η οποία, σύμφωνα με τον ίδιο, δεν είχε αντιμετωπιστεί επαρκώς από τα μέτρα της Θάτσερ. Αναφορικά με την κάρτα φιλάθλου, ο δικαστής τόνισε πως είναι «σαν να χρησιμοποιείς βαριοπούλα για να ανοίξεις ένα καρύδι», ενώ για τις συνθήκες στα πέταλα έγραψε πως ήταν «λες και οι οπαδοί ήταν αιχμάλωτοι πολέμου».
Τι άλλαξε
Παρότι ακόμη και σήμερα δεν τυγχάνει της αναγνώρισης που αξίζει, ο Πίτερ Τέιλορ ήταν αυτός που σε μεγάλο βαθμό άλλαξε την εικόνα του αγγλικού ποδοσφαίρου. Κι αυτό επειδή στην επίμαχη αναφορά του πρότεινε αλλαγές που σταδιακά υλοποιήθηκαν, όπως την κατάργηση των ορθίων στα γήπεδα, την αφαίρεση των κιγκλιδωμάτων από τα πέταλα των γηπέδων ώστε να μην εγκλωβίζεται ο κόσμος, αλλά και την απόσυρση των αστυνομικών από τις θύρες των οργανωμένων οπαδών. Επίσης, την απαγόρευση ακόμη και διά βίου της εισόδου σε γήπεδο στα άτομα που παρεκτρέπονταν εντός ή εκτός γηπέδου.
Προκειμένου να εφαρμοστούν αυτά τα σχέδια, έπρεπε να πειστούν να τα υλοποιήσουν οι διοικήσεις των ομάδων, κι αυτό άρχισε να συμβαίνει από το 1992. Το κίνητρο ήταν μεγάλο: εκείνη τη χρονιά η πρώτη κατηγορία του ποδοσφαίρου ανδρών Αγγλίας μετονομάστηκε σε Premier League, ο επιχειρηματίας Ρούπερτ Μέρντοχ κατέστησε την Premier League το βασικό προϊόν των τηλεοπτικών σταθμών του, ενώ οι ομάδες έλαβαν πακτωλό χρημάτων από την κυβέρνηση προκειμένου να κατασκευάσουν άμεσα σύγχρονα γήπεδα.
Το «μοντέρνο ποδόσφαιρο»
Πολύ σύντομα τα πράγματα στην Αγγλία άλλαξαν. Η χώρα βίωνε τις αρχές του «μοντέρνου ποδοσφαίρου».Απέκτησε υπερσύγχρονα γήπεδα, οι ομάδες άρχισαν να λαμβάνουν δεκάδες έως και εκατοντάδες εκατομμύρια από τα τηλεοπτικά συμβόλαια, ενώ οι τιμές των εισιτηρίων αυξήθηκαν πάρα πολύ. Το τελευταίο οδήγησε στη ραγδαία αλλαγή του προφίλ των ανθρώπων που πηγαίνουν πλέον στα αγγλικά γήπεδα. Ετσι, οι χούλιγκαν που κατά κύριο λόγο προέρχονταν από φτωχά κοινωνικά στρώματα εκτοπίστηκαν από τα γήπεδα. Τα επεισόδια απομακρύνθηκαν από τους αγωνιστικούς χώρους και τους φακούς των τηλεοπτικών συνεργείων.
Η Αγγλία απέκτησε υπερσύγχρονα γήπεδα, οι ομάδες άρχισαν να λαμβάνουν εκατοντάδες εκατομμύρια από τα τηλεοπτικά συμβόλαια, ενώ οι τιμές των εισιτηρίων αυξήθηκαν πάρα πολύ. Το τελευταίο οδήγησε στη ραγδαία αλλαγή του προφίλ των ανθρώπων που πηγαίνουν πλέον στα αγγλικά γήπεδα.
Οι διοικήσεις των ομάδων συνειδητοποίησαν ότι, αν οι ίδιες βοηθήσουν στην υλοποίηση των παραπάνω σχεδίων, μπορούν να κερδίσουν εκατοντάδες εκατομμύρια. Οπως κι έγινε. Βέβαια, δεν μπορούν όλες οι χώρες να συγκριθούν με την Αγγλία αναφορικά με τα κέρδη που μπορούν να αποκομίσουν οι ομάδες. Το σίγουρο όμως είναι ότι το παράδειγμα της Αγγλίας δείχνει ότι το φαινόμενο του χουλιγκανισμού δεν αντιμετωπίζεται μόνο με αυστηρά, οριζόντια μέτρα, αλλά και με τη συμβολή των ομάδων, οι οποίες με το κατάλληλο δέλεαρ μπορούν να περιφρουρήσουν το προϊόν και τα γήπεδά τους.
Γερμανία: Πολεμώντας τον χουλιγκανισμό «εκ των έσω»
Δεν είναι μόνο το παράδειγμα της Αγγλίας. Στη Γερμανία μία από τις μεγαλύτερες καινοτομίες που έχουν υιοθετηθεί αφορά τα «σχέδια δράσης οπαδών». Τα επίμαχα πρωτοποριακά σχέδια που άρχισαν να υλοποιούνται ήδη από το 1981 στη Βρέμη –έπειτα από τον θάνατο ενός φιλάθλου– στοχεύουν στην πρόληψη του χουλιγκανισμού. Πιο συγκεκριμένα, κοινωνικο-παιδαγωγικές οργανώσεις σε όλη τη χώρα –συνήθως διευθύνονται από κοινωνικούς λειτουργούς– ενημερώνουν και εκπαιδεύουν νεαρούς φιλάθλους σχετικά με τον εξτρεμισμό και την ανάπτυξη μιας ποικιλόμορφης κοινωνίας. Αυτές οι οργανώσεις –συνήθως υπάγονται σε μια ποδοσφαιρική γερμανική ομάδα– πραγματοποιούν σειρά δράσεων με τους νέους φιλάθλους, παρέχουν συμβουλές ακόμη και για εκπαιδευτική ή επαγγελματική αποκατάσταση, ενώ οργανώνουν ταξίδια και εκδίδουν περιοδικά τα οποία γράφουν οι νεαροί φίλαθλοι.
Περισσότερες από 60 κοινωνικο-παιδαγωγικές οργανώσεις σε όλη τη Γερμανία –συνήθως διευθύνονται από κοινωνικούς λειτουργούς– ενημερώνουν και εκπαιδεύουν νεαρούς φιλάθλους σχετικά με τον εξτρεμισμό. Χρηματοδοτούνται από τις ίδιες τις ομάδες, την εθνική ομάδα ποδοσφαίρου της Γερμανίας και διάφορες τοπικές και ομοσπονδιακές Αρχές.
Ο στόχος αυτών των οργανώσεων είναι εξαιρετικά απλός: «παρεισφρέουν» εντός των κόλπων των οργανωμένων οπαδών και προσπαθούν να ωθήσουν τους νεαρούς φιλάθλους να αξιοποιήσουν την ενέργειά τους με θετικό τρόπο. Παράλληλα, μεσολαβούν μεταξύ των πλέον ριζοσπαστικών κομματιών της εξέδρας, των διοικήσεων των συλλόγων και των αστυνομικών Αρχών. Σήμερα, υπάρχουν περισσότερες από 60 τέτοιες οργανώσεις σε όλη τη Γερμανία. Χρηματοδοτούνται από τις ίδιες τις ομάδες, την εθνική ομάδα ποδοσφαίρου της Γερμανίας και διάφορες τοπικές και ομοσπονδιακές Αρχές.
Το έργο τους φαίνεται να αποδίδει καρπούς: η Γερμανία, που ειδικά τη δεκαετία του 1990 μαστιζόταν από νεοναζιστικούς θυλάκους εντός των γηπέδων, σήμερα βλέπει αυτά τα στοιχεία να έχουν απομακρυνθεί σε σημαντικό βαθμό εκτός των αγωνιστικών χώρων. Κι αυτό επιτυγχάνεται ενώ, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στην Αγγλία, η τιμή των εισιτηρίων είναι τέτοια που και ο φτωχότερος πληθυσμός εξακολουθεί να μπορεί να τα αποκτήσει. Φυσικά δεν μπορεί να παραγνωριστεί ότι τα κρούσματα του χουλιγκανισμού βαίνουν μειούμενα στη Γερμανία εξαιτίας και ενός ιδιαιτέρως αυστηρού νομοθετικού πλαισίου που έχει υιοθετηθεί. Οπως και να έχει, πλέον, είναι συχνό φαινόμενο οργανωμένοι οπαδοί να τάσσονται ανοιχτά κατά του ρατσισμού, του σεξισμού και της ομοφοβίας. Κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν υπάρχουν πλέον χούλιγκαν και επεισόδια –σχεδόν αποκλειστικά συμβαίνουν εκτός γηπέδων–, αλλά το σίγουρο είναι ότι η Γερμανία αποτελεί ένα θετικό παράδειγμα του πώς η πρόληψη μπορεί να αναδείξει τον κοινωνικό χαρακτήρα που μπορεί –και πρέπει– να έχει ο αθλητισμός.
Στη μάχη πρώην χούλιγκαν
Σχέδια δράσης οπαδών εφαρμόζονται και σε άλλες χώρες που παραδοσιακά δοκιμάζονται από τον χουλιγκανισμό, όπως η Ολλανδία και το Βέλγιο. Η Ολλανδία είναι μια χώρα που εξακολουθεί να μαστίζεται από φαινόμενα χουλιγκανισμού. Η χώρα υιοθετεί –στα πρότυπα της Γερμανίας– ένα αυστηρό νομοθετικό πλαίσιο, το οποίο από μόνο του δεν φαίνεται να αποφέρει καρπούς. Ηδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 η χώρα υιοθέτησε επίσης σχέδια δράσης τα οποία χρηματοδοτούνται από τις ομάδες, την Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία αλλά και την τοπική αυτοδιοίκηση.
Η ολλανδική ομάδα Γκρόνιγκεν υλοποιεί επιμορφωτικά προγράμματα σε συνεργασία με την τοπική αυτοδιοίκηση και την τοπική κοινωνία. Σε ένα από αυτά επιστρατεύονται πρώην χούλιγκαν προκειμένου να έρθουν σε επαφή και να επηρεάσουν άτομα με «ροπή» στον χουλιγκανισμό.
Οι δράσεις όμως που μαγνητίζουν τα βλέμματα στη μάχη που δίνει η Ολλανδία ενάντια στον χουλιγκανισμό προέρχονται από δύο ομάδες της χώρας, όπως προκύπτει και από έρευνα με τίτλο «Η πρόληψη του ποδοσφαιρικού χουλιγκανισμού: Μια διεθνική προοπτική», του Ramon Spaaij, καθηγητή στο Ινστιτούτο του Αμστερνταμ για την Κοινωνική Επιστημονική Ερευνα του Πανεπιστημίου του Αμστερνταμ. Η πρώτη ομάδα είναι η Γκρόνιγκεν, η οποία υλοποιεί επιμορφωτικά προγράμματα σε συνεργασία με την τοπική αυτοδιοίκηση και την τοπική κοινωνία. Σε ένα από αυτά, επιστρατεύονται πρώην χούλιγκαν, προκειμένου να έρθουν σε επαφή και να επηρεάσουν άτομα με «ροπή» στον χουλιγκανισμό.
Σε μια άλλη ομάδα της Ολλανδίας, την Καμπούρ, έχει δημιουργηθεί οργάνωση «εκπαίδευσης» φιλάθλων, όπου οργανώνονται εκστρατείες πρόληψης κατά του χουλιγκανισμού στα δημοτικά σχολεία, ενώ στελέχη της οργάνωσης πλαισιώνουν χούλιγκαν στους οποίους έχει απαγορευθεί η πρόσβαση στο γήπεδο, προκειμένου να τους αποτρέψουν από μια ενδεχόμενη… υποτροπή, βοηθώντας τους παράλληλα να επιτύχουν την κοινωνική τους επανένταξη μέσω εργασιακών προοπτικών.
«Προπόνηση φιλάθλων»
Η διαφορά των σχεδίων δράσης στο Βέλγιο συγκριτικά με τη Γερμανία και την Ολλανδία είναι πως χρηματοδοτούνται εξολοκλήρου από την κυβέρνηση. Οι νεαροί φίλαθλοι που συμμετέχουν σε αυτές τις οργανώσεις είναι επιφορτισμένοι κατά κύριο λόγο με την ασφάλεια του γηπέδου και τη διαχείριση των εισιτηρίων. Οπως και στην Ολλανδία, τα μέτρα ασφαλείας είναι ιδιαιτέρως αυστηρά, ενώ η νομοθεσία επιτρέπει στους αστυνομικούς να προβαίνουν σε προληπτικές συλλήψεις οπαδών. Η εκδίκαση σχετικών υποθέσεων ολοκληρώνεται εντός ολίγων μόλις ημερών.
Το σημαντικότερο μέτρο που έχει ληφθεί όμως στο Βέλγιο ενάντια στον χουλιγκανισμό προέρχεται από μία από τις μεγαλύτερες ομάδες της χώρας, τη Σταντάρ Λιέγης. Ηδη από τη δεκαετία του 1980 η Στάνταρ Λιέγης εφάρμοσε το πρόγραμμα της «προπόνησης φιλάθλων», που ενημερώνει τους οπαδούς της από μικρή ηλικία σχετικά με το πώς είναι ο ορθός τρόπος συμπεριφοράς ενός φιλάθλου. Σύμφωνα με όσα αναφέρονται και σε εκτενές άρθρο της UEFA –καθώς η Ομοσπονδία βράβευσε το 2012 το επίμαχο πρόγραμμα–, τις προσπάθειες της οργάνωσης συνδράμουν το πανεπιστήμιο της πόλης, που καταρτίζει και οργανώνει τις δράσεις, το Δημοτικό Δυμβούλιο, ακόμη και η Ομοσπονδιακή Δημόσια Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων. Ως αποτέλεσμα, ειδικοί, όπως παιδαγωγοί και κοινωνιολόγοι, μαθαίνουν στα παιδιά το νόημα της αποδοχής της ήττας, τον σεβασμό στους αντιπάλους, καθώς και τις νομικές συνέπειες που μπορεί να υποστεί ένας χούλιγκαν που προκαλεί επεισόδια. Παράλληλα, διοργανώνεται σειρά αθλητικών και πολιτιστικών δραστηριοτήτων που υπάγονται στο πρόγραμμα και ονομάζεται «το σπίτι του φιλάθλου», καθώς και σειρά σεμιναρίων για την πρόληψη της αθλητικής βίας.
Οπαδοί συμμετέχουν σε εκπαιδευτικά προγράμματα
Ακόμη μία χώρα όπου οι ίδιες οι ομάδες έλαβαν ενεργά μέτρα προκειμένου να αντιμετωπίσουν τους χούλιγκαν είναι η Ισπανία. Oπως αναφέρει σε μελέτη που εκπόνησε ο ερευνητής του Ελληνικού Ιδρύματος Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής, Τριαντάφυλλος Καρατράντος, με τίτλο «Πρόληψη του χουλιγκανισμού και της οπαδικής βίας», το 2003 «ο τότε νέος πρόεδρος της ομάδας Ζουάν Λαπόρτα υιοθέτησε μια στρατηγική μη ανοχής έναντι του χουλιγκανισμού. Τα πρώτα μέτρα που πήρε ήταν η άρνηση κάθε παροχής και εξυπηρέτησης σε οργανωμένους οπαδούς που είχαν εμπλοκή σε περιστατικά βίας. Σε δεύτερη φάση, διαχώρισε πλήρως τους φιλάθλους και τους οπαδούς που δεν είχαν βίαιη συμπεριφορά από αυτούς που είχαν, υιοθετώντας και επιπρόσθετα τεχνολογικά μέσα επιτήρησης για τους τελευταίους. Παράλληλα, είχε στενή συνεργασία με την Αστυνομία της Καταλωνίας, παρέχοντας πληροφορίες που οδήγησαν σε επιχειρήσεις και συλλήψεις».
Στην ίδια μελέτη αναφέρεται και το πρόγραμμα Curva Jove των Συνδέσμων Οπαδών της Εσπανιόλ –επίσης καταλανική ομάδα– τα μέλη των οποίων «συμμετείχαν σε συνέδρια, τηλεοπτικές εκπομπές και αντιπαραθέσεις, επικοινωνιακές πρωτοβουλίες για εκπαιδευτικά προγράμματα, προωθώντας τη θετική πλευρά της υποστήριξης μιας ομάδας και αποδομώντας τη βία και τον χουλιγκανισμό. Η πρωτοβουλία Curva Jove ήταν καταλυτική για την απομόνωση της βίαιης ομάδας οπαδών Brigadas Blanquiazules».
Ο «ρουλιγκανισμός»
Μπορεί τα φαινόμενα χουλιγκανισμού στις σκανδιναβικές χώρες να μην είναι εκτεταμένα, εντούτοις οι Δανοί οπαδοί βρήκαν έναν ευφάνταστο τρόπο να μειώσουν ακόμη περαιτέρω τα περιστατικά βίας: τον «ρουλιγκανισμό». Το όνομα προέρχεται από τις λέξεις χουλιγκανισμός και rolig, η οποία στα δανέζικα σημαίνει «ειρηνικός». Ο «ρουλιγκανισμός», τον οποίον ασπάζονται πολλοί οπαδοί στη Δανία, είναι μια μη επιθετική συμπεριφορά, η οποία συντροφεύεται από καρναβαλικές αμφιέσεις και γίνεται ολοένα και πιο δημοφιλής στη χώρα.
Πηγή: kathimerini.gr