«Είναι το πάθος μου, ο τρόπος ζωής μου. Και αυτό ήταν το όνειρό μου. Νιώθω προνομιούχος...». Με αυτά τα λόγια ο Ντιέγκο Μαρτίνεθ μιλάει για την ενασχόλησή του με το ποδόσφαιρο και την προπονητική του καριέρα.
Ένας άνθρωπος που δεν του αρέσει ιδιαίτερα να μιλάει για τον εαυτό του, ούτε αισθάνεται ο σταρ κάθε ομάδας. Είναι ο... σαμάνος που θα προσηλυτίσει άπαντες να «ασπαστούν» τα «θέλω» του και να ακολουθήσουν πιστά τις οδηγίες του. Μια μεγάλη οικογένεια που θα λειτουργεί ενιαία και θα βάζει πάντα μπροστά το καλό του συνόλου.
Ο Ισπανός τεχνικός ήρθε στον Ολυμπιακό και ετοιμάζεται να βάλει τη δική του πινελιά, επαναφέροντας τους «ερυθρόλευκους» στον δρόμο των επιτυχιών. Είναι η πρώτη τόσο μεγάλη πρόκληση στην καριέρα του, όπου θα πρέπει να στοχεύσει μόνο στην κορυφή και να επιδιώξει την ίδια ώρα μια καλή ευρωπαϊκή πορεία. Ποιος είναι όμως ο 42χρονος προπονητής και τι μας έχει... διδάξει μέσω της προπονητικής του καριέρας που ξεκίνησε από πολύ μικρή ηλικία;
H πρώτη επαφή με τον αθλητισμό και το ποδόσφαιρο
Ένα μικρό αγόρι περιτρυγιρισμένο από οτιδήποτε είχε σχέση με αθλητισμό σε ένα σπίτι στη Γαλικία. Διότι του κρατούσε η θεία του κάθε εφημερίδα, dvd, αυτοκόλλητα, κασέτες πουπουλούσε στο περίπτερό της.
«Η θεία μου είχε ένα περίπτερο και θα μου κρατούσε όλα όσα ήθελα. Καθόμουν εκεί με όλα εκείνα τα αντίγραφα του Don Balon μόνο για μένα. Όλα τα αυτοκόλλητα. Οι αθλητικές εφημερίδες. Αυτά τα βιβλία για τον μηχανοκίνητο αθλητισμό», είχε δηλώσει για την πρώτη του επαφή με τον αθλητισμό και μετά ήρθε το ποδόσφαιρο... «Θυμάμαι την Ιταλία του '90, νομίζω ότι αυτό είναι το πρώτο μου Παγκόσμιο Κύπελλο».
«Ο παππούς μου μάς αγόρασε ένα βίντεο με την ιστορία των Παγκοσμίων Κυπέλλων. Και εκείνο το καλοκαίρι του 1990, δεν ξέρω πόσες φορές τα είδα. Τα είχε όλα: αυτό το γκολ του Ριβελίνο. Τα πάντα από το '86, το '90, την Ισπανία του '82, την Αργεντινή του '78. Τα είδα τόσες φορές. Τα έβλεπα τέσσερις ή πέντε φορές την εβδομάδα. Μικρά σχόλια από αγώνες είναι αποτυπωμένα στο μυαλό μου, λέξεις που ταιριάζουν με συγκεκριμένες εικόνες. Θα το έβλεπα 300.000 φορές. Ήθελα απλώς να τα... φάω όλα», συμπλήρωσε.
«Το 1990 ήταν το πρώτο μου Παγκόσμιο Κύπελλο, το πρώτο που θυμάμαι σωστά, αλλά πριν από αυτό ήταν το Euro '88, κάτι που είναι ξεκάθαρο στο μυαλό μου. Αυτό το θρυλικό γκολ του Μάρκο Φαν Μπάστεν. Διαβάζω την αυτοβιογραφία του, Fragil. Μου άρεσε, μας έδειξε πράγματα που δεν βλέπουμε απ' έξω. Αφηγείται την ιστορία του πώς όταν ήταν επτά ετών ένας φίλος έπεσε σε μια λίμνη και πνίγηκε. Πράγματα που σε σημαδεύουν. Η ιστορία του με τον μπαμπά του. Ο τρόπος που μεγάλωσε, τα πάντα. Ο καθένας έχει τον δρόμο του, τη διαδρομή του», κατέληξε μιλώντας για τα παιδικά του χρόνια σε συνέντευξή του στο «ESPN».
«Μισώ να χάνω περισσότερο παρά να κερδίζω»
Ο Ντιέγκο Μαρτίνεθ έδειξε τις αρετές του από νεαρή ηλικία, αλλά σε ερασιτεχνικό επίπεδο. Με τον Ισπανό τεχνικό να στηρίζεται αρκετά στις αρχές της καριέρας του στο ανασταλτικό κομμάτι και πολλές από τις ομάδες του να δέχονται γκολ με το σταγονόμετρο. Ο λόγος ήταν πως δεν του αρέσει απλώς να χάνει. Προτιμάει να φέρει ισοπαλία, παρά να χάσει ακόμη και αν δεν αρέσει ορισμένες στιγμές ο τρόπος του. «Μισώ να χάνω περισσότερο παρά να κερδίζω», είναι το μότο της Σερένα Γουίλιαμς και το ακολουθεί κατά γράμμα. Παρότι όπως λέει και ο ίδιος πως οι ήττες του κάνουν καλύτερο σε βάθος χρόνου, προφανώς εννοώντας πως μαθαίνει από αυτές.
«Αν και πιστεύω ότι με το πέρασμα του χρόνου εκμεταλλεύομαι καλύτερα τις ήττες, τις χρησιμοποιώ θετικά, είναι αλήθεια ότι είναι κάτι που δεν μου αρέσει και μου είναι πολύ δύσκολο να το δεχτώ. Όσοι είμαστε ανταγωνιστικοί αντιμετωπίζουμε κάθε παιχνίδι σαν να είναι το τελευταίο και, συναισθηματικά, πάντα... πληγώνω τον εαυτό μου σε κάθε ήττα».
Ο Ισπανός θέλει να κάνει τον Ολυμπιακό ομάδα που δεν θα χάνει και θα έχει νοοτροπία νικητή. Ακριβώς αυτή που έχουν μάθει διαχρονικά οι Πειραιώτες...
Οι αρχές στο παιχνίδι του Μαρτίνεθ
Πρόκειται για έναν προπονητή που του αρέσει να προσαρμόζεται ανάλογα με τον αντίπαλο, αλλά και με το πόσο γεμάτο (ή όχι) πρόγραμμα έχει η ομάδα του. Για παράδειγμα στη σεζόν της Ευρώπης με τη Γρανάδα, όπου νίκησε μεταξύ άλλων την Αϊντχόφεν και τη Νάπολι, ο Μαρτίνεθ έφτιαξε μια ομάδα που ήταν συμπαγής και είχε λίγο διαφορετικές αρχές. Η Γρανάδα αμύνθηκε βαθύτερα στο γήπεδο, μείωσε και... χαμήλωσε (στον αγωνιστικό χώρο) το υψηλό πρέσινγκ, με τον Μαρτίνεθ να ποντάρει αρκετά μέσα στη χρονιά στη βελτίωση της φυσικής κατάστασης αλλά και της ψυχικής υγείας των παικτών, που είχαν μεγάλη πίεση πάνω τους.
Όσον αφορά τις βασικές αρχές του; Ο Μαρτίνεθ αρέσκεται οι ομάδες του να έχουν ψηλά στο γήπεδο τις γραμμές τους και να έχουν επιθετικό πρέσινγκ στο γήπεδο, προσπαθώντας να κάνουν αρκετά κλεψίματα τα οποία θα μετατρέψουν γρήγορα σε τελικές, κυρίως μέσα από την περιοχή. Παρακολουθεί την ίδια ώρα αρκετά αθλήματα πέραν του ποδοσφαίρου, κυρίως μπάσκετ και χάντμπολ, προσπαθώντας να πάρει στοιχεία από εκεί. Όπως την άμυνα ζώνης σε ορισμένα παραδείγματα αλλά και το... double team.
«Η Γρανάδα μπορεί να πιέσει πολύ όταν απαιτείται ή να παίξει όμορφο ποδόσφαιρο όταν της το επιτρέπουν οι συνθήκες. Ο Ντιέγκο και η ομάδα του είναι ικανοί να προσαρμοστούν σε οτιδήποτε. Δεν βλέπει τον εαυτό του ως το αστέρι, ούτε βλέπει μεμονωμένους παίκτες ως αστέρια: θέλει να δημιουργήσει έναν σύλλογο όπου το μόνο πράγμα που έχει σημασία είναι η ομάδα», ανέφερε προ ετών ένας αναλυτής της LaLiga.
Η τακτική ανάλυση: Το 4-2-3-1 και το αγαπημένο transition game
Ο Μαρτίνεθ έχει συχνά ακολουθήσει το δοκιμασμένο και αξιόπιστο 4-2-3-1, αλλά πειραματίστηκε επίσης με τους σχηματισμούς 5-3-2 και 4-4-2 ανάλογα με τον αντίπαλο.
Η Γρανάδα ήταν μια ομάδα που αρνούνταν να γεμίσει μπάλες από πίσω, προσπαθώντας να χτίσει με υπομονή και διαρκές build-up. Παίρνοντας ορισμένες φορές υπερβολικά ρίσκα, τα οποία αν ο αντίπαλος είχε σωστό και οργανωμένο πρέσινγκ στο δεύτερο μισό του γηπέδου. Ωστόσο, η ομάδα του Ισπανού τεχνικού είχε πάντα αρκετούς παίκτες συγκεντρωμένους στον άξονα, με το φορ και τα εξτρέμ να μετατοπίζονται προς τα πίσω και να δημιουργούν υπεραριθμίες, με αποτέλεσμα η μεταφορά της μπάλας στο δεύτερο μισό και στη συνέχεια στο τελευταίο τρίτο του γηπέδου να γίνεται με αρκετούς παίκτες και μεγάλη ταχύτητα.
Την ίδια ώρα, οταν οι ομάδες του φτάνουν κοντά στην αντίπαλη περιοχή, τότε η οδηγία είναι να πατάνε τουλάχιστον τρεις παίκτες στο... κουτί και ακόμη και τέσσερις ή πέντε. Δηλαδή ένας φορ, ένας εξτρέμ, το δεκάρι και συχνά ο άλλος εξτρέμ ή ένα από τα χαφ ώστε να έχει περισσότερες πιθανότητες και επιλογές ο παίκτης που σεντράρει ή περνά μια κάθετη μπάλα. Μεγάλο προσόν των ομάδων του Μαρτίνεθ είναι το γρήγορο transition game, με τις κόντρες που έβγαζε η Γρανάδα πολλές φορές να είναι εκρηκτικές!
Στην αμυντική φάση, η ιδέα είναι να προσπαθήσει να αμυνθεί όσο πιο μακριά από την εστία της. Για αυτό, η ομάδα της Γρανάδας μια τριετία με τον Μαρτίνεθ χαρακτηριζόταν από πολύ υψηλή αμυντική γραμμή, όταν η μπάλα βρισκόταν στον αντίπαλο μισό του γηπέδου. Παράλληλα, το έντονο και διαρκές πρέσινγκ στα πρώτα 2/3 του γηπέδου και τα διαρκή ντουμπλαρίσματα στον ποδοσφαιριστή που έχει την μπάλα στα πόδια του, έχει ως αποτέλεσμα τα πολλά κλεψίματα και τη δυσκολία του αντιπάλου να κυκλοφορήσει ορθολογικά την μπάλα, όπως και το να δημιουργήσει υπεραριθμίες.
Ποιος είπε πως ο Μόντσι βρίσκει μόνο... ποδοσφαιριστές;
Ο Ντιέγκο Μαρτίνεθ αναγκάστηκε από μικρός να εγκαταλείψει το επαγγελματικό ποδόσφαιρο. «Θα μπορούσα να είχα γίνει ποδοσφαιριστής, αλλά έσπασα το πόδι μου», δήλωσε και δεν ήταν η κλασική ατάκα που λένε αρκετοί αποτυχημένοι, διότι όντως χρειάστηκε να περάσει την πόρτα του χειρουργείου και να παρατήσει την καριέρα ως ποδοσφαιριστής.
Σπούδασε στη Σχολή Αθλητικών Επιστημών στην περιοχή της Γρανάδα, έκανε τα πρώτα του βήματα ως προπονητής στην ομάδα νέων της Imperio Albolote, στη συνέχεια είχε την ευκαιρία να προπονήσει την ομάδα νέων της Arenas Armilla, πήρε προαγωγή ως βοηθός προπονητή το 2005 και στη συνέχεια ως πρώτος προπονητής τη σεζόν 2006/07. Πρόλαβε να κάνει μια χρονιά και στην Motril της τέταρτης κατηγορίας, πρoτού τον πάρει η Σεβίλλη. Στην τελευταία του ερασιτεχνική ομάδα πριν κάνει το άλμα στην καριέρα του, είχε προλάβει να γνωρίσει και τη σύζυγό του, με την οποία αργότερα απέκτησε μια κόρη.
«Όταν έκανα το πτυχίο μου, σκεφτόμουν να γίνω προπονητής. Οι βαθμοί μου δεν ήταν αρκετά καλοί για να πάρω μια θέση στην Κορούνια. Πήγα στο Κάντιθ για να κάνω το TAFAD (σσ. πτυχίο φυσικής αγωγής) και έπαιξα και προπονήθηκα και εκεί. Ήταν ένα μάθημα δύο ετών, πολύ πρακτικό, πολύ χρήσιμο. Πήρα έναν από τους τρεις καλύτερους βαθμούς στην Ανδαλουσία και μετά πήγα στο πανεπιστήμιο. Θα μπορούσε να ήταν η Λεόν ή η Γρανάδα, επέλεξα τη Γρανάδα. Δεν ξέρω γιατί: δεν είχα πατήσει ποτέ το πόδι μου εδώ πριν. Η σχολή είναι ακριβώς κάτω από το δρόμο εδώ, λίγο πολύ δίπλα. Σκέφτεσαι: γιατί; Ήταν η μοίρα που με έφερε εδώ από όλα τα μέρη;»...
Ο Μόντσι, ένας από τους καλύτερους αθλητικούς διευθυντές στην ιστορία του ποδοσφαίρου, ήταν αυτός που τον εντόπισε. Πολύ νωρίς, σε ηλικία 29 ετών και τον πήρε στη Σεβίλλη. Αποτέλεσε μέλος του τεχνικού επιτελείου, όντας επικεφαλής μεθοδολογίας και τεχνολογίας. Το 2011 ανέλαβε την ομάδα νέων, με την οποία κατάφερε να κατακτήσει το Champions League. Πήρε την πρώτη προαγωγή σε πιο... επαγγελματικά πλαίσια όταν προπόνησε τη Σεβίλλη Γ' και το 2014 ανέβηκε άλλο ένα σκαλί και ανέλαβε τη Sevilla Atletico (β' ομάδα). Προηγουμένως, είχε βρεθεί στο πλάι του Ουνάι Έμερι ως βοηθός, κατακτώντας παρέα το Europa League.
Η πρώτη φορά που ακούστηκε το όνομα... «Ντιέγκο Μαρτίνεθ»
Η σεζόν 2015/16 ήταν η πρώτη που ακούστηκε το όνομα του Μαρτίνεθ. Διότι τερμάτισε με τους Σεβιγιάνους στην 3η θέση και κέρδισε τον προβιβασμό στη δεύτερη κατηγορία, μέσω της διαδικασίας των playoffs. Την αμέσως επόμενη χρονιά δε, πέτυχε τον στόχο που έθεσε η διοίκηση: Η ομάδα εξασφάλισε την παραμονή στη LaLiga 2 και ενώ απέμεναν 4 αγωνιστικές, προσπάθησε να την βάλει και στα playoffs όπου βέβαια δεν θα μπορούσε να διεκδικήσει την άνοδο, σύμφωνα με όσα αναφέρει ο κανονισμός.
Το 2017, σε ηλικία 36 ετών ήταν ανάμεσα στους υποψήφιους για να διαδεχτεί τον Χόρχε Σαμπάολι στον πάγκο της Σεβίλλης παρότι δεν είχε μεγάλη εμπειρία συνολικά και μηδαμινή από την πρώτη κατηγορία. Βέβαια, αυτό δεν έγινε, αλλά δεν είναι και κάτι σύνηθες στη Σεβίλλη και σε πολλές ισπανικές ομάδες. Η τελευταία φορά που ένας προπονητής ανέβηκε από τη δεύτερη στην πρώτη ομάδα, ήταν ο Μανόλο Χιμένεθ το 2007! Κανείς άλλος και ενώ υπήρξαν αρκετοί που θεωρούνταν ως οι πλέον ελπιδοφόροι προπονητές στη συνέχεια...
Ο Μαρτίνεθ δεν ήθελε να μείνει στη σκιά του καλού του φίλου, Ουνάι Έμερι, αναζητώντας την πρώτη πρόκληση στην καριέρα του. Το 2017, λοιπόν, πήρε τη δουλειά στην Οσασούνα, μια ομάδα που είχε μόλις υποβιβαστεί από τη LaLiga. Είχε το δύσκολο έργο της ανακατασκευής του ρόστερ, αφού είχαν πωληθεί και αποχωρήσει οι καλοί παίκτες της ομάδας, η οποία στην αμέσως προηγούμενη σεζόν είχε δεχτεί τα περισσότερα γκολ (94) και είχε την τρίτη χειρότερη επίθεση (40), τερματίζοντας προτελευταία με 22 πόντους. Στόχος της ομάδς ήταν να προσπαθήσει να μπει στα playoffs, κάτι που λίγο έλειψε να πετύχει. Παρόλα αυτά, η Οσασούνα τερμάτισε έναν βαθμό από την εξάδα. Είχε, πάντως, την καλύτερη άμυνα του πρωταθλήματος, δεχόμενη μόλις μόλις 34 γκολ σε 42 αγώνες!
Ένας προπονητής σε μια... καταθληπτική ομάδα
Παρότι στην Οσασούνα ουσιαστικά δεν πέτυχε, ο τρόπος παιχνιδιού του Ντιέγκο Μαρτίνεθ έκανε τους ανθρώπους της Γρανάδα να τον προσεγγίσουν και να του προσφέρουν συμβόλαιο. Υπέγραψε μονοετές συμβόλαιο, έχοντας στην πλάτη του λιγοστή εμπειρία. Αρκετά χρόνια στη Σεβίλλη μεν, αλλά είτε ως βοηθός στην πρώτη ομάδα ή πρώτος προπονητής στη β' και γ' ομάδα.
Η άφιξή του έσπειρε... αμφιβολίες στους οπαδούς, καθώς ερχόταν σε μια ομάδα που την χαρακτήριζε ο κόσμος της καταθληπτική και είχε απομακρυνθεί από αυτή. Ήταν μάλιστα υπό το νέο ιδιοκτησιακό καθεστώς, με ασιατικό fund να έχει επενδύσει στον σύλλογο αλλά οι δύο πρώτες σεζόν με τα νέα... αφεντικά ήταν καταστροφικές: Υποβιβασμός από τη LaLiga τη μία χρονιά, 10η θέση στη LaLiga 2 τη δεύτερη! Ο σύλλογος χρειαζόταν έναν καθοδηγητή, έναν... σαμάνο που θα προσηλυτίσει άπαντες στα πιστεύω του και θα επαναφέρει το χαμόγελο στην πόλη. Αυτός ήταν ο Ντιέγκο Μαρτίνεθ!
Η 14η Ιουνίου του 2018 ήταν η ημερομηνία που σημάδεψε την ιστορία της Γρανάδας. Ο Μαρτίνεθ δεν αποτελούσε καν την πρώτη επιλογή ως τότε, με τον Φρανθίσκο να είναι ο μεγάλος πόθος αλλά να μην αποδέχεται τελικά την πρόταση και ο δρόμος να ανοίγει για τον Ντιέγκο.
Ο θαυμασμός για το αγγλικό ποδόσφαιρο και το... 20/10 του Γκουαρδιόλα
Ο Ντιέγκο Μαρτίνεθ όπως και οι περισσότεροι προπονητές, έχουν ως όνειρο να περάσουν μια στιγμή από την Premier League. Ο Ισπανός θέλησε να γνωρίσει καλύτερα το αγγλικό πρωτάθλημα και τον περασμένο Αύγουστο πήγε για να παρακολουθήσει από κοντά διάφορα παιχνίδια και προπονήσεις. Έμεινε έκπληκτος, δηλώνοντας ανοιχτά τον θαυμασμό του για όσα παρακολούθησε...
«Μάθαμε πραγματικά όσο το δυνατόν περισσότερα για αυτό που αρέσει περισσότερο σε εμάς ως προπονητές, το ποδόσφαιρο. Μάθαμε άλλες μεθοδολογίες, άλλους τρόπους να δεις το ποδόσφαιρο, άλλα προφίλ ποδοσφαιριστών. Οι αγώνες είναι διαφορετικοί, επίσης. Είναι μια αξέχαστη στιγμή. Θα μπορούσα πραγματικά να το ζήσω όπως κάθε συνηθισμένος οπαδός, ήταν μια αξέχαστη εμπειρία να νιώσω την ατμόσφαιρα του αγγλικού ποδοσφαίρου, να νιώσω την ατμόσφαιρα στο γήπεδα».
Συνάντησε μάλιστα και τον Πεπ Γκουαρδιόλα για τον οποίο είπε πως θα τον βαθμολογούσε με... 20 παρότι το άριστα είναι το 10!
«Θα του έδινα 20 στα 10. Το ίδιο και στον Ράφα Μπενίτεθ. Όταν δύο προπονητές συναντιούνται, μιλούν για όλα αυτά τα διαφορετικά πράγματα, μιλούν για πάρα πολλά... Μιλάτε για τις τακτικές, τις τεχνικές, τη διαχείριση της ομάδας και τη ζωή. Πώς η προσωπική ζωή μπορεί να επηρεάσει την ομάδα στην οποία βρίσκεστε αυτήν τη στιγμή».
«Αν έχω λεμόνια, φτιάχνω λεμονάδα. Αν έχω πορτοκάλια, φτιάχνω πορτοκαλάδα...»
Από την παρουσίασή του, ο νέος προπονητής των «ροχιμπλάνκος» έδωσε το στίγμα του: Μια ομάδα με συνέπεια, που θα χαρακτηρίζεται για την ενότητά της, έχοντας ένα πνεύμα πολεμιστή. «Αν έχω λεμόνια, φτιάχνω λεμονάδα. Αν έχω πορτοκάλια, φτιάχνω πορτοκαλάδα. Πρέπει να είμαστε μια ανταγωνιστική ομάδα», ήταν μία από τις ατάκες του. Ήξερε πως έπρεπε να προσαρμοστεί στα υλικά που έχει στα χέρια του, παίρνοντας το καλύτερο από τον καθένα!
Η ιδέα ήταν ξεκάθαρη: Η ομάδα ήταν πάνω από όλους και κανείς πάνω από το σύνολο. Ποτέ δεν φοβήθηκε κανέναν αντίπαλο, όσο μεγάλος κι αν ήταν! Ο Μαρτίνεθ έφτιαξε ένα σύνολο έμπειρων αλλά και ταλαντούχων ποδοσφαιριστών, οι οποίοι ακολουθούσαν πιστά το πλάνο του. Οι δύο σερί ισοπαλίες στο ξεκίνημα του πρωταθλήματος δεν... ταρακούνησαν ιδιαίτερα την ομάδα, αφού ακολούθησαν τρεις σερί νίκες που έφεραν ενθουσιασμό. Για να φτάσει στο φινάλε της σεζόν η άνοδος της Γρανάδας ως δεύτερη, με τον Ισπανό τεχνικό να είναι ο ήρωας της πόλης που γελούσε ξανά.
Ο Ντιέγκο Μαρτίνεθ πέρασε την ιδέα στην ομάδα του πως δεν έχει... ταβάνι και τη φύτεψε στον ημιτελικό του Copa del Rey κόντρα στην Μπιλμπάο, όταν και αποκλείστηκε από τον τελικό με ένα γκολ στις καθυστερήσεις. «Τα καλύτερα έρχονται», ήταν η ατάκα του που πρόσθεσε έξτρα ενθουσιασμό. Λίγες μέρες αργότερα ξέσπασε η πανδημία με τον κατ' οίκον περιορισμό και την προσωρινή διακοπή της LaLiga. Όταν άρχισαν να μειώνονται οι περιορισμοί, η Γρανάδα συγκεντρώθηκε στη Μαρμπέγια και με μίνι προετοιμασία, εμφανίστηκε πανέτοιμη στην τελική ευθεία του πρωταθλήματος. Με αποτέλεσμα η ομάδα του να τερματίσει στην 7η θέση και να παίρνει για πρώτη φορά στην ιστορία της ένα ευρωπαϊκό εισιτήριο.
Μέσα στη σεζόν, μάλιστα, είχε κάνει και φοβερά αποτελέσματα: Νίκησε την Μπαρτσελόνα, την Μπέτις, τη Σοσιεδάδ, την Μπιλμπάο, ενώ πήρε ισοπαλίες κόντρα σε Βιγιαρεάλ, Ατλέτικο Μαδρίτης. Δυσκόλεψε μάλιστα στο «Καμπ Νόου» τους Καταλανούς και στο «Σαντιάγκο Μπερναμπέου» τη Ρεάλ, αλλά έχασε, ενώ όταν νίκησε η ομάδα του την Μπαρτσελόνα, ανέβηκε στην κορυφή της LaLiga τρελαίνοντας τους πάντες.
«Ο Μαρτίνεθ έκανε την Γρανάδα μια μεγάλη οικογένεια»
Για τον νέο προπονητή του Ολυμπιακού έσταζαν... μέλι άπαντες στη Γρανάδα. Το τεχνικό επιτελείο, η διοίκηση, οι ποδοσφαιριστές ακόμη και οι οπαδοί. Ενδεικτική είναι και η συνέντευξη ενός οπαδού των «ροχιμπλάνκος», ο οποίος τον αποθέωσε και υποστήριξε πως η μεγάλη του δύναμη ήταν πως έκανε όλο τον σύλλογο μια οικογένεια.
«Ο Ντιέγκο Μαρτίνεθ όχι μόνο έκανε αυτή την ομάδα απίστευτα δύσκολο να νικηθεί, απίστευτα καλά οργανωμένη στα μετόπισθεν, έκανε αυτή την ομάδα μια μονάδα, μια οικογένεια και τους έφερε κοντά. Εάν μια ομάδα είναι οικογένεια, τότε παίρνεις ένα επιπλέον 5-10% από αυτήν σε επίπεδα απόδοσης και πιστέψτε με, αυτή η ομάδα είναι απίστευτα κοντά.
Είναι μια καλή και αληθινή οικογένεια, όλοι παλεύουν ο ένας για τον άλλον, οπότε δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι αυτή η ομάδα δίνει το 100% σε κάθε παιχνίδι και ως οπαδός αυτό είναι το μόνο που μπορείς να ζητήσεις. Λατρεύω απόλυτα τον Ντιέγκο Μαρτίνεθ, είναι ο μόνος άνθρωπος για τη δουλειά. Επειδή η Γρανάδα είναι μια μικρή ομάδα, δεν έχει το επίπεδο της αναγνώρισης που του αναλογεί, αλλά είναι εύκολα στους 6 κορυφαίους προπονητές της La Liga για μένα. Συνέχισε επίσης να δείχνει το τεράστιο τακτικό του βάθος και τις γνώσεις του για να μπορεί να χρησιμοποιεί διαφορετικά συστήματα με αυτήν την ομάδα και δεν έχει πρόβλημα να διαβάσει ένα παιχνίδι και μετά να αλλάξει το σύστημα κατά τη διάρκεια αυτού για να μας δώσει πλεονέκτημα σε κοντινά παιχνίδια».