Ο Αλ Έρτερ αποτέλεσε έναν από τους κορυφαίους αθλητές όχι μόνο της γενιάς του, αλλά του 20ού αιώνα. Μια τέτοια μέρα πίσω στο 1968 (15/10), ο Αμερικανός δισκοβόλος πέρασε στο πάνθεον της ιστορίας, αφού έγινε ο πρώτος που κατακτά το χρυσό μετάλλιο σε τέσσερις διαδοχικούς Ολυμπιακούς Αγώνες!
Γεννημένος στην Αστόρια της Νέας Υόρκης στις 19 Σεπτεμβρίου 1936 ασχολήθηκε από μικρή ηλικία με τον αθλητισμό. Στα 15 του ξεκίνησε την συστηματική ενασχόλησή του με την δισκοβολία και το άστρο του δεν άργησε να λάμψει.
Πριν κλείσει τα 20 συμμετείχε στους πρώτους του Ολυμπιακούς Αγώνες, στην διοργάνωση του 1956 στην Μελβούρνη. Ως αουτσάιντερ τότε έκανε την έκπληξη και πήρε την πρώτη θέση με βολή στα 56,36 μ. (νέο ατομικό ρεκόρ). Το 1957 ένα τροχαίο λίγο έλειψε να του στοιχίσει τη ζωή.
Αντ’ αυτού όχι μόνο δεν τα παράτησε, αλλά επανήλθε για τους Αγώνες της Ρώμης το 1960 και θεωρείτο πια ένα από τα φαβορί. Εκεί είχε να ανταγωνιστεί τον συμπατριώτη του, Ρινκ Μπάμπκα, ο οποίος είχε το προβάδισμα στις τέσσερις πρώτες βολές. Ο «μύθος» θέλει να του έδωσε μια τεχνική συμβουλή που αποδείχθηκε πολύτιμη αφού στην 5η βολή (59,18 μ.) τον ξεπέρασε κι έτσι ανέβηκε στο πρώτο σκαλί του βάθρου.
Ο Έρτερ συνέχισε να πρωταγωνιστεί, την ίδια στιγμή όμως που οι τραυματισμοί δεν τον άφηναν σε ησυχία. Ωστόσο η νίκη έμοιαζε να είναι το πεπρωμένο του, με τα όποια εμπόδια να τον πεισμώνουν να προσπαθήσει περισσότερο και από την άλλη να τον απελευθερώνουν όταν έμπαινε στην βαλβίδα. Με νέο Ολυμπιακό ρεκόρ (ένα ακόμη) και επίδοση 61μ. πρώτευσε και στο Τόκιο το 1964 παίρνοντας το τρίτο χρυσό της καριέρας του. Με αυτό το επίτευγμα είχε ήδη εξασφαλίσει περίοπτη θέση στην ιστορία του κλασικού αθλητισμού και όχι μόνο.
Το 1968 στο Μεξικό, ο Τζέι Σιλβέστερ, «απειλούσε» να τον εκθρονίσει, όμως αποδείχθηκε ότι δεν είχε το ειδικό βάρος. Ο Έρτερ γράφει ιστορία (1ος με 64,78 μ.) με το τέταρτο χρυσό Ολυμπιακό μετάλλιο (μόνο ο Καρλ Λιούις τον ισοφάρισε στο μέλλον) κι αποφασίζει να αποσυρθεί για να αφοσιωθεί στις δύο κόρες του, τις οποίες μεγάλωνε μόνος του. Από τα προβλήματα που του παρουσιάστηκαν κατά καιρούς μπόρεσε να απαλλαγεί. Δεν συνέβη το ίδιο με το «μικρόβιο» του πρωταθλητισμού.
Αρκετά χρόνια αργότερα επέστρεψε στην δράση και το 1980 σε ηλικία 44 ετών έκλεισε μια γεμάτη αθλητική διαδρομή με ένα μεγάλο ατομικό ρεκόρ (69,46 μ.). Την ίδια χρονιά επιχείρησε να πάρει το εισιτήριο για τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Μόσχας, τους οποίους μποϋκόταραν μεν οι Αμερικάνοι, αλλά και σε διαφορετική περίπτωση δεν θα μπορούσε να πάρει μέρος, καθώς κατετάγη 4ος στα τράιαλς των ΗΠΑ. Το 1984 στο Λος Άντζελες ήταν ανάμεσα σε αυτούς που κρατούσαν την ολυμπιακή σημαία, ενώ το 1996 στην Ατλάντα μετέφερε την Ολυμπιακή Φλόγα στο στάδιο. Στα χρόνια που ακολούθησαν καλλιέργησε το ταλέντο του στην ζωγραφική, φιλοτεχνώντας μερικά εξαιρετικά έργα.
Αυτό που ίσως δεν γνωρίζουν πολλοί για τον «επαγγελματία Ολυμπιονίκη» είναι πως από νεαρή ηλικία είχε πολύ υψηλή πίεση, γεγονός αποτρεπτικό για να κάνει πρωταθλητισμό. Αποτρεπτικό για άλλους, όχι για τον μαχητή Έρτερ. Το 2003 η υγεία του άρχισε να επιδεινώνεται. Οι γιατροί του πρότειναν να κάνει μεταμόσχευση καρδιάς, με τον ίδιο να αντιτείνει πως «είχα μια ενδιαφέρουσα ζωή και θα συνεχίσω με ό,τι έχω». Την 1η Οκτώβρη του 2007 «έσβησε» προδομένος από την καρδιά του, αλλά ο θρύλος του παραμένει ζωντανός.
Παναγιώτης Σγαρδέλης ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube