Ο φασισμός ηττήθηκε στην Ευρώπη το 1945. Είχε προλάβει να απλώσει το χέρι του σχεδόν παντού. Αυτοί οι εγκληματίες, υπερασπιστές μιας βίαιης ιδεολογίας, που δολοφόνησαν αθώους σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και διέκριναν τους ανθρώπους με βάση την εθνικότητα, τη φυλή ή τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό, χάθηκαν στις γωνιές της ιστορίας -ή κρύφτηκαν, εκτοπισμένοι, ξεχασμένοι και μισητοί, για να γλιτώσουν. Η κληρονομιά τους δεν είναι παρά ένας λεκές για την ανθρωπότητα.

Ένα όφελος, όμως, αν έχει ο φασισμός, είναι η υπενθύμιση ότι η ανθρωπότητα αντιστέκεται ακόμη και στις πιο σκοτεινές εποχές. Διότι οι ιστορίες που γεννήθηκαν μέσα στην πιο σκοτεινή περίοδο της ανθρώπινης ιστορίας, είναι ιστορίες ανθρώπων που παρέμειναν πιστοί στις πεποιθήσεις τους και αρνήθηκαν να υποκύψουν στο κακό.

Η τραγωδία του Βιτόριο Στατσόνε, ενός ανθρώπου που γνώρισε μεγάλη επιτυχία και ακόμη μεγαλύτερη θλίψη, είναι μια τέτοια ιστορία.

Γράφει ο Νίκος Ράλλης


Γεννημένος στο Τορίνο, ο Βιτόριο Στατσόνε μεγάλωσε σε μια υπερήφανη οικογένεια της εργατικής τάξης, αναπτύσσοντας γρήγορα ισχυρές σοσιαλιστικές ιδέες, ενώ, ταυτόχρονα, φαινόταν από μικρός ότι έχει ταλέντο στο ποδόσφαιρο. Τα αδέρφια του, ο Εουτζένιο, που επίσης έγινε επαγγελματίας ποδοσφαιριστής και ο Φραντσέσκο, είχαν τα ίδια ιδανικά.

Ήταν μόλις 11 ετών -όπως ανακάλυψε ο συγγραφέας του εξαιρετικού ''Il Mediano di Mauthausen'', Φραντσέσκο Βέλτρι- όταν ο Στατσόνε τράβηξε την προσοχή του θρυλικού αρχηγού της Τορίνο, Ενρίκο Μπάκμαν, σε ένα μικρό γήπεδο μιας συνοικίας της πόλης του ιταλικού βορρά.

Η άνοδος, ωστόσο, του Στατσόνε στο ιταλικό ποδόσφαιρο αντικατοπτρίζει την άνοδο του Μπενίτο Μουσολίνι και, στη συνέχεια, του ιταλικού φασισμού. Μέχρι το 1922, οι μαυροντυμένοι φασίστες του Μουσολίνι προέλαυναν στη Ρώμη και το 1925 η Ιταλία έφτασε στο χείλος της απόλυτης δικτατορίας. Καθ' όλη τη δεκαετία του 1920, ο φασισμός μπλέχτηκε βαθιά στον κόσμο του ποδοσφαίρου (παρότι ο Μουσολίνι μάλλον το απεχθάνονταν), επιδιώκοντας να θεσμοθετήσει το άθλημα ως «δικό του».

Αυτό, φυσικά, κατέστησε δύσκολο και επικίνδυνο το να συμμετέχουν άνθρωποι σαν τον Στατσόνε σε ένα άθλημα που ελέγχεται από το καθεστώς. Αλλά η οικογένεια Στατσόνε αρνήθηκε να υποκύψει και συνέχισε να παρακολουθεί δημοφιλείς αντιφασιστικές εκδηλώσεις.

Η μεγάλη «γκρανάτα»


Παρακινημένος από τον τερματοφύλακα αδερφό του, Εουτζένιο, ο Βιτόριο πήγε στην ομάδα νέων της Τορίνο το 1923. Εκείνη τη χρονιά, μάλιστα, στα 19 του χρόνια, πραγματοποίησε και την πρώτη του εμφάνιση με τη φανέλα της «γκρανάτα».

Αφού πέρασε μια σεζόν δανεικός στην Κρεμονέζε, επέστρεψε στον σύλλογο της γενέτειράς του το 1925. Ως αντιφασίστας, όμως, ο Στατσόνε είχε ήδη τραβήξει την προσοχή των φασιστών. Το 1926, στα εγκαίνια του θρυλικού ''Stadio Filadelfia'' της Τορίνο, ο Βιτόριο δεν μπόρεσε να δώσει το «παρών». Τον είχαν σπάσει στο ξύλο οι φασίστες, τσακίζοντάς του τα πλευρά. Παρ' όλα αυτά, ο Στατσόνε δεν πτοήθηκε.

Παρέμεινε στο Τορίνο και την επόμενη σεζόν και ήταν βασικό μέλος της αγαπημένης του ομάδας, της μεγάλης Τορίνο, που «σήκωσε» το πρώτο της scudettο το 1927 -η Serie A σχηματίστηκε το 1929. Αναγνωρίζοντας την προσφορά του στην κατάκτηση του πρωταθλήματος, οι εφημερίδες της εποχής συμπεριέλαβαν τον Βιτόριο Στατσόνε στη λίστα με τους καλύτερους Ιταλούς ποδοσφαιριστές της χρονιάς.



Αλλά ο φασισμός δεν έκλεβε μόνο τις ελευθερίες του λαού. Έκλεβε και πρωταθλήματα. Μετά από -ψεύτικους φυσικά- ισχυρισμούς για δωροδοκία, κατά την οποία ένας παίκτης της Γιουβέντους πήρε χρήματα από την Τορίνο, προκειμένου να έχει μειωμένη απόδοση στο ντέρμπι της πόλης που θα έκρινε τον πρωταθλητή, ο τίτλος αφαιρέθηκε από την «γκρανάτα» από ένα πρωτοπαλίκαρο του Μουσολίνι στην Μπολόνια, τον Λεάντρο Αρπινάτι. Όλως τυχαίως ήταν επίσης πρόεδρος της ποδοσφαιρικής ομάδας της Μπολόνια και επικεφαλής της Ιταλικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας.

Player X


Την επόμενη σεζόν ο Στατσόνε έφυγε πια από το Τορίνο με προορισμό τη Φλωρεντία, υπογράφοντας στη Φιορεντίνα. Μεταξύ 1927 και 1931, τη χρονική περίοδο, δηλαδή, που συνέπεσε με τον σχηματισμό της Serie A, ο Βιτόριο φόρεσε τη βιόλα φανέλα σε 94 παιχνίδια.

Συμπωματικά, αυτή η περίοδος συνέπεσε επίσης με την υιοθέτηση της διάσημης μοβ φανέλας από τη Φιορεντίνα, καθιστώντας τον Στατσόνε έναν από τους πρώτους που τη φόρεσαν. Όλα αυτά τα χρόνια ο Βιτόριο παρέμενε πιστός στη σοσιαλιστική του ανατροφή και συνέχισε να διαμαρτύρεται ενάντια στον φασισμό. Αυτός, όμως, ήταν και ο λόγος που ο φασιστικός αθλητικός Τύπος δεν τον ανέφερε με το όνομά του. Αντί για Στατσόνε το όνομά του στις εφημερίδες εμφανιζόταν ως ''Player X''.



Στη διάρκεια της τελευταίας του σεζόν στη Φιορεντίνα, οι «βιόλα» φτάνουν στη γη της επαγγελίας, τερματίζοντας στην 1η θέση της Serie B και κερδίζοντας την άνοδο στην ισοβαθμία με την Μπάρι. Ο Στατσόνε είναι αναπόσπαστο κομμάτι αυτής της επιτυχίας. Αλλά δεν δίνει το «παρών» στους εορτασμούς της πόλης για την άνοδο. Σε αυτό το σημείο, στο απόγειο της επαγγελματικής του καριέρας, βιώνει τη μεγαλύτερη τραγωδία της ζωής του, καθώς χάνει τη σύζυγό του και το αγέννητο παιδί του στον τοκετό. Μια ανείπωτη τραγωδία, που θα τον ακολουθεί σε όλη του τη ζωή. Την ίδια στιγμή, στην προσωπική του θλίψη έρχεται να προστεθεί και ένα ισχυρό πλήγμα στην επαγγελματική του καριέρα.

Το τέλος


Το κλίμα για αυτόν στη Φιορεντίνα αρχίζει να γίνεται βαρύ και ασήκωτο. Αιτία -και πάλι- οι πολιτικές του πεποιθήσεις. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως εκείνη την εποχή ο σύλλογος της Φλωρεντίας αγωνιζόταν στο γήπεδο «Τζιοβάνι Μπέρτα», όπως λεγόταν το σημερινό «Αρτέμιο Φράνκι». Ο Μπέρτα ήταν ένας τοπικός δικτάτορας, τον οποίο δολοφόνησαν οι κομμουνιστές.

Το αντιφασιστικό παρελθόν του Στατσόνε, λοιπόν, οι σοσιαλιστικές του καταβολές, τα οποία διατηρεί στο ακέραιο, γίνονται γνωστά. Και κάπως έτσι έρχεται το άδοξο τέλος στη συνεργασία του με τους «βιόλα», με τους οποίους δεν αγωνίστηκε, τελικά, ποτέ στη Serie A.

Το 1931 φεύγει αποθαρρυνμένος για την Κοζέντσα και την ομώνυμη ομάδα της νότιας Ιταλίας. Δυστυχισμένος από την οικογενειακή τραγωδία και απογοητευμένος από το πισωγύρισμα στην καριέρα του, ο Στατσόνε φτάνει στην Καλαβρία χωρίς τυμπανοκρουσίες. Άμεσα, ωστόσο, εξελίσσεται σε παίκτη-κλειδί για τη νέα του ομάδα.



Η εμπειρία του σε Τορίνο και Φιορεντίνα φαίνεται μέσα στον αγωνιστικό χώρο. Τη σεζόν 1932-33 ήταν πια στις καρδιές των οπαδών της Κοζέντσα, η οποία έφτασε να διεκδικεί μέχρι το τέλος της Serie C την άνοδο, τερματίζοντας, τελικά, στην 3η θέση. Μετά από 77 εμφανίσεις σε τρία χρόνια, ωστόσο, ο Βιτόριο Στατσόνε αναγκάζεται να φύγει ξανά, αυτήν τη φορά για τη Σαβοΐα και την πόλη Τόρε Ανουντσιάτα, κοντά στη Νάπολη.

Ο Στατσόνε δεν μπόρεσε ποτέ να προσαρμοστεί εκεί. Συνεχίζοντας να παλεύει με τους δαίμονες της κατάθλιψης και ενώ οι φασίστες τού έκαναν όλο και πιο δύσκολη τη ζωή, στα 31 του χρόνια αποφασίζει να κρεμάσει τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια, το 1935. Αλλά η τραγωδία του Βιτόριο Στατσόνε θα είχε και συνέχεια.

Στον δρόμο των SS


Μετά την αποχώρησή του από το ποδόσφαιρο και θρηνώντας ακόμα την απώλεια της συζύγου του, ο Στατσόνε επιστρέφει στο Τορίνο. Εκεί, πιάνει δουλειά ως εργάτης στην αυτοκινητοβιομηχανία της FIAT. Ήταν ήδη μια δημοφιλής προσωπικότητα λόγω της ποδοσφαιρικής του καριέρας, η δημοτικότητά του, ωστόσο, αυξήθηκε δέκα φορές μετά την επιστροφή του, καθώς πρωτοστάτησε στους αγώνες και τις απεργιακές κινητοποιήσεις των εργατών.

Ο γιος ενός εργάτη, με ισχυρή σοσιαλιστική συνείδηση, ο οποίος έφτασε να κατακτήσει πρωτάθλημα στην Ιταλία, είχε επιστρέψει στα... χαρακώματα, πολεμώντας με νύχια και με δόντια ενάντια στον φασισμό.

Η αποχώρηση από το ποδόσφαιρο είχε επιτρέψει στον Στατσόνε να αφιερωθεί εξ ολοκλήρου στον πολιτικό σκοπό και, λόγω του θυμού και της θλίψης του, γρήγορα χαρακτηρίστηκε ως «επικίνδυνος» από το καθεστώς. Με το ξέσπασμα του πολέμου το 1939, ο Βιτόριο, μαζί με τον αδερφό του Φραντσέσκο, υπέστησαν πολλές συλλήψεις και ξυλοδαρμούς, καθώς οι δυο τους είχαν εξελιχθεί πια στους μεγαλύτερους πολέμιους του φασισμού. Το ξύλο, τα βασανιστήρια και η φυλακή, όμως, δεν εμπόδισαν κανέναν από τους αδελφούς να συνεχίσουν τον αγώνα τους.

Το 1944, μετά την ενορχήστρωση μιας απεργίας εργοστασίων στο βόρειο τμήμα της Ιταλίας, συνελήφθησαν τόσο ο Βιτόριο όσο και ο Φραντσέσκο Στατσόνε και οι δεσμοί τους με τους Παρτιζάνους του Τορίνο τούς έφεραν στο σταυροδρόμι των SS. Είχε έρθει η ώρα για τα δύο αδέρφια να αποχαιρετήσουν για πάντα την Ιταλία.

Μαουτχάουζεν


Ο Βιτόριο Στατσόνε ήταν ένας αγωνιστής. Παρά τη θλίψη του και την οργή του δεν σταμάτησε να παλεύει. Ή, για να το πούμε πιο σωστά, αυτά τα δύο τον έκαναν να παλεύει. Άλλα στοιχεία του χαρακτήρα του, όμως, ήταν επίσης η έμφυτη καλοσύνη, στα όρια της αφέλειας, η τυφλή εμπιστοσύνη, που έδειχνε εύκολα στους ανθρώπους και η έλλειψη αυτοπεποίθησης. Αυτά του κόστισαν τη ζωή.



Μετά τη σύλληψή του στο Τορίνο, ένας αστυνομικός προφανώς τον αναγνώρισε και τον λυπήθηκε, επιτρέποντάς του να επιστρέψει στο σπίτι του και προειδοποιώντας τον να πάρει πάρει ζεστά ρούχα για το ταξίδι. Ο Στατσόνε δεν πήρε το μήνυμα. Αντί να το σκάσει, όπως έμμεσα τον είχε προτρέψει ο αστυνομικός, εκείνος γύρισε στους στρατώνες. Φυσικά, η φρίκη του φασισμού δεν είχε έρθει ακόμη τότε εξ ολοκλήρου στο φως. Κανείς δεν ήξερε όσα ξέρουμε σήμερα. Κανείς δεν ήξερε τι έκαναν οι Ναζί στο Άουσβιτς και σε άλλα στρατόπεδα συγκέντρωσης ανά την Ευρώπη, με την εξόντωση εκατομμυρίων ανθρώπων. Κανείς δεν μπορούσε καν να διανοηθεί όσα απάνθρωπα έκαναν αυτοί οι υπάνθρωποι.

Ο Βιτόριο και ο Φραντσέσκο απελάθηκαν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Μαουτχάουζεν, στη βόρεια Αυστρία. Από τους περίπου 190.000 ανθρώπους, που φυλακίστηκαν εκεί, τουλάχιστον οι 90.000 πέθαναν. Ο υπερπληθυσμός, η έλλειψη φαγητού, οι τραγικές συνθήκες, οι ασθένειες και βέβαια οι δολοφονίες, «θέριζαν» τον κόσμο στο στρατόπεδο, όταν έφτασαν εκεί τα δύο αδέρφια, το 1944, τόσο κοντά, αλλά και τόσο μακριά από την απελευθέρωση.



Και όμως, ήταν στην κόλαση του Μαουτχάουζεν, όπου ο Στατσόνε έπαιξε για τελευταία φορά ποδόσφαιρο. Αναζητώντας άτομα, για να περάσουν την ώρα τους παίζοντας μπάλα, τα SS πήραν τον Βιτόριο Στατσόνε, χωρίς πολύ δέρμα και κόκκαλα πια πάνω του, και τον έβαλαν σε μια ομάδα. Ο Στατσόνε ήταν αναγκασμένος να παίξει το όμορφο παιχνίδι με στρατιώτες ενός άσχημου καθεστώτος. Αυτός ο φανατικός σοσιαλιστής, ο υπερήφανος άνδρας, που θα έδινε και τη ζωή του για τις πεποιθήσεις του, αναγκάστηκε να αγωνιστεί δίπλα δίπλα με δολοφόνους, σε ένα μέρος το οποίο αντικατοπτρίζει το χειρότερο κομμάτι της ανθρωπότητας. Σε ένα στρατόπεδο θανάτου, αγωνίας και πόνου.

Οι ίδιοι φρουροί, όμως, με τους οποίους αγωνίζονταν, τον χτυπούσαν συνεχώς και τον τραβολογούσαν βίαια στο γήπεδο. Άλλοι φρουροί πάλι, τον τσάκιζαν στο ξύλο, για να τσακίσουν και το χάρισμά του με την μπάλα στα πόδια. Από ζήλεια. Ο Βιτόριο πέθανε, τελικά, νικημένος από τη γάγγραινα τον Μάρτιο του 1945. Ο αδερφός του, Φραντσέσκο, είχε την ίδια μοίρα λίγες ημέρες αργότερα. O μέσος του Μαουτχάουζεν, όμως, δεν υπέκυψε ποτέ. Και έμεινε στην ιστορία ακριβώς για αυτόν τον λόγο, φτιάχνοντας μια κληρονομιά για να διαρκέσει για πάντα.



ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube
TAGS: Long Form