Να ξεκαθαρίσω από την αρχή του άρθρου, πως η προσωπική άποψη μου, είναι πως ο Ολλανδός, τουλάχιστον για μένα, δεν έχει να προσφέρει κάτι παραπάνω από αυτό που έδωσε. Εμείς ωστόσο, Τύπος, οπαδοί, όσοι είναι γύρω από την Εθνική ομάδα από μια κάποια απόσταση, μπορούμε απλά να εκφράσουμε την άποψη μας. Στο ερώτημα για το αν ο Ολλανδός, με αντικειμενικά κριτήρια, δικαιούται άλλη μια ευκαιρία στο αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα, θα έλεγα πως τα επιχειρήματα είναι αρκετά ισορροπημένα και για το να αποχωρήσει και για το να μείνει. Με όσο το δυνατόν πιο αντικειμενικό τρόπο, από έναν άνθρωπο που έχει μια δική του άποψη, θα αποπειραθεί η στήλη να βάλει σε μια ζυγαριά τα συν και τα πλην.
Στο πρώτο συν του Ολλανδού, θα καταγράψω πως από ένα σημείο και μετά ο Φαν τ’ Σιπ, αντιλήφθηκε πως έπρεπε να σταθεροποιήσει έναν κορμό παικτών προκειμένου να υπάρξει χημεία στην ομάδα. Μέχρι το ματς με το Κόσοβο, ο Ολλανδός έκανε πολλές και θεαματικές αλλαγές από το ένα παιχνίδι στο άλλο αναφορικά με τη σύνθεση που παρέτασσε σε κάθε παιχνίδι. Είναι χαρακτηριστικό πως ανάμεσα στα δύο ματς απέναντι στην συγκεκριμένη ομάδα, δηλαδή εκείνο του περασμένου ημερολογιακού έτους και του αγώνα που έδωσε πρόσφατα εκεί η Εθνική μας, μόλις δύο πρόσωπα ήταν ίδια στην ενδεκάδα. Από το εντός έδρας ματς με τη Σουηδία και μετά ο ομοσπονδιακός τεχνικός, παρουσιάζει μια ασύγκριτα μεγαλύτερη σταθερότητα σχετικά με τις επιλογές του.
Φυσικά του πιστώνεται και το πολύ καλό κλίμα που επικρατεί στα αποδυτήρια. Για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια οι διεθνείς μοιάζουν τόσο μονιασμένοι, παρά το γεγονός πως ανάμεσα στις μεγάλες ομάδες δεν έχει εκλείψει η τοξικότητα που πάντοτε και σε κάθε περίπτωση, ακόμα και στις καλές εποχές του αντιπροσωπευτικού συγκροτήματος, βάραινε το κλίμα. Οι διεθνείς φαίνεται πως έχουν συνδεθεί μαζί του και σε κάθε περίπτωση αυτό είναι ένα στοιχείο που μπορεί να παίξει καταλυτικό ρόλο για την παραμονή του και μετά τη λήξη του ισχύοντος συμβολαίου.
Στα αρνητικά το κυριότερο που μπορεί να του πιστώσει κανείς είναι πως πολλές φορές, δοκιμάζει πράγματα που είναι αδύνατο να έχουν αντίκρισμα ακόμα και σε συλλόγους, πολύ περισσότερο σε Εθνική ομάδα. Η τοποθέτηση του Τσιμίκα σε θέση αριστερού στόπερ χθες ή του Γιαννούλη στο ματς με το Κόσοβο, ενώ υπήρχαν άλλες επιλογές, περισσότερο ενδεδειγμένες, αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα. Επιπλέον οι παρεμβάσεις του στα παιχνίδια είναι πολύ καθυστερημένες και μάλλον με γνώμονα το πώς τον πάει το παιχνίδι και λιγότερο το πώς εκείνος θα πρέπει να βάλει τους κατάλληλους για να μπορέσει να κατευθύνει το ματς στην πορεία που θα ήθελε το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα.
Επίσης μπορεί το ματς με τη Γεωργία να είχε νικηφόρα κατάληξη, αλλά παρόλα αυτά και η διαχείριση του αγώνα και η εικόνα στο δεύτερο μέρος κυρίως, δεν ήταν η επιθυμητή απέναντι σε έναν κατώτερο αντίπαλο. Έστω και αν στα θεωρητικά δυσκολότερα ματς με τα φαβορί του ομίλου το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα, παρουσίασε θετική εικόνα, τα ματς που θα έπρεπε να πάρει η Εθνική για να μπορέσει να βρίσκεται ως το τέλος του δρόμου στη διεκδίκηση δεν είχαν θετικό πρόσημο.
Στα προκριματικά αυτά τα ματς είναι που σου δίνουν ή σου στερούν τις προκρίσεις και ακόμα και το νικηφόρο παιχνίδι με τη Γεωργία στο Μπατούμι, ο Ολλανδός δεν το διαχειρίστηκε σωστά, καθυστερώντας να βάλει μέσα έναν εξτρέμ ή έναν πιο οργανωτικό ποδοσφαιριστή από τον Σιώπη. Ευρύτερα πάντως το κοουτσάρισμα των αγώνων, μόνο δυνατό σημείο του δεν το λες, που σε Εθνικές ομάδες έχει ιδιαίτερη σημασία, μιας και οι αυτοματισμοί ανάλογοι με αυτές που έχουν οι σύλλογοι σε πιο αυξημένο βαθμό, είναι δύσκολο να υπάρξουν.
Κατανοώ πως μιλάμε για μια δύσκολη απόφαση που έχει επιχειρήματα και από τις δύο πλευρές. Βάζοντας στην άκρη την προσωπική άποψη, θεωρώ πως και η εικόνα στα δύο τελευταία παιχνίδια, ίσως να παίξει ρόλο για το πού θα γείρει η πλάστιγγα.