Ο Νίκολα Τέσλα, πρώτος ξάδερφος της γιαγιάς του, επιδρά ακόμη και σήμερα στις ζωές όλων μας με τις ανακαλύψεις του. Ο Ντούσαν Ίβκοβιτς, που σήμερα έφυγε από τη ζωή στα 77 του χρόνια, έφερε τη δική του επανάσταση κι άφησε ανεξίτηλο το στίγμα του ΚΑΙ στο ελληνικό μπάσκετ. Το sport-fm.gr καταγράφει τη διαδρομή του.

Η συγγένεια με τον Νίκολα Τέσλα

Ο Ντούσαν Ίβκοβιτς είδε το πρώτο φως στις 27 Οκτωβρίου του 1943 στο Βελιγράδι. Γιος νομικού και συγγενής του Νίκολα Τέσλα, ο οποίος απεβίωσε σχεδόν 11 μήνες πριν τη γέννηση του «Ντούντα» (7 Ιανουαρίου 1943). Η γιαγιά του Ίβκοβιτς, Όλγα Μάντιτς, ήταν πρώτη ξαδέρφη του μεγαλοφυούς Τέσλα, ο οποίος είναι ο άνθρωπος που άλλαξε άρδην την ανθρωπότητα με την εισαγωγή του ηλεκτρισμού και της ασύρματης επικοινωνίας. Μάλιστα ο Ντούσαν Ίβκοβιτς «κληρονόμησε» ως οικογενειακή παράδοση από τον Τέσλα την αγάπη για τα περιστέρια, τα οποία και ενέπνευσαν τον σπουδαίο επιστήμονα να μελετήσει τα ηλεκτρομαγνητικά πεδία.



Μπάσκετ αλλά και σπουδές

Ο έξι χρόνια μεγαλύτερος αδερφός του, Πίβα (που έφυγε από τη ζωή το 1995), τον «τράβηξε» στο μπάσκετ με τη Ραντνίτσκι να αποτελεί το σπίτι του Ντούσαν Ίβκοβιτς στη δεκαετή καριέρα του ως πλέι μέικερ. Ταυτόχρονα με το μπάσκετ πήρε το πτυχίο του στη Γεωλογία, αλλά το μικρόβιο του μπάσκετ υπερίσχυσε μέσα του και ακολούθησε τον Πίβα και στην προπονητική. Ο μεγάλος αδελφός θεωρείται από τους πρώιμους αναμορφωτές του γιουγκοσλαβικού μπάσκετ οδηγώντας τη Ραντνίτσκι στο πρωτάθλημα το 1973 και το Κύπελλο το 1976, ασύλληπτα επιτεύγματα για την εποχή.



Η μετακόμιση στην Παρτιζάν και η Ελλάδα

Το ταλέντο του «Ντούντα» στην προπονητική έγινε εμφανές από τα τμήματα υποδομής της Ραντνίτσκι και η ευκαιρία δεν άργησε να έρθει. Η Παρτιζάν τον κάλεσε κοντά της και ο Ίβκοβιτς αναρριχήθηκε σταδιακά σε βοηθός και τελικά σε πρώτος προπονητής Η αρχή ήταν εντυπωσιακή, με τον μόλις 36χρονο προπονητή να οδηγεί την Παρτιζάν σε ένα απίθανο τριπλ-κράουν κατακτώντας πρωτάθλημα, Κύπελλο και Κόρατς το 1979! Στην Παρτιζάν δεν μακροημέρευσε, αφού η διάθεσή του για ανανέωση με σταδιακό παροπλισμό των μεγάλων (σε κλάση αλλά και ηλικία) παικτών της ομάδας για να κάνουν… τόπο στα νιάτα τον έφερε σε ρήξεις και αποχώρησε πριν συμπληρώσει διετία.



Κάπου εκεί μπήκε στη ζωή του η Ελλάδα, που έμελλε να γίνει δεύτερη πατρίδα του. Το κάλεσμα του Ανέστη Πεταλίδη τον έφερε στον Άρη το 1980, όπου θέλησε να επιβάλλει τη φιλοσοφία του χωρίς να λογαριάζει ονόματα. Είχε μια «εκρηκτική» συνεργασία με τον Νίκο Γκάλη, τον οποίο μάταια προσπάθησε να βάλει σε καλούπια, ενώ όπως και στην Παρτιζάν επέλεξε το δρόμο της ανανέωσης αναδεικνύοντας παίκτες όπως οι Φιλίππου, Ρωμανίδης και Δοξάκης. Ο Άρης δεν κατάφερε να κατακτήσει μαζί του κάποιον τίτλο, αλλά θεωρείται πως ήταν ο άνθρωπος που έβαλε κάποια από τα θεμέλια της αυτοκρατορίας της ομάδας που άρχισε με την επιστροφή του Γιάννη Ιωαννίδη αντ’ αυτού στον πάγκο.



Η επιστροφή και η συνεργασία με τον Ντράζεν Πέτροβιτς

Ο Ντούσαν Ίβκοβιτς επέστρεψε στη Ραντνίτσκι. Η «βίαια» ανανέωση που επέβαλε στην ομάδα στοίχισε τον υποβιβασμό της ομάδας το 1983, αλλά ο ίδιος έμεινε για να την επαναφέρει στη μεγάλη κατηγορία. Μέσα από όλη αυτή τη διαδικασία έγινε εμφανής η απαράμιλλη ικανότητα του «Ντούντα» να εντοπίζει και να καλλιεργεί ταλέντα, κάτι που δεν διέφυγε της προσοχής της ομοσπονδίας, η οποία του ανέθεσε από το 1976 θέσεις στις «μικρές» εθνικές ομάδες. Το 1983 ως προπονητής των Νέων της Γιουγκοσλαβίας συνεργάστηκε με τον 18χρονο τότε Ντράζεν Πέτροβιτς φτάνοντας μαζί στο ασημένιο μετάλλιο στην Πανεπιστημιάδα του Έντμοντον.



Η μοίρα δεν ήθελε να συνεργαστούν και σε συλλογικό επίπεδο με τον «Μότσαρτ», καθώς όταν ο Ντούσαν Ίβκοβιτς ανέλαβε την Σιμπένκα το 1984, ο Κροάτης έφευγε για την Τσιμπόνα. Ο γιος του διαβόλου και η ομάδα του Ζάγκρεμπ καθιστούν άνισο τον ανταγωνισμό στο εγχώριο πρωτάθλημα, αλλά το έργο του «Ντούντα», τόσο στην Σιμπένκα όσο και την Βοϊβοντίνα (την οποία ανέλαβε στη δεύτερη κατηγορία) από το 1987, είναι προφανές.

Η ώρα της μεγάλης εθνικής

Το 1986 ο θρυλικός Κρέσιμιρ Τσόσιτς τον κάλεσε στο πλευρό του στην εθνική Γιουγκοσλαβίας. Οι «πλάβι» περιορίζονται στο χάλκινο μετάλλιο στο Παγκόσμιο της Ισπανίας το 1986 και το Ευρωμπάσκετ της Ελλάδας το 1987. Η διοίκηση της ομοσπονδίας θεώρησε… λίγες τις τρίτες θέσεις και προήγαγε τον «Ντούντα» σε θέση πρώτου προπονητή. Έχοντας να διαχειριστεί υπερπαίκτες όπως οι Πέτροβιτς, Κούκοτς, Ντίβατς, Ράτζα, Πάσπαλι, Βράνκοβιτς, Τζόρτζεβιτς αλλά και τον… «μαθητή» του Ζέλικο Ομπράντοβιτς, δημιουργεί μια απίθανη ομάδα. Κι αν στη Σεούλ ο Άρβιντας Σαμπόνις και η Σοβιετική Ένωση περιορίζουν τη Γιουγκοσλαβία στο ασημένιο μετάλλιο, το 1989 κάνει… πλάκα στο Ευρωμπάσκετ που φιλοξενεί διαλύοντας τον ανταγωνισμό και νικώντας δις την Ελλάδα (τη δεύτερη στον τελικό) στη διαδρομή. Το κερασάκι στην τούρτα έρχεται έναν χρόνο μετά, με την επίσης δια περιπάτου κατάκτηση στο Μουντομπάσκετ της Αργεντινής, ενώ το 1991 το νέο χρυσό έρχεται σαν φυσική εξέλιξη. Μόνο κάτι αφύσικο μπορούσε να ανακόψει την πορεία αυτής της ομάδας και συνέβη: ο εμφύλιος που διέσπασε τη χώρα και το μπάσκετ της.



Η επιστροφή στη Θεσσαλονίκη

Ο Νίκος Βεζυρτζής έπεισε τον Ντούσαν Ίβκοβιτς να αφήσει την έκρυθμη κατάσταση στη Γιουγκοσλαβία και να αναλάβει το 1991 τον ΠΑΟΚ, που έχει κατακτήσει ακόμη και ευρωπαϊκό τίτλο (Κυπελλούχων) αλλά αδυνατεί να εκθρονίσει τον Άρη. Ο «Ντούντα» με πρωτεργάτη τον Μπάνε Πρέλεβιτς τα καταφέρνει και βάζει τέλος στην επταετή δυναστεία του Άρη, παρότι έρχεται σε ρήξη με τον Παναγιώτη Φασούλα, ο οποίος τον αποκαλεί ειρωνικά «σοφό». Ο ΠΑΟΚ, ωστόσο, φτάνει δις στην πηγή για ευρωπαϊκό τίτλο και δεν ξεδιψά. Χάνει από τη λάθος πάσα της «αράχνης» και το καλάθι του Ρίκι Μπράουν το Κυπελλούχων και ηττάται από την Μπενετόν στον ημιτελικό του Final 4 της Ευρωλίγκας στο ΣΕΦ. Η ήττα από τον ανερχόμενο τότε Ολυμπιακό στα ημιτελικά του πρωταθλήματος οδηγεί στην έξοδο τον «Ντούντα».



Όταν λατρεύτηκε από τον Πανιώνιο και αποδοκιμάστηκε στο ΟΑΚΑ

Ο Ντούσαν Ίβκοβιτς κατηφόρισε στην Αθήνα, που θα γινόταν το σπίτι του για πολλά χρόνια, το 1996. Αποδέχτηκε την πρόταση του Πανιωνίου, «έψησε» τον Ζάρκο Πάσπαλι να ηγηθεί και δημιούργησε μια ομάδα χάρμα οφθαλμών που παρότι δεν κατέκτησε τίτλο έφτασε στα ημιτελικά του Κόρατς (αποκλείστηκε από τον πανίσχυρο ΠΑΟΚ) και τα προημιτελικά την επόμενη σεζόν κερδίζοντας και το εισιτήριο για την Ευρωλίγκα.

Στο μεσοδιάστημα, το 1995, κάθισε στον πάγκο της «νεοσύστατης» ομάδας Σερβίας/Μαυροβουνίου, με τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς δίπλα του. Σα να μην είχαν λείψει από το μπασκετικό προσκήνιο για μια τετραετία, οι «πλάβι» κυριαρχούν και φτάνουν στο χρυσό στο Ευρωμπάσκετ της Αθήνας, αλλά η ομάδα τους αντιμετωπίζει εχθρική στάση από το κοινό στο ΟΑΚΑ, που τάσσεται υπέρ της Λιθουανίας και απέναντι στο… σέρβικο λόμπι που διαφέντευε το ευρωπαϊκό μπάσκετ.



Η σχέση ζωής με τον Ολυμπιακό

Μετά από ψηστήρι… μηνών, ο Σωκράτης Κόκκαλης έπεισε τον Ντούσαν Ίβκοβιτς να διαδεχτεί τον Γιάννη Ιωαννίδη στον πάγκο του Ολυμπιακού, το 1996. Λίγους μήνες αφότου η δική του εθνική ομάδα, με τον ίδιο σύμβουλο και τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς πρώτο προπονητή πλέον, είχε χάσει μόνο από την Dream Team 3 στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ατλάντα, αποστολή του, ξεκάθαρη, να κατακτήσει την Ευρωλίγκα μετά από δύο χαμένους τελικούς και την ώρα που οι… απέναντι στον Παναθηναϊκό ακόμη πανηγύριζαν τον τίτλο στο Παρίσι. Παρά τις αναταράξεις από απρόσμενες ήττες μέσα στη σεζόν, ο «Ντούντα» φέρνει εις πέρας το έργο. Ο Ολυμπιακός γκαζώνει στο τελευταίο τρίτο της σεζόν και με οδηγό τον σεληνιασμένο Ντέιβιντ Ρίβερς κατακτά κατά σειρά Κύπελλο («το πρώτο», όπως φώναζε ο Σιγάλας), την πρώτη Ευρωλίγκα στο Final Four της Ρώμης, αλλά και το πρωτάθλημα.



Η συνέχεια στην πρώτη θητεία του δεν ήταν ανάλογη. Ο Ολυμπιακός αποκλείεται την επόμενη σεζόν στους «16» από την Παρτιζάν και το τρίποντο του Πέτζα Στογιάκοβιτς τον θέτει εκτός τελικών στο πρωτάθλημα δίνοντας το εισιτήριο στον ΠΑΟΚ. Ο Σωκράτης Κόκκαλης τον στηρίζει, ο «Ντούντα» οδηγεί τον Ολυμπιακό στον τελικό του Final Four στο Μόναχο αλλά η Ζαλγκίρις του Γιόνας Καζλάουσκας είναι ασυναγώνιστη. Η απώλεια του πρωταθλήματος στον πέμπτο τελικό του 1999 από τον Παναθηναϊκό στο ΣΕΦ σηματοδοτεί το φινάλε.

Το κιτρινόμαυρο στίγμα

Ο Γιάννης Φιλίππου πείθει τον Ντούσαν Ίβκοβιτς να ηγηθεί της ΑΕΚ, που έχει επιστρέψει δυναμικά στο προσκήνιο, έχει φτάσει μέχρι και σε τελικό Ευρωλίγκας (1998), αλλά ακόμη κούπα δεν έχει σηκώσει. Ο Σέρβος τεχνικός τα καταφέρνει και πάλι. Μετατρέποντας νέα παιδιά όπως οι Χατζής και Κακιούζης σε ηγέτες και βγάζοντας μπροστά τον Ντικούδη, η «Ένωση» με έξυπνες επιλογές ξένων και όχι απεριόριστο μπάτζετ κατακτά δύο Κύπελλα σε τελικούς απέναντι στον πανίσχυρο Παναθηναϊκό (2000, 2001), αλλά και το πρώτο ευρωπαϊκό μετά από 32 χρόνια, το Σαπόρτα (2000). Η ομάδα που με τον Ντράγκαν Σάκοτα το 2002 κατέκτησε το πρωτάθλημα ήταν εν μέρει και δική του.



Το κάζο της Μόσχας

Η κρίση στην ΑΕΚ και η μείωση των τηλεοπτικών συμβολαίων στην Ελλάδα οδηγεί τον Ντούσαν Ίβκοβιτς για μια πενταετία στη Μόσχα. Η δική του ΤΣΣΚΑ (όπου συνεργάστηκε με Παπαλουκά, Χατζηβρέττα και Ντικούδη) το 2005 φτάνει αήττητη στο Final Four της ρωσικής πρωτεύουσας (με ρεκόρ 52-0), αλλά χάνει στον ημιτελικό από την Τάου Κεράμικα και η υπομονή των Ρώσων στερεύει. Πηγαίνει στη γειτονική Ντιναμό Μόσχας, με Φώτση και Παπαδόπουλο, κατακτά το ULEB Cup το 2006, αλλά μετά από μια διετία αποχωρεί.

Αναμορφωτής των «πλάβι»

Ο Ντούσαν Ίβκοβιτς αποσύρθηκε για λίγο από το συλλογικό μπάσκετ και αφιερώθηκε στην εθνική Σερβίας που μετρούσε διαδοχικές… κατραπακιές. Το 2009 με αρκετά ανανεωμένη σύνθεση την οδηγεί στο ασημένιο μετάλλιο στο Ευρωμπάσκετ της Πολωνίας και έναν χρόνο μετά «σφαγιάζεται» από τη διαιτησία στον ημιτελικό του Παγκοσμίου απέναντι στην οικοδέσποινα Τουρκία μένοντας στην τέταρτη θέση.



Η επιστροφή του «Ντούντα» έφερε το θαύμα

Το όραμα Παναγιώτη και Γιώργου Αγγελόπουλου έπεισε τον Ντούσαν Ίβκοβιτς να καθίσει ξανά στον πάγκο του Ολυμπιακού. Με τον Βασίλη Σπανούλη να έχει κάνει τη μετάβαση από τον έναν «αιώνιο» στον άλλο, αλλά περιορισμένο μπάτζετ και πολλά νέα παιδιά, ο Σέρβος τεχνικός έχει ένα πρότζεκτ που του αρέσει πολύ. Ο Ολυμπιακός θα πάρει το Κύπελλο αλλά θα αποτύχει σε πρωτάθλημα και Ευρωλίγκα το 2011, μέχρι το επικό 2012. Χάρη και στις έξυπνες αλλαγές ξένων με Λο και Ντόρσεϊ μέσα στη σεζόν (που οι κακές γλώσσες λένε πως δεν ήταν επιλογές του Ίβκοβιτς), οι «ερυθρόλευκοι» μεταμορφώθηκαν μέσα στη σεζόν και σχεδόν ανέλπιστα έφτασαν στο έπος της Κωνσταντινούπολης κατακτώντας τον τίτλο από το -19 στον τελικό κόντρα στην ΤΣΣΚΑ. Και με κεκτημένη ταχύτητα πήραν και το πρωτάθλημα σταματώντας την κυριαρχία του Παναθηναϊκού από το 2003.



Το φινάλε στην Εφές

Ο «Ντούντα» αποχώρησε θριαμβευτής και μετά από μια διετία αγρανάπαυσης, η «χρυσή» πρόταση της Εφές τον πείθει να δραστηριοποιηθεί και πάλι. Με τον Βαγγέλη Αγγέλου στο πλευρό του κατακτά ένα Κύπελλο κι ένα Σούπερ Καπ. Αποχωρεί το 2016 και λίγους μήνες μετά ανακοινώνει πως θα αφοσιωθεί στα περιστέρια του.

Ως το τέλος της ζωής του παρέμεινε κοντά στο μπάσκετ. Επισκεπτόταν διάφορα γήπεδα, στη Σερβία αλλά και την Ελλάδα, γνωρίζοντας παντού την αποθέωση. Άλλωστε πρόκειται για μια εμβληματική φιγούρα του ευρωπαϊκού (κι όχι μόνο) μπάσκετ, με επίδραση στο άθλημα εντός κι εκτός των τειχών. Και δεν πρόκειται απλώς για έναν υπηρέτη του αθλήματος, αλλά όπως έλεγε κι ο ίδιος με τα όμορφα σπαστά ελληνικά του, ένας... πανεπιστήμονας του μπάσκετ!

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube