Δυνάμωσε λίγο τη μουσική και άκου... Μπορείς επίσης να σιγοψιθυρίσεις μαζί μου. «Όλοι έχουμε γραμμένο που το λένε πεπρωμένο και κανένας δεν μπορεί να τ’ αποφύγει... Δεν υπάρχει θεωρία, ούτε τρένα, ούτε πλοία και ο καθένας το παλεύει όπως ξέρει και μπορεί, από παιδί...»
Γράφει ο Γιώργος Σπανομανώλης
Πάντα, αυτή τη μέρα, παραμονή της νέας χρονιάς, πριν την άτυπη τελετή παράδοσης παραλαβής που έχουμε δημιουργήσει οι άνθρωποι ανάμεσα στο παλιό και το καινούριο, όλους λίγο πολύ μας πιάνει μια διαολεμένη διάθεση να προσπαθήσουμε να θέσουμε στόχους για το μέλλον, για τη νέα χρονιά που έρχεται.
Άλλος κάτι πιο απλό, άλλος κάτι περισσότερο σημαντικό... Το 2016 που φεύγει για άλλους ήταν καταραμένο, για μένα ήταν ευλογημένο – συγχωρέστε μου το πρώτο ενικό- γιατί βρέθηκε ένας σαν εμάς ή μάλλον ένας από εμάς, οστούν εκ των οστέων μας και σαρξ εκ της ελληνικής σαρκός μας, να μας δώσει ένα τρανό μάθημα που δεν σπουδάζεται σε κανένα σχολειό, σε κανένα πανεπιστήμιο.
Ήρθε να μας πει, όχι με λόγια, αλλά με πράξεις, με την ίδια τη στάση που κράτησε, ότι διάολε... Ναι, επιτρέπεται να πέσεις, επιβάλλεται όμως να σηκωθείς.
Διότι όταν σηκωθείς και ξεσκονίσεις τα γόνατα σου από τις λάσπες, κάτι θα έχεις καταφέρει, κάτι θα έχεις κερδίσει και πιο δυνατός, θα πάρεις την απόφαση να κάνεις το επόμενο βήμα. Γιατί μέσα σου, θα ξέρεις καλά ότι που να πάρει, το προσπάθησες.
Ναι, καλέ μου Άγιε Βασίλη, αν υπάρχεις και αν η ύπαρξη σου δεν περιορίζεται μόνο στη διαφήμιση πίνοντας αναψυκτικά, σε παρακαλώ τη νέα χρονιά φέρε μου λίγο από Σπύρο Γιαννιώτη.
Όχι καλέ μου Άγιε, δεν τα έχω χάσει ακόμα. Αλήθεια, αυτό σου ζητάω. Κάνε με λίγο σαν τον Σπύρο.
Δυνάμωσε πάλι τη μουσική... «Εγώ για γάλα βύζαξα την πελαγίσια αρμύρα και έδεσα τη μοίρα μου, με του Αιγαίου τη μοίρα. Εγώ είμαι γιος, μοναχογιός του πέλαγου, στο φως καραβοκύρης».
Αν ήμουν πιτσιρικάς, τότε θα κρεμούσα στο δωμάτιο μου μια αφίσα του Σπύρου.
Το λέω ξεκάθαρα. Ίσως για χάρη του να έβγαζα από την πιο ξεχωριστή θέση ακόμα και αυτή της Εθνικής του 2004. Εκείνη η αφίσα με είχε κάνει να πιστεύω στα θαύματα και τα άπιαστα όνειρα, ο Σπύρος με έκανε να πιστεύω στην δύναμη των ανθρώπων.
Ο Σπύρος με δίδαξε πως και οι άντρες κλαίνε. Κλαίνε στη λύπη, όπως τότε, το 2012 στο Λονδίνο που τον πλήγωσε. Νομίζω πως ακόμα τον πληγώνει. Και τον πλήγωσε πολύ. Ήρθε τέταρτος ενώ είχε βάλει πλώρη για το χρυσό και κατάκοπος από την προσπάθεια, ξέσπασε. Δεν τον ένοιαζε ποτέ να κρατήσει και να περάσει το προφίλ του δυνατού. Και οι δυνατοί λυγίζουν άλλωστε. Μας έμαθε όμως ότι οι άντρες κλαίνε και στη χαρά. Όταν τα έχουν βάλει με θεούς και δαίμονες και κυρίως δαίμονες και βλέπουν τους κόπους τους να γίνονται ιστορία.
Ο Σπύρος με δίδαξε τι θα πει να αγωνίζεσαι. Το έκανε στη θάλασσα της Κοπακαμπάνα στο Ρίο το περασμένο καλοκαίρι, δίνοντας άλλη διάσταση στον όρο υπέρβαση. Ήταν υπέρβαση να είσαι 23ος και στην τελευταία κούρσα της καριέρας σου να φτάνεις μια παλαμιά, μια χεριά από αυτό που είχες οριοθετήσει ως «Άγιο Δισκοπότηρο» της τεράστιας πορείας σου. Ο Σπύρος, δεν πήγε στους αγώνες ως φαβορί σαν τον Πετρούνια. Η ιστορία του ήταν ένα μάθημα ζωής. Μια απόδειξη του συνεχούς αγώνα, ο οποίος μπορεί να μην τελειώσει όπως εσύ θες, αλλά πρέπει να δώσεις τη μάχη σου μέχρι τέλους. Και ας βγεις και δεύτερος βρε αδερφέ.
Ο Σπύρος με έμαθε τι θα πει προσπάθεια. Να βουτάς στο νερό, να κολυμπάς, να καίνε τα μάτια σου από την αλμύρα, αλλά να μην το βάζεις κάτω. Να πονάς, αλλά να συνεχίζεις, να πολεμάς, μέχρι τον τερματισμό. Να μην τα παρατάς. Αυτός είναι ο στόχος.
Ο Σπύρος με δίδαξε τι θα πει αξιοπρέπεια και ήθος. Το έκανε όταν πεισματικά αρνήθηκε να πέσει χαμηλά ως αθλητής και να κάνει ένσταση για να βγει... σιγά το πράγμα δηλαδή, πρώτος. Οι μεγάλοι άνδρες συμβιβάζονται με την ήττα και αυτός το έκανε πράξη. Έχασε, το δέχτηκε, προχώρησε με ψηλά το κεφάλι. Ήθελε να μας κοιτάει στα μάτια, με το ασημένιο μετάλλιο στο στήθος Δεν στάθηκε σε μια... χεριά. Άλλωστε το ασήμι του, είχε διπλή αξία από το χρυσάφι του Φέρτμαν.
Ο Σπύρος με δίδαξε τι θα πει μαγκιά. Όχι ψευτομαγκιά του νεοέλληνα. Μαγκιά ατόφια, ελληνική. Να είσαι 36 χρονών και να συνεχίζεις να παλεύεις για τους στόχους και τα όνειρα σου. Να μην σε παίρνει από κάτω που στα 32 σου ήρθες τέταρτος. Αλλά εκεί να τα βάζεις με καλύτερους από εσένα σωματικά, με νέους στην ψυχή και στο σώμα, αλλά να ξέρεις ότι είσαι δυνατός. Άλλοι εκεί θα ανακοίνωναν τίτλους τέλους. Εκείνος είδε ένα βήμα πιο μακριά. Θέλει μαγκιά αυτό το πράγμα και ο Σπύρος το έκανε πράξη.
Ο Σπύρος μου θύμισε τι θα πει αθλητισμός. Ναι, το έχουμε ξεχάσει. Αθλητισμός είναι η νίκη, αλλά κυρίως είναι η ήττα. Αθλητισμός είναι η θέληση, η προσπάθεια, ο σεβασμός, το ήθος και όλα αυτά είναι πάνω από κάθε μετάλλιο. Πάνω από κάθε διάκριση. Σε μια χώρα που παθαίνει υστερία με τις νίκες, ο Σπύρος απέδειξε ότι ο αθλητισμός είναι κυρίως στιγμές και όχι νίκες. Και η στιγμή του θα μείνει αιώνια χαραγμένη στις μνήμες μας. Γιατί μαζί με τα δικά του δάκρυα από τον πόνο, κλάψαμε και εμείς.
Αυτά θέλω καλέ μου Άγιε Βασίλη να μου φέρεις το 2017. Όχι πολύ... Λίγο. Άλλωστε δεν μπορώ να γίνω Σπύρος Γιαννιώτης. Λίγοι έχουν τη δύναμη να το κάνουν. Αλλά θέλω να μπορώ να αντιμετωπίζω τη ζωή, όπως εκείνος αυτήν την κούρσα στη θάλασσα του Ρίο.
Για μένα ο Σπύρος είναι αυτό που είπε ένας Ιρλανδός συγγραφέας, ο C.S. Lewis που έχει γράψει «Τα χρονικά της Νάργια».
Υπάρχουν λέει δύο είδη ανθρώπων... Αυτοί που λένε στο Θεό «γενηθήτω το θέλημα σου» και αυτοί στους οποίους λέει ο Θεός «καλά, κάνε ότι νομίζεις».
Ο Σπύρος είναι η δεύτερη περίπτωση.