Δήλωση βόμβα έκανε ο αστέρας του Χόλιγουντ Μπραντ Πιτ. Σε μια εκ βαθέων συνέντευξή του στο περιοδικό GQ ο 58χρονος άφησε να υπαινιχθεί ότι πλησιάζει στη… σύνταξη, και μάλιστα εντός των επομένων μηνών, κάτι που πρέπει να σόκαρε τους θαυμαστές του μετά από περισσότερα από 30 χρόνια στη βιομηχανία του θεάματος.
«Θεωρώ τον εαυτό μου στο τελευταίο μου βήμα» ανέφερε χαρακτηριστικά ο ηθοποιός στο περιοδικό. «Tο τελευταίο εξάμηνο ή τρίμηνο» τόνισε μάλιστα, διευκρινίζοντας πάντως ότι ακόμα δεν έχει σχεδιάσει ακριβώς πώς θα πέσει η αυλαία.
Ο Πιτ, ο οποίος άρχισε την καριέρα του στην υποκριτική σε ηλικία 22 ετών, έχει πρωταγωνιστήσει σε εμβληματικές ταινίες όπως τα «Fight Club», «Moneyball», «Once Upon a Time in Hollywood» και τις ταινίες «Ocean’s Eleven».
«Είμαι ένα από εκείνα τα πλάσματα που μιλάνε μέσω της τέχνης», συνέχισε. «Θέλω πάντα να κάνω. Αν δεν τα καταφέρω, πεθαίνω με κάποιο τρόπο».
Παρότι ο βραβευμένος με Όσκαρ ηθοποιός δεν έχει σταματήσει ακόμα τη δουλειά, έχει σταματήσει κάτι άλλο: το τσιγάρο.
Ο Πιτ είπε στο περιοδικό ότι αποφάσισε να σταματήσει το κάπνισμα κατά τη διάρκεια της πανδημίας της COVID-19 επειδή είναι «σε μια ηλικία που δεν βγαίνει τίποτα καλό από αυτό».
«Πάντα πήγαινα με τα ρεύματα, με έπαιρναν κατά κάποιο τρόπο και μετά σε κάτι άλλο... Νομίζω ότι πέρασα χρόνια με μια χαμηλού βαθμού κατάθλιψη και μόνο όταν συμβιβάστηκα με αυτό, προσπαθώντας να αγκαλιάσω όλες τις πλευρές του εαυτού μου –την όμορφη και την άσχημη– μπόρεσα να γευτώ αυτές τις στιγμές χαράς».
Ο Μπραντ Πιτ εξομολογήθηκε επίσης τους εφιάλτες του: «Σίγουρα για τέσσερα ή πέντε χρόνια, το πιο κυρίαρχο όνειρο που ζούσα ήταν να μού επιτεθούν και να μαχαιρωθώ. Ήταν πάντα νύχτα, στο σκοτάδι, και περπατούσα σε ένα πεζοδρόμιο σε ένα πάρκο ή σε έναν πεζόδρομο και καθώς περνούσα κάτω από μια λάμπα δρόμου που έμοιαζε με του Εξορκιστή, κάποιος μού έκανε επίθεση από την άβυσσο και με μαχαίρωνε στα πλευρά. Ή είχα παρατηρήσει ότι με παρακολουθούσαν και μετά με πλησίαζε άλλος και συνειδητοποίησα ότι ήμουν παγιδευμένος και μου έκαναν μεγάλο κακό. Ή ότι με κυνηγούσαν σε ένα σπίτι με ένα παιδί, το βοηθούσα να ξεφύγω, αλλά παγιδευόμουν — και με μαχαίρωναν. Πάντα μαχαιρωμένος. Και ξυπνούσα με τρόμο. Δεν καταλάβαινα γιατί ήθελαν να με πληγώσουν. Αυτό σταμάτησε πριν από ένα ή δύο χρόνια μόνο όταν άρχισα να επιστρέφω κατευθείαν στο όνειρο και να ρωτάω απλώς γιατί;»
Πηγή: skai.gr