Aν υπήρχε η παραμικρή αμφιβολία για το αν η Νάπολι μπορεί να φτάσει φέτος στον τίτλο, πρέπει να διαλύθηκε από το μυαλό όλων με τον τρόπο που έφυγε νικήτρια από το Μιλάνο την Κυριακή το βράδυ.
Ναι, ίδρωσε, ναι προσπάθησε, ναι κόπιασε και αμύνθηκε σε όλο το δεύτερο ημίχρονο, αλλά σε κανένα σημείο δεν ένιωθες πως θα χάσει από τα χέρια της το τρίποντο.
Ακόμη και όταν το 0-2 θα μπορούσε με το πέναλτι του Μπαλοτέλι να γίνει εύθραυστο 1-2, ο Πέπε Ρέινα που βιώνει δεύτερη νιότη στον ιταλικό Νότο τεντώθηκε στη γωνία και απέκρουσε το χαλαρό χτύπημα του κακομαθημένου Μάριο.
Εκεί η σεμνή τελετή είχε τελειώσει πριν την ώρα της. Μην ακούσω για τις αποκρούσεις που ακολούθησαν ούτε για το δοκάρι ούτε καν για το 1-2 που έγινε τελικά στις καθυστερήσεις.
Ηταν πολύ soft ομάδα αυτή η Μίλαν για να σπάσει το σκληρό καρύδι που λέγεται Νάπολι και που υπό τις οδηγίες του Ράφα Μπενίτεθ δείχνει πραγματική ομάδα.
Ο Ισπανός που ξαναβρήκε την αυτοπεποίθησή του με την κατάκτηση του Europa League με την Τσέλσι, για το Καμπιονάτο είναι κομμένος και ραμμένος για να κοουτσάρει.
Μετρ στο στήσιμο ομάδων στο γήπεδο, ο Ράφα απέτυχε στη Λίβερπουλ (αν και πήρε Τσάμπιονς Λιγκ) να διαχειριστεί τον ρόλο του μάνατζερ. Εκανε λάθος αγορές, πήρε πάμπολλους νεαρούς και δεν βγήκε κανείς, έφερε πολλούς Ισπανούς, αλλά λίγοι έκαναν τη δουλειά σωστά και κυρίως σπατάλησε την τεράστια ευκαιρία να πάρει τον τίτλο το 2009 με τις εννιά ισοπαλίες με εύκολους αντίπαλους.
Στην Ιντερ διαδεχόταν τον Μουρίνιο του τρεμπλ και έπρεπε να ανανεώσει μία γερασμένη ομάδα. Ομως στη Νάπολι ήρθε και έδεσε. Είναι μία πόλη που λατρεύει την μπάλα και την ομάδα της. Πουθενά αλλού από τα πάμπολλα γήπεδα της Ευρώπης που έχω μεταδώσει δεν είδα το γήπεδο γεμάτο δυόμισι ώρες πριν ακόμη και με καταρρακτώδη βροχή!
Μία πόλη που κάποτε την έκανε να ονειρεύεται μεγαλεία ο Ντιέγκο Μαραντόνα και η αγάπη του κόσμου στο πρόσωπό του την ανάγκασε να απαρνηθεί την εθνική ταυτότητά της και να τον υποστηρίξει σε εκείνον τον αλησμόνητο ημιτελικό του Μουντιάλ το 1990.
Μία ομάδα που κατρακύλησε από τα πρωταθλήματα και τα Κόπα Ιτάλια, από το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ και τις νύχτες θριάμβων στην C1. Στην Τρίτη κατηγορία, το 2004, τότε που σε κάθε γήπεδο κουβαλούσε λαό, μερικές φορές ακόμη και πενήντα με εξήντα χιλιάδες! Γιατί τις μεγάλες ομάδες δεν τις κάνουν μόνο οι τίτλοι, αλλά και το τι πρεσβεύουν και το τι τους ακολουθεί!
Ο Αουρέλιο Ντε Λαουρέντις, ανηψιός του ανθρώπου συνώνυμο του ιταλικού κινηματογραφου, του αείμνηστου Ντίνο, την πήρε στα χαμηλά και την ξανάφερε στο Τσάμπιονς Λιγκ.
Και ξέροντας να κάνει καλές μπίζνες, δεν δίστασε να πουλήσει όταν είδε πως Λαβέτσι και Καβάνι μπορούν να φέρουν λεφτά στο ταμείο. Οπως φυσικά ξέρει και να ψωνίσει. Αυτή η ομάδα που παρατάσσει ο Ράφα στο γήπεδο και έχει κερδίσει μέχρι στιγμής όλα τα επίσημα ματς της, είναι γεμάτη εργάτες ακόμη και αν κάποιοι όπως ο Χάμσικ είναι (και) πριμαντόνες.
Ο Ρέινα, το βλέπεις και το αντιλαμβάνεσαι αμέσως, ξαναβρήκε τη χαρά του να παίζει ποδόσφαιρο, το ίδιο και ο Ιγκουαΐν και ο Καγεχόν. Η ομάδα άλλαξε σύστημα και από το 3-4-2-1 που είχε μάθει με τον Ματσάρι πήγε σε κάτι πιο ευέλικτο, το 4-2-3-1 που λατρεύει ο Ράφα όπως όλοι οι Ισπανοί.
Η ομάδα έχει τρεξίματα και ανάσες, έχει καλό ρόστερ αλλά όχι την πληρότητα της Γιουβέντους. Πλην όμως είναι πολύ ανταγωνιστική. Η νίκη τους επί ενός αντιπάλου που δεν τον είχαν κερδίσει στην αυλή του από το 1986, όταν ακόμη έπαιζε ο Ντιέγκο ήταν ένα καλό τεστ χαρακτήρα!
Και αν θέλει κάποιος να δει τη συνολική εικόνα και όχι τα επιμέρους, ναι, η Γιουβέντους παραμένει φαβορί, αλλά ο Μπενίτεθ έτσι κάπως πήρε μία καλή ομάδα από τα χέρια του Κούπερ και την έκανε πρωταθλήτρια Ισπανίας δύο φορές κόντρα στη Ρεάλ των γκαλάκτικος το 2002 και το 2004: τη Βαλένθια!
Το όπλο του τότε ήταν πως η ομάδα έβγαζε στο γήπεδο όλη τη σφριγηλότητα και την ανταγωνιστικότητά της χωρίς να της απαιτείται να πάρει τον τίτλο.
Αυτό το βάρος το κουβαλούσε η Ρεάλ. Ετσι και τώρα η Γιουβέντους, μπορεί να είναι υπερπλήρης, αλλά είναι και υποχρεωμένη να πάρει το σκουντέτο! Και αυτό είναι ένα βάρος που καμία φορά λυγίζει ακόμη και βουνά…