Η Μάργκαρετ Θάτσερ δεν έγινε -το 1979- μόνο η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός στην Ευρώπη, αλλά μία καταλυτική φυσιογνωμία της πολιτικής σκηνής του 20ού αιώνα.
Σηματοδότησε πάμπολλες αλλαγές, παίρνοντας αποφάσεις που άλλοι δεν θα τολμούσαν καν να σκεφτούν. Η μόνη πολιτική αρχηγός που οδήγησε το κόμμα της στη Βρετανία σε τρεις διαδοχικές εκλογικές νίκες και που έπεσε εκ των έσω ύστερα από ανταρσία των πρώην πιστών συνεργατών της, χωρίς να ηττηθεί ποτέ σε αναμέτρηση!
Η λέξη ήττα, όπως είχε δηλώσει, δεν ήταν ποτέ μέσα στο λεξιλόγιό της και δεδομένα ελάχιστοι πολιτικοί κατόρθωσαν να είναι τόσο καθοριστικοί στη θητεία τους όσο η Θάτσερ.
Ανεξαρτήτως αν κάποιοι διαφωνούν με τη φιλοσοφία του όρου «Θατσερισμός», αυτός έμελλε να μπει στο λεξιλόγιο από τη δεκαετία του '80, χαρακτηρίζοντας την αντίληψη περί ελεύθερης οικονομίας, μακριά από τον θανατηφόρο εναγκαλισμό των... πλοκαμιών του πολυδαίδαλου κράτους.
Ακόμη και οι μεγαλύτεροι εχθροί της παραδέχονται πως υπήρξε χαρισματική ως ηγέτης ακριβώς επειδή ποτέ δεν σκέφτηκε το πολιτικό κόστος, προκειμένου να εφαρμόσει αυτό που είχε ως πάγια αρχή. Κάποτε είχε δηλώσει «αν θέλεις κάτι απλά να ειπωθεί, ζήτησέ το από έναν άντρα.
Αν θέλεις πραγματικά να γίνει, ζήτησέ το από μία γυναίκα». Αυτή ήταν άλλωστε η φιλοσοφία ζωής που τη χαρακτήριζε. Ξεροκέφαλη και πεισματάρα, δεν δίσταζε να έρθει σε σύγκρουση ακόμη και με τους στενότερους συνεργάτες της έχοντας πάντα την υποστήριξη του άντρα της, Ντένις, που διακριτικά παρέμενε στη σκιά της, αλλά που η οικονομική του άνεση, της επέτρεπε να μην εξαρτάται από οποιοδήποτε συμφέρον!
Η ζωή της έχει γίνει ταινία (για την οποία αν και το σενάριο έπασχε σημαντικά, η εξαιρετική Μέριλ Στριπ πήρε Οσκαρ ερμηνείας), ενώ πάμπολλα βιβλία έχουν γραφτεί για τα 11 χρόνια, από το 1979 έως το 1990 που κυβέρνησε τη Βρετανία.
Αποκλήθηκε «Σιδηρά Κυρία» από έναν Σοβιετικό δημοσιογράφο, στις αρχές της δεκαετίας του '80, προσωνύμιο που έμελλε να τη συνοδεύει για πάντα. Παρέλαβε μία παρηκμασμένη οικονομία σε μία κουρασμένη κοινωνία, από τον περιβόητο «χειμώνα της δυσαρέσκειας» το 1978-79, με τα σκουπίδια να σκεπάζουν τους δρόμους και την παρέδωσε πριν από τα Χριστούγεννα του 1990 ως την ισχυρότερη της Ευρώπης. Φυσικά για να συμβεί αυτό είχε κόστος.
Οι πολέμιοί της επισημαίνουν πως στο βωμό της ευημερίας των αριθμών δυστύχησαν πολλοί άνθρωποι με την εκτίναξη τη ανεργίας και με κοινωνικές εκρήξεις. Είπαμε όμως, όσους φίλους είχε άλλους τόσους εχθρούς της θα βρει κανείς.
Ο τρόπος που χειρίστηκε την εισβολή των Αργεντίνων στα Φόκλαντς, τον Απρίλιο του 1982 με την απόφασή της να στείλει στρατιωτικές δυνάμεις που επανακατέλαβαν αυτό το σύμπλεγμα νησιών στον Ατλαντικό, λίγες εβδομάδες μετά της εκτόξευσε τη (χαμηλή εκείνη την περίοδο) δημοτικότητα, με αποτέλεσμα να επανεκλεγεί εύκολα το 1983.
Η ατάκα της «το να είσαι ισχυρός είναι σαν να είσαι κυρία. Αν πρέπει να λες πως είσαι, τότε δεν είσαι!» αποδείχτηκε στην πράξη το 1984. Χωρίς την παραμικρή διστακτικότητα, πήγε σε μετωπική σύγκρουση με το ισχυρότερο συνδικάτο στο νησί, τους ανθρακωρύχους.
Η δωδεκάμηνη απεργία τους είχε παραλύσει τη χώρα και παρ' ότι κάποιοι της έλεγαν να βρει μία λύση, η Θάτσερ τους αγνόησε. Ουσιαστικά τους έσυρε σε συνθηκολόγηση, μία επιτυχία που της έδωσε το πάνω χέρι σε ανάλογες καταστάσεις και με άλλα συνδικάτα. Το 1987 αυτό της χάρισε την τρίτη σερί νίκη στις εκλογές.
Το ποδόσφαιρο της οφείλει την ολοκληρωτική μεταστροφή της πελατειακής εικόνας του. Από τοπία σύγκρουσης χουλιγκάνων και κακοποιών στοιχείων, τα αγγλικά γήπεδα μετατράπηκαν σε αυτό που βλέπουμε εδώ και σχεδόν δύο δεκαετίες. Δεν ήταν εύκολος ο δρόμος και δυστυχώς δεν ήταν αναίμακτος.
Η τραγωδία του Χέιζελ με τους 39 νεκρούς μετά από συμπλοκές οπαδών της Λίβερπουλ με της Γιουβέντους υπό το βλέμμα της ανίκανης βελγικής αστυνομίας στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1985, οδήγησε τη Θάτσερ στη σκληρή (αλλά απόλυτα σωστή) απόφαση να αποσύρει τους αγγλικούς συλλόγους από την Ευρώπη επ' αόριστον, πριν το αποφασίσει καν η ΟΥΕΦΑ.
Οι οδηγίες της ήταν ξεκάθαρες: μηδενική ανοχή σε φαινόμενα χουλιγκανισμού, αλλά και η καθιέρωση του εισιτηρίου με ονοματεπώνυμο.
Η τραγωδία του Μπράντφορντ λίγες εβδομάδες πριν από το Χέιζελ, όταν μία ξύλινη εξέδρα πήρε φωτιά και έχασαν τη ζωή τους 56 άνθρωποι, είχε συγκλονίσει και οι αποφάσεις για ασφαλέστερα γήπεδα είχαν ήδη δρομολογηθεί, ωστόσο οι πιο πολλές ομάδες δεν ήθελαν να προχωρήσουν σε έξοδα ανακατασκευής των γηπέδων τους και επιλέχτηκε η λύση του να μπουν κιγκλιδώματα.
Αυτό οδήγησε στην αποφράδα μέρα του «Χίλσμπορο» το 1989 όταν 96 οπαδοί της Λίβερπουλ έχασαν τη ζωή τους στην εξέδρα «Λέπινγκς Λέιν» που υπερχείλισε από υπεράριθμους οπαδούς, στον ημιτελικό του Κυπέλλου με τη Νότιγχαμ Φόρεστ.
Οι φίλοι της Λίβερπουλ είναι οργισμένοι με τη Θάτσερ, για τη συγκάλυψη από πλευράς αστυνομίας των αληθινών περιστατικών για το τι συνέβη εκείνο το μοιραίο απόγευμα. Τέτοιες μέρες πέρυσι βγήκε επιτέλους στο φως όλη η αλήθεια!
Αν όμως δεν αποφάσιζε η ίδια η Θάτσερ να ανατεθεί σε μία ειδική επιτροπή -έπειτα από την τραγωδία- προκειμένου να εκπονηθεί ένα σχέδιο που θα οδηγούσε σε εκ βάθρων αλλαγή του γηπεδικού συστήματος, ακόμη θα συζητούσαμε.
Οπως γράφει και ο Τζον Κάμπελ στο βιβλίο «Iron Lady» η εντολή της ήταν να γίνει ό,τι πρότεινε η επιτροπή του λόρδου Τέιλορ χωρίς την παραμικρή παρέκκλιση.
Καταργήθηκαν οριστικά οι θέσεις ορθίων, ανακατασκευάστηκαν τα γήπεδα, όλα με ιδιωτική πρωτοβουλία χωρίς κρατική συμμετοχή ή χτίστηκαν καινούργια και δόθηκε τριετές περιθώριο (με επιμήκυνση έως τα πέντε έτη) για πλήρη προσαρμογή στη νέα πραγματικότητα.
Αυτό που απολαμβάνει ο κόσμος εδώ και σχεδόν δύο δεκαετίες δεν θα ήταν εύκολο χωρίς τη δική της πολιτική βούληση να συμβεί ανεξαρτήτως κόστους.
Το 1988, η Θάτσερ είχε κατηγορηθεί για κάτι που είχε πει και το οποίο προκάλεσε αντιδράσεις, αλλά αποδείχθηκε προφητικό: «Δεν μπορεί να έχουμε κάποια μέρα τις Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης, γιατί ουσιαστικά θα φτάσουμε στο σημείο να διοικούν οι Βρυξέλλες, με ελάχιστη εξουσία στις ίδιες τις χώρες, αλλά με το γραφειοκρατικό πρόβλημα να γίνεται μεγαλύτερο».
Η ίδια πίστευε πως μόνο ως οικονομική κοινότητα μπορούσε να επιζήσει αυτή η ετερόκλητη Ενωση, με χαλαρούς τελωνειακούς δεσμούς και φυσικά χωρίς κοινό νόμισμα!
Αλλωστε επεσήμανε έγκαιρα την επεκτατική τάση της Γερμανίας, υπογραμμίζοντας από την εποχή της ενοποίησής της το 1990, πως στο μυαλό των Γερμανών θα είναι πάντα να πετύχουν με την οικονομία ό,τι δεν κατάφεραν με τα όπλα. Ποιος σήμερα δεν αντιλαμβάνεται πόσο δίκιο είχε;