Η Λιθουανία είναι το πρώτο και υψηλότερο εμπόδιο στο δρόμο της Εθνικής για τη μεγάλη υπέρβαση να φτάσει στα προημιτελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Μετά το ψυχοβγαλτικό παιχνίδι με τη Νέα Ζηλανδία που αφαίρεσε τα βαρίδια από τα πόδια, η ελληνική ομάδα πηγαίνει δίχως άγχος με στόχο το 2/2 στη δεύτερη φάση που θα τη φέρει στην οκτάδα, εκτός κι αν οι ΗΠΑ χάσουν από τη «Λιέτουβα». Ποια είναι όμως η ομάδα του Κάζις Μακσβίτις; Είναι τόσο καλή για να την… τρέμουμε ή έχει αδυναμίες που αφήνουν περιθώρια αισιοδοξίας;
Γράφει από τη Μανίλα, ο Χρήστος Ρομπόλης
Η αλήθεια, ως συνήθως, είναι κάπου στη μέση με… κλίση προς το δεύτερο. Η Λιθουανία είναι πράγματι μια καλή ομάδα, αλλά σε καμία περίπτωση ανίκητη. Πέρασε επιβλητικά την πρώτη φάση με τρεις νίκες σε ισάριθμους αγώνες και μέσο όρο διαφοράς 25,3 πόντους απέναντι σε Αίγυπτο (93-67), Μεξικό (91-61) και Μαυροβούνιο (91-71). Έπαιξε κατά διαστήματα πολύ καλό μπάσκετ και έδειξε τις αρετές της, αλλά έχει και αδυναμίες.
Κάτι σαν την… Εθνική
Κατά διαβολική σύμπτωση το φετινό καλοκαίρι της Λιθουανίας θυμίζει αυτό της Ελλάδας από άποψη του πλήθους και της σημασίας των απουσιών. Ο… Γιάννης Αντετοκούνμπο της «Λιέτουβα» ήταν ο Ντομάντας Σαμπόνις, All Star παίκτης κι αυτός αν και όχι με ανάλογο στάτους με τον δικό μας στο ΝΒΑ. Τέθηκε κι αυτός εκτός μάχης, αλλά από νωρίς, μετά από επέμβαση στον καρπό του. Δίπλα στον ηγέτη των Κινγκς ήρθαν να προστεθούν κατ’ επιλογήν και όχι λόγω τραυματισμών οι Γκριγκόνις, Ουλάνοβας, Γκιεντράιτις, Λεκάβιτσιους και αναγκαστικά λόγω χειρουργείο ο Μπουτκέβιτσιους.
Ο Κάζις Μακσβίτις τόνισε-όπως και ο Δημήτρης Ιτούδης-από την πρώτη στιγμή που στερούμενη τόσου ταλέντου και τόσης εμπειρίας η ομάδα του θα πρέπει να γίνει πιο σκληρή. Ο ίδιος επέλεξε ένα ρόστερ με δέκα πρωτάρηδες σε Παγκόσμιο Κύπελλο, δύο εκ των οποίων παίζουν στην δική του Ζαλγκίρις και άλλοι τέσσερις στο εγχώριο πρωτάθλημα. Ο ίδιος θέλοντας να δημιουργήσει χημεία άρχισε την προετοιμασία από τις 13 Ιουλίου (!) και έβαλε την ομάδα του να παίξει σε 11 φιλικά! Μεταξύ άλλων κέρδισε Γαλλία, Λετονία, Γεωργία, Φινλανδία, Πουέρτο Ρίκο και Ιορδανία.
Το ρόστερ της Λιθουανίας
Βάιντας Καρινιάουσκας (16/11/1993 – 1,98μ. – G) Μαζεκιάι
Ρόκας Γιοκουμπάιτις (19/11/2000 – 1,94μ. – G) Μπαρτσελόνα
Τόμας Ντίμσα (02/01/1994 – 1,96μ. – G) Ζαλγκίρις
Μαργκίρις Νορμάντας (27/10/1996 – 1,94μ. – G) Ρίτας Βίλνιους
Ντεϊβίντας Σιρβίντις (10/06/2000 – 2,03μ. – G/F) Λιετκαμπέλις
Ίγκνας Μπραζντέικις (08/01/1999 – 2,01μ. – G/F) Ζαλγκίρις
Τάντας Σεντεκέρσκις (17/01/1998 – 2,06μ. – F) Μπασκόνια
Μιντάουγκας Κουζμίνσκας (19/10/1989 – 2,06μ. – F) ΑΕΚ
Εϊμάντας Μπέντζιους (23/04/1990 – 2,07μ. – PF) Σάσαρι
Ντονάτας Μοτιεγιούνας (20/09/1990 – 2,13μ. – C) Μονακό
Γιόνας Βαλαντσιούνας (06/05/1992 – 2,11μ. – C) Νιου Ορλίνς Πέλικανς
Γκαμπριέλιους Μαλντούνας (19/04/1993 – 2,04μ. – C) Λιετκαμπέλις
Ο πυλώνας Γιόνας, ο… μονάχος Ρόκας και οι άλλοι
Το ρόστερ της Λιθουανίας δεν διαθέτει πολλή λάμψη αλλά ξεχωρίζει-με διαφορά-ο Γιόνας Βαλαντσιούνας. Στα 31 του πλέον ο σέντερ των Πέλικανς μπορεί να μην έφτασε ποτέ σε στάτους σούπερ σταρ ή έστω All Star στο ΝΒΑ, αλλά είναι ένας καταπληκτικός σέντερ που προέρχεται από μια σεζόν με νταμπλ-νταμπλ μέσο όρο, 14,1 πόντους και 10,2 ριμπάουντ σε 24,9 λεπτά και 80 εμφανίσεις. Στο Παγκόσμιο, ως τώρα, δεν έχει διαπρέψει αλλά δεν έχει χρειαστεί να φορτσάρει. Παίζει 19 λεπτά στα τρία πρώτα ματς μετρά 13,7 πόντους (60% δίποντα, 66,7% τρίποντα), 10 ριμπάουντ, 2,7 ασίστ και 1 τάπα κατά μέσο όρο, κάτι που δείχνει πως έγινε διαχείρισή του εν όψει των «τελικών».
Τον θηριώδη ψηλό πλαισιώνει ως ρεζέρβα του ένας ανάλογων κυβικών (όχι ίδιας κλάσης όμως) σέντερ, ο Ντονάτας Μοτιεγιούνας της Μονακό. Στις θέσεις των φόργουορντ προσφέρει ευελιξία, εμπειρία και ταχύτητα ο πρεσβύτερος του ρόστερ, Μιντάουγκας Κουζμίνσκας, που πλέον ανήκει στην ΑΕΚ. Μετρά 12,7 πόντους, 5,3 ριμπάουντ και 2,7 ασίστ στα 17,7 λεπτά που προσφέρει ερχόμενος από τον πάγκο, ενώ στους «πλαϊνούς» ξεχωρίζει και η παρουσία του ποιοτικού αλλά ασταθούς Ίγκνας Μπραζντέικις με 9,3 πόντους, 4,7 ριμπάουντ και 2,3 ασίστ σε 21,4 λεπτά.
Στα γκαρντ δεσπόζει ο Ρόκας Γιοκουμπάιτις, που μετά από μια διετία σε ρόλο χρυσής εφεδρείας στην Μπαρτσελόνα είναι ο με διαφορά καλύτερος χειριστής και δημιουργός της Λιθουανίας. Ο νεότερος του ρόστερ (22) κάνει πολύ καλό τουρνουά έχοντας 12 πόντους, 5,3 ασίστ και 4,3 ριμπάουντ σε 24,8 λεπτά ανά αγώνα. Ωστόσο δεν πλαισιώνεται από ανάλογης κλάσης περιφερειακούς, καθώς οι Καρινιάουσκας (κάποτε της… Κύμης) και Νορμάντας απέχουν παρασάγγας από το top level.
Οι αρετές και οι αδυναμίες της Λιθουανίας
Η Λιθουανία έχει μεγάλα ατού, αλλά και τρωτά σημεία. Είναι προφανές πως σημείο αναφοράς της ομάδας είναι ο Γιόνας Βαλαντσιούνας. Με τις ελλείψεις της Ελλάδας στους ψηλούς, ο σέντερ των Πέλικανς θα πάρει πολλές μπάλες και διαθέτει τα κυβικά για να αποτελέσει μεγάλο πρόβλημα για τον Παπαγιάννη, που υπερτερεί σε μπόι αλλά όχι τον όγκο. Ανάλογων χαρακτηριστικών είναι και ο Μοτιεγιούνας, που όπως και ο βασικός σέντερ της ομάδας στη μέρα τους μπορούν να απειλήσουν αξιοπρεπώς και με πρόσωπο.
Εκμεταλλευόμενοι την προσοχή που τραβά ο Βαλαντσιούνας, αρκετοί παίκτες βρίσκουν ευκαιρία να διακριθούν. Χάρη και σε αυτόν τον πλουραλισμό, αλλά και το υψηλό τέμπο που δίνει ο Γιοκουμπάιτις, η Λιθουανία έχει την έκτη καλύτερη επίθεση στο Παγκόσμιο Κύπελλο με 93,3, ενώ είναι παράλληλα πολύ ψηλά σε ευστοχία σε δίποντα (60,3%) και τρίποντα (38,2%). Η ενέργεια και αθλητικότητα των παικτών της φέρνουν τη «Λιέτουβα» πρώτη σε ριμπάουντ στη διοργάνωση με 48 ανά αγώνα-μπροστά και από τις ΗΠΑ που έχουν 45,7-εκ των οποίων τα 14 είναι επιθετικά.
Όσον αφορά στις αδυναμίες; Σύμφωνοι, η Λιθουανία έχει εντυπωσιάσει στην πρώτη φάση, αλλά δεν δοκιμάστηκε απέναντι σε σπουδαίες ομάδες ούτε μπήκε σε καταστάσεις πίεσης και υψηλού ανταγωνισμού, καθώς οι δύο πρώτες αντίπαλοι ήταν κατώτατου επιπέδου και το Μαυροβούνιο παρουσίασε τραγικό πρόσωπο στο τρίτο παιχνίδι. Η έλλειψη ενός πλέι μέικερ υψηλού επιπέδου πίσω από τον Γιοκουμπάιτις καθιστά τον άσο της Μπαρτσελόνα βασικό «στόχο» της ελληνικής άμυνας, που διαθέτει τα αμυντικά εργαλεία (Γουόκαπ, Λούντζη και άλλους) για να φθείρει τον εγκέφαλο των αντιπάλων. Βαλαντσιούνας και Μοτιεγιούνας έχουν όγκο και ποιότητα που μπορεί να προβληματίσει, αλλά μπορεί να γυρίσει και μπούμερανγκ αν η ελληνική επίθεση χτυπήσει στα αργά τους πόδια (για παράδειγμα, δεν μπορούν να παίξουν το δυναμικό hedge out που χρησιμοποίησαν οι Νεοζηλανδοί και ζόρισε την Εθνική) ή αν ο Παπαγιάννης με το καλό μακρινό του σουτ τούς τραβήξει μακριά από το καλάθι. Όσο για τους υπόλοιπους, διαθέτουν μεν ταλέντο που μπορούν στη μέρα τους να τους καταστήσει επιζήμιους, όπως οι Μπραζντέικις, Ντίμσα και Σεντεκέρσκις, αλλά πλην του Κουζμίνσκας δεν έχουν την εμπειρία και την προσωπικότητα για να βγουν με συνέπεια «μπροστά» στα δύσκολα.
Συμπερασματικά, η Ελλάδα δεν είναι φαβορί αλλά έχει τις πιθανότητές της απέναντι στη Λιθουανία και θα τις παίξει στα ίσα. Θα χρειαστεί ένα πολύ καλό παιχνίδι και όχι για 15-20 λεπτά, αλλά για τουλάχιστον 30 από την Εθνική για να μείνει στο ματς, με ένταση στο κόκκινο από την αρχή, γιατί-πολύ απλά-αλλιώς δεν γίνεται και γιατί αν αυτή τη φορά βρεθεί ξανά πίσω με μεγάλη διαφορά, θα είναι αδύνατο να το ανατρέψει. Θα πρέπει να βγάλει τα… συκώτια στον Γιοκουμπάιτις, να προκαλέσει ίσως κάποιους ασταθείς σουτέρ των αντιπάλων παίζοντας με την ψυχολογία τους και το «πρέπει» που έχει το φαβορί του ζευγαριού, να αναγκάσει τα βαριά κορμιά στο «5» των Λιθουανών να μετακινηθούν από το ζωγραφιστό και πιθανώς να εφαρμόσει κάποιες σύνθετες άμυνες ή και ζώνες. Η εξίσωση είναι δύσκολη, αλλά όχι αδύνατη. ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube