«Με 20 λεπτά κανένας ηγέτης...». Αυτή την απλή φράση έπιασαν οι κάμερες τον Κώστα Σλούκα να απαντάει σε έναν εκ των παρευρισκομένων στα αποδυτήρια της «Ulker Arena», λίγο αφότου ο Έλληνας γκαρντ είχε ευστοχήσει σε ένα επικό buzzer beater τρίποντο, που έκανε αφεντικό ξανά τον Ολυμπιακό στη σειρά playoffs με τη Φενέρμπαχτσε.
Μοιάζει πολύ μακρινό βάσει των όσων ακολούθησαν, όμως αυτό το συμβάν έλαβε χώρα λίγο παραπάνω από έναν χρόνο πριν, τον Μάιο του 2023. Η ατάκα αυτή ήταν μία πρώτη «σπίθα», μια πρώτη έκφραση της δυσαρέσκειας του παίκτη με τον ρόλο του στην «καλοκουρδισμένη μηχανή» του Γιώργου Μπαρτζώκα. Προφανώς, ο Σλούκας ήταν ένας εκ των ηγετών του Ολυμπιακού, ωστόσο ο ίδιος δεν αισθανόταν έτσι και κανείς δεν μπορεί να τον κατηγορήσει γι' αυτό.
Η ολοκλήρωση της περσινής χρονιάς είδε τους Πειραιώτες να κυριαρχούν στην Ελλάδα με 3/3 τίτλους και να χάνουν την Ευρωλίγκα για ένα σουτ. Ο Σλούκας, του οποίου το συμβόλαιο έληξε, συναντήθηκε με τους Αγγελόπουλους και συζήτησε τα προβλήματά του σχετικά με τον ρόλο του. Προφανώς, οι απαντήσεις που πήρε δεν ήταν αυτές που ήθελε, αφού στις 6 Ιουλίου ανακοίνωσε την οριστική αποχώρησή του από την ομάδα.
Μέχρι τότε, ο Παναθηναϊκός δεν υπήρχε έντονα στο «κάδρο». Οι «πράσινοι» έκαναν προσπάθεια να αλλάξουν επίπεδο μετά από μία θλιβερή σεζόν και είχαν ήδη ανακοινώσει κάποιες δυνατές κινήσεις, όπως η απόκτηση του Λούκα Βιλντόσα και του Ματίας Λεσόρ, ωστόσο κανείς δεν ήταν προετοιμασμένος για την 8η Ιουλίου του 2023, όταν άρχισαν να κυκλοφορούν τα πρώτα ρεπορτάζ για συμφωνία του Σλούκα με το «τριφύλλι».
Το απόγευμα της ίδιας μέρας, τα δημοσιεύματα έδωσαν τη θέση τους στις επισημότητες και ο έμπειρος γκαρντ ανακοινώθηκε από τους «πράσινους» με μία φωτογραφία μαζί με τον Δημήτρη Γιαννακόπουλο, υπογράφοντας «ηγεμονικό» συμβόλαιο. Το οικονομικό, βέβαια, αν και προφανώς σημαντικό, για τον ίδιο, όπως ισχυρίζεται δεν ήταν η προτεραιότητα. Ο Σλούκας έλαβε εγγυήσεις ότι θα είχε ηγετικό ρόλο στο σύνολο του Εργκίν Αταμάν, υποσχέσεις που όπως θα δείτε παρακάτω, τηρήθηκαν στο έπακρο.
Το δύσκολο ξεκίνημα
Όπως είναι λογικό, όταν ο Σλούκας «διέβη τον Ρουβίκωνα», ήξερε τι θα ακολουθήσει. Άλλωστε, είχε επί χρόνια υπάρξει συμπαίκτης του Βασίλη Σπανούλη, που είχε κάνει μία αντίστοιχη μετακίνηση από την... ανάποδη, επομένως γνώριζε το βάρος μιας τέτοιας απόφασης. Γρήγορα, οι ίδιοι άνθρωποι που πριν μερικές ημέρες τον αποθέωναν, έγιναν ορκισμένοι εχθροί του. Από «ηγέτης» και «παικταράς», στα μάτια τους μετετράπη σε πολλά και διαφορετικά πράγματα, από «υπερεκτιμημένος» και «παλαίμαχος» μέχρι «πρόδοτης» και «φιλοχρήματος».
Η αρχή, ως συνήθως, ήταν δύσκολη. Ο Παναθηναϊκός ήταν μία νέα ομάδα και ο Σλούκας για πρώτη φορά μετά από χρόνια βρισκόταν σε ένα τελείως άγνωστο περιβάλλον, με την περιρρέουσα ατμόσφαιρα να μην τον βοηθά σε καμία περίπτωση. Τα πρώτα αποτελέσματα ήταν αρνητικά, από την απώλεια του Super Cup με διασυρμό από τον Ολυμπιακό, μέχρι την εντός έδρας ήττα από τους Πειραιώτες στο κατάμεστο ΟΑΚΑ, στην πρεμιέρα της Ευρωλίγκας.
Γενικότερα, η αλήθεια είναι πως και ο ίδιος άργησε αρκετά να βρει τα πατήματά του. Πέρα από μερικά ματς-εκλάμψεις, το πρώτο κομμάτι της σεζόν για τον 34χρονο ήταν μάλλον μέτριο σε σχέση με τα γνωστά του στάνταρ. Ακόμη και όταν η ομάδα άρχισε να παίρνει «μπρος», ο Σλούκας δυσκολευόταν να βρει σταθερό ρυθμό, χωρίς αυτό να σημαίνει πως ήταν αρνητικός. Απλώς, έμοιαζε συχνά έξω από τα «νερά» του. Ο τραυματισμός που τον ταλαιπώρησε στον προσαγωγό περίπου στις αρχές του 2024 δεν βοήθησε, αφού τον κράτησε εκτός γι' αρκετά ματς και του έκοψε εντελώς τον αγωνιστικό ρυθμό.
Η αμφισβήτηση προς το πρόσωπό του αλλά και το «τριφύλλι» έπιασε... κορυφή στη Ρόδο, όπου έλαβε χώρα το Final-8 του Κυπέλλου. Η πρώην ομάδα του, ο Ολυμπιακός, κυριάρχησε κι εκεί, με τον Σλούκα να κάνει μέτριες προς κακές εμφανίσεις στο τουρνουά, σαφώς επηρεασμένος από την έλλειψη ρυθμού. Κι αν στο Super Cup υπήρχε η δικαιολογία του πολύ πρώιμου σταδίου της σεζόν αλλά και της μικρής σημασίας του τίτλου, τίποτα από αυτά δεν ίσχυε πια. Η απώλεια του Κυπέλλου ερμηνεύτηκε σωστά ως μεγάλη αποτυχία και έφερε τον Παναθηναϊκό σε μία «εσωστρέφεια» και σε πολύ κρίσιμη «καμπή». Είχε έρθει η ώρα ο κορυφαίος Έλληνας παίκτης στην Ευρώπη να βγει μπροστά.
Το «γύρισμα του διακόπτη» και η καταξίωση
Αν υπάρχει ένα ματς όπου μπορούμε να τοποθετήσουμε την αρχή της... αντεπίθεσης του Σλούκα, είναι αυτό στη Μαδρίτη. Αμέσως μετά το Κύπελλο, ο Παναθηναϊκός επέστρεψε στις ευρωπαϊκές του υποχρεώσεις, με μία πολύ δύσκολη αποστολή στην έδρα της καλύτερης μέχρι τότε ομάδας στην Ευρώπη, η οποία μάλιστα δεν είχε χάσει ακόμη στο γήπεδό της. Το «τριφύλλι» όχι μόνο έδειξε αντίδραση, αλλά «ισοπέδωσε» 97-86 τη Ρεάλ, με τον Σλούκα να παραδίδει «μαθήματα» playmaking έχοντας 16 πόντους, 6 ασίστ και πολλά μεγάλα σουτ στο φινάλε. Δεν ήταν όμως μόνο τα στατιστικά, αλλά κυρίως η «απελευθέρωση» που απέπνευσε στο παρκέ, αυτή που έκανε τους οπαδούς των «πρασίνων» να πιστέψουν και πάλι πως κάτι καλό ερχόταν.
Από τότε και μετά, ο Έλληνας γκαρντ δεν έβγαλε ποτέ το «πόδι» από το «γκάζι». Είναι χαρακτηριστικό πως τα νούμερά του εκτινάχθηκαν, αφού από την αναμέτρηση της Μαδρίτης μέχρι και τον τελικό της Ευρωλίγκας κόντρα στην ίδια αντίπαλο, μέτρησε 15 πόντους και 5,7 ασίστ κατά μέσο όρο, με 60% στα δίποντα και 50% στα τρίποντα. Ο κορυφαίος Έλληνας γκαρντ είχε πλέον επανέλθει στο 100%, και μαζί του ο Παναθηναϊκός άλλαξε επίπεδο και έδειξε έτοιμος για όλα.
Μία σημαντική στιγμή για τον ίδιο που δεν πρέπει να παραλειφθεί ήρθε στις 15 Απριλίου του 2024, στο ντέρμπι με τον Ολυμπιακό για τον τρίτο γύρο της Stoiximan Basket League στο ΟΑΚΑ. Με το σκορ στο 72-71 και λίγο χρόνο να απομένει, ο έμπειρος γκαρντ έβαλε ένα μεγάλο τρίποντο και υπέγραψε τη νίκη του Παναθηναϊκού, βρίσκοντας τη «στιγμή» που έψαχνε κόντρα στην πρώην ομάδα του.
Τα «έπη», όμως, δεν είχαν ακόμη γραφτεί. Πριν από αυτά, χρειάστηκε να λοιδορηθεί για μία τελευταία φορά, όταν έκανε μία λάθος πάσα σε κρίσιμη επίθεση του Game 1 των playoffs με τη Μακάμπι, που έληξε με «διπλό» των Ισραηλινών στο ΟΑΚΑ. Η απάντησή του ήταν εμφατική: ρεκόρ καριέρας 29 πόντων στο δεύτερο εντός έδρας ματς, και «μυθική» παράσταση με 20 πόντους, 8 ριμπάουντ και 6 ασίστ στο Game 4, που έκανε τον Παναθηναϊκό ξανά απόλυτο φαβορί για Final Four.
Λίγο πριν το Βερολίνο, μία ακόμη ατυχία του χτύπησε την πόρτα, αφού ταλαιπωρήθηκε από θλάση στη γάμπα. Παρόλα αυτά, πρόλαβε να είναι έτοιμος για το Final Four, και άφησε το... καλύτερο για το τέλος, αφού με αδιανόητη εμφάνιση 24 πόντων χωρίς να αστοχήσει σε σουτ, έδωσε στον Παναθηναϊκό το τρόπαιο και αναδείχθηκε ΜVP του τριημέρου. Για τον περισσότερο κόσμο, δεν είχε πλέον να αποδείξει τίποτα, όμως ήταν φανερό πως για τον ίδιο, η κατάκτηση του πρωταθλήματος κόντρα στην πρώην ομάδα του ήταν εξίσου αν όχι πιο σημαντική.
Ακόμη και στους τελικούς της Stoiximan Basket League, όλα έγιναν με τον δύσκολο δρόμο. Ο Ολυμπιακός προηγήθηκε 2-0 και έφτασε πολύ κοντά να δώσει ένα ηχηρό «χαστούκι» στον πρωταθλητή Ευρώπης. Ο Παναθηναϊκός έδειξε το «σθένος» και έμεινε ζωντανός, με τον Σλούκα να υπογράφει την κατάκτηση του πρωταθλήματος με νέα ισοφάριση του ρεκόρ καριέρας του (29 πόντοι) στο πέμπτο και τελευταίο παιχνίδι. Η αποθέωση του κόσμου και η υπόκλισή του ήταν χαρακτηριστική για την «παράσταση» που έδωσε και σε αυτόν τον «τελικό». Πλέον, πράγματι, δεν είχε τίποτα απολύτως να αποδείξει.
Απόλυτη δικαίωση
Δεν χρειάζεται, φυσικά, ιδιαίτερη επιχειρηματολογία, για να πείσει κανείς ότι ο Σλούκας δικαιώθηκε απολύτως για την επιλογή του. Ο Σλούκας ακολούθησε μία πολύ δύσβατη διαδρομή, αμφισβητήθηκε, όμως τελικά υπέγραψε μία από τις κορυφαίες, αν όχι την κορυφαιά, σεζόν στην ιστορία του Παναθηναϊκού. Και το έκανε ως αδιαμφισβήτητος ηγέτης της ομάδας, τόσο στο παρκέ όσο και στα αποδυτήρια.
Το γεγονός πως έβαλε 29 και 24 πόντους στα ματς που έκριναν τους δύο τίτλους μιλάει από μόνο του, και καμία σημασία δεν έχει αν η επιλογή του αυτή έγινε για τα χρήματα, για τον ρόλο του, για τον εγωισμό του είτε για όλα τα παραπάνω. Ο Έλληνας γκαρντ βρήκε το περιβάλλον που αισθάνεται ότι του ταιριάζει, έγινε το απόλυτο παράδειγμα και σύμβολο για τους συμπαίκτες του και έκανε μία χρονιά που πέρασε στην αιωνιότητα και δεν θα ξεχαστεί ποτέ.
Για να μην παρεξηγούμαστε, ποτέ κανείς δεν θα μπορέσει να μπει στην ψυχοσύνθεσή του, ούτε να μάθει ακριβώς την κατάσταση με τον Γιώργο Μπαρτζώκα πέρα από τους εμπλεκόμενους. Το αν έπραξε σωστά ή λανθασμένα με τις δηλώσεις του αμέσως μετά το τέλος του πρωταθλήματος είναι στην κρίση του καθενός. Όμως, το σίγουρο είναι πως ο Έλληνας γκαρντ αισθάνθηκε πως ήταν γι' αυτόν καλύτερη μία αλλαγή περιβάλλοντος, βρήκε αυτό που του ταίριαζε καλύτερα και αποφάσισε να κινηθεί προς τα εκεί, με απόλυτη επιτυχία. Οποιοσδήποτε έχει αποφασίσει ποτέ να αλλάξει δουλειά, παρέες, τρόπο ζωής ή οτιδήποτε, μπορεί να ταυτιστεί με μία τέτοια επιλογή.