Αν μιλάγαμε για «πραγματικούς» Μεσσίες και θρησκείες, η 15η Φεβρουαρίου του 2002 θα αποτελούσε αναμφισβήτητα το σημείο «μηδέν». Κανονικά σε αυτήν την ημερομηνία θα έπρεπε να μηδενίσει το κοντέρ και να αρχίσουμε να μετράμε ξανά από την αρχή.
Γράφει ο Νικόλας Ακτύπης
Βλέπετε, σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια, ο Μέσι υπογράφει το πρώτο του συμβόλαιο με την Μπαρτσελόνα, γίνεται κάτοικος της «Μασία» και κολλητός με τους Φάμπρεγας και Πικέ. Ένας θεός ξέρει τι δεν θα είχε συμβεί εάν εκείνο το παιδάκι παρέμενε στην Αργεντινή δίχως να περάσει από τις αποδεδειγμένα κορυφαίες ποδοσφαιρικές ακαδημίες του κόσμου. Αν δεν λάμβανε την καλύτερη θεραπεία που τα χρήματα μπορούν να αγοράσουν για την έλλειψη αυξητικής ορμόνης που σε αντίθεση με άλλα που απλόχερα του χάρισε η φύση, του στέρησε η ζωή.
Το να κάτσεις να περιγράψεις πώς ήταν το ποδόσφαιρο πριν τον Μέσι και πώς ο Αργεντινός το σμίλεψε μέσα στα χρόνια είναι δύσκολο, κυρίως λόγω χώρου. Χρειάζεσαι καμιά δεκαριά εγκυκλοπαιδικούς τόμους. Παράλληλα, όμως, είναι και λίγο άχαρο. Πώς να αποτυπώσεις στο «χαρτί» τα επιτεύγματά του; Ο Μέσι είναι πάνω απ’ όλα εικόνα. Αυτά που ο ίδιος φαντάζεται, συλλαμβάνει με το μυαλό του, σχεδιάζει και εκτελεί μέσα στο γήπεδο αναγκάζοντας εμάς τους υπόλοιπους να παρακολουθούμε με το στόμα ανοιχτό κάνοντας τον… σταυρό μας, όπως συμβαίνει κάθε φορά που το υπερφυσικό ξεδιπλώνεται μπροστά μας.
Το μεγαλύτερο παράσημο του Μέσι δεν είναι τα εντυπωσιακά νούμερα που συνοδεύουν την καριέρα του. Αυτά τα ρεκόρ που κάποτε κατείχαν καμιά δεκαριά-δεκαπενταριά μυθικοί ποδοσφαιριστές και πλέον αποτελούν κομμάτια της δικής του ιστορίας, κάποτε –νομοτελειακά- θα ξεπεραστούν. Ίσως κανένας από όσους διαβάζουν τώρα αυτές τις γραμμές να μην ζει πια, αλλά είναι βέβαιο πως στο πολύ μακρινό μέλλον αυτό θα συμβεί. Ελάχιστη σημασία έχει. Το σημαντικό είναι πως τούτα τα στατιστικά είναι οι μάρτυρες πως ο Μέσι μπόρεσε να σηκώσει το βάρος που λύγισε τόσους άλλους πριν από αυτόν. Το να χαρακτηριστεί «διάδοχος» του Μαραντόνα…
Οι πιο μεγάλοι σε ηλικία μπορούν εύκολα να θυμηθούν αμέτρητους «νέους Μαραντόνα», όπως ο Ρικέλμε, ο Ντ’ Αλεσάντρο, ο Γκαγιάρδο που δεν φτάνουν όλοι μαζί ούτε το μικρό δαχτυλάκι του πραγματικού θεού της μπάλας. Ακόμη παραπέρα, αυτός ο κοντοπίθαρος που τον πρώτο καιρό οι συμπαίκτες του στην Μπαρτσελόνα νόμιζαν πως ήταν… μουγκός (τόσο συνεσταλμένος ήταν) μίλησε στο γήπεδο και –ακόμη κι αν για κάποιους αποτελεί ύβρη και ιεροσυλία- τόλμησε να «φωνάξει» ποδοσφαιρικά «Είμαι ο Μέσι» και να κάνει πολλούς να αναλογιστούν «ρε συ, λες να είναι καλύτερος του Ντιέγκο»;
Επιπρόσθετα -και αυτό αποτελεί προσωπική εκτίμηση και μόνο- ο Μέσι είναι ο λόγος που ο Κριστιάνο Ρονάλντο είναι σήμερα το μέγεθος που είναι, ευθέως συγκρινόμενο και για πολλούς μεγαλύτερο από εκείνο του στολιδιού των Καταλανών.
Το debate για το ποιος από τους δύο είναι ο κορυφαίος της εποχής του δεν θα σταματήσει ποτέ και μάλλον δεν χρειάζεται κιόλας. Οι μισοί ή κάπου εκεί, θα πουν Μέσι και οι άλλοι μισοί Κριστιάνο. Και θα έχουν όλοι δίκιο! Αυτό που στα δικά μου μάτια δείχνει να έχει συμβεί είναι πως ο Αργεντινός αποτέλεσε για τον Πορτογάλο τον καλύτερο… λαγό που θα μπορούσε να βρει μπροστά του.
Σαν γνήσιο ταλέντο ο Μέσι μοιάζει να έχει… κάτι παραπάνω από τη μέρα που γεννήθηκε. Αντίθετα, ο σωματικά πιο προικισμένος ποδοσφαιριστής της Ρεάλ Μαδρίτης, έβγαλε στο γυμναστήριο και το γήπεδο τον εγωισμό του και τον διοχέτευσε στο να καταφέρει να τον ξεπεράσει. Ο Ρονάλντο δούλεψε σε κάθε αδυναμία του στην προσπάθειά του να τον ξεπεράσει. Δεν σταμάτησε ποτέ και μέχρι ενός σημείου τα κατάφερε. Αν δεν υπήρχε Μέσι, αν δεν υπήρχε σημείο αναφοράς και άμεσης σύγκρισης –ποιος ξέρει- ίσως και αυτός να είχε βολευτεί με την χωρίς αμφισβήτηση κυριαρχία του.
Ο Ρονάλντο ίσως να μην το ξέρει ή να το παραδεχτεί ποτέ, όμως στις 15 Φεβρουαρίου 2002 συνέβη και σε αυτόν το καλύτερο πράγμα που θα μπορούσε να του συμβεί: Το άθλημα απέκτησε τον Μέσι και παράλληλα, στο πρόσωπό το δικό του αλλά και του Πορτογάλου η εποχή μας δύο Μεσσίες που ήρθαν να κηρύξουν τι πραγματικά σημαίνει ποδόσφαιρο…