Κάθε φορά που ακούω την περιβόητη φράση «λίγη μπαλίτσα ζητάμε να δούμε» που συνήθως συνοδεύεται από το κλισέ «ας παίζουμε καλά και ας χάνουμε» χαμογελάω.
Γιατί αν υπήρχε τεστ αλήθειας στο ποδόσφαιρο και υποχρεωτικά οι οπαδοί που λένε αυτές τις ατάκες, έπρεπε να το περάσουν, θα βλέπαμε πως ούτε το 1% δεν λέει τι πραγματικά σκέπτεται! Γιατί σε τελική ανάλυση, ενώ τη νίκη τη διεκδικούν πολλοί πατεράδες, η ήττα θα είναι μόνιμα ορφανή!
ΜΠΕIΤΕ λίγο τη θέση των παικτών της Μπενφίκα. Επαιξαν εξαιρετικά και έκαναν ένα σωρό ευκαιρίες. Ωστόσο στο τέλος το ταμπλό έγραψε ήττα. Ποιος να τους παρηγορήσει και τι να τους πει;
Παίξατε καλά, δεν πειράζει; Αυτά είναι για τα παραμύθια! Τι να πει κανείς στους οπαδούς της Μπενφίκα, «δεν πειράζει που χάσατε πάντως ευχαριστήθηκατε ποδόσφαιρο!»; Δεν υπάρχει παρηγοριά στην ήττα και σε τελική ανάλυση καλύτερα αν χάσεις να έχεις να λες πως δεν σου βγήκε τίποτα, πως μπορούσες να παίξεις καλύτερα, να έχεις κάτι να γκρινιάξεις, βρε αδελφέ!
ΤΟ ΑΠΟΤEΛΕΣΜΑ HΤΑΝ, είναι και θα είναι, η πεμπτουσία στο ανταγωνιστικό επίπεδο. Είτε αυτό το ανταγωνιστικό μεταφράζεται σε Τσάμπιονς Λιγκ ή Παγκόσμιο Κύπελλο ή EURO είτε ακόμη και στις μικρότερες κατηγορίες σε κάθε χώρα. Παίζεις για να νικήσεις και προσπαθείς να ανεβείς ή να μην πέσεις. Τίποτε άλλο από τους τρεις πόντους δεν σου είναι χρήσιμο.
Φυσικά αν μπορεί μία νίκη να συνδυαστεί με θέαμα, ευπρόσδεκτη είναι. Οχι όμως υποχρεωτικό το να συνυπάρξει. Οι οπαδοί του Ολυμπιακού καρδιοχτύπησαν για όλο σχεδόν το διάστημα του ματς την Τρίτη, ειδικά δε στο δεύτερο ημίχρονο έβλεπαν τα δευτερόλεπτα να κυλάνε βασανιστικά αργά.
Στο τέλος η χαρά που συνόδευσε το σφύριγμα της λήξης ήταν λυτρωτική. Ποιος θα ήταν χαρούμενος από όλους αυτούς αν η ομάδα του έπαιζε σαν την Μπενφίκα αλλά στο τέλος -αν και θα είχε χορτάσει μπάλα- η ομάδα του έχανε 0-1; Κανείς απολύτως.
ΜΗΝ ΠAΤΕ ΜΑΚΡΙA, πόσοι αναφέρονται στην εξαιρετική εικόνα που έβγαλε για 45' κόντρα στην Παρί Σεν Ζερμέν, ο Ολυμπιακός; Μία απόδοση που προσωπικά την κατατάσσω στα τρία με τέσσερα καλύτερα ημίχρονα στην ιστορία των «ερυθρολεύκων» στην Ευρώπη, αλλά που με τον καιρό κανείς δεν θα αναφέρει επειδή ακριβώς στο τέλος συνοδεύτηκε από βαριά ήττα.
Για να ολοκληρώσουμε λοιπόν αυτή τη κουβέντα, η καραμέλα του «ας παίζουμε καλά και ας χάνουμε» έχει λιώσει και απλά κάποιοι την αναμασούν. Συνήθως όταν πρόκειται για την κακομοίρα την Εθνική. Μία ομάδα, που παραμένει άκρως ανταγωνιστική σε διεθνές επίπεδο και ας μην μπορεί να θέλξει με την απόδοσή της.
Αλλωστε όπως είπε και ο Ντάνι Αλβες σε μία συνέντευξή του για την εθνική Βραζιλίας πριν λίγα χρόνια «δουλειά μας είναι να κερδίζουμε. Τα υπόλοιπα περί ωραίας μπάλας και τα τακουνάκια είναι για όταν γυρίζουμε τη διαφήμιση της NIKE»!
ΤΟ ΚΑΛO ΤΗΣ ΒΡΑΔΙAΣ ήταν ξεκάθαρα ένα: ο Ολυμπιακός με τη νίκη κρατά την τύχη στα χέρια του. Ούτε πέρυσι ούτε πρόπερσι, είχε τη δυνατότητα να κερδίσει ο ίδιος ένα ματς και να προκριθεί. Αυτό συνέβη τελευταία φορα τον Δεκέμβριο του 2009, όταν ήξερε πως κερδίζοντας την Αρσεναλ έπαιρνε το εισιτήριο, χωρίς να τον ενδιαφέρουν τα άλλα ματς.
Και έτσι απέναντι στην Αντερλεχτ θα έχει τη δυνατότητα κερδίζοντας να περάσει. Υπό συνθήκες μπορεί να του κάνει και η ισοπαλία, αν η Μπενφίκα δεν νικήσει στις Βρυξέλλες! Ετσι όπως έχει εξελιχτεί αυτός ο όμιλος θα είναι κρίμα αν δεν το εκμεταλλευτεί γιατί τέτοιες ευκαιρίες δεν δίνονται κάθε σεζόν.
Όμως πρέπει να απασχολήσει αυτή η εικόνα που έβγαλε ο Ολυμπιακός στο χορτάρι του γηπέδου «Γ. Καραϊσκάκης» την Τρίτη το βράδυ, τον Μίτσελ. Η ομάδα του ακροβάτησε για πάρα πολλή ώρα με το ένα πόδι σε τεντωμένο σχοινί και το ότι δεν μπορούσε να κρατήσει καθόλου μπάλα, είναι κάτι που οφείλει να μην περάσει απαρατήρητο στη γιορτή και στη σκιά του νικηφόρου αποτελέσματος.