Πρέπει να είναι εμπαθής κάποιος (ή ολοκληρωτικά μυρωδιάς από μπάλα) για ν’ αμφισβητήσει με οποιονδήποτε τρόπο την κλάση του Κριστιάνο Ρονάλντο.
Ανεξαρτήτως της ατέρμονης σύγκρισης με τον Μέσι -που για κάποιο λόγο γίνεται ακόμα και όταν η συζήτηση αφορά ΜΟΝΟ ΤΟΝ ΕΝΑΝ- η ιστορία θα τον συμπεριλάβει στους κορυφαίους όλων των εποχών.
Σε αντίθεση όμως με την κουβέντα για τις ποδοσφαιρικές ικανότητες του Πορτογάλου, εκείνη για τον χαρακτήρα του (ή τουλάχιστον για τον χαρακτήρα που βγάζει στα γήπεδα) σηκώνει αντίλογο.
Αν μη τι άλλο στα πάμπολλα χρόνια που πρωταγωνιστεί σε υψηλό επίπεδο έχει δώσει αρκετές αφορμές για να θεωρηθεί εγωιστής. Νάρκισσος. Αυτό που απλοϊκά (και ίσως άδικα σε ένα βαθμό) λέγεται «παρτάκιας».
Παρόλα αυτά, υπάρχει ένα κλασικό επιχείρημα που αντικρούει αυτή την άποψη. Όχι μόνο τη διαψεύδει, αλλά αποδεικνύει ότι ο Ρονάλντο είναι «ψυχάρα».
Και αυτή είναι η περιβόητη ιστορία με τον Άλμπερτ Φαντράου…
Σε μια συνέντευξη που παρουσιάζεται να έχει παραχωρήσει το 2012 ο Κριστιάνο σε forum ηλεκτρονικών παιχνιδιών υπάρχει η εξής δήλωσή του:
«Πρέπει να ευχαριστήσω τον φίλο μου, Άλμπερτ Φαντράου, για την επιτυχία μου. Ήταν συμπαίκτης μου στη Youth Club. Ήρθαν κάποιοι σκάουτερ τότε και μας είπαν πως όποιος έβαζε τα περισσότερα γκολ σε εκείνο το ματς θα γινόταν δεκτός στον σύλλογό τους. Νικήσαμε εκείνον τον αγώνα 3-0 και εγώ πέτυχα το πρώτο γκολ, ενώ ο Άλμπερτ σημείωσε το δεύτερο με κεφαλιά.
Το τρίτο γκολ εντυπωσίασε τους πάντες. Ο Άλμπερτ ήταν τετ-α-τετ με τον τερματοφύλακα, εγώ έτρεχα πλάι του. Εκείνος προσπέρασε τον τερματοφύλακα και το μόνο που είχε να κάνει ήταν να στείλει την μπάλα στην κενή εστία. Αλλά τότε μου έδωσε την μπάλα, έβαλα το γκολ και έγινα εγώ δεκτός στην Σπόρτινγκ.
Μετά το ματς τον ρώτησα “γιατί;” και απάντησε: “Γιατί είσαι καλύτερος από εμένα”».
Ομολογουμένως πρόκειται για μια συγκινητική εξιστόρηση. Που γίνεται ακόμα πιο συγκινητική από την επιβεβαίωση των ισχυρισμών του Ρονάλντο που φέρεται να έκανε ο Φαντράου, αφότου η ιστορία πήρε δημοσιότητα.
Σε συνέντευξη που παρουσιάζεται να έχει δώσει, του έγινε η ερώτηση: «Πώς γίνεται όμως (σ.σ. αφού δεν έκανε καριέρα στο ποδόσφαιρο) να έχεις ένα τόσο ωραίο σπίτι και αυτοκίνητο; Φαίνεσαι πλούσιος».
Και η απάντηση φέρεται να ήταν: «Είναι όλα από τον Κριστιάνο Ρονάλντο»…
Μια υπέροχη χειρονομία, που την ακολούθησε μια εξίσου όμορφη ανταπόδοση. Ένα στόρι που μοιάζει βγαλμένο από χολιγουντιανή ταινία, στο τέλος της οποίας (ακόμα κι αν δεν το παραδεχόμαστε) όλοι νιώθουμε να έχει μπει… σκουπιδάκι στο μάτι.
Είναι τόσο όμορφη ωστόσο (και είναι τέτοια η καχυποψία στη σύγχρονη εποχή) που δημιούργησε υποψίες. Αντιμετωπίστηκε με δυσπιστία -ή έστω επιφυλακτικότητα- από πολλούς.
Σαν μια απόλυτη επιβεβαίωση του αμερικανικού ρητού «μην αφήνεις την πραγματικότητα να σου χαλάσει μια ωραία ιστορία». Και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο «σκαλίστηκε» από αρκετούς.
Ομολογουμένως λοιπόν υπάρχουν κάποια κενά σημεία: Η συνέντευξη στο φόρουμ ηλεκτρονικών παιχνιδιών το 2012 δεν επιβεβαιώθηκε ποτέ. Το ακριβές χρονικό σημείο που έγινε το περιβόητο ματς των πιτσιρικάδων Ρονάλντο-Φαντράου επίσης.
Πέρα, δε, από τη συγκεκριμένη συνέντευξη (που δεν εντοπίζεται πλέον πουθενά), ούτε ο ίδιος ο Κριστιάνο, ούτε κάποιος άλλος από το οικογενειακό του περιβάλλον έχει αναφερθεί ποτέ δημοσίως στον πρώην συμπαίκτη του.
Έπειτα συνέβη και το άλλο που ενίσχυσε τις επιφυλάξεις: Σε φωτογραφία που κυκλοφόρησε μετά τον τελικό του Champions League το 2012 ο Κριστιάνο παρουσιάστηκε να γιορτάζει την κατάκτηση της κούπας έχοντας αγκαλιά τον Άλμπερτ Φαντράου.
Όταν αποδείχθηκε λοιπόν ότι αυτός ήταν ο αδερφός του, Ούγο Αβέιρο -και όχι ο μυστηριώδης συμπαίκτης του στα τσικό- τα ερωτηματικά για την αυθεντικότητα της ιστορίας πλήθυναν.
Επικαλούμενος τις περιορισμένες πληροφορίες και τις αόριστες αναφορές που υπάρχουν σε αυτή, ο αρθρογράφος Μαρκ Πίτμαν έκανε ολόκληρο θέμα. Και παρουσίασε σημεία που, κατά τη γνώμη του, μπάζει το θέμα, γράφοντας μεταξύ άλλων:
«Η καταγεγραμμένη πορεία του Ρονάλντο στα πρώτα του ποδοσφαιρικά χρόνια επιβεβαιώνει ότι αρχικά έπαιξε για την ομάδα του τόπου του, Αντορίνια, από το 1992 ως το 1995 και μετά (σ.σ. σε ηλικία 10 ετών) αγωνίστηκε δυο χρόνια στη Νασιονάλ. Πήγε στη Σπόρτινγκ το 1997 σε ηλικία 12 ετών μετά από μια πετυχημένη δοκιμή τριών ημερών.
Η ιστορία δεν επιβεβαιώνει ποια ομάδα εκπροσωπούσε ο σκάουτερ ή την ηλικία των Ρονάλντο και Φαντράου εκείνη την εποχή. Μια εκδοχή αναφέρεται σε ένα πρωτάθλημα U-18, αλλά δεδομένου ότι ο Ρονάλντο έπαιζε επαγγελματικά ποδόσφαιρο στα 17 του στη Σπόρτινγκ, αυτό δίνει περισσότερη βαρύτητα στο επιχείρημα ότι η ιστορία δεν είναι τίποτα άλλο από ένας ψυχαγωγικός ποδοσφαιρικός μύθος.
Στην πραγματικότητα είναι πιο πιθανό ότι τίποτα από τα παραπάνω δεν είναι αλήθεια. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι σκάουτερ θα είχαν εντοπίσει τον Ρονάλντο από πολύ νεαρή ηλικία και πολλές ομάδες θα γνώριζαν για τις προοπτικές του. Και αυτός είναι ο λόγος που η ιστορία ανήκει στην ποδοσφαιρική μυθολογία».
Ίσως ο Πίτμαν και όλοι όσοι αμφισβητούν το σκηνικό να είναι υπερβολικοί. Ίσως υπάρχει προκατάληψη που αδικεί τον Κριστιάνο και μια υποδειγματική συμπεριφορά του (που για κάποιον άλλον ίσως γινόταν ευκολότερα πιστευτή).
Από την άλλη, οφείλει κανείς να παραδεχθεί ότι και η καχυποψία γύρω από το στόρι έχει βάση. Δεν είναι τραβηγμένη από τα μαλλιά, ούτε υπερβάλλει στα ερωτηματικά που διατυπώνει.
Δεν χρειάζεται ωστόσο να επιλέξει κανείς τη μια ή την άλλη πλευρά. Μπορούμε, για μια έστω φορά, ν’ αφήσουμε στην άκρη την ελληνική λογική του «ντέρμπι» (είτε μιλάμε για αθλητικά, είτε για γεμιστά με κιμά ή χωρίς).
Και να συμφωνήσουμε σε κάτι άλλο:
Ότι -ανεξαρτήτως του αν συνέβη στην πραγματικότητα ή όχι- η ανιδιοτέλεια του Φαντράου και η μεγαλειώδης ανταμοιβή του Ρονάλντο είναι μια ιστορία που αξίζει ν’ αναπαράγεται ως πρότυπο συμπεριφοράς…