Υπήρχε καλύτερη Ελλάδα και τη θέλαμε. Κι εμφανίστηκε με τον πλέον εμφατικό τρόπο, νικώντας την Ισπανία και μάλιστα στο δικό της παιχνίδι. Η Εθνική δεν έχασε την ποιότητά της, αλλά πρόσθεσε σε αυτή αρκετή σκληράδα που αποτυπώθηκε πλήρως στους αριθμούς, όπως επίσης και πολύ μυαλό.
Η επίθεση στο ύψος της
Η Εθνική πέτυχε 79 πόντους. Ο μέσος όρος της στη διοργάνωση ήταν μέχρι χθες 78,4 πόντοι ανά αγώνα. Όμως αυτή τη φορά διατηρήθηκε στα ίδια επίπεδα κόντρα στην καλύτερη άμυνα της διοργάνωσης. Η Ισπανία στην πρώτη φάση είχε παθητικό μόλις 53,8 πόντων ανά αγώνα και δέχτηκε από την ελληνική ομάδα 25 περισσότερους!
Το συγκρότημα του Αντρέα Τρινκιέρι μπορεί να υποχρεώθηκε σε μόλις 12/33 δίποντα (36,4%), που μοιάζει πολύ φτωχό σε σχέση με το 61,2% που είχε στην πρώτη φάση, ωστόσο παρουσίασε τεράστια βελτίωση στα τρίποντα (9/20, 45%, ενώ στα πέντε προηγούμενα ματς είχε 36,3%), αλλά και στις βολές (28/38, 73,7%, ενώ μέχρι τώρα είχε 67%).
Άμυνα που τσάκιζε κόκκαλα
Η επίθεση τα πήγε περίφημα, αλλά η ειδοποιός διαφορά ήταν στην άμυνα. Άριστη αντιμετώπιση του πικ εν ρολ, σωστές αποστάσεις, αλληλοκάλυψη και βοήθειες, ακόμη και βουτιές ή ξύλο περιλάμβανε το ελληνικό ρεπερτόριο στα μετόπισθεν. Οι 75 πόντοι που δέχτηκε η Εθνική δεν είναι λίγοι, αλλά στα πρώτα πέντε ματς είχε παθητικό 70 πόντων ανά αγώνα, ενώ είχε «φάει» 81 από την Ιταλία και 86 από τη Φινλανδία. Παράλληλα ενώ οι αντίπαλοί της στην πρώτη φάση σούταραν με 53,2% στα δίποντα, οι Ισπανοί έμειναν στο 48,6%.
Εκεί, ωστόσο, που αποτυπώνεται πόσο πιο δυναμική ήταν η ελληνική άμυνα, είναι τα 17 λάθη στα οποία ώθησε τους αντιπάλους (που είχαν μόλις 11,4 ανά αγώνα ως τώρα) και τα 9 κλεψίματα που έκανε (από 5 που είχε κατά μέσο όρο) απέναντι σε μία ομάδα με καταπληκτικούς χειριστές/δημιουργούς.
Ακόμη και στα ριμπάουντ, παρότι «έχασε» με 34-28, κράτησε τους Ισπανούς μακριά από τα στάνταρ τους (39,4 ανά αγώνα).