Σε μια περίοδο που το ελληνικό ποδόσφαιρο συνεχώς γεμίζει με... Έλληνες, μια ματιά στα πρωταθλήματα υποδομής θα μπορούσε να βγάλει συμπεράσματα για το μέλλον. Για το τι ποδοσφαιριστές θα βγάλουμε; Όχι ή τουλάχιστον όχι μόνο. Διότι αυτό είναι και θέμα συγκυρίας, θέμα δουλειάς των ίδιων των ποδοσφαιριστών, των προπονητών τους, των ομάδων τους στις ακαδημίες και πάει λέγοντας. Ακόμη και των γονιών τους, που πάντα παίζουν ρόλο..
Του Θοδωρή Τσούτσου
Μπορούμε, όμως, να βγάλουμε συμπεράσματα για το ίδιο το ποδόσφαιρο. Μπορεί όχι για την ποιότητά του, για το επίπεδό του, για τις επιτυχίες του. Για αυτά είναι πολύ νωρίς. Συμπεράσματα για τη φιλοσοφία του. Για το πώς το ίδιο "σκέφτεται" το μέλλον του. Σε αγωνιστικό επίπεδο ασφαλώς, διότι σε διοικητικό η κουβέντα αλλάζει...
Το πρωτάθλημα Κ17, σε ηλικίες δηλαδή ακόμη σχολικές για τα παιδιά που συμμετέχουν σε αυτό, προσφέρεται για μια τέτοια συζήτηση. Πολύ περισσότερο από το πρωτάθλημα Κ19 (και όχι Κ20 από φέτος). Θα μπορούσαμε να πάμε και πιο κάτω ηλικιακά, στο Κ15, αλλά ακόμη αυτό δεν έχει ξεκινήσει για τη φετινή αγωνιστική περίοδο.
Κ17, λοιπόν, με δύο αγωνιστικές ολοκληρωμένες στους δύο ομίλους στους οποίους είναι χωρισμένες οι 16 ομάδες. Και μάλιστα, εννέα και εφτά, άρα κάθε αγωνιστική δύο ομάδες, μία από κάθε όμιλο, έχουν ρεπό. Δύο αγωνιστικές με συνολικά 14 αγώνες τις τελευταίες εβδομάδες. Συνολικά έχουν σημειωθεί 30 γκολ. Σημαίνει περίπου δύο (και κάτι) γκολ σε κάθε παιχνίδι.
Αντιλαμβάνεται κανείς ότι για τέτοιες ηλικίες, από 17 χρονών και κάτω, τα δύο γκολ είναι ελάχιστα. Μπορούμε να το αναλύσουμε και περισσότερο. Σε αυτούς τους αγώνες, 13 φορές μία ή και οι δύο ομάδες ολοκλήρωσαν το ματς χωρίς να σκοράρουν. Είχαμε δύο 0-0 και πέντε 1-0. Με λίγα λόγια και για να μην κουράζουμε με αριθμούς, στα μισά παιχνίδια αυτών των πρώτων δύο αγωνιστικών, μπήκε μόνο ένα γκολ!
Το στοιχείο είναι ανησυχητικό. Όχι γιατί σημαίνει ότι δεν έχουμε καλούς επιθετικούς. Άλλωστε αντίστροφα τα λίγα γκολ θα σήμαινε ότι έχουμε καλούς τερματοφύλακες και καλούς αμυντικούς. Το θέμα, όμως, δεν είναι αυτό. Τα λίγα γκολ σημαίνουν φιλοσοφία παιχνιδιού. Σημαίνουν τρόπο σκέψης για το ποδόσφαιρο και τελικά σημαίνουν πολλά που αυτά τα παιδιά, όσα κάνουν καριέρα, θα τα βρουν μπροστά τους.
Η χαρά του παιχνιδιού, που και αυτή μέρος της εξέλιξής τους είναι, δεν υπάρχει. Η απόλαυση του ποδοσφαίρου, επίσης. Το αποτέλεσμα, που ασφαλώς και έχει σημασία, είναι πια κάτι περισσότερο από ανάγκη. Για όλους. Για τον σύλλογο, τους ανθρώπους του, τους προπονητές, ίσως και τον κόσμο. Και τελικά καταλήγει στους νεαρούς αθλητές.
Διότι σε αυτή την ηλικία αθλητές είναι, ακόμη δεν έχουν γίνει ποδοσφαιριστές. Όταν θα γίνουν, αν τώρα για εκείνους το ποδόσφαιρο είναι κάτι τόσο πιεστικό και τόσο σκληρό, τότε τι θα είναι; Πώς θα το αντιμετωπίζουν; Πώς θα λειτουργούν σε αυτό; Και πώς θα διαχειρίζονται τα 1-0 της νίκης ή της ήττας;
Μερικές από τις απαντήσεις τις βλέπουμε στο ποδόσφαιρο του σήμερα. Το οποίο μαθηματικά θα είναι και το ποδόσφαιρο του αύριο, ίσως μάλιστα να είναι και ακόμη πιο αυστηρό ή πιο στριμωγμένο από όσο είναι τώρα, με τον τρόπο που λειτουργεί στις ακαδημίες του. Ακούς για τα 3-3 και τα 4-4 της Αγγλίας και της Γερμανίας στα πρωταθλήματα υποδομής και λες... πω πω ξέρουν μπαλάρα.
Δεν είναι μόνο αυτό. Είναι ότι τα παιδιά έχουν τη δυνατότητα να παίξουν. Έχουν το περιθώριο να το κάνουν και βέβαια, έχουν και την ανάγκη. Από αυτήν, από την ανάγκη κυρίως να παίξεις, να μάθεις και όχι κυρίως να μην χάσεις, προκύπτουν αυτά τα σκορ. Εδώ η ανάγκη για ποδόσφαιρο είναι μόνο μία. Η νίκη. Το ένα γκολ. Γιατί αν το βάλουν οι άλλοι και όχι εσύ, έχεις πρόβλημα. Ακόμη και αν δεν έχεις ενηλικιωθεί...