Η αλήθεια είναι όταν φοράει κάποιος την φανέλα του ΠΑΟΚ, η πίεση που έχει είναι μεγάλη. Ιδιαίτερος οργανισμός ο «δικέφαλος του Βορρά», με τεράστια δυναμική, αλλά και αρκετές παθογένειες. Είναι και μικρή συγκριτικά με την Αθήνα η Θεσσαλονίκη και τα πάντα διογκώνονται. Είναι και η αύρα της πόλης τέτοια…
Γράφει ο Τάσος Νικολόπουλος
Αν μιλάμε για Έλληνα ποδοσφαιριστή, τα πράγματα δυσκολεύουν ακόμη περισσότερο. Δεν είναι καθόλου εύκολο να διαχειριστεί κάποιος ούτε την πίεση, ούτε την αμφισβήτηση. Πόσω μάλλον, όταν ακόμη και σήμερα τον στοιχειώνει το λάθος στον ημιτελικό κυπέλλου με τον Ατρόμητο το 2011-12, που κόστισε στον ΠΑΟΚ την πρόκριση στον τελικό. Μια σεζόν, στην οποία, ο Παναγιώτης Γλύκος άρχισε να καθιερώνεται, εκμεταλλευόμενος στο έπακρο την ευκαιρία που του προέκυψε, μετά τους τραυματισμούς των Κώστα Χαλκιά και Ντάριο Κρέσιτς.
Σχεδόν πέντε χρόνια μετά, ο 30χρονος τερματοφύλακας με καταγωγή από την Σκόπελο δεν έπαψε ποτέ να αμφισβητείται εντός των τειχών της ομάδας. Και αυτό φαίνεται στην πράξη, αφού από το καλοκαίρι του 2012 και με την άφιξη του Χακόμπο, ξεκίνησε ένα… γαϊτανάκι απόκτησης «άσων». Στις επόμενες οχτώ μεταγραφικές περιόδους μέχρι σήμερα με τον Ιβάν Σαββίδη στο τιμόνι της ΠΑΕ, αποκτήθηκαν συνολικά πέντε(!) τερματοφύλακες. Και όχι ως δεύτεροι για να τον συμπληρώνουν, αλλά με προοπτική να πάρουν τα γάντια του βασικού από τον Παναγιώτη Γλύκο. Οι επιλογές κατά σειρά ήταν: Ιτάνζ, Γκσπούρνινγκ, Όλσεν, Βελλίδης και Μπρκιτς, με τους δύο τελευταίους να έχουν αποκτηθεί μέσα στο 2016.
Παρά τις συνεχείς αφίξεις, ο Παναγιώτης Γλύκος παραμένει στην πρώτη γραμμή και συνεχίζει να αποτελεί το σημείο αναφοράς στα γκολπόστ του ΠΑΟΚ, παρότι υπήρξαν φορές που βρέθηκε κοντά στην έξοδο. Και μάλιστα κατηγορήθηκε για την στάση του. Όμως, ο ίδιος, παρά την αμφισβήτηση που έχει βιώσει, τείνει να γίνει ένας από τους μακροβιότερους ποδοσφαιριστές στη σύγχρονη ιστορία του συλλόγου. Το νέο συμβόλαιο μέχρι το 2019 αποτελεί επιβράβευση και δικαίωση της συνεχούς προσπάθειας των προηγούμενων χρόνων, αλλά το αν η εμπιστοσύνη της διοίκησης είναι ουσιαστική, θα φανεί στις επόμενες μεταγραφικές περιόδους.