Μπορείς να έχεις πολλές γνώμες για τον Λουίς Φαν Χάαλ.
Και σίγουρα υπάρχουν πολλά επίθετα (κάποια εκ των οποίων όχι τιμητικά) με τα οποία θα μπορούσε κανείς να τον περιγράψει ως προπονητή -και ως τύπο.
Ένα όμως δεν μπορεί κανείς ν’ αμφισβητήσει: Ότι ομάδα που προπονεί δεν πρόκειται ποτέ να είναι «american bar»! Πόσω μάλλον… παμπ, όπως θύμιζε σε αρκετές περιπτώσεις φέτος η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ!
Γράφει ο Γιώργος Μαραθιανός
Μετά το εντελώς αποτυχημένο πείραμα με τον Μόγιες, οι «κόκκινοι διάβολοι» χρειάζονταν μια δοκιμασμένη λύση. Ή μάλλον μια λύση που θα συνδύαζε τεχνικές γνώσεις και πειθαρχία. Κι αν μη τι άλλο ο Ολλανδός έχει αποδείξει ότι είναι εκ των κορυφαίων σε αμφότερα.
Υπέρμαχος του επιθετικού ποδοσφαίρου και μαθητής της μεγάλης του «total football» σχολής, ο Φαν Χάαλ… ευθύνεται για μια απ’ τις πιο εντυπωσιακές ομάδες που παρακολούθησε ποτέ η Ευρώπη: Τον Άγιαξ στα μέσα του ‘90!
Τότε που «συστατικά» όπως οι Κλάιφερτ, Ζέεντορφ, Όφερμαρς, Φαν Ντερ Σαρ, Φρανκ και Ρόναλντ Ντε Μπουρ, Ντάβιντς, Ράιζινγκερ και Μπογκάρντε μαγειρεύτηκαν με μαγικό τρόπο. Ώστε ο σύλλογος να γευτεί τρία πρωταθλήματα (1994, 1995, 1996), ένα Champions League (1995), ένα Κύπελλο UEFA (1992), ένα ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ (1995) κι ένα Διηπειρωτικό (1995).
Παρόλο λοιπόν που την επόμενη χρονιά η τελευταία γεύση ήταν πικρή (με την απώλεια του Champions League στα πέναλτι απ’ τη Γιουβέντους) ο δρόμος για τη Βαρκελώνη ήταν στρωμένος. Όχι με ροδοπέταλα -όπως αποδείχθηκε στη συνέχεια. Γιατί ο Φαν Χάαλ τσακώθηκε ακόμα και με τους… κώνους της προπόνησης, «τα ‘σπασε» με Ριβάλντο και Ζιοβάνι για τις θέσεις που (θεωρούσε ότι) αγωνίζονταν, αλλά έφυγε με δυο πρωταθλήματα (1998, 1999) κι ένα Κύπελλο (1998).
Κι όταν φάνηκε όμως να τον παίρνει η κάτω βόλτα (με την αποτυχία να οδηγήσει την εθνική Ολλανδίας στο Μουντιάλ του 2002 και το κάκιστο δεύτερο πέρασμά του απ’ την Μπαρτσελόνα) πάλι τη βρήκε την άκρη. Όπως βρήκε τρόπο να μετατρέψει μια μικρομεσαία ομάδα της Ολλανδίας -την Άλκμααρ- σε πρωταθλήτρια το 2009.
Μπαίνοντας για τα καλά λοιπόν στο… χάρτη, παραλίγο να μπει και στο πάνθεον της Μπάγερν Μονάχου. Γιατί θα γινόταν ο πρώτος στην ιστορία της που θα κατακτούσε τρεμπλ, αν ο (συνεργάτης του κάποτε στην Μπαρτσελόνα) Ζοσέ Μουρίνιο δεν του ‘κλεβε το κατόρθωμα στον τελικό με την Ίντερ.
Εκεί όπου ήταν η τελευταία θητεία του σε σύλλογο. Πριν επιστρέψει ξανά στην εθνική Ολλανδίας και την οδηγήσει για πλάκα (9 νίκες και 1 ισοπαλία, 34-5 τέρματα) στο Μουντιάλ του καλοκαιριού. Και πριν αναλάβει επισήμως σήμερα -για τα τρία επόμενα χρόνια- το τιμόνι της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.
Με δίψα ν’ αποδείξει ότι παραμένει απ’ τους κορυφαίους προπονητές στον κόσμο. Προορισμό να επαναφέρει τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στους τίτλους. Και πολύ πιθανό το ενδεχόμενο -βάσει χαρακτήρα- να δημιουργήσει νέες κόντρες με δημοσιογράφους. Σαν αυτή που κατέληξε σε ηθελημένη σιωπή (συνοδευόμενη από δολοφονικό βλέμμα 4 δευτερολέπτων στον ρεπόρτερ) όταν δεν του άρεσε ερώτηση μετά απ' το κυριακάτικο Ολλανδία-Εκουαδόρ.
Αλλά και έτοιμος να φτιάξει καινούργιες ιστορίες-θρύλους, σαν αυτή που έχει διηγηθεί ο Λούκα Τόνι (και εμμέσως έχει επιβεβαιώσει ο ίδιος): Ότι σε μια ομιλία του στα αποδυτήρια της Μπάγερν δεν αρκέστηκε στην προειδοποίηση ότι διαθέτει τα… καρύδια ν’ αφήσει οποιονδήποτε παίκτη εκτός ενδεκάδας. Αλλά κατεβάζοντας κανονικά το παντελόνι του, προχώρησε ΚΑΙ στις σχετικές αποδείξεις!