Το 1-1 της Εθνικής με το Κόσοβο στην Πρίστινα ήρθε να ψαλιδίσει κι άλλο τις ελπίδες πρόκρισης στα τελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Το αποτέλεσμα αυτό απειλεί να θέσει πρόωρα εκτός έστω της διεκδίκησης της δεύτερης θέσης την ελληνική ομάδα.
Το συγκρότημα του Τζον Φαν’ τ Σχιπ, που άφησε στην αρχή της θητείας του υποσχέσεις για ένα άλλου είδους και πιο όμορφο στο μάτι ποδόσφαιρο, δεν είχε ανάλογη συνέχεια. Η δυσκολία στην παραγωγή φάσεων και στο σκοράρισμα είναι πλέον εμφανέστατη.
Πέραν του γεγονότος ότι η Εθνική είναι τελευταία σε σουτ στο στόχο σε όλη την Ευρώπη στα προκριματικά για το Μουντιάλ του Κατάρ, δεν σκοράρει κιόλας. Στα 21 ματς με τον Ολλανδό στον πάγκο η ελληνική ομάδα έχει σκοράρει μόλις 24 φορές, δηλαδή 1,14 φορές ανά αγώνα.
Μάλιστα δεν έχει πετύχει ΠΟΤΕ περισσότερα από δύο τέρματα σε έναν αγώνα και στα 21 αυτά ματς έχει σημειώσει μόλις οκτώ φορές από δύο γκολ, παρότι στο διάστημα αυτό αντιμετώπισε και ομάδες που δεν είναι δα και μεγαθήρια, όπως το Λιχτενστάιν, η Αρμενία, η Μολδαβία (δύο φορές), η Σλοβενία (δύο φορές), η Γεωργία, η Ονδούρα και το Κόσοβο (τρεις φορές).
Πάντως, για να είμαστε δίκαιοι, ανάλογο επιθετικό πρόβλημα είχε η Εθνική και με τους προκατόχους του Φαν’ τα Σχιπ. Επί Μίχαελ Σκίμπε σε 27 ματς η ελληνική ομάδα είχε 30 γκολ (1,11 ανά αγώνα), ενώ το ίδιο ίσχυε ακόμη κι επί των πιο πετυχημένων προπονητών στην ιστορία της Εθνικής, του Ότο Ρεχάγκελ (138 σε 106 αγώνες, δηλαδή 1,3 ανά αγώνα) και του Φερνάντο Σάντος (59 γκολ σε 49 αγώνες, δηλαδή 1,2 ανά αγώνα). Απλώς, ειδικά με τους δύο τελευταίους, η Ελλάδα ήταν πολύ πιο στιβαρή ανασταλτικά έχοντας 0,83 γκολ παθητικό ανά αγώνα επί Σάντος και 1,04 επί Ρεχάγκελ αντιμετωπίζοντας πολύ πιο ισχυρούς αντιπάλους και συμμετέχοντας σε τελικές φάσεις μεγάλων διοργανώσεων.