Ελάχιστοι ήταν εκείνοι που δεν είπαν «ν’ αγιάσει το στόμα του» όταν διάβασαν για τις χθεσινές δηλώσεις του Μαρίνου Ουζουνίδη ο οποίος με λίγες λέξεις γκρέμισε το πρότζεκτ που προκατόχου του, ακόμη κι αν έσπευσε να διευκρινίσει πως όσα είπε δεν αποτελούν μομφή για τον Αντρέα Στραματσόνι.
Γράφει ο Νικόλας Ακτυπης
Ωστόσο, στο στόχαστρο του προπονητή του Παναθηναϊκού βρέθηκαν συγκεκριμένες μονάδες του ρόστερ που δημιούργησε ο Ιταλός, με τον Έλληνα τεχνικό να ξεκαθαρίζει ότι στη δική του φιλοσοφία και τρόπο σκέψης μεγαλύτερη σημασία έχει το πάθος, η εργατικότητα και η νοοτροπία παρά το ταλέντο ή η ποιότητα. Ουσιαστικά με αυτό τον τρόπο έδειξε και το πώς θα κινηθεί το τριφύλλι στην επόμενη μεταγραφική περίοδο και τη λογική με την οποία θα χτιστεί (για άλλη μια φορά τα τελευταία χρόνια) η ομάδα.
Οι περισσότεροι υποδέχθηκαν από θετικά μέχρι με μεγάλη θέρμη τις δηλώσεις του Ουζουνίδη σπεύδοντας να συμφωνήσουν ότι η «αδιαφορία» πολλών παικτών είναι ο βασικός λόγος της μέτριας αγωνιστικής εικόνας των πρασίνων.
Το οξύμωρο της υπόθεσης είναι ότι πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους (οπαδοί, δημοσιογράφοι, σχολιαστές) με αντίστοιχη ζέση είχαν επικροτήσει την απόφαση του Στραματσόνι να κάνει ακριβώς το αντίθετο. Να απαλλάξει δηλαδή την ομάδα από παίκτες που είχαν τα χαρακτηριστικά που ζητά ο σημερινός τεχνικός του συλλόγου. Εκείνη την περίοδο άκουγες και διάβαζες συνεχώς ότι ο Παναθηναϊκός είχε άμεση ανάγκη από παίκτες που είναι σε θέση να προσφέρουν ποιότητα και ταλέντο και όχι από παιδιά με ψυχή, επίγνωση του βάρους της φανέλας και συνειδητοποίηση του πού αγωνίζονται.
Η αφαίμαξη του ελληνικού στοιχείου της ομάδας και η απομάκρυνση ποδοσφαιριστών όπως ο Λαγός, ο Τριανταφυλλόπουλος, ο Νίνης αντιμετωπίστηκε περίπου ως ευλογία από την πλειοψηφία του κόσμου. Πέρα από τα δικά του παιδιά, ο Παναθηναϊκός άφησε και άλλους σαν τον Καλτσά για παράδειγμα, που θεωρήθηκαν βαρίδια που δεν επέτρεπαν στους πράσινους να απογειωθούν σε μια νέα εποχή επιτυχιών και διακρίσεων.
Εάν τολμούσες να γράψεις έστω και μισή λέξη εκείνη την περίοδο για τον… διωγμό των Ελλήνων, άμεσα έμπαινες στην κατηγορία εκείνων που τα έχουν κάνει πλακάκια με τους ποδοσφαιριστές και τους στηρίζουν επειδή είναι φιλαράκια τους. Ειδικά η περίπτωση του Νίνη είναι εξόχως ενδεικτική του μεγέθους της παράνοιας εκείνου του διαστήματος.
Προσωπικά τρέφω απεριόριστη εκτίμηση στον Μαρίνο Ουζουνίδη. Απόλυτο respect για την καριέρα του μέσα στα γήπεδα που στηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό στην ικανότητά του να μακιγιάρει τα μειονεκτήματά του. Ένας κεντρικός αμυντικός που έφτιαξε το όνομά του χωρίς να είναι γρήγορος ή ιδιαίτερα δυνατός, χάρις στην ποδοσφαιρική του ευφυΐα, την οξυδέρκεια και τον υψηλό δείκτη αντίληψης των όσων συμβαίνουν στο γήπεδο, με μια μοναδική ικανότητα να προβλέπει και να προλαμβάνει καταστάσεις. Καθόλου παράξενα, αυτά τα χαρακτηριστικά είναι που συνήθως διαθέτει κι ένας καλός προπονητής. Υπό αυτή την έννοια –κι έχοντας ήδη αρκετά δείγματα γραφής του σε όσες ομάδες δούλεψε- ο Ουζουνίδης έχει κερδίσει το δικαίωμα να εργαστεί και να στήσει το δικό του σύνολο όπως ακριβώς επιθυμεί.
Το μπαλάκι πέφτει πλέον σε εκείνους που θα κληθούν να στηρίξουν τη δουλειά του. Τη διοίκηση και τους οπαδούς δηλαδή. Η μεν (μέσα και από την επικείμενη πρόσληψη τεχνικού διευθυντή) θα πρέπει να του παράσχει αυτά που θα ζητήσει και οι δε ενθυμούμενοι τι ακριβώς συνεπάγεται ένα λιγότερο ποιοτικό, αλλά παθιασμένο ρόστερ. Σε τέτοιες περιπτώσεις η μέση οδός προβάλλει και μοιάζει σχεδόν πάντα η ενδεδειγμένη λύση. Χωρίς αφορισμούς ούτε αποθεώσεις.