· Ένα από τα ευχάριστα που προέκυψαν στα δύο τελευταία παιχνίδια του Ολυμπιακού στο Καραϊσκάκη ήταν αφενός μεν η διαπίστωση ότι ο Ποντένσε ανεβαίνει σταθερά, αφετέρου δε ότι ο Ραντζέλοβιτς «έρχεται» δυναμικά!
· Ο Ποντένσε δεν μας…τρέλανε κιόλας στον αγώνα του Σαββάτου με τον Αστέρα Τρίπολης, αλλά σαν συνέχεια εκείνου με την Κράσνονταρ έδειξε ότι αν μη τι άλλο ανεβάζει τις στροφές του. Ήταν δραστήριος, κινητικός και τον αισθάνθηκε η αντίπαλη άμυνα. Έχει τα θέματα του στην τελική ενέργεια, όμως είναι σημαντικό που παίρνει πρωτοβουλίες.
· Στη φάση του ακυρωθέντος (σωστά) γκολ του Σουντανί, η πάσα του Πορτογάλου με το τακουνάκι ήταν μαγική! Και στον Ραντζέλοβιτς πέρασε καλή πάσα και στον Σουντανί έβγαλε σέντρα και καλά συνδυάστηκε με τον Αλγερινό σε δύο κρίσιμες φάσεις και τον Αραμπί έβγαλε δύο φορές σε θέσεις γκολ (η μία στο δοκάρι).
· Σίγουρα είναι πρόβλημα ότι ο Ποντένσε ψάχνει πολλές φορές να κάνει το κάτι παραπάνω. Όσο και μεγάλη αυτοπεποίθηση, όμως, να έχει, είναι λάθος η νοοτροπία του κι απορώ πώς κανείς στον Ολυμπιακό, και πρώτος ο Μαρτίνς, σαν προπονητής του και συμπατριώτης του, δεν του το έχει δώσει ακόμη να το καταλάβει.
· Δεν έχει νόημα π.χ. εκείνη φάση που πήγε από πολύ πλάγια να περάσει την μπάλα πάνω από τον αντίπαλο γκολκίπερ, ενώ μπορούσε με μία πασούλα να δώσει μισό γκολ στον Σουντανί, με τον οποίο σημειωτέον είχε συνεργαστεί άψογα στο ξεκίνημα της φάσης δημιουργώντας μία έξοχη αντεπίθεση. Όπως νωρίτερα θα έπρεπε να πασάρει στον Αραμπί αντί πάλι να επιχειρήσει κάτι εξεζητημένο, κι αποτυχημένο, προς την αντίπαλη εστία.
· Βέβαια, την παράσταση από τους εξτρέμ που χρησιμοποιήθηκαν το Σάββατο (παρεμπιπτόντως, ο Μασούρας μπαίνοντας αλλαγή για 28 λεπτά, έδωσε πολύ λίγα πράγματα αυτή τη φορά), ο Ραντζέλοβιτς ήταν που έκλεψε την παράσταση. Γιατί πολύ απλά το παιχνίδι του δεν είχε μόνο δραστηριότητα, αλλά είχε και πολλή ουσία.
· Ο Σέρβος κέρδισε το πέναλτι σε φάση που ζήτησε (με την γνωστή χειρονομία) την μπάλα από τον Ομάρ, έδωσε δύο πάσες για γκολ στον Σουντανί, είχε μία καλή εκτέλεση φάουλ από την οποία προέκυψε ευκαιρία του Σεμέδο με κεφαλιά, είχε μία πολύ έξυπνη κάθετη πάσα προς τον Κούτρη για ξεκίνημα φάσης, μπήκε κι ο ίδιος σφήνα για να σκοράρει με κεφαλιά σε φάση που κακώς υποδείχθηκε σε θέση οφσάϊντ (έστω κι αν η κεφαλιά του δεν ήταν καλή), ενώ τέλειωσε καλύτερα μία άλλη φάση, με ένα σουτ από το ημικύκλιο της περιοχής, που όμως μπλόκαρε ο γκολκίπερ.
· Τι κριτική πρέπει να του κάνουμε;
Πρώτον, ακριβώς σε αυτή την τελευταία φάση ενήργησε πολύ επιπόλαια κι αυτός, αφού στα τρία μετρα μπροστά του, αμαρκάριστος και σε ιδανική θέση για γκολ ήταν ο Αραμπί, που μάταια περίμενε την πάσα. Ο νεαρός εξτρέμ έπρεπε να σηκώσει το κεφάλι και να δει τον συμπαίκτη του-αν τον είδε και δεν του έδωσε την μπάλα, είναι ασυγχώρητος.
Δεύτερον, ανασταλτικά δεν δείχνει αδιάφορος, το αντίθετο, μόνο που πρέπει να γίνει και πιο αποτελεσματικός. Όπως λ.χ. στη σέντρα του Κώτσιρα και την άστοχη κοντινή κεφαλιά του Ιγκλέσιας. Ο Ραντζέλοβιτς σωστά πήγε να μαρκάρει τον αντίπαλο μπακ, με τη διαφορά ότι δεν μπόρεσε να τον σταματήσει από τη σέντρα. Κοινώς, πρέπει να μάθει να παίζει καλύτερη άμυνα.
· Και με αφορμή τις πάσες που δεν πήρε ο Ελ Αραμπί από τον Ποντένσε και τον Ραντζέλοβιτς σε δύο φάσεις στις οποίες θα μπορούσε να σκοράρει, ας παρατηρήσουμε ότι ο σέντερ φορ του Ολυμπιακού στο παιχνίδι με τον Αστέρα, βγάζοντας φυσικά τη φάση του πέναλτι, έκανε την πρώτη του τελική σε όλο το ματς στο δοκάρι, στο 68’(!) και τη δεύτερη και τελευταία στο 91’ (νικήθηκε από τον γκολκίπερ).
· Μπορούμε να συνυπολογίσουμε σίγουρα και την έλλειψη χημείας, που λογικά υπάρχει (και φάνηκε π.χ. και σε μία κακή συνεργασία Αραμπί-Ραντζέλοβιτς). Δεν ξέρουμε κι αν ο Αραμπί είναι ο τύπος του φορ περιοχής που θα φανεί κι απέναντι σε πολύ κλειστές άμυνες η, που διακρίνεται περισσότερο στο χώρο, όπως συνέβη προχθές μετά το 65’ που ο Αστέρας βγήκε λίγο πιο μπροστά).
· Αλλά επειδή και με τον Γκερέρο έχουμε προσέξει πολλές φορές ότι κάνει λίγες τελικές, πολύ απλά γιατί δεν παίρνει τις πάσες που πρέπει να παίρνει, νομίζω ότι τα πράγματα στον Ολυμπιακό θα ήταν πιο απλά στο επιθετικό κομμάτι αν υπήρχε λιγότερος εγωϊσμός και λίγο περισσότερο ομαδικότητα.
· Γιατί στις τρεις φάσεις τις οποίες μνημόνευσα παραπάνω, με μία καλή πάσα πιθανότατα θα γίνονταν το 2-0 είτε στο τέλος του α΄ ημιχρόνου, είτε στις αρχές του β΄ και τότε το παιχνίδι θα είχε σβήσει όμορφα κι ωραία, ο προπονητής θα μπορούσε να ξεκουράσει ενόψει Κράσνονταρ π.χ. Γκιγέρμε, Ποντένσε κι Ομάρ και, ασφαλώς, ουδείς θα ασχολούνταν με τη φάση του Μπαράλες…