«Δεν έχω ξεπεράσει την υψοφοβία, αλλά έχω μάθει να την διαχειρίζομαι. Το ότι το προσπαθώ και το δουλεύω στο μυαλό μου, με κάνει να νιώθω πιο δυνατή», λέει η Χριστίνα Φλαμπούρη (ΕΟΣ Αχαρνών). Πέντε χρόνια πριν, που βρέθηκε πρώτη φορά για ορειβασία, τα παράτησε, αλλά αυτός ήταν ο λόγος για να την ξεκινήσει. Η Βανέσσα Αρχοντίδου (ΑΟΣ) ασχολείται 15 χρόνια, ύστερα από παρότρυνση μιας φίλη της για εκδρομή στο βουνό. «Ήταν μια διαφορετική εμπειρία, ξεκούρασε το μυαλό μου», αναφέρει. Οι δύο τους γνωρίστηκαν σε μια ορειβατική εκδρομή στη Μαλαισία και έκτοτε έβαλαν στόχο να κάνουν το όνειρό τους πραγματικότητα, να πατήσουν τις 7 πιο ψηλές κορυφές του κόσμου.

Βέβαια η οικονομική δυσκολία για ένα τέτοιο εγχείρημα είναι δεδομένη και έτσι οι χορηγοί ήταν απαραίτητοι. «Το πιο δύσκολο κομμάτι ήταν αυτό των χορηγών. Στην αρχή όταν ξεκινήσαμε με τη Χριστίνα είχαμε δώσει δικά μας χρήματα. Υπήρχε δυσπιστία, επειδή ήμασταν δύο γυναίκες μόνες και όταν δεν είχαμε τη μη κερδοσκοπική εταιρία, υπήρχε και ο προβληματισμός πού θα δώσουν τα χρήματά τους», λέει η Βανέσσα. Μέσα όμως, από τη δημιουργία της μη κερδοσκοπικής εταιρίας «A Woman can be», οδεύουν προς στην ολοκλήρωση του ονείρου τους, αφού στις 20 Μαΐου, (έπειτα από περίπου 1,5 μήνα στο βουνό), η 6η και πιο δύσκολη κορυφή κατακτήθηκε. Οι πρώτες Ελληνίδες που πάτησαν την υψηλότερη κορυφή του κόσμου, μίλησαν στο sport-fm.gr. για αυτό το ανεπανάληπτο κατόρθωμα, τι συνάντησαν εκεί, τις σκέψεις τους και τη δράση τους ύστερα από την ολοκλήρωση αυτού του πρότζεκτ.



Πώς νιώθετε ύστερα από αυτό το τεράστιο κατόρθωμα;

Χ.Φ.: «Ήταν τόσο εκπληκτικό όσο το είχαμε φανταστεί. Ποτέ δε θα μπορούσαμε να φανταστούμε πως θα είμαστε τόσο τυχερές, ή τόσο πεισματάρες για να τα καταφέρουμε. Δεν έχω συνειδητοποιήσει ότι τα κατάφερα και ότι 20 χρόνια μετά τον πρώτο Έλληνα, ήμουν η πρώτη Ελληνίδα που πάτησε το πόδι της στην κορυφή. Και όχι μόνο αυτό, μετά από λίγο, μια πολύ καλή μου φίλη, η Βανέσσα πάτησε και αυτή την κορυφή και την επόμενη μέρα μια ακόμα Ελληνίδα, η Αλίκη Αναστασοπούλου, τα κατάφερε. Νιώθω πολύ μεγάλη χαρά για αυτό, γιατί είμαι ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένη για το πώς αντιμετωπίζουμε σε κάποιους τομείς τη γυναίκα. Όταν έλεγα ότι θα πάω στο Έβερεστ, ακόμα και όταν ήμουν στο βουνό, μου απαντούσαν: «μέχρι το basecamp (σ.σ 5.300 μ.) θα πας;» και τους έλεγα πως θα προσπαθήσω για κορυφή ή μου έλεγαν «φέρε ένα φρέντο εσπρέσσο σκέτο» . Με πείσμωνε πιο πολύ, ότι κανείς δεν πίστευε ότι θα τα καταφέρω».

Β.Α.: «Το κυρίαρχο συναίσθημα είναι αυτό της ολοκλήρωσης. Το λέω επειδή έχουμε περάσει πάρα πολλά πράγματα, όπως προπονήσεις, συναντήσεις με χορηγούς και έλλειψη χρόνου με τους φίλους και την οικογένειά μας. Όταν καταφέρνεις αυτό για το οποίο έχεις παλέψει τόσα χρόνια, έρχεται η γαλήνη, η πληρότητα και η ολοκλήρωση. Τώρα ηρέμησα».

Ποιες είναι οι σκέψεις όταν πλέον έρχεται η στιγμή να ξεκινήσετε την ανάβαση;

Χ.Φ.: «Το προηγούμενο απόγευμα, γιατί βράδυ ξεκινάμε για την κορυφή, αγχώνεσαι για τα πάντα και προσπαθείς να είσαι καλά εσύ. Δηλαδή να κοιμηθείς νωρίς, να φας νωρίς, να μην είσαι πουθενά καμένη στο πρόσωπο και να έχεις ντυθεί καλά. Φοβόμασταν τα πάντα. Πάθαμε κρυοπαγήματα στο πρόσωπο, ευτυχώς μικρού βαθμού, γιατί αργήσαμε λίγο να ανεβάσουμε το full face, αλλά μέχρι να κατέβουμε κάτω είχαμε σχεδόν επανέλθει.

Όταν ετοιμαζόμασταν υπήρχε απόλυτη ησυχία, ο καθένας είχε χαθεί στις σκέψεις του. Εγώ σκεφτόμουν ότι πρέπει να πάμε νωρίς, να κινηθούμε γρήγορα, να φτάσουμε κορυφή και να γυρίσουμε αρτιμελείς. Υπήρχε στο νου μας ότι κάτι μπορεί να πάει στραβά, κάτι που να μην το έχουμε σκεφτεί.

Την ημέρα κορυφής ξεκινάς από τα 8.000 μ. και η διάρκεια της διαδρομής είναι από 12 μέχρι 18 ώρες. Εγώ το έκανα περίπου 12,5 ώρες, η Βανέσσα περίπου 15. Σε κάθε βουνό προσπαθούμε να κάνουμε μαζί το βήμα στην κορυφή, καθώς στην ορειβασία δεν υπάρχει ανταγωνισμός και βοηθώντας ο ένας τον άλλον μπορείς να πας πιο ψηλά. Στο Έβερεστ όμως οι συνθήκες ήταν αντίξοες. Τα χέρια μου είχαν παγώσει. Φυσούσε πάρα πολύ, είχαμε οξυγόνο, αλλά ξέραμε ότι κάποια στιγμή θα τελειώσει και δεν έπρεπε να καθυστερήσουμε. Είχαμε συμφωνήσει ότι τη μέρα κορυφής, η καθεμιά θα προχωρήσει μόνη της και θα προσπαθήσει να περιμένει η μία την άλλη λίγο πιο κάτω από την κορυφή. Όταν έφτασα φυσούσε απίστευτα, με το ζόρι έβγαλα 2-3 φωτογραφίες, γιατί αφενός δεν ένιωθα τα χέρια μου και αφετέρου μετά την 4η φωτογραφία χάλασε το κινητό, τα έβγαζε άσπρα. Επομένως, η μόνη λύση ήταν να κατέβω όσο πιο γρήγορα μπορούσα».

Β.Α.: «Ξεκινήσαμε στις 10 η ώρα το βράδυ. Αν το έχεις κάνει πρώτη φορά φοβάσαι, αλλά ευτυχώς είχα προηγούμενη εμπειρία και ήξερα τι να περιμένω, δηλαδή ότι το βράδυ θα έχει παρά πολύ κρύο και μόλις ξημερώσει θα αισθανθούμε τη ζεστασιά του ήλιου. Επίσης, γνώριζα ότι θα νιώθω τα χέρια μου και τα πόδια μου τόσο κρύα που μπορεί να πάθω ελαφρά κρυοπαγήματα. Το βασικότερο κομμάτι που με βοήθησε ήταν η εμπειρία και δεν φοβήθηκα. Όμως, υπήρχε ένα δέος μέσα μου, ότι ξεκινάω για την ψηλότερη κορυφή και μια φωνή που μου έλεγε: «σιγά σιγά όσο πιο σιγά γίνεται για να τα καταφέρεις και να μην εξαντληθείς». Αυτός ήταν ο μεγαλύτερος μου φόβος, αλλά ήταν μια ομαλή κορυφή. Η δυσκολότερη θεωρώ ότι ήταν στην Αλάσκα. Νομίζω είχε να κάνει με το ότι κουβαλούσαμε 40 κιλά σε όλη τη διάρκεια της αποστολής, γιατί δεν υπάρχουν, όπως στο Έβερεστ, σέρπα (οδηγοί και αχθοφόροι). Δεν είχα βοήθεια από κάποιον, δεν το περίμενα κιόλας, για αυτό και τη θεωρώ την πιο δύσκολη. Γενικά όταν προετοιμάζεσαι για κάτι έχεις περισσότερες αντοχές και ανοχή σε ότι προκύπτει, αλλά όταν δεν το περιμένεις το βλέπεις με άλλο μάτι».

Ήταν η πιο δύσκολη κορυφή και η ωραιότερη στιγμή;

Χ.Φ.: «Έξι μέρες πριν βρέθηκα στη Λότσε και μου φάνηκε πολύ δύσκολη. Ίσως φταίει γιατί ήταν η πρώτη μου φορά πάνω από τα 8.500 μέτρα, ενώ στο Έβερεστ ήταν η δεύτερη. Θα πω ότι ήταν η πιο δύσκολη κορυφή μακράν από θέμα ψυχολογικής κατάστασης, συγκέντρωσης και όλων αυτών που σκεφτόταν το μυαλό σου. Κάποια στιγμή ευχόμουν να γίνεις σεισμός ή χιονοστιβάδα (χωρίς να χτυπήσει κάποιος φυσικά), να κλείσει το βουνό για να αναγκαστούμε να γυρίσουμε πίσω. Μου έλειπαν τόσο πολύ οι γονείς μου, η καθημερινότητά μου, η δουλειά μου. Αυτό το ονειρευόμουν στον ύπνο, δεν το σκέφτηκα όταν η λογική λειτουργούσε, αλλά υπήρχαν στιγμές που είπα μπορεί να μην είμαι έτοιμη, να έχω κουραστεί. Σκεφτόμουν τους γονείς μου, τους είχα πάρα πολύ έννοια. Με έφθειρε ότι ήξερα ότι τους έχω βάλει σε αυτή τη διαδικασία».

Β.Α.: « Όταν φτάσαμε στην κορυφή, δεν ήταν και η καλύτερη λόγω καιρικών συνθηκών. Περάσαμε 5 δραματικά λεπτά. Προσπαθούσαμε με αγωνία να βγάλουμε και τις φωτογραφίες με τα μπάνερ των χορηγών (VICHY, KPMG, EDENRED, CARDLINK), γιατί χωρίς αυτούς δεν θα μπορούσαμε να πάμε. Είχαν παγώσει οι μηχανές και ήταν τόσο έντονη η σκέψη πώς θα γυρίσουμε πίσω. Μόλις κατεβήκαμε στο camp 4 τότε συνειδητοποίησα τι έχει συμβεί. Σε όλες τις άλλες κορυφές έχουμε βίντεο που γελάμε, εκεί δεν έχουμε κανένα. Ήταν πολύ γρήγορα και αγχωτικά. Ήταν η μόνη κορυφή που δεν το αισθανθήκαμε εκείνη τη στιγμή, αλλά μετά».



Χριστίνα, πώς πήρες την απόφαση να ανέβεις και στη Λότσε (8.516 μ.), την 4η πιο ψηλή κορυφή του κόσμου και ποιο ήταν το δυσάρεστο που συνάντησες;

«Το έκανα για να εγκλιματιστώ. Έχω θρομβοφιλία και θεωρητικά δεν θα έπρεπε να σκαρφαλώνω. Παίρνω φάρμακα, όταν είμαι σε υψόμετρο. Και στο βουνό είχα πρόβλημα με τη μύτη μου. Αυτό σήμαινε ότι ή δεν έχω συνηθίσει τις συνθήκες ή με ενοχλεί το φάρμακο. Είχα τόσο άγχος μήπως χάσω την κορυφή και έτσι αποφάσισα να εκμηδενίσω τις πιθανότητες, ότι μπορώ να σκαρφαλώσω στο Έβερεστ.

Πέντε μέτρα από την κορυφή του Λότσε βλέπω έναν άνθρωπο να κάθεται και λέω: «ποιος με πέρασε, ήμουν πρώτη στη σειρά». Συνειδητοποιώ ότι είναι νεκρός. Όταν βλέπω ότι φοράει ίδιες μπότες, ίδια καρφιά, ίδια γάντια, παθαίνω σοκ γιατί κατάλαβα ότι θα μπορούσε να είναι ένας από εμάς, ή και εγώ. Συνειδητοποίησα πόσο κοντά είναι η ισορροπία μεταξύ της ζωής και του θανάτου, η χαρά με τη λύπη και ότι το βουνό είναι μια μικρογραφία της ζωής. Ο συγκεκριμένος ήταν 10 χρόνια εκεί. Αλλά ήταν σα ζωντανός, ήμουν έτοιμη να τον σκουντήξω, να ανοίξει τα μάτια του. Αυτός είχε πάει με οξυγόνο και του τελείωσε, έκατσε λίγο να ξεκουραστεί, τον πήρε ο ύπνος και πάγωσε. Δεν πρέπει να σε πάρει ο ύπνος έξω από τη σκηνή σου, είναι βασικός κανόνας. Με σόκαρε πάρα πολύ αυτή η εικόνα, άρχισα να κλαίω, πονούσαν τα πνευμόνια μου, αλλά δεν μπορούσα να σταματήσω, γιατί θα ενοχλούσα και τον κόσμο που ήταν από πίσω μου. Συνέχισα να σκαρφαλώνω και έκλαιγα, ήταν σοκαριστικό».

Ποια απρόοπτα συναντήσατε στο δρόμο για την κορυφή;

Χ.Φ.: «Τα απρόοπτα είναι μέσα στη διαδικασία, αλλά το θέμα είναι πώς θα αντιδράσεις και πόσο τυχερός θα είσαι. Εμένα και της Βανέσσας πάγωσαν οι μάσκες. Έπαιρνα αέρα και μου κολλούσε στο πρόσωπο. Ευτυχώς βρήκα άλλη και μπόρεσα να συνεχίσω με ασφάλεια. Όταν σκαρφαλώναμε άρχισα να βλέπω θολά από το ένα μου μάτι. Δεν ήξερα αν θα είναι μόνιμο. Άρχισα να σκέφτομαι τους γονείς μου και πώς θα ήταν η ζωή μου αν δεν έβλεπα από το ένα μάτι. Μήπως θα έπρεπε να γυρίσω, μήπως το πάθος για την κορυφή θα μου κάνει κακό; Τελικά είπα πως αν χειροτερέψει θα σταματήσω, αλλά ευτυχώς μπόρεσα να ανέβω. Μέχρι να φτάσω στη σκηνή στα 8.000 μ. η όραση μου είχε επανέλθει».

Β.Α.: «Διάφορα, και οργανωτικά και καιρικά. Περιμέναμε ότι θα υπήρχε μέσα Μαΐου, μιάμιση βδομάδα καλοκαιρίας, ώστε να υπάρξει η προετοιμασία από το κράτος του Νεπάλ και να τοποθετηθούν τα σχοινιά. Είχε φτάσει 19 Μαΐου και δεν υπήρχε καμία καλή μέρα κορυφής. Εκεί ο αρχηγός της ομάδας επέλεξε να κάνουμε την προσπάθεια αν και ο καιρός δεν ήταν ιδανικός και είχε πολύ αέρα. Αυτό μας βγήκε σε καλό, γιατί δεν υπήρχε άλλη ομάδα, ενώ στις 23 Μάη που ήταν η πρώτη μέρα καλοκαιρίας είχε περίπου 200 άτομα. Ανεβήκαμε το βουνό και ήταν σχεδόν δικό μας. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, γιατί έχεις το δικό σου βήμα, είσαι πιο ασφαλής. Το να περιμένεις ώρα στη ζώνη θανάτου επιβαρύνει τον οργανισμό και ήταν και το κομμάτι που φοβόμουν, αλλά ευτυχώς εμείς δεν χρειαζόταν να περιμένουμε».

Πού οφείλονται οι τόσοι θάνατοι; Υπερεκτιμούν τις δυνάμεις τους; Πώς είναι να βλέπεις ένα τέτοιο θέαμα;

Χ.Φ.: «Το Νεπάλ δίνει άδειες σε όλο τον κόσμο, δίχως να υπάρχει μέτρο. Αν είχε λιγότερο κόσμο θεωρώ δεν θα γινόταν αυτό. Επειδή το Έβερεστ είναι και κομμάτι στάτους, θέλουν πολλοί να ανέβουν που ίσως δεν είναι έτοιμοι. Χάνεις πολύ εύκολα το πάθος για την κορυφή και το πόσο πραγματικά μπορείς. Υπήρχαν άλλοι που πέθαναν από καρδιακή προσβολή, άλλοι που τους τελείωσε το οξυγόνο, άλλοι που κουράστηκαν τόσο πολύ και δεν μπορούσαν να κάνουν βήμα. Απλά πολλές φορές οι ορειβάτες πιστεύουμε ότι η προσπάθεια τελειώνει στην κορυφή, αλλά αυτή τελειώνει όταν μπεις στη σκηνή του basecamp, όχι στα highcamps και καμία φορά δεν αφήνουμε πολλή ενέργεια στο σώμα μας για να γυρίσουμε. Αυτοί πιστεύω είναι οι λόγοι και από τα λίγα που μου είπαν εκεί».

Β.Α.: «Ήμασταν προετοιμασμένοι να τους δούμε και μάλιστα συγκεκριμένους ανθρώπους. Υπήρχε κάποιος, γνωστός εκεί, με πράσινες μπότες που εξαντλήθηκε, έκλεισε τα μάτια του και πάγωσε. Δεν σημαίνει ότι όλο το βουνό είναι γεμάτο πτώματα. Απλά όταν χάσει κάποιος τη ζωή του σε τόσο υψηλό υψόμετρο είναι δύσκολο να τον απομακρύνουν και μέχρι πρότινος οι άνθρωποι έμεναν εκεί. Από φέτος το κράτος του Νεπάλ αποφάσισε να απομακρύνει τις σορούς και έτσι υπήρχαν μόνο αυτοί που είχαν πεθάνει 2-3 μέρες πριν. Αυτούς τους είδαμε στο δρόμο πριν τα 8.000 μέτρα, όχι στην κορυφή».

Πώς διαχειρίζεσαι τον φόβο;

Χ.Φ.: «Κάποιες φορές ένιωθα ότι το μυαλό μου τους είχε αποβάλει τελείως, ότι δεν υπάρχουν, σαν να είμαι μηχανή. Συγκέντρωση, κορυφή, δεν σκεφτόμαστε τίποτα άλλο. Και μπορεί 5 λεπτά μετά, όλοι οι φόβοι να είχαν γιγαντωθεί. Γενικά ήταν τα άκρα. Σκεφτόμουν και χαζομάρες, δηλαδή την ταινία «Everest» και φοβούμουν μην πάθω τα ίδια. Δεν είναι λογικό για έναν ορειβάτη να σκέφτεται τέτοια. Όταν περπατούσα σε μια σκάλα πάνω από έναν παγετώνα και άκουγα τα κρακ, περνούσαν διάφορα από το μυαλό μου. Απλά μαθαίνεις να το διαχειρίζεσαι».

Β.Α.: «Το έχω παρομοιάσει με ένα τροχαίο, γιατί αυτό το φόβο αντιμετωπίζεις. Εφόσον είσαι δεμένος, καθώς υπάρχουν σχοινιά, σταθερά, τα οποία κάθε χρόνο ανανεώνονται, αυτό που φοβάσαι είναι μην πάθεις κάποιο πνευμονικό οίδημα ή κάτι που δεν θα μπορέσεις να αντέξεις την ανάβαση. Αυτό το αντιμετωπίζεις δουλεύοντάς το στο μυαλό σου».

Έχετε άλλη μία κορυφή για να ολοκληρώσετε το πρότζεκ σας, αυτή της Ανταρκτικής. Πότε θα το επιχειρήσετε;

Χ.Φ.: «Ιδανικά θα θέλαμε να το κάνουμε τον ερχόμενο Γενάρη-Φλεβάρη. Τα χρήματα είναι πολλά που πρέπει να μαζέψουμε. Πηγαίνουμε στις εταιρίες και ζητάμε να γίνουν χορηγοί, κάνουμε ομιλίες κ.α. Δεν ήταν εύκολο, πρώτα ανεβήκαμε το οικονομικό βουνό και μετά το κανονικό. Πίστευα ότι δε θα μπορούσαμε να βρούμε τόσα χρήματα για το Έβερεστ. Κόστισε 100.000 ευρώ και για τις δύο μας. Μόνο 11.000 ευρώ το άτομο, κάνει η άδεια για το βουνό. Το έχουν εμπορευματοποιήσει πάρα πολύ».

Β.Α.: «Η Ανταρκτική δεν είναι τόσο δύσκολο επίτευγμα, αλλά είναι και αυτό κοστοβόρο. Πιστεύω ότι η δυσκολία έχει περάσει και αισθάνομαι ήρεμη, ασχέτως αν δεν έχει ολοκληρωθεί το πρότζεκτ. Το βουνό αυτό είναι πιο πεζοπορικό. Δεν το υποτιμώ, αλλά δεν έχει αυτή τη δυσκολία, ούτε στο μυαλό μου, ούτε αντικειμενικά».

Έχετε γνωρίσει τόσους πολιτισμούς και κουλτούρες. Τι σας εντυπωσίασε;

Χ.Φ.: «Το 7 Summit δεν είναι μόνο μια ορειβατική πρόκληση, είναι όνειρο ζωής γιατί σε κάθε βουνό, σε κάθε ήπειρο προσπαθούμε να μάθουμε και την κουλτούρα. Μέχρι στιγμής με έχει εντυπωσιάσει το ταξίδι στην Ωκεανία, στην Παπούα. Αφιερώσαμε μια βδομάδα να γυρίσουμε τις φυλές. Είδα πρωτόγονη φυλή και πώς ζουν εκεί. Δηλαδή κάποια στιγμή έβγαλα το κινητό για selfie και ήρθαν τα παιδάκια γύρω από την οθόνη και την παρατηρούσαν. Το πιο δυνατό συναίσθημα μετά την κορυφή είναι ότι περνάμε χρόνο με τους ντόπιους. Παίρνεις και κάτι από την κουλτούρα τους όταν φεύγεις».

Β.Α.: «Όλοι οι άνθρωποι όταν ταξιδεύουμε μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι δεν μας χωρίζει τίποτα. Είμαστε πάρα πολύ κοντά ο ένας με τον άλλον. Ένας από τους λόγους που επιλέξαμε το 7 Summits ήταν ότι θα γνωρίζαμε πολιτισμούς σε όλη τη γη, όπου ήταν και στόχος μας. Αυτό που έχουμε δει είναι ότι δεν υπάρχει κάποια χώρα επικίνδυνη, κυρίως στην Παπούα αναφέρομαι, ή κάποιοι άνθρωποι που είναι κακοί. Αυτοί υπάρχουν σε όλες τις χώρες. Πρέπει να εστιάσουμε σε αυτά που μας ενώνουν, όχι σε αυτά που μας χωρίζουν. Είδαμε σε όλα μας τα ταξίδια ότι υπήρχαν άνθρωποι που μας αγκάλιασαν, που μας κατάλαβαν και υπήρχε σεβασμός στις περισσότερες περιπτώσεις. Δηλαδή δεν αντιμετωπίσαμε το ότι δύο γυναίκες είναι μόνες σε μια χώρα και θα προσπαθήσει κάποιος να τις βλάψει. Πάντα βέβαια και εμείς ταξιδεύαμε σε λογικά πλαίσια, δεν θελήσαμε να κάνουμε κάτι επικίνδυνο. Οι περισσότερες γυναίκες έχουν αυτό το φόβο. Αυτό είναι και ένα μέρος της φιλοσοφίας του «A Woman can be», να μπορούμε να δημιουργήσουμε ομάδες που να ταξιδεύουν χωρίς να υπάρχει ο φόβος τι μπορεί να συμβεί».

Ποια είναι τα σχέδια σας ύστερα και από την Ανταρκτική, την τελευταία κορυφή του 7 Summits;

Β.Α.: «Το «Α Woman can be» είναι η δράση που πλαισιώνει την προσπάθεια που κάνουμε για την ανάβαση στις 7 κορυφές. Δημιουργήθηκε όμως, γιατί ήταν η υλοποίηση ενός προσωπικού ονείρου. Κατάλαβα ότι η υλοποίηση ενός προσωπικού στόχου είναι απαραίτητο για να σταθεί κάποιος ολοκληρωμένος. Αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό κομμάτι που θέλουμε να περάσουμε μέσα από τον οργανισμό. Πρέπει να βάζουμε προσωπικούς στόχους και αυτή η μη κερδοσκοπική εταιρία θέλει να πλαισιώσει τέτοιους είδους όνειρα. Είτε δικά μας, είτε άλλων. Οπότε, μόλις ολοκληρωθεί το 7 Summits, θα αφιερωθώ σε αυτό το κομμάτι. Να βοηθήσω άλλες ομάδες, άλλους ανθρώπους να πραγματοποιήσουν τα όνειρά τους με άξονα στον πυρήνα των αξιών του «A Woman can be». Αυτές είναι η δια βίου άθληση και το προσωπικό όνειρο να προάγει την Ελλάδα στο εξωτερικό. Τα όνειρα αυτά δεν θα έχουν να κάνουν τόσο με ανάγκες, όσο με επιτεύγματα, γιατί στην Ελλάδα μαζεύονται χρήματα που είναι για ανάγκη, π.χ. εγχείρηση στο εξωτερικό. Άρα, αφού εμείς βρήκαμε αυτό το μηχανισμό και δημιουργήσαμε αυτή την εταιρία, νομίζω ότι υπάρχει χώρος και άλλοι άνθρωποι να κάνουν πραγματικότητα το προσωπικό τους επίτευγμα φέρνοντας την Ελλάδα ψηλά».

Τι αλλαγές έχετε δει στην καθημερινότητα σας;

Χ.Φ.: «Με έχει κάνει άλλον άνθρωπο. Νιώθω πιο πολύ αυτοπεποίθηση, εκτιμώ πράγματα της καθημερινότητας, τις ανθρώπινες σχέσεις. Με έχει κάνει πιο ευτυχισμένη».

Β.Α.: «Υπάρχει άγχος, ο καθένας έχει τα άγχη του, απλά δεν είναι το ίδιο, όπως ήταν παλιά και για τα ίδια πράγματα. Δεν έχουμε φτάσει στο άλλο άκρο (γέλια), αλλά έχουμε μια βαθύτερη γνώση για το ποια είναι τα πραγματικά ζήτημα ζωής και θανάτου. Το ίδιο ισχύει και με τις ανθρώπινες σχέσεις, δηλαδή δίνεις σημασία στο να είσαι καλός άνθρωπος, ευγενικός, να είσαι εντάξει, παρά σε κάποια πράγματα που στο παρελθόν μας απασχολήσουν αναφορικά με τους τύπους, πώς φαινόμαστε ή πώς είμαστε. Είναι τελείως διαφορετικό αυτό το κομμάτι».

«Το σημαντικότερο κομμάτι είναι η δια βίου άθληση και η επαφή με τη φύση, όπου ανοίγει το μυαλό και ξεκουράζεται. Μπορείς να το κάνεις σε όλες τις δεκαετίες της ζωής σου, γιατί έτσι αισθάνεσαι υγιής, σωματικά και πνευματικά».

Επιμέλεια: Φωτεινή Κρεμαστιώτη

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube

Βρούτσης: «Το Καυτανζόγλειο να γίνει το ΟΑΚΑ της Θεσσαλονίκης»

Στις θέσεις 33-64 του απλού στο πορτογαλικό Feeder η Τόλιου

Ένα χρυσό μετάλλιο, τρία ασημένια κι ένα χάλκινο για την Ελλάδα στα ατομικά του Διεθνούς Τουρνουά Φιλίας της Κύπρου

Στο κυρίως ταμπλό του πορτογαλικού Feeder η Τόλιου, έχασε δύσκολα στο καθοριστικό ματς η Τέρπου

Άρχισαν νικηφόρα το πορτογαλικό Feeder Τόλιου, Τέρπου, αγωνίζονται την Κυριακή για την πρόκριση στο κυρίως ταμπλό

Την 1η θέση στους άνδρες, την 3η στις γυναίκες η Ελλάδα στο ομαδικό του Διεθνούς Τουρνουά Φιλίας της Κύπρου

Χρήσιμα αγωνιστικά τεστ για τέσσερις αθλητές μας το προσεχές τριήμερο στο Διεθνές Τουρνουά Φιλίας πινγκ πονγκ της Κύπρου

Γκιώνης και Τατασόπουλος παρουσίασαν το άθλημα στην Ελληνογαλλική Σχολή της Πεύκης σε εκδήλωση με διπλό σκοπό

Στις θέσεις 17-32 ο Σγουρόπουλος στο WTT Feeder ΙΙ του Ντίσελντορφ

Παγκόσμιο Κύπελλο ξίφους μονομαχίας U20: Σπουδαίες διακρίσεις με χάλκινα για Τζοβάνη και Εθνική ομάδα νέων