Ονειρο ήταν και πάει. Αν και συνήθως το μόνο που απομένει έπειτα από ένα καλό όνειρο, είναι απλά μια ωραία αίσθηση Από αυτό της Εθνικής μας ομάδας βόλεϊ κρατάμε πολλά παραπάνω. Η γεύση που έχουμε από το Ευρωπαϊκό μπορεί να είναι γλυκόπικρη, όμως κερδίσαμε πολλά αναλογικά με αυτά που στην πορεία χάσαμε.
Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Κανείς δεν περίμενε ότι το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα θα κατακτούσε την πρώτη θέση στον όμιλο και μάλιστα με τρεις νίκες σε τρία παιχνίδια, η πρώτη μάλιστα απέναντι στην πρωταθλήτρια Ευρώπης Ισπανία. Ο αρχικός στόχος της Εθνικής των αμέτρητων προβλημάτων ήταν η είσοδος στην 12αδα. Αυτός επιτεύθηκε με θριαμβευτικό τρόπο και πλέον ο πήχης είχε ανεβεί.
Στοχεύαμε στην κατάληψη μιας εκ των πρώτων έξι θέσεων, έτσι ώστε να προκριθούμε απευθείας στο επόμενο Ευρωπαϊκό και... στο βάθος του μυαλού όλων υπήρχε η τετράδα και γιατί όχι το μετάλλιο. Τελικώς, οι διεθνείς δεν τα κατάφεραν. Στη δεύτερη φάση των ομίλων, ηττήθηκαν τρεις φορές, από Γερμανία, Γαλλία και Πολωνία και όμως, κανείς δεν μπορεί να έχει παράπονο από αυτήν την ομάδα. Διότι έκανε την υπέρβαση. Φώναξε ξανά ότι είναι υπολογίσιμη δύναμη στις μεγάλες διοργανώσεις και ότι η «μαύρη» περίοδος του ελληνικού βόλεϊ έχει παρέλθει.
Σ’ αυτό το τουρνουά που μας θεωρούσαν όλοι ξεγραμμένους (πολλοί μάλιστα περίμεναν ότι θα είχαμε τρεις ήττες στην αρχή και θα αποχωρούσαμε νωρίς νωρίς από τη Σμύρνη), οι παίκτες του Δημήτρη Καζάζη, μας έκαναν να ονειρευτούμε κάτι σπουδαίο και φυσικά δεν τους κρατάμε κακία που δεν πήγαν ακόμα πιο ψηλά. Αρκεί που μας έδωσαν το δικαίωμα να ονειρευτούμε! Κατέθεσαν την ψυχή τους και στα έξι παιχνίδια, προσπάθησαν όσο μπορούσαν και πολλές φορές υπερέβαλλαν εαυτούς. Απέδειξαν ότι έγιναν και πάλι ομάδα.
Με προσανατολισμό, με υψηλές βλέψεις, με ενθουσιασμό και πάθος. Επαίξε σε όλα τα ματς στο υψηλότερο επίπεδο απόδοσης που είχε τη δυνατότητα να πιάσει. Δεν υστέρησε κανείς. Απάντες έφτασαν σχεδόν το 90% των ικανοτήτων τους και στις έξι αναμετρήσεις και αυτό είναι αξιοθαύμαστο. Μάλιστα αν αναλογιστεί κανείς ότι η προετοιμασία της Εθνικής άρχισε καθυστερημένα και με πολλά προβλήματα συν την αλλαγή προπονητή που υπήρξε, τότε γίνεται κατανοητό, ότι η επιτυχία είναι ακόμα μεγαλύτερη απ’ ότι δείχνει με την πρώτη ματιά!
Μετά την ολοκλήρωση των αγωνιστικών υποχρεώσεων, η πίκρα των διεθνών και του προπονητικού τιμ, εξωτερικεύτηκε. Πίκρα όχι για τα αποτελέσματα, αλλά για τον κακό προγραμματισμό και κυρίως για την... μοναξιά τους. Αυτή που βιώσαν όλον αυτόν τον καιρό. Και σαν μάγκες, δεν την εξέφρασαν πριν τα παιχνίδια για να αναζητήσουν δικαιολογίες. Τη γνωστοποίησαν στο τέλος της διαδρομής.
Αυτή η ομάδα ξανακέρδισε τους Χριστοφιδέλη και Μπαεφ με τη μεγάλη τους ποιότητα που επεστρεψαν με τη «γαλανόλευκη», έβγαλε... λαγό από το καπέλο με τις εξαιρετικές εμφανίσεις του Τζούριτς κατά πρώτο λόγο, αλλά και του Προύσαλη. Πήρε ότι καλύτερο είχαν να δώσουν, τόσο ο Ρουμελιώτης και ο Παπαδημητρίου, όσο και όλοι ανεξαιρέτως οι διεθνείς μας και (μάλλον) βρήκε στο πρόσωπο του... πρωτοεμφανιζόμενου Δημήτρη Καζάζη τον προπονητή που έχει τη δυνατότητα να την οδηγήσει αλλά και να την διατηρήσει στην ελίτ του παγκοσμίου βόλεϊ. Και συν τοις άλλοις έπαιξε γρήγορο και θεαματικό βόλεϊ. Ολα αυτά τα κέρδη, μόνο λίγα δεν είναι από αυτό το ωραίο «ταξίδι» της Εθνικής μας στη Σμύρνη που απολαύσαμε. Εις το επανειδείν μάγκες!