Η Καλίντα Ποπάλ είναι –πλέον- μία από τις πιο εμβληματικές φυσιογνωμίες του παγκόσμιου γυναικείου ποδοσφαίρου. Θα μπορούσε απλώς να είναι ένα ακόμα θύμα των Ταλιμπάν, αν η αποφασιστικότητα, η θέλησή της αλλά και η τύχη δεν συνέβαλαν στο να… ντριμπλάρει την κατάλληλη στιγμή τα τρομοκρατικά πυρά.

«Αντιμετώπιζα απειλές από τους Ταλιμπάν και γνώριζα πως αν μείνω στο Αφγανιστάν σύντομα θα πέθαινα» δήλωσε πριν από ένα μήνα σε συνέντευξή της στην Independent: «Είχα μια επιλογή, είτε θα έμενα και θα αντιμετώπιζα τις επιπτώσεις, είτε θα έφευγα και θα συνέχιζα να δουλεύω για τον στόχο μου από μακριά. Δεν ήθελα να πεθάνω».



Η αρχή
Η πρώτη επαφή και η αγάπη της Καλίντα για το ποδόσφαιρο δεν έχει καμία ιδιαίτερη, πρωτότυπη ιστορία: «Ξεκίνησα να παίζω, γιατί μου άρεσε, ήταν διασκεδαστικό», τόσο απλά. Μάλιστα θυμάται πως η –γυμνάστρια- μητέρα της, της είχε αγοράσει τα πρώτα ποδοσφαιρικά της παπούτσια: «Το γυμναστήριο στο σχολείο ήταν παλιό και δεν είχαμε πολλές δραστηριότητες, οπότε ξεκινήσαμε με τις φίλες μου να κλωτσάμε μια μπάλα. Ώσπου μια μέρα ήρθαν κάποιοι και μας είπαν: «Το ποδόσφαιρο δεν είναι για γυναίκες. Είναι προσβολή για το άθλημα αν συμμετέχουν γυναίκες».

Ποδόσφαιρο χωρίς… ήχο
Εκείνη δεν σκόπευε να εγκαταλείψει το άθλημα, αλλά γνώριζε πως θα έπρεπε να είναι ιδιαίτερα προσεκτική. Μαζί με τις φίλες της μαζεύονταν σε περιφραγμένο χώρο και έπαιζαν κάνοντας όσο το δυνατόν λιγότερο θόρυβο. Με τον καιρό, ο αριθμός των κοριτσιών που συμμετείχαν όλο και μεγάλωνε, μαζί και οι κίνδυνοι αλλά και οι απειλές. Πολλοί πατεράδες και γιοι δεν ήθελαν οι κόρες και αδερφές τους να παίζουν μπάλα και τις αποκαλούσαν «πόρνες» και «σκύλες». Η ίδια ουκ ολίγες φορές είχε δεχθεί φραστικές επιθέσεις μέχρι και ρήψη σκουπιδιών από κάποιους που την αναγνώριζαν στον δρόμο. Και αυτές ήταν οι πρώτες, ήπιες αντιδράσεις. Τα πράγματα θα σοβάρευαν πολύ σύντομα.

«Παίζαμε σε γήπεδο ποτισμένο με αίμα εκτελεσμένων γυναικών»
Παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε η Ποπάλ και οι συμπαίκτριές της, υπήρχαν και οι σύμμαχοι που κρατούσαν ζωντανή τη φλόγα της ελπίδας της. Οι άνθρωποι της τοπικής βάσης του ΝΑΤΟ, πρόσφεραν έναν περιφραγμένο χώρο για να παίζουν, όταν δεν προσγειώνονταν πολεμικά ελικόπτερα...



Μάλιστα το 2007 δημιουργήθηκε η πρώτη εθνική ομάδα Αφγανιστάν –με αρχηγό την ίδια- και έδωσε το παρθενικό της φιλικό κόντρα σε ομάδα των Διεθνών Δυνάμεων Ασφαλείας, νικώντας με το θριαμβευτικό 5-0.

Αλλά ακόμα και αυτός ο –γεμάτος ελπίδα για το μέλλον- αγώνας κουβαλούσε μέσα του την τραγωδία, καθώς διεξήχθη στο “Ghazi Stadium”, γήπεδο που χρησιμοποιούσαν οι Ταλιμπάν για λιθοβολισμούς και εκτελέσεις. Μάλιστα, όπως έλεγαν οι ντόπιοι, το αίμα έχει ποτίσει τόσο βαθιά τον αγωνιστικό χώρο που το γρασίδι δεν μπορούσε να φυτρώσει: «Κάθε φορά που κλωτσούσα την μπάλα, έρχονταν στο μυαλό μου εικόνες από εκτελέσεις, ήξερα πως σε αυτό το μέρος είχαν εκτελεστεί δεκάδες γυναίκες. Αλλά και κάθε φορά που κλωτσούσα τη μπάλα, ένιωθα πως ήταν μια νίκη για όλες τις γυναίκες που πέθαναν και δεν κατάφεραν να υπερασπιστούν τα δικαιώματά τους».

«Δεν φοβόμουν τους Ταλιμπάν με τα όπλα, αλλά τους Ταλιμπάν με τις γραβάτες»
Ακολούθησαν φιλικοί αγώνες με το Νεπάλ, το Πακιστάν και τις Μαλδίβες. Η φωνή, η δύναμη και η επιρροή της όλο και μεγάλωνε. Πλέον η παρουσία της ενοχλούσε πολύ: «Όταν έγινα η αρχηγός της γυναικείας ποδοσφαιρικής κοινότητας, η φωνή μου έγινε πολύ δυνατή. Απολάμβανα τους αγώνες, τις νίκες και τη φήμη που αποκτούσε η ομάδα μας. Αλλά ξαφνικά όλα άλλαξαν όταν το μήνυμα άρχισε να γίνεται όλο και πιο ισχυρό». Οι απειλές όλο και αυξάνονταν όχι μόνο προς το πρόσωπό της, αλλά και εναντίον των δικών της ανθρώπων. Τόσο ο αδερφός της όσο και ο προπονητής της είχαν ξυλοκοπηθεί άγρια προκειμένου να την πείσουν να παραιτηθεί: «Το πρόβλημά μου δεν ήταν μόνο οι Ταλιμπάν με τα όπλα, αλλά και οι Ταλιμπάν με γραβάτες και κοστούμια, άνθρωποι με τη νοοτροπία των Ταλιμπάν, οι οποίοι είναι εναντίον των γυναικών και της φωνής τους». Όταν μαζί με τις απειλές ήρθε και η εναντίον της προπαγάνδα που την έφερναν ως αντι-Αφγανή και εναντίον του Ισλάμ, κατάλαβε πως η φυγή ήταν η μόνη λύση.

«Έφυγα γιατί δεν ήθελα να πεθάνω»
Εν μία νυκτί πήρε την πιο δύσκολη αλλά σημαντική απόφαση της ζωής της: «Σκέφτηκα πως αν δεν φύγω, θα με σκοτώσουν. Δεν το είπα σε κανέναν, μόνοι οι γονείς μου το ήξεραν. Δεν ήξερα τι να κάνω. Τι να πάρω μαζί μου, πού να πάω, πού θα καταλήξω, αν θα γυρίσω ποτέ πίσω. Έβαλα σε ένα σάκο τον υπολογιστή μου και τη φωτογραφία της ομάδας μου, τίποτε άλλο. Οι συμπαίκτριές μου δεν γνώριζαν γιατί ξαφνικά εξαφανίστηκα. Δεν τους είπα για πολύ καιρό τι ακριβώς συνέβη γιατί δεν ήθελα να φοβηθούν, δεν ήθελα να τα παρατήσουν, γιατί πάντα με έβλεπαν ως αρχηγό, ένα δυναμικό άτομο που τους στήριζε». Από την Καμπούλ διέφυγε στην Ινδία, χωρίς βίζα και πάντα με τον φόβο να συλληφθεί και να επιστρέψει πίσω. Τελικά κατάφερε να φτάσει σε ένα άσυλο προσφύγων στη Νορβηγία και να καταλήξει σε ένα άλλο στη Δανία, όπου ένα χρόνο μετά απέκτησε άδεια παραμονής. Μετά τους Ταλιμπάν όμως, είχε να αντιμετωπίσει ένα άλλο τέρας, αυτό της κατάθλιψης.

Ο τραυματισμός, το τέλος της καριέρας και «τώρα τι;»
Η άφιξή της στη Δανία επέφερε βασικά προβλήματα προσαρμογής καθώς είχε να αντιμετωπίσει μία διαφορετική κουλτούρα, μια νέα γλώσσα, χωρίς φίλους, χωρίς επαφή με το διαδίκτυο: «Δεν αναγνώριζα τον εαυτό μου. Έλεγα πως δεν ρίσκαρα τη ζωή μου για να καταλήξω σε ένα άσυλο. Ένιωσα σαν πουλί φυλακισμένο σε κλουβί. Δεν μιλούσα σε κανέναν. Είχα εφιάλτες πως με έβρισκαν και με γύριζαν πίσω. Μου έλειπε η ομάδα και οι συμπαίκτριές μου. Ήταν πολύ δύσκολο για μένα».

Και σε όλα αυτά προστέθηκε ένας τραυματισμός-ταφόπλακα στην καριέρα της: «Το γόνατό μου καταστράφηκε ολοσχερώς και μου ανακοινώθηκε πως πρέπει να σταματήσω το ποδόσφαιρο. Τότε ήταν που σκέφτηκα να τα παρατήσω όλα. Αλλά είπα ‘Όχι’. Πρέπει να υπάρχει ένα Plan B, κάτι που θα μου επιτρέψει να ασχολούμαι με το όνειρό μου. Και τότε συνειδητοποίησα ότι δεν πειράζει που δεν θα μπορούσα να παίζω ποδόσφαιρο. Θα μπορούσα να συνεχίσω δίνοντας σε γυναίκες την υποστήριξη που δεν είχα εγώ ποτέ».

Με ψυχιατρική βοήθεια και αντικαταθλιπτικά κατάφερε σταδιακά να σταθεί ξανά στα πόδια της. Ξεκίνησε ποδήλατο και κολύμβηση ενώ παράλληλα ενθάρρυνε άλλες γυναίκες οι οποίες ήθελαν να ασχοληθούν με τον αθλητισμό. Εκεί εμπνεύστηκε και τελικά ίδρυσε το Girl Power, έναν οργανισμό που βοηθά κορίτσια-πρόσφυγες να ενταχθούν στον αθλητισμό και δημιουργεί μία γέφυρα επικοινωνίας μεταξύ αυτών και την δανικής κοινωνίας.

Η ποδοσφαιρική hijab
Η Ποπάλ σε συνεργασία με την αθλητική εταιρία Hummel, σχεδίασε την πρώτη ποδοσφαιρική περιβολή, το ‘hijab’ για τις παίκτριες της Εθνικής Αφγανιστάν: «Μου το ζήτησαν κάποιες παίκτριες καθώς είναι ο μόνος τρόπος με τον οποίο τις αφήνουν οι δικοί τους να συμμετέχουν σε αγώνες. Το θέμα είναι πολύπλοκο, αλλά η κύρια ιδέα είναι πολύ απλή: πώς δίνουμε περισσότερες ευκαιρίες σε νέες γυναίκες στο Αφγανιστάν αλλά και αλλού; Πώς τις ενθαρρύνουμε να βγουν από το σπίτι τους; Θέλουμε να παρέχουμε στις γυναίκες κάτι με το οποίο νιώθουν άνετα φορώντας το και να δείξουμε πως το ποδόσφαιρο δεν έχει να κάνει με κάποια θρησκεία ή κουλτούρα. Έχει να κάνει με το να περνάς καλά, να απολαμβάνεις το παιχνίδι και να απολαμβάνεις την παρέα».



Το -εξ αποστάσεως- έργο της στο γυναικείο ποδόσφαιρο του Αφγανιστάν
«Το όνειρό μου είναι κάποια στιγμή στο μέλλον να μην βρεθεί καμία στη θέση μου. Ελπίζω κανένας άνθρωπος να μην χρειαστεί να μείνει μόνος του». Το έργο της Ποπάλ για τον γυναικείο αθλητισμό στη χώρα της –και όχι μόνο- συνεχίζεται με τα αποτελέσματα να είναι παραπάνω από εμφανή: «Όταν ξεκίνησα το ποδόσφαιρο, υπήρχαν 8-10 κορίτσια μαζί μου. Τώρα υπάρχουν πάνω από 2.000-3.000 γυναίκες που ασχολούνται με το άθλημα στο Αφγανιστάν».

Ωστόσο η ίδια γνωρίζει καλά πως το ενδεχόμενο να μην γυρίσει ποτέ στην πατρίδα της είναι αρκετά πιθανό: «Λατρεύω τη χώρα μου και να δουλεύω γι’ αυτήν, παρότι είμαι μακριά, είμαι απόλυτα συνδεδεμένη μαζί της. Αλλά όσο δεν αλλάζει η κατάσταση σε αυτή, θα συνεχίσω να συνεισφέρω από μακριά. Τώρα είμαι η επικεφαλής προγραμματισμού της εθνικής ομάδας. Σχεδιάζω και οργανώνω εκδηλώσεις από το εξωτερικό. Αυτό με κρατά ζωντανή και χαρούμενη».

Η Ποπάλ έχει δώσει πολλές διαλέξεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα όπως σε συνδιάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών και σε εκδήλωση της FIFA για την Ισότητα ενώ έχει λάβει ουκ ολίγες τιμητικές διακρίσεις για το έργο της, μεταξύ αυτών το Challenge Award 2017, για την καταπολέμηση των προκαταλήψεων που αποτρέπουν τις γυναίκες από την διεκδίκηση ίσων δικαιωμάτων.



Η Καλίντα Ποπάλ ήταν και είναι μια μαχήτρια, εντός και εκτός αγωνιστικών χώρων. Η ζωή, η χώρα της και η μοίρα, τις έμαθαν –με τον πιο σκληρό τρόπο- να αμύνεται και να μην τα παρατά. Αυτό φαίνεται πως θα την ακολουθεί για πάντα: «Όταν έπαιζα ήμουν αμυντικός. Αυτή είναι η ‘ειδικότητά’ μου και στη ζωή: να υπερασπίζομαι τις γυναίκες, την ομάδα μου, το φύλο μου».

Επιμέλεια: Μαρία Ζαφειράτου

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube