Μπορεί οι Έλληνες ποδοσφαιριστές να διαπρέπουν εκτός συνόρων, ωστόσο οι προπονητές ακόμη πασχίζουν να καθιερωθούν. Μια από τις ελάχιστες εξαιρέσεις είναι ο Γιάννης Αναστασίου, που μετά το καλό έργο του στη Ρόντα συμφώνησε με την Κόρτραϊκ και μίλησε στον ΣΠΟΡ FM 94,6 για τη νέα προοπτική στην καριέρα και όχι μόνο.
Αναλυτικά, ο 44χρονος τεχνικός μίλησε στον ΣΠΟΡ FM 94,6 και στους Αλέξη Σπυρόπουλο και Μάνο Σπανόπουλο για:
-τη συμφωνία του με την Κόρτραϊκ: «Περίπου εδώ και ένα μήνα είχαμε επαφές. Υπήρχαν δύο ακόμη υποψήφιοι, περάσαμε κάποια interviews και το κλαμπ έπρεπε να αποφασίσει. Ήμουν η τρίτη επιλογή αρχικά, γιατί οι άλλοι δύο υποψήφιοι είχαν εμπειρία στο Βέλγιο, αλλά μετά την πρώτη συνέντευξη μού είπαν πως είμαι η πρώτη τους επιλογή».
-το πώς σχεδιάζει το νέο του επαγγελματικό βήμα: «Ο σύλλογος ανήκει σε έναν Μαλαισιανό, αλλά κοιτάζει να τον πουλήσει. Την ομάδα την τρέχουν Βέλγοι, σαν συνιδιοκτησία. Μου είπαν πως θα έχω την ευχέρεια να επιλέξω τους συνεργάτες μου και θα έχω τις επιλογές για το χτίσιμο της ομάδας. Μου έδειξαν εμπιστοσύνη και μου έδωσαν ελευθερία να εφαρμόσω ένα δικό μου πλάνο, παρότι οι διαφορές μεταξύ Ολλανδίας και Βελγίου είναι σημαντικές. Το ολλανδικό πρωτάθλημα έχει τακτική, το βελγικό θυμίζει περισσότερο το βρετανικό, είναι πολύ πιο δυνατό».
-τη σχέση του με τη Ρόντα: «Η Ρόντα γνώριζε τις συζητήσεις με την Κόρτραϊκ. Μου είπαν πως δεν μπορούσαν να μου πουν σίγουρα τα σχέδιά τους, γιατί ήταν να αναλάβουν την ομάδα ένας Ρώσος μαζί με τον Ανελκά. Είχα δεσμευτεί να δώσω μέχρι χθες βράδυ μια απάντηση στην Κόρτραϊκ και το σεβάστηκαν. Οι άνθρωποι μού ευχήθηκαν καλή επιτυχία, ξέρουν τον επαγγελματισμό και την ευσυνειδησία μου. Τώρα αυτό που μετρά είναι να σώσουμε την ομάδα χωρίς play offs. Είμαστε δύο βαθμούς πάνω από τη ζώνη».
-τα ελληνικά play offs που θα έχουν την επόμενη σεζόν ανάλογο σύστημα με αυτό του Βελγίου: «Εδώ έχουν δυναμώσει αρκετά οι ομάδες παίζοντας πολλά δυνατά παιχνίδια στη διάρκεια της σεζόν. Βλέπουμε ότι υπάρχει μια σταθερή παρουσία των βέλγικων ομάδων τουλάχιστον στο Europa League. Ο εσωτερικός ανταγωνισμός τούς έχει δυναμώσει και φαίνεται από τα αποτελέσματά τους στην Ευρώπη».
-το αν μπορεί ένας Έλληνας προπονητής να βρει δουλειά στη Δυτική Ευρώπη: «Δύσκολο το βλέπω… Δεν έχουν καθόλου καλή εικόνα για τον Έλληνα προπονητή. Γι’ αυτό θα πρέπει να προβληματιστούμε στην Ελλάδα. Υπάρχουν παιδιά της γενιάς μου που έχουν παραστάσεις σαν παίκτες και έχουν κάνει μια προσπάθεια προπονητική. Θα πρέπει σε αυτή τη δουλειά να εξελίσσεσαι διαρκώς και να το αγαπάς πολύ. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι πως κάποιοι παλιοί ποδοσφαιριστές γίνονται προπονητές γιατί απλά πρέπει κάτι να κάνουν όταν αποσυρθούν, δεν το αγαπάνε πραγματικά. Φυσικά και η γλώσσα παίζει μεγάλο ρόλο, για να μπορείς να επικοινωνείς. Εγώ μιλώ αγγλικά, ολλανδικά και γαλλικά κι αυτό είναι πλεονέκτημα. Δυστυχώς δεν το συναντάς σε πολλούς Έλληνες προπονητές αυτό».