Αν ρώταγες μετά τη λήξη της περσινής σεζόν τον μέσο φίλαθλο του Παναθηναϊκού ποιοι ήταν οι παίκτες που ξεχώρισε μέσα στη χρονιά (εκείνους δηλαδή που δεν θα ήθελε να δει να αποχωρούν), ζήτημα είναι αν θα βρίσκονταν 5-6 νοματαίοι (το πολύ) που να ξέφευγαν από τον κανόνα. Το «Μπεργκ, Μολέντο, Ζέκα» -όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά- θα ήταν αποτέλεσμα-μονοκούκι.
Γράφει ο Νικόλας Ακτύπης
Οι ίδιοι οπαδοί ένιωσαν την απειλή αποχώρησης του Μολέντο αρχικά. Πριν προλάβουν όμως να τον κατηγορήσουν για «κότα» και «προδότη», όταν δήλωσε απροθυμία να αγωνιστεί στην Τούμπα, βρήκαν νέο πρόσωπο να στρέψουν τα βέλη τους εναντίον του. Την ώρα που… έστρωνε η δουλειά με τον Βραζιλιάνο και τα τραγούδια των σειρήνων από την Τουρκία και την πατρίδα του σώπασαν, άρχισαν οι ανατολίτικοι αμανέδες να… ενοχλούν ευχάριστα τα αυτιά του Μάρκους Μπεργκ.
Και αφού ξεπεράστηκε η ψυχρολουσία της αποχώρησης του Σουηδού, με τον άκομψο για τον ίδιο και τη διοίκηση τρόπο που έγινε, οι οπαδοί κατάλαβαν πως η φετινή μεταγραφική περίοδος γι’ αυτούς θα γινόταν το ίδιο μαρτυρική με το πήγαινε-έλα του Σίσυφου με την πέτρα στην πλάτη του. Για όσους δεν ξέρουν, ο Σίσυφος τιμωρήθηκε για ασεβή συμπεριφορά απέναντι στους Θεούς του Ολύμπου και για τη νίκη του κόντρα στον Άδη και τον θάνατο. Το βασανιστήριο που του επιβλήθηκε ήταν να κουβαλά ένα βράχο στην κορυφή ενός βουνού. Φτάνοντας στην κορυφή, η πέτρα ξανακυλούσε κάτω και έπρεπε να την ανεβάσει ξανά.
Ο Σίσυφος τραβά αιώνια το ίδιο ζόρι με τις μοδίστρες που δεν έχουν πάρει σωστά μέτρα και το καταλαβαίνουν πάνω στην πρόβα. Πάνω που νομίζουν πως τελείωσαν τη δουλειά, αποτελεί υποχρέωσή τους να ξεκινήσουν ξανά από την αρχή. Κάτι ενδιάμεσο σε αυτούς τους δύο είναι και ο Μαρίνος Ουζουνίδης. Ή ο Παναθηναϊκός. Ή -για να το πούμε πιο σωστά- ο Μαρίνος Ουζουνίδης με ευθύνη του οργανισμού που λέγεται Παναθηναϊκός. Εκείνου του οργανισμού δηλαδή που τα τελευταία χρόνια δεν είναι απόλυτα βέβαιος σε τι ακριβώς θέλει να επενδύσει. Πού να στηρίξει το όποιο σχέδιό του, το οποίο διαρκώς μεταλλάσσεται και διαφοροποιείται σε τέτοιο βαθμό που να μην μπορούν να το αντιληφθούν ούτε πολλοί από εκείνους που βρίσκονται κοντά στην ομάδα.
Είναι γνωστό σε όλους πως η ανάγκη φέρνει πολλά κακά. Η ανάγκη του Παναθηναϊκού για ρευστό αφού εδώ και χρόνια πληρώνει τα «δεν πειράζει μωρέ» μετά από κάθε ευρωπαϊκή αποτυχία, που τον έστειλε στα… τάρταρα της βαθμολογίας της UEFA. Η ανάγκη του Κάρλος Ζέκα να δει τις αποδοχές του να αυξάνονται σχεδόν κατά 50%. Η ανάγκη να καλυφθούν οι τρύπες που άφησε στο ρόστερ η περσινή «εγκληματική» διαχείριση του πιο φουσκωμένου μπάτζετ των τελευταίων ετών. Αυτές (και κάποιες ακόμα) συνδυάστηκαν και οδήγησαν σε αυτό το παράξενο καλοκαίρι κατά τη διάρκεια του οποίου άλλαξαν όλα τα δεδομένα.
Εκεί που προτεραιότητα ήταν η παραμονή των Εμποκού-Κλωναρίδη, προέκυψε θέμα Μπεργκ. Πάνω στην προσπάθεια να καλυφθεί (αγωνιστικά και επικοινωνιακά) το κενό του Σουηδού, έμειναν πίσω οι περιπτώσεις των αναπληρωματικών ακραίων μπακ. Γεγονός που φάνηκε και με την Μπιλμπάο και με τον Πλατανιά. Και πάνω που έστρωσε η δουλειά στα πλάγια, «έσκασε» η ιστορία του Ζέκα. Που έρχεται να ταράξει την ευαίσθητη και εύθραυστη ισορροπία αυτής της ομάδας εκεί που ο μέσος παρατηρητής εύκολα διαπίστωνε πως ήταν το δυνατό σημείο της. Στον άξονα. Εκεί, δηλαδή, που πανθομολογούμενα ο Πορτογάλος και ο Κουρμπέλης συνέθεταν ένα πολύ καλό δίδυμο. Έδεσαν γρήγορα, ομαλά και κυρίως αξιόπιστα.
Με τα περίπου 2,5 εκατ. € που αναμένεται να εισπράξει ο Παναθηναϊκός για τον Ζέκα (και με τα εννιά κατοστάρικα που ζητά για συμβόλαιο) ίσως οι πράσινοι θα μπορούσαν να βρουν ένα καλύτερο αμυντικό χαφ. Γενικά και αόριστα. Μπορεί, δηλαδή, να βρουν ένα «σκυλί» που να οργώνει το γήπεδο και να καταπίνει χιλιόμετρα, όπως ο πολιτογραφημένος Έλληνας μέσος. Μπορεί, όμως, να βρουν κι έναν χαφ που να τελειώνει φάσεις ή να διαθέτει τη δυνατότητα οργάνωσης του παιχνιδιού από πίσω, στοιχεία που λείπουν από τον Ζέκα. Και στη μία περίπτωση και στην άλλη, το ζητούμενο είναι το αν ο όποιος εκλεκτός δέσει με τον Κουρμπέλη και -τελικά- με την ομάδα.
Δεν υπάρχει κλαμπ στον κόσμο που να μην πουλά ποδοσφαιριστές. Όπως και σπάνια συναντά κανείς παίκτες που να μην είναι διατεθειμένοι να φύγουν από ένα κλαμπ κάτω από τις κατάλληλες συνθήκες. Μετά από 6 χρόνια γνήσιας προσφοράς, γεμάτα από εμφανίσεις που ξεχείλιζαν από πάθος και αυταπάρνηση, ο Ζέκα που ήρθε άγνωστος στην Ελλάδα, φορά το περιβραχιόνιο του αρχηγού, πολιτογραφήθηκε Έλληνας, έπαιξε στην Εθνική και μιλάει τη γλώσσα και δεδομένα πόνεσε τη φανέλα, εκδηλώνει τάσεις φυγής.
Φτάνοντας στο τέλος του Αυγούστου (και κατ’ επέκταση της μεταγραφικής περιόδου) ο Σίσυφος, συγγνώμη, ο Ουζουνίδης πρέπει να νιώθει λίγο σαν την μοδίστρα. Πολύ μετά τις πρόβες των φιλικών και μεσούσης της περιόδου των επίσημων εμφανίσεων, εφόσον φύγει ο Ζέκα, καλείται να ξηλώσει εν μέρει το ρούχο που με πολύ προσωπικό κόπο και πείσμα προσπαθεί να στρώσει στο… ατσούμπαλο σώμα του πελάτη και εργοδότη του και να το προσαρμόσει στις νέες ανάγκες. Σε αυτές που οδηγούν έναν δεδομένα πολύτιμο και χρήσιμο ποδοσφαιριστή εκτός ομάδας για λόγους που σχετίζονται όχι με την ανάγκη βελτίωσης, αλλά με εκείνη της απλής επιβίωσης. Μια ανάγκη (η τελευταία) που δεν αρμόζει στον Παναθηναϊκό.