Υπάρχουν παίκτες που «επαναπαύονται» στην επιτυχία και άλλοι που την κυνηγούν μέσω του δύσκολου δρόμου. Πρώτος σκόρερ όλων των εποχών στην Α1, έχοντας πάρει μέρος σε πέντε Ολυμπιάδες, οραματιστής αλλά και ταυτόχρονα προσγειωμένος, ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία του ελληνικού πρωταθλήματος με 1600 γκολ Γιώργος Αφρουδάκης, αυτοχαρακτηρίζεται στο sport-fm.gr ως φανατικός οπαδός Φέντερερ.
Ο επικεφαλής του τμήματος υδατοσφαίρισης του Απόλλωνα μιλάει για την ομάδα της καρδιάς του, την επιτυχία της τρίτης θέσης στο φετινό πρωτάθλημα που έδωσε την δυνατότητα στην ομάδα να αγωνιστεί στα προκριματικά του Champions League και την διαδικασία οικοδόμησης ενός project που γιγαντώθηκε σε μια πενταετία.
Θυμάται ακόμα την παραλίγο μεταγραφή στην Προ Ρέκο, το Κύπελλο Κυπελλούχων με τη Βουλιαγμένη, το μετάλλιο του 2005, το πέρασμα του ως παίκτης από τον Ολυμπιακό, την μετακίνηση στον «αιώνιο» αντίπαλο, ενώ δηλώνει αισιόδοξος για το μέλλον της Εθνικής αλλά δεν ξεχνάει να αναφέρει τα «κακώς κείμενα» της ομοσπονδίας.
Πόσο σημαντική ήταν για εσάς προσωπικά η φετινή επιτυχία του Απόλλωνα;
«Ως φίλαθλος του Απόλλωνα από μικρό παιδί, είναι διπλή η χαρά να έχω αναλάβει τις τύχες της ομάδας. Για εμάς τους Απολλωνιστές είναι πολύ σημαντικό να ακούγεται το όνομά μας και πραγματικά όταν ξεκίνησε η ομάδα σε καμιά περίπτωση δεν περιμέναμε να φτάσουμε σε αυτό το επίπεδο. Ξεκινήσαμε μεταξύ σοβαρού κα αστείου απλώς να λειτουργήσει το τμήμα για πρώτη φορά. O σύλλογος πέρασε 13 δύσκολα χρόνια, όντας στην αφάνεια στο ποδόσφαιρο, όπου έχασε πολλούς οπαδούς. Αυτά τα χρόνια πρέπει να μπουν στο χρονοντούλαπο και μέσα από το τμήμα πόλο να αναστήσουμε τον σύλλογο. Βλέπω μικρά παιδιά να μην γνωρίζουν την ιστορία του Απόλλωνα και ο βασικός λόγος που ασχολήθηκα, είναι αυτός. Να μπορούν να έρχονται παιδιά, όπως το καταφέραμε με το κολυμβητήριο που κάναμε κάτω από τα γήπεδο, να φοράνε το σκουφάκι της ομάδας, να μαθαίνουν την ιστορία της και να βλέπουν το γήπεδο ποδοσφαίρου».
Πιστεύατε από την αρχή ότι θα μπορούσατε να φτάσετε τόσο ψηλά δεδομένου ότι το τμήμα μετράει μόλις έξι χρόνια λειτουργίας;
«Τα πρώτα χρόνια δεν είχαμε βλέψεις για τόσο ψηλά. Αρχικά στηριχτήκαμε σε έναν έμπειρο κορμό παικτών και ανεβήκαμε πολύ εύκολα στην Α1. Πίστευα ότι κάποια στιγμή θα φτάσουμε στην Α2, σκεπτόμενος ότι εκεί μπορεί να ευαισθητοποιηθεί κάποιος από τον ερασιτέχνη και να βάλει κάποια λεφτά ίσα για να ανέβουμε στην πρώτη κατηγορία, αλλά μέχρι εκεί. Πέρσι στην πρώτη μας χρονιά στην Α1, θέσαμε ως στόχο την παραμονή στην κατηγορία, κάτι που καταφέραμε με την οικονομική υπέρβαση του κύριου Βελλή. Ο Βελλής το πόλο δεν το γνωρίζει καθόλου σαν άθλημα, αλλά τον έχει κερδίσει η απλότητα των παικτών. Είναι ο βασικός χρηματοδότης και χωρίς τη βοήθειά του δεν θα υπήρχε το τμήμα. Στις συζητήσεις μας καταλήξαμε ότι δεν θα θέλαμε να ανεβοκατεβαίνουμε σαν ασανσέρ τις κατηγορίες όπως στο ποδόσφαιρο, οπότε είπαμε να κάνουμε το κάτι παραπάνω. Ουσιαστικά η υπέρβαση έγινε με τον Μοσκόφ, τον οποίο πήραμε για να σωθούμε».
Και κάπως έτσι φτάσαμε στη φετινή πορεία και την τρίτη θέση...
«Η φετινή πορεία που είχε σαν αποτέλεσμα την τρίτη θέση στο πρωτάθλημα και την έξοδο στα προκριματικά του Τσάμπιονς Λιγκ, ήταν το μέγιστο του στόχου που θέσαμε στην αρχή της χρονιάς. Φέτος ξεκινήσαμε με καλύτερη προοπτική καθώς η ομάδα είχε δέσει και ήταν πιο έμπειρη. Στόχος ήταν να διατηρήσουμε τα κεκτημένα και να μπούμε στα play-off. Τελικά όχι μόνο το πετύχαμε, αλλά αυτό επιτεύχθηκε με τεράστια διαφορά από τον τέταρτο Εθνικό στην κανονική περίοδο. Κρατήσαμε σχεδόν άνετα την τρίτη θέση και για ένα γκολ μπορεί να ήμασταν στους τελικούς. Πετύχαμε για ακόμη μια χρονιά παραπάνω από όσα πιστεύαμε. Η αλήθεια είναι όμως ότι πολύ δύσκολα θα γίνει του χρόνου κάτι παραπάνω. Ο Ολυμπιακός και η Βουλιαγμένη είναι ομάδες με ανώτερο μπάτζετ και εμπειρία. Οι βλέψεις για τη νέα σεζόν είναι να πάμε όσο πιο μακριά γίνεται στην Ευρώπη, ενώ στην Ελλάδα η τρίτη θέση θα είναι και πάλι επιτυχία με δεδομένη και την άνοδο του Παναθηναϊκού, αλλά και ομάδων, όπως ο ΠΑΟΚ και ο Υδραϊκός».
Είναι όραμά σας να στηριχθεί η ομάδα στα φυτώριά της τα επόμενα χρόνια;
« Στόχος μας είναι να στελεχώσουμε την ομάδα με παιδιά από τις ακαδημίες για να μην εξαρτιόμαστε από μεταγραφές. Αυτό προϋποθέτει να έχεις δικό σου κολυμβητήριο, αφού δεν υπάρχει μαγικό ραβδάκι με το οποίο να βγάζουμε παίκτες. Μετά από πέντε χρόνια ύπαρξης καταφέραμε να έχουμε καθημερινά διαθέσιμες μόνο δυο ώρες παραχωρημένες από τον Δήμο Αθηναίων στο Σαράφειο κολυμβητήριο. Δυστυχώς αυτό που φτιάξαμε κάτω από την Ριζούπολη είναι μόνο για εκμάθηση. Φτάνουν τα παιδιά στην ηλικία των 11-12 και δεν μπορούμε να τους παρέχουμε το επόμενο βήμα. Με δικό μας κολυμβητήριο και την τεχνογνωσία που διαθέτουμε, θα μπορούσα να υπογράψω ότι σε βάθος πενταετίας θα βγάζουμε παίχτες πρωτοκλασάτους και μετά από 10 χρόνια να διεκδικούμε πρωτάθλημα».
Για την πιθανότητα ο Απόλλων να αποκτήσει κάποια στιγμή το δικό του κολυμβητήριο, ο Γιώργος Αφρουδάκης ανέφερε: «Το κολυμβητήριο κάτω από την εξέδρα το χρηματοδότησε ο κύριος Βελλής, όμως είναι άλλο το κόστος για μια πισίνα 15 μέτρων και άλλο το κόστος για μία κανονικών διαστάσεων. Ακόμα και να είχαμε βρει κάποια χρήματα, είναι πολύ δύσκολο να αγοράσουμε έκταση γης. Αυτό που έκανε ο Βελλής είναι ανώτερο από οτιδήποτε έχει κάνει, έβαλε μέσα στο γήπεδό μας 400 παιδάκια, έδωσε την ευκαιρία στα παιδιά της γειτονιάς να μάθουν να κολυμπάνε. Θα κάνω ένα ραντεβού με τον νέο δήμαρχο ώστε να δούμε αν μπορεί να μας βοηθήσει. Είμαστε, ως άθλημα, από τα ελάχιστα που δεν έχουν ένα «σπίτι». Σε αυτό έχει ευθύνη 100% η ομοσπονδία. Δεν νοείται να θέλει η Εθνική νέων, με τόσες επιτυχίες, να κάνει κλιμάκιο και να μην έχει γήπεδο. Ακόμα και οι ομάδες αντιμετωπίζουν τεράστιο πρόβλημα».
Όσον αφορά παλαιότερες δηλώσεις του ότι δεν θα ήθελε να αγωνιστεί στον Ολυμπιακό και το διάστημα στους «ερυθρόλευκους», είπε: «Μετά από χρόνια, όσο ωριμάζει το μυαλό σου, καταλαβαίνεις ότι δεν πρέπει να πράττεις βάσει της νεανικής σου ορμής. Όταν αγωνίστηκα στην ομάδα, έδωσα παραπάνω από το 100%. Μάλιστα από τις μεγαλύτερες στεναχώριες μου, είναι όταν δεν καταφέραμε το 2007 να πάρουμε το Τσάμπιονς Λιγκ. Πόνεσα πιο πολύ από κάθε φανατικό φίλο της ομάδας. Ο Ολυμπιακός μου έδωσε στην ηλικία περίπου των 30 το κίνητρο και τις φιλοδοξίες που έψαχνα σε προσωπικό επίπεδο. Το να θέλει το πρωτάθλημα και να επιδιώκει να πρωταγωνιστεί στην Ευρώπη κάθε χρόνο ήταν αυτό που έψαχνα. Δεν το μετάνιωσα ποτέ που πήγα, αφού πέρασα τέσσερα όμορφα χρόνια με πολλούς τίτλους, αλλά η πικρία της μη κατάκτησης του Τσάμπιονς Λιγκ παραμένει μέχρι σήμερα».
Για την μετακίνηση του στον «αιώνιο» αντίπαλο Παναθηναϊκό κι το οικογενειακό dna: «Σαν οικογένεια μας αρέσει να κερδίζει ο ανίσχυρος. Εκείνη την περίοδο που έφυγα από τον Ολυμπιακό η ομάδα βρισκόταν στα πρόθυρα διάλυσης. Το γεγονός ότι δεν υπήρχε οικονομική άνεση με ώθησε να φύγω αφού έβλεπα ότι ο μεγάλος στόχος που ήταν το Champions League απομακρύνεται και ταυτόχρονα μεγαλώνει η απόσταση από τις καλύτερες ευρωπαϊκές ομάδες. Στα τέσσερα χρόνια που ήμουν στην ομάδα πήραμε ισάριθμα νταμπλ, έζησα φανταστικές στιγμές αλλά δεν υπήρχε ανταγωνισμός. Πήγα στον Παναθηναϊκό που ήθελε να κάνει το βήμα παραπάνω. Στα έξι χρόνια που έμεινα, η ομάδα έκανε τεράστια βήματα. Δυστυχώς, όμως, δεν υπήρχε κάποιος άνθρωπος με όραμα για να κάνει το κάτι παραπάνω. Δύο χρόνια αφότου έφυγα από τον Παναθηναϊκό και σταμάτησα, ανέλαβε τον Ερασιτέχνη ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος, ο οποίος δείχνει ότι θέλει να κάνει τον Παναθηναϊκό πρωταγωνιστή σε όλα τα αθλήματα και νομίζω θα είναι καλό αυτό για το κομμάτι του ανταγωνισμού στο άθλημά μας».
Για το γεγονός ότι δεν έπαιξε ποτέ σε ομάδα του εξωτερικού και αν το μετάνιωσε: «Ήταν πολύ διαφορετικά εκείνα τα χρόνια που ήθελα να αγωνιστώ στο εξωτερικό. Το 2000, είχα υπογράψει στην Προ Ρέκο, που τώρα έχει την καλύτερη ομάδα στον κόσμο. Δυστυχώς την εποχή εκείνη δεν ήταν τόσο επαγγελματικά τα πράγματα, ήμασταν υποχρεωμένοι να μένουμε στην ίδια ομάδα μέχρι τα 28 λόγω των κανονισμών, οπότε και τις δύο φορές που είχα πάει να υπογράψω στο εξωτερικό, η Βουλιαγμένη μου μπλόκαρε τη μεταγραφή, δεν με άφησε να φύγω. Για να είμαι δίκαιος, βέβαια, η ομάδα με ικανοποίησε στο οικονομικό κομμάτι, ισοσκελίζοντας την προσφορά της Προ Ρέκο και μιας άλλης ισπανικής ομάδας που είχα κλείσει τότε. Μόνο σαν εμπειρία νομίζω ότι το μετάνιωσα, δεν μου έμεινε απωθημένο. Όταν πια έμεινα ελεύθερος από τη Βουλιαγμένη, το 2004, ήμουν 28 χρονών και έβαλα σαν προτεραιότητα την δημιουργία οικογένειας».
Το 1997 πήρατε με τη Βουλιαγμένη το κύπελλο Κυπελλούχων, που ήταν από τα πρώτα τρόπαια Ελληνικής ομάδας στην Ευρώπη σε όλα τα σπορ. Πόσο μεγάλη ήταν η επιτυχία αυτή;
«Η ομάδα εκείνη την χρονιά είχε 13 Έλληνες παίκτες. Ο μοναδικός ξένος που είχαμε στο ρόστερ, δεν έπαιξε καθόλου από τον πρώτο γύρο της διοργάνωσης. Το σημαντικότερο όμως, ήταν ότι 12 από τους 13 παίκτες προέρχονταν από την ακαδημία της Βουλιαγμένης. Δεν έχει γίνει ποτέ ξανά σε κανένα άθλημα, να κατακτάει μια ομάδα ευρωπαϊκό κύπελλο, διαθέτοντας σχεδόν αποκλειστικά παίκτες από τις υποδομές της. Την θεωρώ επομένως, από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του ελληνικού αθλητισμού με τον τρόπο που ήρθε. Εκείνη η ομάδα έδειξε με τον τρόπο λειτουργίας της, ότι η επιτυχία έρχεται και μέσα από τη δουλειά στις ακαδημίες».
Με το κύπελλο Κυπελλούχων το 1997 και το χάλκινο μετάλλιο στο Παγκόσμιο του Μόντρεαλ το 2005, άνοιξε ο κύκλος των επιτυχιών στο ελληνικό πόλο. Ακόμα και τώρα αισθάνεται τυχερός που έζησε αυτές τις δύο επιτυχίες, που ήταν οι πρώτες: «Το 97’ ήταν η πρώτη φορά που ελληνική ομάδα κατέκτησε ευρωπαϊκό στο πόλο και άνοιξε ο δρόμος για τα νέα παιδιά, να πιστέψουν ότι μπορούν. Από την άλλη, μιλάμε για το πρώτο μετάλλιο που παίρνει ποτέ Εθνική ομάδα σε Παγκόσμιο. Όταν κάτι το καταφέρνεις για πρώτη φορά, έχει άλλο ειδικό βάρος και νιώθεις και εσύ μια διαφορετική ικανοποίηση. Το κακό είναι ότι στο κομμάτι της Εθνικής δεν μπορέσαμε να εξαργυρώσουμε αυτή την επιτυχία τα επόμενα χρόνια, έγιναν αρκετά λάθη και από τη μεριά των παικτών και από την πλευρά της ομοσπονδίας. Παρόλα αυτά δείξαμε ότι το πόλο υπάρχει και σε επίπεδο εθνικής ομάδας. Η καλή φουρνιά της Εθνικής ήταν και άτυχη, γιατί είχε μπροστά της δύο μεγαθήρια όπως η Ουγγαρία και η Σερβία, που καπάρωναν τις πρώτες δύο θέσεις».
Για την λειτουργία της ομοσπονδίας και το αν ίδιος είναι διατεθειμένος να ασχοληθεί με αυτήν στο μέλλον: «Η ομοσπονδία ποτέ δεν είχε σωστό προγραμματισμό και προοδευτικούς ανθρώπους. Ζούσε από την τρέλα και το μεράκι μερικών προπονητών που μύησαν τους αθλητές στη σκληρή δουλειά στα σωματεία.. Πλέον έχουν λιγοστέψει και οι παροχές του κράτους προς τις ομοσπονδίες, οπότε δυσκόλεψε η δουλειά τους ακόμα περισσότερο. Άμα μπορούσαμε να εκμεταλλευτούμε τα δυνατά μας σημεία, θα ήμασταν κυρίαρχοι στο παγκόσμιο πόλο. Πιστεύω ότι έχει κλείσει ο κύκλος της ομοσπονδίας και καλό θα ήταν να υπάρξει μια ανανέωση. Κάποιες στιγμές σκέφτομαι ότι δεν πρόκειται να ασχοληθώ με αυτά. Κάποιες άλλες λέω ότι είναι κρίμα να μην υπάρχουν μέσα στην ομοσπονδία νέοι άνθρωποι που να γνωρίζουν το αντικείμενο. Δεν αποκλείω για το μέλλον τίποτα, αλλά αυτή τη στιγμή δεν έχω κάτι συγκεκριμένο στο μυαλό μου για να μιλήσω με σιγουριά».
Θεωρείτε επομένως ότι η Εθνική πόλο μπορεί να ανταπεξέλθει στο Παγκόσμιο που έρχεται παρά τον δύσκολο όμιλο στον οποίο βρίσκεται;
«Η Εθνική δεν έχει ταβάνι. Η Σερβία και το Μαυροβούνιο περνούν μια δύσκολη περίοδο, δεν είναι όπως παλιά. Εμείς έχουμε το πλεονέκτημα της ομοιογένειας. Οι περισσότεροι παίκτες αγωνίζονται στον Ολυμπιακό, που σημαίνει ότι κάνουν προπονήσεις μαζί και έχουν δεθεί μεταξύ τους. Θεωρώ ότι είναι μια ομάδα πάρα πολύ ταλαντούχα και ευελπιστούμε να την καμαρώσουμε τα επόμενα χρόνια. Πέρσι και πρόπερσι η ομάδα των νέων ανδρών κατάφερε να φέρει ένα χρυσό μετάλλιο σε παγκόσμιο και ευρωπαϊκό. Αν αυτά τα παιδιά δουλέψουν και αξιοποιηθούν σωστά, θα είμαστε πρωταγωνιστές τα επόμενα χρόνια».
Για τον ποιον θεωρεί τον πιο ολοκληρωμένο Έλληνα πολίστα και αν ξεχωρίζει κάποιον από τη νέα γενιά: «Ο Γιάννης Φουντούλης είναι ένας χαρισματικός παίκτης με ισχυρή προσωπικότητα, παίξαμε και πολλά χρόνια μαζί, δουλεύει σωστά πάνω από όλα. Είναι αρχηγός της Εθνικής ομάδας, σηκώνει πολύ βάρος πάνω του τα τελευταία χρόνια και μπορεί να ηγηθεί το καλοκαίρι. Επίσης ο Άγγελος Βλαχόπουλος, που αγωνίζεται στην Ουγγαρία, είναι παίκτης που κάνει πάρα πολλές δουλειές μέσα στο παιχνίδι. Αυτοί οι δύο είναι κορυφαίοι όχι μόνο στο αγωνιστικό κομμάτι αλλά και στη νοοτροπία τους ως αθλητές. Από τους νεαρούς, μεγάλη ελπίδα αποτελεί ο 20χρονος Αλέξανδρος Παπαναστασίου, που παίζει σε υψηλό επίπεδο στο εξωτερικό».
Επιμέλεια: Χρήστος Κατριμουστάκης - Κωνσταντίνος Χριστόπουλος