«Ο Μάλι σεντράρει για τον Παντολφίνι.
Ο Εγκίστο (σ.σ. το μικρό του Παντολφίνι) είναι έτοιμος. Ανάμεσα σε αυτόν και τον τερματοφύλακα υπάρχει μόνο ο Κάρλο Παρόλα.
Ο επιθετικός της Φιορεντίνα νιώθει ότι μπορεί να το κάνει, αλλά ο αμυντικός της Γιουβέντους δεν του δίνει χρόνο για να δράσει.
Μια επιβλητική απόκρουση, μια πτήση στον ουρανό, μια επέμβαση με μοναδικό στιλ. Ένα χειροκρότημα συνοδεύει το κατόρθωμα του Παρόλα».
Γράφει ο Νίκος Ράλλης
Με αυτά τα λόγια, ο φωτογράφος και ανεξάρτητος δημοσιογράφος Κοράντο Μπάνκι, ο οποίος δεν έχανε τα παιχνίδια των Τοσκανών στην έδρα τους, περιέγραψε στις 15 Ιανουαρίου 1950 την πιο σημαντική φάση, σε ένα βαρετό 0-0 ανάμεσα σε Φιορεντίνα και Γιουβέντους. Ένα θεαματικό, στο 80', ψαλιδάκι, αλλά όχι για να πάει η μπάλα στα δίχτυα, όπως συνηθίζεται σήμερα, αλλά για να φύγει μακριά, σε μία από τις στιγμές της αφόρητης πίεσης της γηπεδούχου ομάδας, η οποία είχε και χαμένο πέναλτι στο τέλος του πρώτου ημιχρόνου με τον Τσερβάτο.
Ο Κάρλο Παρόλα, «όλη» η άμυνα της Γιουβέντους εκείνη την εποχή, με προπονητή τον θρυλικό Άγγλο Τζέσε Κάρβερ (με τις δύο θητείες στον πάγκο του ΑΠΟΕΛ), ήταν κάτι ανάμεσα σε στόπερ και «ελεύθερος» αμυντικός. Ακριβώς διότι, ο ποδοσφαιριστής από το Τορίνο, ήταν ένας αμυντικός υψηλής κλάσης, που μπορούσε να κάνει πολλά παραπάνω από το να μαρκάρει και να κόβει. Σίγουρα, πάντως, δεν ήταν «νέος» σε παρόμοιες τεχνικές κινήσεις, τις οποίες είχε μάθει να εκτελεί με μία εντυπωσιακή φυσικότητα και αντιπροσώπευαν πια αναπόσπαστα κομμάτια του παιχνιδιού του. Ίσως είχε παίξει ρόλο και το γεγονός ότι το μεγάλο του πάθος ήταν στην πραγματικότητα το… ποδήλατο!
Ο Κάρλο Παρόλα με τον Νιλς Λίντχολμ από το Γιουβέντους-Μίλαν του 1950
Τα οικονομικά προβλήματα της οικογένειάς του, πάντως, θα μπορούσαν να πάνε εντελώς «αλλού» τον Κάρλο Παρόλα, καθώς τον ανάγκασαν ως πιτσιρικά να βρει δουλειά σε εργοστάσιο της FΙΑΤ. Εκεί, όμως, «έβγαλε» το άλλο του ταλέντο, παίζοντας ποδόσφαιρο μαζί με συναδέλφους του. Για καλή του τύχη, τον πρόσεξε ένας σκάουτερ της Γιουβέντους, αφού η γνωστή αυτοκινητοβιομηχανία ανήκει, φυσικά, από… πάντα στην οικογένεια Ανιέλι, και τον προώθησε στην πρώτη ομάδα.
Το 1939, ο μόλις 18χρονος Κάρλο, από τις 18 λίρες τον μήνα, που πληρωνόταν στη FIAT, ανέβηκε στις 750 λίρες, φορώντας τη φανέλα της Γιουβέντους. Και για 15 συνεχόμενα χρόνια δεν την έβγαλε ποτέ! Ούτε όταν άρχισαν να τον καλούν… Σειρήνες από την Αγγλία, το 1946, μετά την εκπληκτική εμφάνισή του με τη Μεικτή Ευρώπης (ο μοναδικός Ιταλός στο ρόστερ της) στη φιλική αναμέτρηση εναντίον της Μεγάλης Βρετανίας.
Τέσσερα χρόνια μετά, λοιπόν, εκείνον τον Ιανουάριο του 1950, στη Φλωρεντία, έμελλε να κάνει την κίνηση, που θα γινόταν «τόσο δημοφιλής όσο η πίτσα», όπως είχε πει ένας Ιταλός ιστορικός. Αλλά ούτε ίδιος ο Παρόλα, ούτε καν ο Μπιάνκι, που τράβηξε τη φωτογραφία, δεν μπορούσαν να διανοηθούν καν ότι αυτό το καταπληκτικό ψαλιδάκι, το ''rovesciata di Parola'' (σ.σ. «το ψαλίδι του Παρόλα»), όπως το ονόμασαν οι Ιταλοί, θα γινόταν γνωστό σε όλον τον κόσμο ως το σύμβολο των αυτοκόλλητων της Panini και του ίδιου του ιταλικού ποδοσφαίρου από τα μέσα της δεκαετίας του 1960.
Τουαλέτα
Ο θρύλος λέει ότι η φωτογραφία είναι ένα μείγμα διαίσθησης και τύχης: Σύμφωνα με τη ''La Repubblica'', στην πραγματικότητα, ο Μπάνκι, βαριεστημένος από το μέτριο παιχνίδι, και καθώς η κύστη του είχε αρχίσει να διαμαρτύρεται, έφυγε από τη θέση του και πήγε για κατούρημα στις τουαλέτες του ''Comunale'' της Φλωρεντίας, που βρίσκονταν τότε στον στίβο, ακριβώς πίσω από το τέρμα της Γιουβέντους.
Στον δρόμο για την τουαλέτα, του ήρθε η… έμπνευση, και τοποθετώντας την κάμερα στο έδαφος, από μία ασυνήθιστη οπτική γωνία, απαθανάτισε τον παίκτη της Γιουβέντους να κάνει αυτό το αεροπλανικό. Παραδίδοντας τη φωτογραφία στην ιστορία.
Αυτή η φωτογραφία, λοιπόν, είναι σήμερα η πιο αναπαραγόμενη εικόνα στον κόσμο: Έχει δημοσιευθεί σε τριακόσια εκατομμύρια αντίτυπα και κάθε χρόνο ξεχωρίζει στο άλμπουμ των ποδοσφαιριστών της θρυλικής εταιρείας Panini, και σε κάθε συσκευασία αυτοκόλλητων. Το πώς έφτασε, όμως, να συμβεί αυτό, είναι μια άλλη ιστορία, επίσης απίστευτη.
Ο Φράνκο Κοσίμο Πανίνι, από τη Μόντενα, ιδρυτής της εταιρείας Emilian, αγόραζε τα δικαιώματα των φωτογραφιών, που τραβούσαν οι φωτογράφοι στα γήπεδα κάθε Κυριακή, και οι οποίες απεικόνιζαν τα πρόσωπα και τις πράξεις των αθλητών. Ακόμα και εκείνες του Μπάνκι από το Φιορεντίνα-Γιουβέντους, που είχε αποκτήσει για τρεις χιλιάδες λιρέτες. Ποσό όχι μικρό για την εποχή (γύρω στα 60 ευρώ σήμερα), αλλά σίγουρα ο Μπάνκι δεν γνώριζε ότι αν έπαιρνε έστω και ένα σεντ για κάθε αναπαραγωγή της φωτογραφίας, θα έλυνε το βιοποριστικό θέμα ακόμη και των τρισέγγονών του.
Αρχικά, η φωτογραφία με τον Παρόλα να ίπταται παραμένει μέσα σε ένα συρτάρι μαζί με πολλές άλλες, αναξιοποίητες. Για τα πρώτα άλμπουμ, η εικόνα, που τραβάει την προσοχή του Πανίνι, είναι μια κεφαλιά του Σουηδού μέσου της Μίλαν, Νιλς Λίντχολμ, ο οποίος είχε αποσυρθεί πρόσφατα. Αλλά μετά από λίγα χρόνια, ο Φράνκο ερωτεύεται μια άλλη. Στο εξώφυλλο του άλμπουμ του 1963/64, λοιπόν, εμφανίζεται ο Αρντίκο Μανίνι, ο οποίος έχει, επίσης, αποσυρθεί πρόσφατα.
Για όλους
To εξώφυλλο με τον Νιλς Λίντχολμ
Αντικαταστάθηκε με τον Αρντίκο Μανίνι
Ωστόσο, ο Φράνκο και πάλι δεν είναι απόλυτα ικανοποιημένος. Θέλει μια στιλιστικά τέλεια εικόνα, και κοιτάζοντας στα συρτάρια, ανάμεσα στις παλιές φωτογραφίες, εντοπίζει εκείνη του Παρόλα από τον Ιανουάριο του 1950. Έχουν περάσει, δηλαδή, σχεδόν 15 χρόνια!
Ο Φράνκο Πανίνι είναι έκθαμβος από την αγνότητα αυτής της κίνησης, από το μεγαλείο της φωτογραφίας, και τα αλλάζει όλα. Ο Παρόλα γίνεται, έτσι, η εικόνα εξωφύλλου του άλμπουμ του 1965/66. Ήταν τόσο τέλεια, που πέντε χρόνια αργότερα, το 1970, ανέθεσε στον καλλιτέχνη Γουέινερ Βακάρι, που εργάζεται στο τμήμα γραφιστικής της εταιρείας, να ξαναδουλέψει τη φωτογραφία εκτός πλαισίου.
Το αποτέλεσμα είναι ένα αριστούργημα: Αντί για την ασπρόμαυρη φανέλα, ο παίκτης απεικονίζεται με κόκκινη, λευκό σορτς και με μαύρες κάλτσες με κίτρινες ρίγες, χρώματα, δηλαδή, που δεν του επιτρέπουν να ταιριάξει με καμία ομάδα του ιταλικού πρωταθλήματος, επομένως είναι «για όλους»!
Το «καρέ» από ένα κακό ματς Φιορεντίνα-Γιουβέντους γίνεται το δεύτερο λογότυπο της Panini και από εκεί και πέρα θα υπάρχει πάντα στα άλμπουμ και στα πακέτα αυτοκόλλητων, που διανέμονται σε ολόκληρο τον κόσμο. Ο ποδοσφαιριστής της Γιουβέντους, που είναι προπονητής πια, καθώς έχει αποσυρθεί από το 1955(!), γίνεται ποδοσφαιριστής για όλους, αποκτώντας παγκόσμια φήμη. Αλλά ούτε αυτός ούτε ο φωτογράφος Μπάνκι έχουν δικαιώματα στη φωτογραφία. Ο Κοράντο Μπάνκι, άλλωστε, δεν την αγαπούσε και τόσο πολύ. Ή τουλάχιστον δεν την αγαπούσε περισσότερο από άλλες.
Ένας ορμητικός άνθρωπος
Φλωρεντινός γιος εμπόρων, ο Μπάνκι έμαθε την τέχνη της φωτογραφίας στη Μαρέμα, όπου είχε πάει για τη στρατιωτική του θητεία. Μια παράκτια περιοχή της δυτικής κεντρικής Ιταλίας, που συνορεύει με το Τυρρηνικό Πέλαγος. Σε ένα τρένο με προορισμό το Ορμπετέλο συναντά μια κοπέλα από τη Φολόνικα. Παντρεύονται κατά τη διάρκεια του πολέμου (1944) και πάνε να ζήσουν στη Μάσα, όπου ο Κοράντο ανοίγει ένα φωτογραφείο. «Ήταν καλαίσθητο και φωτεινό», είχε πει ο σκηνοθέτης Ουμπέρτο Λέντσι, φίλος και συνεργάτης του Μπάνκι. Το φωτογραφείο είναι ένα ζωντανό μουσείο.
Τριγύρω υπάρχουν φωτογραφίες συγκλονιστικές από τον πόλεμο. Για παράδειγμα, απαθανάτισε έναν ομαδικό τάφο, των 83 ανθρακωρύχων της Νιτσιολέτα, που δολοφονήθηκαν από τους Ναζί το 1944 ή την είσοδο του αμερικανικού στρατού στη Μάσα Μαριτίμα στις 24 Ιουνίου 1944.
Ο Κοράντο Μπιάνκι
Προκειμένου να δώσει κίνηση στις φωτογραφίες του, ο Μπάνκι δεν σταματούσε να κινείται. Ουσιαστικά, αυτός είναι ο πρώτος κινούμενος κάμεραμαν/φωτογράφος στην Ιταλία. Ο Λέντσι θυμάται: «Για μερικά χρόνια, δούλευε ως κάμεραμαν της Incom Week, ακολουθώντας τον ποδηλατικό Γύρο της Ιταλίας στο πίσω κάθισμα μιας μοτοσικλέτας».
Σιγά σιγά, ο Μπάνκι, που ήταν διαρκώς με μία κάμερα στο χέρι, ανέπτυξε έντονη ευαισθησία για το κοινωνικό ρεπορτάζ. Εμφάνιζε ακατέργαστες και ρεαλιστικές φωτογραφίες, που μετέφεραν την αίσθηση της ζοφερής καταπίεσης των εργατών. Το 1948 φωτογράφισε τη σύλληψη των ληστών Φραντσέσκο Ρούσο και Αντρέα Κουκιάρα, οι οποίοι είχαν απαγάγει έναν πλούσιο Ελβετό πολίτη, τον Τζοακίνο Ζόπφι, στο Βολτεράνο. Φωτογράφισε τις πλημμύρες του 1951 στην περιοχή Πολεζίν, με τα 2/3 του πληθυσμού, περίπου 150.000 ανθρώπους, να εγκαταλείπουν τα σπίτια τους και τα θύματα της έκρηξης, το 1954, στα ορυχεία του χωριού Ριμπόλα.
Στο μεταξύ, όταν η Φιορεντίνα παίζει εντός, δεν χάνει ματς. Δεν ήταν απλώς ένας φωτογράφος. Ήταν ένας ορμητικός άνθρωπος, που τη μία μέρα φωτογράφιζε μια άγνωστη 14χρονη κοπέλα ονόματι Σοφία Λόρεν ως νέα Μις Ιταλία (1950) και την Κυριακή ήταν στην άκρη του αγωνιστικού χώρου, τραβώντας 22 τύπους να κυνηγάνε μία μπάλα μέσα στις λάσπες. Τα τελευταία χρόνια πριν τη συνταξιοδότησή του εργάστηκε ως φωτογράφος χωριών, αν και δεν σταμάτησε ποτέ να πηγαίνει τις Κυριακές στο γήπεδο για να φωτογραφίσει τη Φιορεντίνα.
Βέσπα
Έτσι τον θυμάται ο φωτογράφος Στέφανο Πατσίνι από τη Μάσα, ο οποίος ψηφιοποίησε περισσότερα από δέκα χιλιάδες αρνητικά από το αρχείο Μπάνκι. «Άρχισα να φέρνω ασπρόμαυρες ταινίες στο στούντιο. Χωρίς να τον ρωτήσω, όταν πήγαινα να τα παραλάβω, πριν μου τα παραδώσει, κοίταζε την ταινία στον πάγκο και σχολίαζε δυνατά. Μερικές φορές, αντί να μου δώσει τα αρνητικά, τα πετούσε κατευθείαν στα σκουπίδια αν δεν του άρεσαν». Ο Πατσίνι θυμάται, επίσης, τις συμβουλές του. Πάντα έλεγε ότι ήταν καλύτερο να «πάρεις το ρίσκο και να τραβήξεις τη φωτογραφία, παρά να περιμένεις την τέλεια στιγμή και να μην τραβήξεις τίποτα».
Συνέχιζε ακόμη και στα βαθιά γεράματα να αναζητάει ιστορίες για να τις απαθανατίσει. Ο γιος του, Πάολο, που δούλευε στο πλευρό του για 25 χρόνια, είχε δηλώσει πριν από μερικά χρόνια: «Ακόμα και σε μεγάλη ηλικία κρατούσε τη Laica κρυμμένη μέσα σε μια εφημερίδα. Ήταν πάντα έτοιμος να φωτογραφίσει, είχε πάντα μια ιδέα στο μυαλό του. Αφού του αφαιρέθηκε το δίπλωμα οδήγησης σε ηλικία 86 ετών, ταξίδεψε 40 χιλιόμετρα με μια βέσπα, προκειμένου να πάει σε ένα γραφείο σύνταξης στο Γκροσέτο και να προτείνει μια φωτογράφηση».
Η ιστορία του Μπάνκι σε κάνει, αν μη το άλλο, να σκέφτεσαι ότι κάθε φορά, που άνοιγες ένα πακέτο με αυτοκόλλητα Panini ως παιδί, έκανες την πιο διάσημη φωτογραφία του κομμάτια. Για εκείνη τη φωτογραφία, του Κάρλο Παρόλα, πήρε μόνο τρεις χιλιάδες λιρέτες. Δεν είναι λίγα για την εποχή. Αλλά με μια δεκάρα για κάθε αναπαραγωγή της θα γινόταν δισεκατομμυριούχος. Πούλησε, όμως, τα δικαιώματα, νομίζοντας ότι τρεις χιλιάδες λιρέτες για μια φωτογραφία τραβηγμένη στο τέλος ενός βαρετού παιχνιδιού, από μια περίεργη γωνία και ενώ η κύστη του είχε αρχίσει να διαμαρτύρεται, δεν είναι και άσχημα. Και συνέχισε τη δουλειά του.
Δύο μύθοι. Ο Μπάνκι φωτογραφίζει τον Μαραντόνα στο φιλικό της Φιορεντίνα με την Αργεντινή, στις 29 Αυγούστου 1981. Τελικό σκορ 3-5 με δύο γκολ του Ντιέγκο… ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube