«Εάν πεθάνω θέλω να ξαναγεννηθώ ποδοσφαιριστής και συγκεκριμένα ο Ντιέγκο Μαραντόνα. Είμαι ένας παίκτης που μοιράζει χαρά στον κόσμο και αυτό από μόνο του με γεμίζει»...

Λόγια αληθινά, λόγια ρομαντικά. Από έναν άνθρωπο που κατάφερε να φανατίσει ένα έθνος, όσο κανένας άλλος. Τον μεγαλύτερο ποδοσφαιριστή του μεγαλύτερου λαϊκού αθλήματος. Ο άνθρωπος σύμβολο των καταπιεσμένων που τον έκαναν γκραφιτι στις γειτονιές τους, που τους έδινε δύναμη και πίστη μέσα από αυτές. Ο μοναδικός άνθρωπος που κατάφερε να πλησιάσει τον... Θεό, μόνο και μόνο μέσα από το ποδόσφαιρο.



Γεννημένος με μια μπάλα στα πόδια, όπως κάθε παιδί στις φτωχογειτονιές της Βίλα Φιορίτα, ο Μαραντόνα πάλευε με τους... δαίμονές του από μικρή ηλικία. Ήξερε πως για να ξεφύγει από την φτώχεια και να κάνει την μετέπειτα ζωή του, η οποία επικρίθηκε από πολλούς αλλά... ποιος νοιάζεται, έπρεπε να αξιοποιήσει το ταλέντο του που τον μετέτρεπε σε... ημίΘεο.

«Η μητέρα μου συχνά υπέφερε από στομαχόπονο. Μας έλεγε φάτε εσείς εγώ δεν μπορώ. Αργότερα, όμως, κατάλαβα ότι δεν έφτανε το φαγητό»...

Με αυτό το περίεργο για πολλούς ποδοσφαιρικό σουλούπι. Έτσι, κοντούλης, με τις μπούκλες στο κεφάλι, το κοντό σορτσάκι και το τρομερά χαμηλό κέντρο βάρους, που τον έκανε ασταμάτητο. Έτρωγε τις κλωτσιές με το τσουβάλι, αλλά δεν μασούσε. Ήξερε πως μόνο αν του ματώσουν τα γόνατα, θα μπορέσουν να τον σταματήσουν. Ίσως ούτε και έτσι. Ο «Ντιεγκίτο» ήταν, απλά, ένας... Θέος με ποδοσφαιρικά παπούτσια. Ο «Θεός» που έχει στιγματίσει τη ζωή πολλών... ανθρώπων, που έχει κάνει πολλούς να τον «ερωτευτούν» και μόνο από τα βίντεό του γιατί είχαν την... ατυχία να μην προλάβουν να τον δουν να έχει αυτές τις μαγικές επαφές με την μπάλα. «Ακόμη κι αν ήμουν καλεσμένος σε επίσημο δείπνο, ντυμένος στα λευκά, εάν έβλεπα μια λασπωμένη μπάλα να έρχεται κατά πάνω μου, θα τη σταματούσα με το στήθος»...

Άφησε πίσω του εκατομμύρια φίλους, βάζοντας το ποδόσφαιρο σε κάθε νοικοκυριό, σε κάθε άκρη της γης. Αλλά άφησε πίσω του και εκατομμύρια που... λάτρευαν να τον μισούν. Για τις κρεπάλες που έκανε στη ζωή του, ακόμη και όταν έπαιζε ποδόσφαιρο. «Ήθελα να ξεπεράσω το στρες και την πίεση από τη σωματική και ψυχολογική κόπωση. Πίστεψα ότι η κοκαΐνη θα με ανακούφιζε. Δεν είχα δίκιο, αλλά δεν είχα τις δυνάμεις να αντισταθώ. Έπαιρνα κοκαΐνη με ουίσκι για μέρες και έπαιζα την Κυριακή»...

Λάτρευαν να τον μισούν για την εξάρτησή του από τα ναρκωτικά την οποία κατάφερε να ξεπεράσει με τη βοήθεια του «αδερφού του» Φιντέλ Κάστρο, την οποία ομώς μετέτρεψε σε εξάρτηση από το ποτό. «Ξέρεις τι παίκτης θα ήμουν αν δεν είχα πάρει κοκαΐνη; Τι παίκτη χάσαμε; Θα μπορούσα να είμαι πολλά περισσότερα»...

Λάτρευαν να τον μισούν γιατί φέρθηκε σαν... απατεώνας και «βγήκε» από τις καρδιές των Άγγλων στο Μουντιάλ του 1986, όταν σκόραρε με το χέρι (τσιμπώντας την μπάλα από τον κατά 20 εκατοστά ψηλότερο από αυτόν πορτιέρε των «τριών λιονταριών», Σίλτον) στο 51ο λεπτό του ημιτελικού κόντρα στην εθνική τους ομάδα. «Δεν ήταν χέρι, αλλά αν ήταν ήταν το χέρι του Θεού»...



Φρόντισε να πάρει πίσω την... αξιοπρέπειά του τέσσερα λεπτά αργότερα, πετυχαίνοντας ένα τέρμα γεμάτο... Μαραντόνα, περνώντας κάθε αντίπαλο που βρήκε μπροστά του σαν να μην υπήρχαν. Δεν τους... έβλεπε! Ένα σλάλομ που ξεκίνησε πίσω από την σέντρα, με τον Έκτορ Ενρίκε να είναι ο τελευταίος συμπαίκτης του που του... ακουμπά την μπάλα και να αυτοσαρκάζεται χρόνια μετά, λέγοντας πως έκανε μια καλή πάσα απ' όπου ξεκίνησαν όλα.



Ο Μαραντόνα έβγαζε από πάνω του τον... θεϊκό μανδύα και θυμόταν την ανθρώπινη φύση του αρκετές φορές. Όπως το 1985 που πήγε κόντρα στον πρόεδρό του, πλήρωσε την ρήτρα των 12 εκατ. ιταλικών λιρετών στην ασφαλιστική εταιρεία Lloyd’s που ασφάλιζε τα πόδια των παικτών και πήρε την... παρέα του από τη Νάπολη για να παίξουν το φιλανθρωπικό ματς στον λασπωμένο βάλτο-γήπεδο της Ατσέρα, για χάρη ενός μικρού φίλου που χρειζόταν τα χρήματα για να εγχειριστεί άμεσα. «Δεν πα’ να γ@@@@ και η Lloyd’s, ο αγώνας αυτός πρέπει να γίνει για χάρη του παιδιού!»...



Ή όταν τα... έψαλλε στον Πάπα, δείχνοντας πως δεν έχει ξεχάσει τις ρίζες του και από που προήλθε. «Μάλωσα με τον Πάπα. Μπαίνοντας μέσα στο Βατικανό είδα τους χρυσούς τρούλους και όλα τα χρυσά και πολυτελή διακοσμητικά στον τεράστιο χώρο. Ο Πάπας άρχισε να μου μιλάει για το πως η εκκλησία βοηθάει τα φτωχά παιδιά. Εγώ ήμουν ένα από αυτά τα παιδιά και είπα του Πάπα: πούλα τις στέγες φίλε αν πραγματικά θέλεις να βοηθήσεις. Δεν του άρεσε καθόλου αυτό, αλλά δεν με ενδιαφέρει»...

Επέλεξε μια ζωή η οποία κρίθηκε από πολλούς, ωστόσο ο ίδιος αν ξανά γυρνούσε τον χρόνο πισω, την ίδια ζωή θα επέλεγε. Ήθελε απλά να προσφέρει χαρά με το ποδόσφαιρό του. Και το κατάφερε! Ένας... αλήτης, που όμως έκανε τόσο κόσμο να τον αγαπήσει. Άφησε την τελευταία του πνοή στις 25 Νοεμβρίου, την ίδια ημερομηνία που είχε φυγει και ο φίλος του Φιντέλ Κάστρο. Εκεί όπου θα τα λένε και ο Ντιεγκίτο θα περιγράφει ξανά και ξανά το αγαπημένο του χέρι του Θεού.



Φτάνοντας τώρα επάνω, δεν θα παρει την καρέκλα του Θεου, αλλά θα του δώσει πισω το... χέρι που είχε δανειστεί και θα φύγει για να πάει να κλωτσήσει μια μπάλα για να χαζευουν οι υπόλοιποι που βρίσκονται εκεί ψηλά μαζί του.

Ο Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα ήταν ο ποδοσφαιριστής που θα ήθελε να έχει για γιο του κάθε πατέρας. Ο ευάλωτος και γεμάτος κακές συνήθειες γιος που δεν θα ήθελε να έχει καμία μητέρα, ο... κακός γιος που λίγο έλειψε να φύγει από τη ζωή λόγω της κοκαΐνης το 2004, μόλις στα 44 του! Ο άνθρωπος που έζησε την ζωή του στα κόκκινα, γιατί έτσι του άρεσε. Είτε μιλώντας για την ποδοσφαιρική του ζωή, είτε για την εξωγηπεδική του. «Ως Ντιέγκο μπορώ να πάω παντού, ως Μαραντόνα δεν μπορώ να κάνω ούτε βήμα», είχε παραδεχτεί.

«E non chano se so perso...», γράφτηκε το βράδυ της 17ης Μαΐου του 1987 στο νεκροταφείο της Νάπολη από τους... μεθυσμένους, από χαρά και ποτό, οπαδούς της ομάδας για το πρώτο τους πρωτάθλημα. Γιατί δεν κατάφεραν να δουν τον Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα να κάνει περήφανη μια ολόκληρη πόλη, γιατί θέλησαν να τους δείξουν ότι έφυγαν νωρίς από τη ζωή «και δεν ξέρουν τι έχασαν»...

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube